English Greek Greek English Dictionaryράμφος rámphos bird κόμματος kómmatos...
Transcript of English Greek Greek English Dictionaryράμφος rámphos bird κόμματος kómmatos...
English Greek
Greek English
Dictionary
Available as an App on:
Google Play: https://play.google.com/store/apps/details?id=app.greek.dictionary
Apple iTunes: https://itunes.apple.com/gb/app/english-greek/id407965875
For personal use only:
The author takes no responsibility for the use of any translations included in this dictionary
Aa
ένας
a; an; one;
énas
μια mia
ένα
a; an; one;
éna
ability
ικανότητα
ability; skill;
ikanótēta
able
ικανός
able; capable;
ikanós
about
για
about; for;
gia
περί perí
περίπου perípou
above
άνω
above; up; upper;
ánō
πάνω από
above; over;
pánō apó
abroad
στο εξωτερικό sto exōterikó
absolutely
απολύτως apolýtōs
τελείως teleíōs
abuse
κατάχρηση katáchrēsē
καταχρώμαι katachrṓmai
βρισιά brisiá
βρίζω brízō
λοιδορία loidoría
accept
αποδέχομαι
accept; adopt;
apodéchomai
δέχομαι déchomai
παραδέχομαι
accept; admit;
paradéchomai
acceptable
αποδεκτός apodektós
δεκτός dektós
access
πρόσβαση prósbasē
προσπέλαση prospélasē
accident
τύχηc týchēc
ατύχημα atýchēma
account
αναφορά
account; mention; reference;
anaphorá
λογαριασμός
account; bill;
logariasmós
account
σημασία
account; consequence; importance; meaning;
sēmasía
accurate
ακριβής
accurate; exact; neat;
akribḗs
accuse
κατηγορώ katēgorṓ
achieve
κατορθώνω katorthṓnō
acquire
αποκώ apokṓ
αποκτώ
acquire; get; obtain;
apoktṓ
across
απέναντι apénanti
κατά πλάτος katá plátos
act
ενεργώ energṓ
επενεργώ
act; influence;
epenergṓ
πράξη práxē
action
αγωγή agōgḗ
επενέργεια
action; influence;
epenérgeia
ενέργεια enérgeia
διάβημα
action; step;
diábēma
δράση drásē
active
ακμαίος akmaíos
δραστήριος drastḗrios
ενεργετικός energetikós
ενεργός energós
activity
δραστηριότητα drastēriótēta
actor
ο ηθοποιός o ēthopoiós
actual
αληθινός alēthinós
πραγματικός
actual; real;
pragmatikós
actually
πράγματι
actually; really;
prágmati
πραγματικά pragmatiká
στην αλήθεια stēn alḗtheia
ad
μετά χριστόν metá christón
διαφήμηση diaphḗmēsē
adapt
διασκευάζω diaskeuázō
προσαρμόζω
adapt; adjust; gear;
prosarmózō
add
προσθέτω prosthétō
addition
πρόσθηκη prósthēkē
additional
επιπρόσθετος epiprósthetos
πρόσθετος prósthetos
address
απευθύνω apeuthýnō
διεύθυνση dieúthynsē
adjust
προσαρμόζω
adapt; adjust; gear;
prosarmózō
ρυθμίζω rythmízō
administration
διοίκηση
administration; management;
dioíkēsē
διοικητικός dioikētikós
κυβέρνηση
administration; government;
kybérnēsē
χορήγηση
administration; issue; supply;
chorḗgēsē
administrative
διαχειριστικός diacheiristikós
admire
θαυμάζω thaumázō
admit
αφήνω να μπει aphḗnō na mpei
παραδέχομαι
accept; admit;
paradéchomai
αφήνω να μπεί aphḗnō na mpeí
εισάγω
admit; introduce;
eiságō
adopt
αποδέχομαι
accept; adopt;
apodéchomai
υιοθετώ yiothetṓ
adult
ενήλικας enḗlikas
ενήλικος enḗlikos
advance
προβαίνω probaínō
προχωρώ prochōrṓ
πρόοδος
advance; progress;
próodos
προκαταβάλλω prokatabállō
advanced
προχωρημένος prochōrēménos
advantage
πλεονέκτημα pleonéktēma
προτέρημα protérēma
advertising
διαφημιστικός diaphēmistikós
advice
συμβουλή symboulḗ
affair
affair
δεσμός desmós
υπόθεση
affair; assumption; business; case; matter;
ypóthesē
affect
παριστάνω
affect; play;
paristánō
συγκινώ
affect; move; touch;
synkinṓ
επηρεάζω epēreázō
afraid
που φοβάται pou phobátai
φοβισμένος phobisménos
after
μετά
after; next; then;
metá
μετά από metá apó
έπειτα
after; then;
épeita
afternoon
απόγεμα apógema
απόγευμα apógeuma
again
άλλη μία φορά állē mía phorá
ξανά xaná
πάλι páli
against
κατά katá
κόντρα σε kóntra se
εναντίον enantíon
age
ηλικία ēlikía
περιόδος
age; period; season; session;
periódos
εποχή
age; season;
epochḗ
agency
πρακτορείο praktoreío
υπηρεσία
agency; service;
ypēresía
agent
πράκτορας práktoras
μεσίτης mesítēs
παράγων parágōn
aggressive
επιθετικός epithetikós
ago
πριν
ago; before;
prin
agree
συμφωνώ symphōnṓ
agreement
συμφωνία symphōnía
air
αέρας aéras
air
ατμόσφαιρα
air; atmosphere; tone;
atmósphaira
airport
αεροδρόμιο aerodrómio
alarm
συναγερμός synagermós
συναργερμός synargermós
τρομάζω tromázō
alcohol
αλκοόλ alkoól
οινόπνευμα oinópneuma
alive
ζωτανός zōtanós
εν ζωή en zōḗ
ζωντανός
alive; fresh; live; living;
zōntanós
all
το παν to pan
όλος ólos
όλα
all; everything;
óla
όλοι
all; everybody; everyone;
óloi
όλες óles
allow
αφήνω
allow; let;
aphḗnō
επιτρέπω
allow; enable; permit;
epitrépō
almost
σχεδόν
almost; nearly; virtually;
schedón
alone
μόνος
alone; lonely; single;
mónos
μοναχός monachós
along
κατά μήκος katá mḗkos
already
κιόλας kiólas
κίολας kíolas
ήδη ḗdē
also
επίσης
also; too;
epísēs
και
also; and;
kai
although
αν και
although; though;
an kai
altogether
εντελώς
altogether; completely; quite;
entelṓs
always
πάντα pánta
πάντοτε pántote
amazing
εκπληκτικός ekplēktikós
που θαυμάζει pou thaumázei
ambition
βλέψη blépsē
φιλοδοξία philodoxía
among
ανάμεσα anámesa
ανάμεσα σε anámesa se
amount
ανέρχομαι anérchomai
ποσό posó
ποσόν posón
an
ένα
a; an; one;
éna
ένας
a; an; one;
énas
μία
an; one;
mía
analysis
ανάλυση análysē
analyst
αναλυτής analytḗs
and
και
also; and;
kai
anger
φούρκα phoúrka
οργή orgḗ
θυμός thymós
angle
γωνία
angle; corner;
gōnía
angry
θυμωμένος
angry; mad;
thymōménos
οργισμένος orgisménos
animal
ζώο zṓo
κτήνος ktḗnos
announce
ανακοινώνω anakoinṓnō
annual
ετήσιος etḗsios
another
άλλος ένας állos énas
άλλος
another; else; other;
állos
answer
απάντηση
answer; response;
apántēsē
απαντώ
answer; reply; respond;
apantṓ
anticipate
προκαταλαμβάνω prokatalambánō
anticipate
προλαμβάνω prolambánō
anxiety
ανησυχία
anxiety; concern;
anēsychía
anxious
ανήσυχος
anxious; concerned;
anḗsychos
αγχώδης anchṓdēs
anybody
κανένας
anybody; no; none;
kanénas
anyone
κανείς
anyone; nobody;
kaneís
anything
τίποτα
anything; nothing;
típota
anyway
πάντως pántōs
anywhere
πουθενά
anywhere; nowhere;
pouthená
οπουδήποτε opoudḗpote
apart
χωριστά chōristá
apartment
διαμέρισμα
apartment; flat;
diamérisma
appeal
τραβώ
appeal; attract; draw; pull;
trabṓ
έκκληση ékklēsē
έφεση éphesē
κάνω έκκληση kánō ékklēsē
κάνω έφεση kánō éphesē
appear
φαίνομαι
appear; look; seem;
phaínomai
εμφανίζομαι emphanízomai
διαφαίνομαι
appear; reveal;
diaphaínomai
appearance
εμφάνιση
appearance; look;
emphánisē
παρουσίαση
appearance; presentation;
parousíasē
apple
μήλο mḗlo
application
εφαρμογή epharmogḗ
προσήλωση prosḗlōsē
άλειμμα áleimma
αίτηση aítēsē
χρήση
application; use;
chrḗsē
apply
apply
αιτούμαι aitoúmai
βάζω
apply; pour; put; store;
bázō
εφαρμόζω epharmózō
κάνω αίτηση kánō aítēsē
appointment
ορισμός
appointment; assignment; definition;
orismós
ραντεβού ranteboú
διορισμός diorismós
συνάντηση synántēsē
appreciate
αναγνωρίζω
appreciate; identify;
anagnōrízō
εκτιμώ
appreciate; value;
ektimṓ
κατανοώ
appreciate; understand;
katanoṓ
approach
προσεγγίζω prosengízō
προσέγγιση proséngisē
πλησιάζω plēsiázō
μέθοδος
approach; method;
méthodos
appropriate
οικειοποιούμαι oikeiopoioúmai
σφετερίζομαι spheterízomai
κατάλληλος
appropriate; suitable;
katállēlos
approve
εγκρίνω enkrínō
επιδοκιμάζω epidokimázō
are
είναι eínai
είμαστε eímaste
area
περιοχή
area; district;
periochḗ
argue
διαπληκτίζομαι diaplēktízomai
διαφωνώ
argue; disagree;
diaphōnṓ
argument
διαφωνία
argument; exchange;
diaphōnía
επιχείρημα epicheírēma
λογομαχία
argument; exchange;
logomachía
arise
προκύπτω prokýptō
εγείρομαι egeíromai
arm
χέρι
arm; hand;
chéri
όπλο óplo
βραχίων brachíōn
arm
μπράτσο mprátso
army
στρατός stratós
around
γύρω gýrō
γύρω από gýrō apó
arrival
άφιξη áphixē
arrive
φτάνω
arrive; reach;
phtánō
φθάνω phthánō
art
τέχνη
art; skill;
téchnē
article
άρθρο árthro
as
όπως
as; like;
ópōs
σαν
as; like;
san
aside
στην άκρη stēn ákrē
πλάι plái
ask
ρωτώ rōtṓ
asleep
κοιμώμενος koimṓmenos
aspect
άποψη
aspect; opinion; perspective; view;
ápopsē
θωριά thōriá
όψη ópsē
πλευρά
aspect; side;
pleurá
assignment
ανάθεση anáthesē
ορισμός
appointment; assignment; definition;
orismós
δουλειά
assignment; business; job; task; work;
douleiá
αποστολή
assignment; mission;
apostolḗ
assist
βοηθώ boēthṓ
assistant
βοηθός
assistant; help;
boēthós
associate
συνέταιρος synétairos
συσχετίζω syschetízō
association
ομοσπωνδiα omospōndia
association
σχέση
association; connection; relationship;
schésē
assume
υποθέτω
assume; suppose;
ypothétō
assumption
υπόθεση
affair; assumption; business; case; matter;
ypóthesē
assure
διαβεβαιώνω
assure; confirm;
diabebaiṓnō
βεβαιώνω bebaiṓnō
at
σε
at; in; on; to; upon;
se
atmosphere
ατμόσφαιρα
air; atmosphere; tone;
atmósphaira
attach
επισυνάπτω episynáptō
συνδέω
attach; connect; join; link;
syndéō
attack
επιδρομή epidromḗ
κάνω επιδρομή kánō epidromḗ
επιτίθεμαι epitíthemai
επίθεση epíthesē
attempt
απόπειρα
attempt; bid;
apópeira
αποπειρώμαι
attempt; bid;
apopeirṓmai
προσπάθεια
attempt; bid; effort;
prospátheia
προσπαθώ
attempt; try;
prospathṓ
attend
παρακάθομαι parakáthomai
παρακολουθώ
attend; monitor; watch;
parakolouthṓ
παραβρίσκομαι parabrískomai
attention
φροντίδα
attention; care; charge;
phrontída
προσοχή
attention; care;
prosochḗ
attitude
στάση stásē
συμπεριφορά symperiphorá
attract
ελκύω elkýō
τραβώ
appeal; attract; draw; pull;
trabṓ
προσελκύω proselkýō
επισύρω
attract; draw;
episýrō
attract
έλκω
attract; draw;
élkō
audience
ακροατήριο akroatḗrio
author
συγγραφέας
author; writer;
syngraphéas
automatic
αυτοματικός automatikós
αυτόματο autómato
available
διαθέσιμος diathésimos
average
μέσος mésos
μέσος όρος mésos óros
avoid
αποφεύγω apopheúgō
award
απονέμω
award; distribute;
aponémō
βραβείο
award; prize;
brabeío
κατακυρώνω katakyrṓnō
aware
γνωρίζων gnōrízōn
awareness
αντίληψη
awareness; concept; perception;
antílēpsē
συνειδοτοποίηση syneidotopoíēsē
away
μακριά
away; far; off;
makriá
μακρυά makryá
Bbaby
μωρό mōró
back
υποστηρίζω
back; maintain; submit;
ypostērízō
ενισχύω enischýō
πίσω písō
πλάτη plátē
background
το φόντο to phónto
bad
κακός kakós
άσχημος
bad; ugly;
áschēmos
bag
τσάντα tsánta
balance
πλάστιγγα plástinga
ζυγαριά zygariá
ισοζύγιο isozýgio
balance
ισορροπία isorropía
ball
μπάλα mpála
κουβάρι koubári
band
ταινία
band; film; movie;
tainía
bank
ανάχωμα anáchōma
όχθη óchthē
τράπεζα trápeza
bar
κάγκελο kánkelo
φράζω phrázō
μπαρ mpar
εμποδίζω
bar; prevent;
empodízō
ράβδος rábdos
base
βάθρο
base; foundation;
báthro
ευτελής eutelḗs
baseball
μπέιζμπολ mpéizmpol
basis
βάση básē
basket
καλάθι kaláthi
πανέρι panéri
κοφίνι kophíni
bat
νυχτερίδα nychterída
ρόπαλο
bat; club;
rópalo
bath
λουτρό
bath; bathroom;
loutró
μπανιέρα mpaniéra
μπάνιο mpánio
bathroom
λουτρό
bath; bathroom;
loutró
battle
μάχη
battle; fight;
máchē
be
διανύω dianýō
είμαι eímai
βρίσκομαι brískomai
beach
ακτή
beach; coast;
aktḗ
αμμουδιά ammoudiá
γιαλός gialós
bear
bear
γεννώ
bear; generate;
gennṓ
υποφέρω
bear; suffer;
ypophérō
αρκούδα arkoúda
beat
δέρνω dérnō
νικώ
beat; best; win;
nikṓ
χτυπώ
beat; hit; hurt; strike;
chtypṓ
beautiful
όμορφος ómorphos
because
γιατί
because; why;
giatí
διότι dióti
become
αρμόζω
become; suit;
armózō
γίνομαι gínomai
bed
κρεβάτι krebáti
bedroom
κρεβατοκάμαρα krebatokámara
υπνοδωμάτιο ypnodōmátio
beer
μπύρα mpýra
before
πριν από prin apó
προτού protoú
μπροστά από mprostá apó
πριν
ago; before;
prin
begin
αρχίζω
begin; start;
archízō
beginning
αρχή
beginning; principle; start;
archḗ
έναρξη
beginning; start;
énarxē
behave
συμπεριφέρομαι symperiphéromai
behind
πίσω από písō apó
being
όν ón
believe
πιστεύω pisteúō
bell
καμπάνα kampána
κουδούνι koudoúni
belong
ανήκω anḗkō
below
από κάτω apó kátō
κάτω από
below; under;
kátō apó
belt
ζώνη zṓnē
ιμάντας imántas
bench
έδρανο édrano
παγκάκι pankáki
πάγκος pánkos
έδρα
bench; chair;
édra
bend
γέρνω gérnō
καμπυλώνεται kampylṓnetai
σκύβω skýbō
στροφή
bend; turn; twist;
strophḗ
benefit
επωφελούμαι epōpheloúmai
ωφέλεια
benefit; profit;
ōphéleia
καρπώνομαι
benefit; enjoy;
karpṓnomai
επίδομα epídoma
όφελος óphelos
best
καλύτερος
best; better;
kalýteros
νικώ
beat; best; win;
nikṓ
ο καλύτερος o kalýteros
bet
στοιχηματίζω stoichēmatízō
στοίχημα stoíchēma
better
καλύτερος από kalýteros apó
καλύτερος
best; better;
kalýteros
between
μεταξύ metaxý
beyond
πέρα από péra apó
bicycle
ποδήλατο
bicycle; bike;
podḗlato
bid
προσπάθεια
attempt; bid; effort;
prospátheia
προσφορά
bid; offer;
prosphorá
αποπειρώμαι
attempt; bid;
apopeirṓmai
απόπειρα
attempt; bid;
apópeira
big
big
μεγάλος
big; grand; great; large; long;
megálos
bike
ποδήλατο
bicycle; bike;
podḗlato
bill
λογαριασμός
account; bill;
logariasmós
νομοσχέδιο nomoschédio
ράμφος rámphos
bird
κόμματος kómmatos
πουλί poulí
birth
γέννα génna
γέννηση génnēsē
birthday
γενέθλια genéthlia
bit
δυαδικό ψηφίο dyadikó psēphío
φίμωτρο phímōtro
bite
δάγκωμα dánkōma
δαγκώνω dankṓnō
τσίμπημα tsímpēma
bitter
δριμύς
bitter; severe;
drimýs
πικρός pikrós
black
μαύρος maúros
blank
άγραφος ágraphos
άγραφτος ágraphtos
ανέκφραστος anékphrastos
κενό
blank; gap;
kenó
λευκός
blank; white;
leukós
blind
θαμπώνω thampṓnō
τυφλός typhlós
στοράκι storáki
block
μλοκ mlok
στηρίγματα stērígmata
φραγμός phragmós
blood
αίμα aíma
blow
χτυπήμα
blow; strike;
chtypḗma
χτύπημα
blow; stroke;
chtýpēma
φυσώ physṓ
blue
μπλε mple
board
επιβιβάζομαι epibibázomai
σανίδα sanída
boat
βάρκα bárka
body
σώμα
body; frame;
sṓma
bone
οστούν ostoún
κόκαλο kókalo
κόκκαλο kókkalo
bonus
πριμ prim
book
βιβλιάριο bibliário
βιβλίο biblío
καπαρώνω kaparṓnō
κλείνω θέσω kleínō thésō
boot
μπότα mpóta
πορτ-μπαγάζ port-mpagáz
border
μεθόριος methórios
ρέλι réli
σύνορο sýnoro
boring
βαρετός baretós
born
γενημένος genēménos
borrow
δανείζομαι daneízomai
boss
αφεντικό aphentikó
both
και οι δυο kai oi dyo
bother
ενοχλούμαι enochloúmai
σκοτίζομαι skotízomai
κόπος kópos
ενοχλώ
bother; trouble;
enochlṓ
bottle
εμφιαλώνω emphialṓnō
μπουκάλι mpoukáli
bottom
πάτος pátos
bowl
μπολάκι mpoláki
box
κουτί
box; can;
koutí
box
πυγμαχώ pygmachṓ
κάσα
box; chest;
kása
boy
αγόρι agóri
boyfriend
γκόμενος nkómenos
brain
εγκέφαλος enképhalos
branch
κλαδί kladí
κλάδος kládos
υποκατάστημα ypokatástēma
brave
γενναίος gennaíos
bread
ψωμί psōmí
break
αντεπίθεση antepíthesē
διάλειμμα diáleimma
διάλλειμα diálleima
σπάζω
break; crack;
spázō
breakfast
πρωινό prōinó
το πρωινό to prōinó
breast
στήθος
breast; chest;
stḗthos
breath
αναπνοή anapnoḗ
ανάσα anása
brick
τούβλο toúblo
bridge
γέφυρα géphyra
γεφυρώνω gephyrṓnō
brief
σύντομος
brief; soon;
sýntomos
briefly
σύντομα
briefly; soon;
sýntoma
κοντολογίς kontologís
bright
υποσχόμενος yposchómenos
λαμπερός
bright; brilliant;
lamperós
brilliant
έξοχος éxochos
λαμπερός
bright; brilliant;
lamperós
φανταστικός phantastikós
bring
bring
φέρνω phérnō
broad
φαρδύς
broad; wide;
phardýs
ευρύς eurýs
brother
αδελφός adelphós
αδερφός aderphós
brown
καστανός kastanós
καφέ kaphé
brush
βούρτσα boúrtsa
βουρτσίζω bourtsízō
πινέλο pinélo
σκούπα skoúpa
buddy
κολλητός
buddy; close;
kollētós
φιλαράκος
buddy; mate;
philarákos
budget
προϋπολογισμός proüpologismós
bug
ζουζούνι zouzoúni
μαμούδι mamoúdi
build
χτίζω chtízō
ανάστημα anástēma
κορμοστασιά kormostasiá
μπόι mpói
building
κτήριο ktḗrio
χτήριο chtḗrio
bunch
δέσμη désmē
μάτσο mátso
τσαμπί tsampí
burn
καίω kaíō
bus
λεωφορείο leōphoreío
business
δουλειά
assignment; business; job; task; work;
douleiá
υπόθεση
affair; assumption; business; case; matter;
ypóthesē
δουλειές douleiés
επιχείρηση
business; operation;
epicheírēsē
busy
απασχολημένος apascholēménos
με πολλή κίνηση me pollḗ kínēsē
but
but
αλλά allá
όμως
but; however;
ómōs
button
κουμπί koumpí
buy
αγοράζω
buy; purchase;
agorázō
buyer
αγοραστής agorastḗs
by
από
by; from; of; since; than;
apó
Ccable
καλώδιο kalṓdio
cake
κέικ kéik
calculate
λογαριάζω logariázō
υπολογίζω
calculate; determine; estimate;
ypologízō
calendar
ημερολόγιο ēmerológio
call
τηλεφωνώ
call; ring; telephone;
tēlephōnṓ
κλήση klḗsē
calm
ήρεμος
calm; still;
ḗremos
νηνεμία nēnemía
camera
κάμερα kámera
camp
στρατόπεδο stratópedo
campaign
καμπάνια kampánia
εκστρατεία ekstrateía
can
κουτί
box; can;
koutí
μπορώ
can; may;
mporṓ
cancel
ακυρώνω akyrṓnō
cancer
καρκίνος karkínos
candidate
υποψήφιος ypopsḗphios
candy
καραμέλα
candy; sweet;
karaméla
cap
cap
σκούφος skoúphos
τραγιάσκα tragiáska
θήκη
cap; case;
thḗkē
capable
ικανός
able; capable;
ikanós
capital
πρωτεύουσα prōteúousa
car
κούρσα koúrsa
card
κάρτα kárta
care
προσοχή
attention; care;
prosochḗ
φροντίδα
attention; care; charge;
phrontída
προσέχω proséchō
νοιάζομαι
care; matter; mind;
noiázomai
φροντίζω phrontízō
career
καριέρα kariéra
careful
προσεκτικός prosektikós
carpet
μοκέτα mokéta
carry
κουβαλώ koubalṓ
μεταφέρω metaphérō
case
υπόθεση
affair; assumption; business; case; matter;
ypóthesē
περιστατικό
case; incident;
peristatikó
θήκη
cap; case;
thḗkē
βαλίτσα balítsa
cash
μετρητά metrētá
χρήματα chrḗmata
εξαργυρώνω exargyrṓnō
cat
γάτα gáta
catch
πιάνω piánō
αρπάζω
catch; grab;
arpázō
cause
σκοπός
cause; intention; purpose;
skopós
προξενώ proxenṓ
αιτία
cause; reason;
aitía
cause
προκαλώ
cause; challenge;
prokalṓ
celebrate
εορτάζω eortázō
celebration
εορτασμός eortasmós
εορτή eortḗ
cell
κελί kelí
κύτταρο kýttaro
certain
βέβαιος bébaios
σίγουρος
certain; confident; sure;
sígouros
certainly
ασφαλώς asphalṓs
βέβαια bébaia
βεβαίως bebaíōs
chain
καδένα kadéna
αλυσίδα alysída
chair
έδρα
bench; chair;
édra
καρέκλα karékla
challenge
προκαλώ
cause; challenge;
prokalṓ
πρόκληση próklēsē
champion
πρωταθλητής prōtathlētḗs
υπερασπιστής yperaspistḗs
chance
τύχη
chance; luck;
týchē
συγκυρία synkyría
πιθανότητα
chance; potential;
pithanótēta
ευκαιρία eukairía
change
μεταβολή metabolḗ
μετατροπή metatropḗ
παραλλαγή
change; variation;
parallagḗ
παραλλάζω
change; vary;
parallázō
αλλάζω
change; shift; switch;
allázō
channel
διοχετεύω diocheteúō
κανάλι kanáli
ρείθρο reíthro
character
πρόσωπο έργου prósōpo érgou
χαρακτήρας charaktḗras
charge
αναθέτω anathétō
έφοδος éphodos
κατηγορία
charge; league;
katēgoría
φροντίδα
attention; care; charge;
phrontída
charity
φιλανθρωπιά philanthrōpiá
ψυχικό psychikó
chart
χάρτης
chart; map;
chártēs
διάγραμμα diágramma
cheap
φτηνός phtēnós
check
σταματώ
check; pause;
stamatṓ
ανακόπτω anakóptō
αναχαιτίζω
check; contain;
anachaitízō
ελέγχω
check; test;
elénchō
καρέ karé
cheek
μάγουλο mágoulo
θρασύτητα thrasýtēta
αναίδεια anaídeia
θράσος thrásos
chemistry
χημεία chēmeía
chest
θώρακας thṓrakas
κάσα
box; chest;
kása
στήθος
breast; chest;
stḗthos
chicken
κοτόπουλο kotópoulo
child
παιδί
child; guy; kid;
paidí
childhood
παιδικά χρόνια paidiká chrónia
chip
τσιπ tsip
chocolate
σοκολάτα sokoláta
choice
εκλεκτός eklektós
επιλογή
choice; option; selection;
epilogḗ
choose
επιλέγω epilégō
choose
διαλέγω
choose; pick; select;
dialégō
church
εκκλησία ekklēsía
cigarette
τσιγάρο tsigáro
city
πόλη
city; town;
pólē
civil
ευπροσήγορος euprosḗgoros
claim
ισχυρισμός ischyrismós
διεκδίκηση diekdíkēsē
διεκδικώ diekdikṓ
ισχυρίζομαι ischyrízomai
class
υπάγω ypágō
τάξη táxē
κλάση klásē
clean
εκκαθαρίζω ekkatharízō
καθαρίζω katharízō
καθαρός
clean; clear;
katharós
clear
ελευθερώνω eleutherṓnō
εναργής enargḗs
έκδηλος ékdēlos
διαυγής diaugḗs
καθαρός
clean; clear;
katharós
clearly
καθαρά kathará
ξεκάθαρα xekáthara
clerk
υπάλληλος ypállēlos
click
κάνω κλικ kánō klik
κλικ klik
client
πελάτης
client; customer;
pelátēs
climate
κλίμα klíma
clock
ρολόι
clock; watch;
rolói
close
αποπνιχτικός apopnichtikós
κλείνω kleínō
κολλητός
buddy; close;
kollētós
κοντά
close; near; nearby;
kontá
close
πνιγηρός pnigērós
closed
κλειστός kleistós
κλειστό kleistó
clothes
ρούχα roúcha
cloud
σύννεφο sýnnepho
θολώνω tholṓnō
club
λέσχη léschē
ρόπαλο
bat; club;
rópalo
clue
κλειδί
clue; key;
kleidí
ίχνος íchnos
coach
προπονώ proponṓ
προπονητής
coach; trainer;
proponētḗs
άμαξα ámaxa
πούλμαν poúlman
coast
ακτή
beach; coast;
aktḗ
coat
παλτό paltó
code
κώδικας kṓdikas
coffee
καφές kaphés
cold
κρυολόγημα kryológēma
κρύος krýos
πούντα poúnta
collar
γιακάς giakás
κολάρο koláro
λουρί
collar; lead;
lourí
collect
συλλέγω
collect; pick;
syllégō
college
κολέγιο kolégio
combination
συνδυασμός syndyasmós
combine
συνδυάζω syndyázō
come
έρχομαι érchomai
comfort
comfort
άνεση
comfort; ease;
ánesē
καθησυχάζω kathēsycházō
παρηγορώ parēgorṓ
comfortable
τρυφηλός tryphēlós
άνετος
comfortable; easy;
ánetos
βολικός
comfortable; suitable;
bolikós
command
προστάζω prostázō
προσταγή
command; order;
prostagḗ
εντολή
command; order;
entolḗ
διαταγή diatagḗ
διατάζω
command; order;
diatázō
comment
σχόλιο schólio
σχαολιάζω schaoliázō
σχολιάζω scholiázō
commercial
εμπορικός emporikós
διαφήμιση diaphḗmisē
commission
εξουσιοδότηση exousiodótēsē
επιτρο epitro
παραγγελία
commission; order;
parangelía
παραγγέλλω
commission; order;
parangéllō
commit
διαπράττω diapráttō
κάνω
commit; do; make;
kánō
δεσμεύω desmeúō
committee
επιτροπή epitropḗ
common
κοινός
common; joint; public;
koinós
συνηθισμένος
common; ordinary;
synēthisménos
communicate
επικοινωνώ epikoinōnṓ
communication
επικοινωνία epikoinōnía
community
κοινότητα koinótēta
company
θίασος thíasos
ομήγυρη omḗgyrē
παρέα
company; party;
paréa
company
εταιρία
company; firm;
etairía
compare
παραβάλλω parabállō
comparison
παραβολή parabolḗ
σύγκριση sýnkrisē
compete
διαγωνίζομαι diagōnízomai
συναγωνίζομαι synagōnízomai
competition
διαγωνισμός diagōnismós
συναγωνισμός synagōnismós
competitive
ανταγωνιστικός antagōnistikós
συναγωνιστικός synagōnistikós
αγωνιστικός agōnistikós
complain
παραπονιέμαι paraponiémai
complaint
πάθηση
complaint; condition;
páthēsē
παράπονο parápono
complete
ολόκληρος
complete; entire; whole;
olóklēros
περατώνω
complete; finish;
peratṓnō
ολοκληρώνω oloklērṓnō
completely
εντελώς
altogether; completely; quite;
entelṓs
πέρα για πέρα péra gia péra
complex
σύνθετος sýnthetos
περίπλοκος
complex; complicated;
períplokos
πολύπλοκος
complex; complicated;
polýplokos
πολυσύνθετος polysýnthetos
complicated
περίπλοκος
complex; complicated;
períplokos
πολύπλοκος
complex; complicated;
polýplokos
comprehensive
περιεκτικός periektikós
πλήρης
comprehensive; full;
plḗrēs
computer
υπολογιστής ypologistḗs
concentrate
συγκεντρώνομαι
concentrate; gather;
synkentrṓnomai
συγκεντρώνω
concentrate; focus;
synkentrṓnō
concentrate
συμπυκνώνω sympyknṓnō
concept
αντίληψη
awareness; concept; perception;
antílēpsē
ιδέα
concept; idea;
idéa
έννοια
concept; meaning; worry;
énnoia
concern
ανησυχία
anxiety; concern;
anēsychía
ενδιαφέρον
concern; interest;
endiaphéron
προβληματισμός problēmatismós
concerned
ανήσυχος
anxious; concerned;
anḗsychos
concert
συναυλία synaulía
conclusion
λήξη lḗxē
τέλος
conclusion; end; finish;
télos
ποόρισμα poórisma
συμπέρασμα sympérasma
condition
κατάσταση
condition; situation; state; statement; status;
katástasē
πάθηση
complaint; condition;
páthēsē
conference
συνέδριο synédrio
σύσκεψη sýskepsē
confidence
αυτοπεποίθηση autopepoíthēsē
εχεμύθεια echemýtheia
εμπιστοσύνη
confidence; trust;
empistosýnē
confident
σίγουρος
certain; confident; sure;
sígouros
confirm
διαβεβαιώνω
assure; confirm;
diabebaiṓnō
επιβεβαιώνω epibebaiṓnō
confusion
σύγχυση sýnchysē
κυκεώνας kykeṓnas
παραζάλη parazálē
connect
συνδέω
attach; connect; join; link;
syndéō
connection
σύνδεση sýndesē
σχέση
association; connection; relationship;
schésē
connection
ανταπόκριση antapókrisē
consequence
επίπτωση
consequence; result;
epíptōsē
σημασία
account; consequence; importance; meaning;
sēmasía
συνέπεια synépeia
consider
λαμβάνω υπόψιν lambánō ypópsin
θεωρώ theōrṓ
consideration
σκέψη
consideration; thought;
sképsē
σεβασμός
consideration; respect;
sebasmós
consistent
σταθερός
consistent; firm; stable;
statherós
συνεπής synepḗs
constant
αδιάκοπος adiákopos
συνεχής synechḗs
constantly
συνεχώς synechṓs
construction
ανέγερση anégersē
κατασκευή kataskeuḗ
consult
συμβουλεύομαι symbouleúomai
ανατρέχω anatréchō
contact
επαφή epaphḗ
contain
αναχαιτίζω
check; contain;
anachaitízō
περιέχω periéchō
περιλαμβάνω
contain; include; involve;
perilambánō
content
ευχαριστημένος
content; pleased;
eucharistēménos
ικανοποιημένο ikanopoiēméno
ικανοποιημένος
content; pleased;
ikanopoiēménos
contest
αντιπαράθεση antiparáthesē
context
πλαίσιο
context; frame;
plaísio
συμφραζόμενα symphrazómena
continue
συνεχίζομαι synechízomai
συνεχίζω synechízō
contract
κολλάω kolláō
contract
συστέλλομαι systéllomai
προσβάλλομαι prosbállomai
συμβόλαιο symbólaio
contribute
συνεισφέρω syneisphérō
contribution
ρεφενές rephenés
συμβολή symbolḗ
συνεισφορά syneisphorá
control
εξουσιάζω exousiázō
έλεγχος élenchos
conversation
συνομιλία synomilía
convert
μετατρέπω metatrépō
cook
μάγειρας mágeiras
μαγειρεύω mageireúō
cookie
μπισκότο mpiskóto
cool
ψυχρός
cool; remote;
psychrós
δροσερός
cool; fresh;
droserós
τη βρίσκω tē brískō
copy
αντίτύπο
copy; issue;
antítýpo
αντίτυπο antítypo
αντίγραφο antígrapho
αντιγράφω antigráphō
corner
γωνία
angle; corner;
gōnía
δύσκολη θέση dýskolē thésē
στριμώχνω strimṓchnō
correct
διορθώνω diorthṓnō
σωστός
correct; proper; right;
sōstós
cost
δαπάνη dapánē
κοστίζω kostízō
κόστος kóstos
could
μπόρεσα mpóresa
μπορούσα
could; might;
mporoúsa
count
μετρώ metrṓ
κόμης kómēs
counter
counter
θυρίδα thyrída
country
πατρίδα patrída
χώρα chṓra
εξοχή exochḗ
county
κομητεία komēteía
courage
γενναιότητα gennaiótēta
θάρρος thárros
course
πιάτο
course; dish; plate;
piáto
πλεύση pleúsē
γήπεδο γκολφ gḗpedo nkolph
court
γήπεδο
court; pitch;
gḗpedo
διακυνδινεύω diakyndineúō
δικαστήριο dikastḗrio
ερωτοτροπώ erōtotropṓ
αυλή
court; yard;
aulḗ
cousin
εξαδέλφη exadélphē
ξάδελφος xádelphos
cover
καλύπτω kalýptō
σκαεπάζω skaepázō
cow
αγελάδα ageláda
crack
ραγίζω ragízō
ράγισμα rágisma
ρωγμή rōgmḗ
σπάζω
break; crack;
spázō
craft
σκάφος skáphos
crash
σύγκρουση
crash; impact;
sýnkrousē
προσκρούω proskroúō
πέφτω
crash; fall;
péphtō
κραχ krach
πάταγος pátagos
crazy
τρελός
crazy; mad;
trelós
τρελούτσικος treloútsikos
cream
κρέμα kréma
create
create
δημιουργώ dēmiourgṓ
creative
δημιουργικός dēmiourgikós
credit
πίστωση pístōsē
critical
καίριος kaírios
criticism
επίκριση epíkrisē
κριτική
criticism; review;
kritikḗ
criticize
επικρίνω epikrínō
cross
διασχίζω diaschízō
πάω κόντρα páō kóntra
σταυρός staurós
γέμισμα gémisma
cry
κλαίω klaíō
κραυγή kraugḗ
φωνάζω phōnázō
cultural
πολιτιστικός politistikós
culture
πολιτισμός politismós
cup
φλιτζάνι phlitzáni
curious
περίεργος
curious; funny; strange;
períergos
currency
νόμισμα nómisma
συνάλλαγμα
currency; exchange;
synállagma
κθκλοφορία kthklophoría
current
ρεύμα reúma
τωρινός tōrinós
currently
τωρινά tōriná
τώρα
currently; now;
tṓra
σήμερα
currently; today;
sḗmera
curve
καμπυλώνω kampylṓnō
κυρτώνω kyrtṓnō
καμπύλη kampýlē
customer
μουστερής mousterḗs
πελάτης
client; customer;
pelátēs
cut
cut
κοπή kopḗ
κόψιμο kópsimo
κόβω kóbō
cute
τετραπέρατος tetrapératos
πανέξυπνος panéxypnos
cycle
κύκλος kýklos
ποδηλατώ
cycle; ride;
podēlatṓ
Ddad
μπαμπάς mpampás
daily
καθημερινός kathēmerinós
damage
βλάπτω
damage; harm; hurt;
bláptō
κάνω ζημιά kánō zēmiá
ζημιές zēmiés
βλάβη
damage; harm; injury;
blábē
ζημιά zēmiá
dance
χορεύω choreúō
dangerous
επικίνδυνος epikíndynos
ριψοκίνδυνος ripsokíndynos
dark
μουχρός mouchrós
σκούρος skoúros
σκοτάδι skotádi
μελαχρινός melachrinós
σκοτεινός skoteinós
data
δεδομένα dedoména
στοιχεία
data; evidence;
stoicheía
database
βάση δεδομένων básē dedoménōn
date
χουρμάς chourmás
ημερομηνία ēmeromēnía
daughter
κόρη kórē
day
μέρα méra
dead
νεκρός nekrós
πεθαμένος pethaménos
deal
αγορά
deal; market; purchase;
agorá
deal
μοιράζω
deal; distribute; share; split;
moirázō
dealer
έμπορος émporos
dear
αγαπητός agapētós
ακριβός
dear; expensive;
akribós
death
θάνατος thánatos
debate
συζήτηση
debate; discussion;
syzḗtēsē
debt
χρέος chréos
decent
ευπρεπής
decent; proper;
euprepḗs
εύσχημος eúschēmos
καθωσπρεπής kathōsprepḗs
πρέπων
decent; due; proper;
prépōn
decide
αποφασίζω
decide; determine; resolve; rule;
apophasízō
decision
απόφαση apóphasē
deep
βαθύς bathýs
deeply
βαθιά bathiá
definitely
οριστικά oristiká
definition
ορισμός
appointment; assignment; definition;
orismós
degree
βαθμός
degree; extent; mark;
bathmós
πτυχίο ptychío
delay
παρέκλυση paréklysē
καθυστέρηση kathystérēsē
deliberately
σκόπιμα skópima
επίτηδες epítēdes
εσκεμμένα eskemména
deliver
εκφωνώ ekphōnṓ
παραδίδω paradídō
delivery
παραλαβή paralabḗ
παράδοση
delivery; tradition;
parádosē
demand
demand
ζητώ
demand; request;
zētṓ
ζήτηση zḗtēsē
απαίτηση apaítēsē
απαιτώ
demand; exact; require;
apaitṓ
departure
αναχώρηση anachṓrēsē
απόκλιση apóklisē
depend
εξαρτώμαι exartṓmai
deposit
επαναθέτω epanathétō
επανοθέτω epanothétō
ίζημα ízēma
προκαταβολή prokatabolḗ
προσχώνω proschṓnō
depression
κατάθλιψη katáthlipsē
ύφεση ýphesē
depth
βάθος báthos
describe
περιγράφω perigráphō
description
περιγραφή perigraphḗ
deserve
αξίζω axízō
design
σχεδιασμός schediasmós
designer
σχεδιαστής schediastḗs
desire
επιθυμία epithymía
καημός kaēmós
desk
θρανίο thranío
desperate
απελπισμένος apelpisménos
απεγνωσμένος apegnōsménos
despite
παρόλο parólo
destroy
καταστρέφω katastréphō
detail
απαριθμώ aparithmṓ
λεπτομέρεια leptoméreia
detailed
διεξοδικός diexodikós
λεπτομερής
detailed; minute;
leptomerḗs
determine
καθορίζω
determine; quote; specify;
kathorízō
determine
προσδιορίζω prosdiorízō
υπολογίζω
calculate; determine; estimate;
ypologízō
αποφασίζω
decide; determine; resolve; rule;
apophasízō
develop
αναπτύσσομαι anaptýssomai
αναπτύσσω anaptýssō
development
ανάπτυξη
development; growth;
anáptyxē
εξέλιξη exélixē
device
συσκευή syskeuḗ
τέχνασμα téchnasma
μηχάνημα
device; machine;
mēchánēma
devil
ο εξαποδώ o exapodṓ
διάβολος diábolos
diamond
διαμάντι diamánti
die
αποθνήσκω apothnḗskō
πεθάνω pethánō
τεζάρω
die; stretch;
tezárō
diet
διατροφή diatrophḗ
διαιτολόγιο diaitológio
differ
διαφέρω diaphérō
difference
διαφορά diaphorá
different
διαφορετικός diaphoretikós
difficult
δύσκολος
difficult; hard; tough;
dýskolos
difficulty
δυσκολία dyskolía
δυσχέρεια dyschéreia
dig
νύξη nýxē
σαρκασμός sarkasmós
κέντρισμα kéntrisma
σκάβω skábō
dimension
διάσταση diástasē
dinner
βραδινό bradinó
το βραδινό to bradinó
direct
direct
καθοδηγώ
direct; guide;
kathodēgṓ
σκηνοθετώ
direct; stage;
skēnothetṓ
direction
κατεύθυνση kateúthynsē
director
σκηνοθέτης skēnothétēs
διευθηντής dieuthēntḗs
dirty
βρώμικος brṓmikos
λερωμένος lerōménos
disagree
διαφωνώ
argue; disagree;
diaphōnṓ
disappointed
απογοητευμένος apogoēteuménos
disaster
όλεθρος ólethros
συμφορά symphorá
καταστροφή katastrophḗ
discipline
πειθαρχώ peitharchṓ
πειθαρχία peitharchía
discount
έκπτωση ékptōsē
μείωση meíōsē
σκόντο skónto
discover
ανακαλύπτω anakalýptō
discuss
συζητώ syzētṓ
discussion
συζήτηση
debate; discussion;
syzḗtēsē
disease
αρρώστια arrṓstia
ασθένεια asthéneia
νόσος nósos
dish
πιάτο
course; dish; plate;
piáto
disk
δίσκος
disk; record;
dískos
display
εκδήλωση ekdḗlōsē
παρουσιάζω
display; present;
parousiázō
εκθέτω
display; expose;
ekthétō
δείχνω
display; indicate; point; show;
deíchnō
οθόνη
display; monitor;
othónē
distance
απόσταση apóstasē
distribute
απονέμω
award; distribute;
aponémō
διανέμω dianémō
μοιράζω
deal; distribute; share; split;
moirázō
distribution
διανομή dianomḗ
κατανομή katanomḗ
district
μαχαλάς
district; quarter;
machalás
περιοχή
area; district;
periochḗ
περιφέρεια periphéreia
divide
διαιρώ diairṓ
διχάζω dicházō
χωρίζω
divide; part; separate;
chōrízō
do
κάνω
commit; do; make;
kánō
doctor
ιατρός iatrós
document
έγγραφο éngrapho
dog
σκύλος skýlos
door
πόρτα pórta
dot
βάζω σημείο bázō sēmeío
κουκίδα koukída
double
σωσίας sōsías
δίττος díttos
διπλός diplós
διπλασιάζω diplasiázō
doubt
αμφιβολία amphibolía
αμφισβητώ amphisbētṓ
αμφιβάλλω amphibállō
down
ίουλος íoulos
κάτω kátō
πούπουλο poúpoulo
draft
ρεύμα αέρος reúma aéros
drag
σέρνω
drag; draw;
sérnō
drama
drama
δράμα dráma
dramatic
δραματικός dramatikós
draw
ισοπαλία isopalía
σέρνω
drag; draw;
sérnō
έλκω
attract; draw;
élkō
επισύρω
attract; draw;
episýrō
τραβώ
appeal; attract; draw; pull;
trabṓ
ζωγραφίζω zōgraphízō
drawer
συρτάρι syrtári
drawing
ζωγραφιά
drawing; painting;
zōgraphiá
dream
ονειρεύομαι oneireúomai
όνειρο óneiro
dress
ντύνομαι ntýnomai
ντύνω ntýnō
φόρεμα phórema
drink
πίνω pínō
ποτό potó
το κοπανάω to kopanáō
drive
οδηγώ odēgṓ
driver
οδηγός
driver; guide;
odēgós
drop
ρίχνω
drop; dump; pour; throw;
ríchnō
ρανίδα ranída
μου πέφτει mou péphtei
μειώνομαι meiṓnomai
σταγόνα stagóna
drunk
μεθυσμένος methysménos
φέσι phési
dry
ξηρός xērós
στεγνός stegnós
due
απαιτούμενος apaitoúmenos
πρέπων
decent; due; proper;
prépōn
dump
πετώ
dump; fly; throw;
petṓ
dump
ρίχνω
drop; dump; pour; throw;
ríchnō
ξεφορτώνομαι xephortṓnomai
dust
σκόνη skónē
duty
δασμοί dasmoí
καθήκον
duty; task;
kathḗkon
Eeach
ο καθένας o kathénas
κάθε
each; every;
káthe
ear
αυτί autí
early
νωρίς nōrís
πρώιμος prṓimos
earn
κερδίζω
earn; gain; win;
kerdízō
earth
γη
earth; ground;
gē
χώμα chṓma
ease
άνεση
comfort; ease;
ánesē
καταπραΰνω katapraǘnō
easily
εύκολα eúkola
east
ανατολή anatolḗ
eastern
ανατολικός anatolikós
easy
άνετος
comfortable; easy;
ánetos
εύκολος eúkolos
eat
τρώω trṓō
economics
οικονομική oikonomikḗ
οικονομολογία oikonomología
edge
περιστόμιο peristómio
χείλος cheílos
κοχή kochḗ
άκρη ákrē
editor
συντάκτης syntáktēs
education
education
μόρφωση mórphōsē
educational
εκπαιδευτικός ekpaideutikós
effect
αποτέλεσμα
effect; result;
apotélesma
επίδραση
effect; impact;
epídrasē
effective
αποτελεσματικός
effective; efficient;
apotelesmatikós
effectively
αποτελεσματικά apotelesmatiká
efficient
αποτελεσματικός
effective; efficient;
apotelesmatikós
αποδοτικός apodotikós
effort
προσπάθεια
attempt; bid; effort;
prospátheia
egg
αυγό augó
either
ούτε
either; nor;
oúte
είτε
either; whether;
eíte
ή
either; or;
ḗ
election
εκλογές eklogés
αναγόρευση anagóreusē
electrical
ηλεκτρικός ēlektrikós
electronic
ηλεκτρονικός ēlektronikós
elevator
ασανσέρ
elevator; lift;
asansér
else
αλλιώς
else; otherwise;
alliṓs
άλλος
another; else; other;
állos
elsewhere
αλλού alloú
emergency
έκτακτη ανάγκη éktaktē anánkē
emotion
συναίσθημα synaísthēma
emphasis
έμφαση émphasē
employ
εργοδοτώ ergodotṓ
χρησιμοποιώ
employ; use;
chrēsimopoiṓ
employer
εργοδότης ergodótēs
employment
εργασία
employment; work;
ergasía
empty
άδειος ádeios
enable
επιτρέπω
allow; enable; permit;
epitrépō
καθιστώ ικανό kathistṓ ikanó
encourage
ενθαρρύνω entharrýnō
encouraging
ενθάρρυνση enthárrynsē
ενθαρρυντικός entharryntikós
end
τελειώνω
end; finish;
teleiṓnō
τέλος
conclusion; end; finish;
télos
engine
μηχανή
engine; motor;
mēchanḗ
engineer
μηχανεύομαι mēchaneúomai
μηχανικός mēchanikós
enhance
βελτιώνω beltiṓnō
enjoy
απολαμβάνω apolambánō
διασκεδάζω diaskedázō
καρπώνομαι
benefit; enjoy;
karpṓnomai
χαίρω chaírō
enough
νισάφι nisáphi
ensure
βεβαιώνομαι bebaiṓnomai
εξασφαλίζω exasphalízō
enter
μπαίνω mpaínō
εισέρχομαι eisérchomai
entertainment
ψυγαγωγία psygagōgía
ψυχαγωγία psychagōgía
enthusiasm
ενθουσιασμός enthousiasmós
entire
ολόκληρος
complete; entire; whole;
olóklēros
entrance
είσοδος
entrance; entry;
eísodos
entry
λήμμα lḗmma
entry
είσοδος
entrance; entry;
eísodos
καταχώρηση katachṓrēsē
environment
περιβάλλον
environment; setting;
peribállon
equal
ίσιος
equal; straight;
ísios
ίσος
equal; even;
ísos
equally
εξ ίσου ex ísou
εξίσου exísou
equipment
εξοπλισμός exoplismós
equivalent
ισότιμος isótimos
αντίστοιχος antístoichos
error
λάθος
error; false; fault; mistake; wrong;
láthos
escape
δραπετεύω drapeteúō
ξεφεύγω xepheúgō
especially
ειδικά eidiká
ιδιώς idiṓs
essay
δοκίμια dokímia
δοκίμιο dokímio
έκθεση ékthesē
essentially
ουσιαστικά
essentially; virtually;
ousiastiká
establish
διαπιστώνω diapistṓnō
επιβάλλω epibállō
ιδρύω idrýō
καθιερώνω kathierṓnō
establishment
εμπέδωση empédōsē
ίδρυση
establishment; foundation;
ídrysē
ίδρυμα
establishment; foundation;
ídryma
estate
περιουσία
estate; property;
periousía
estimate
υπολογίζω
calculate; determine; estimate;
ypologízō
even
ακόμα
even; still; yet;
akóma
even
ακόμα και akóma kai
ίσος
equal; even;
ísos
evening
βράδι brádi
βράδυ brády
event
γεγονός
event; fact;
gegonós
άθλημα áthlēma
eventually
τελικά
eventually; finally; ultimately;
teliká
ever
ποτέ
ever; never;
poté
every
κάθε
each; every;
káthe
everybody
όλοι
all; everybody; everyone;
óloi
everyone
όλοι
all; everybody; everyone;
óloi
everything
όλα
all; everything;
óla
τα πάντα ta pánta
everywhere
πανταχού pantachoú
παντού pantoú
evidence
αποδείξεις apodeíxeis
απόδειξη
evidence; proof;
apódeixē
μαρτυρία martyría
στοιχεία
data; evidence;
stoicheía
exact
ακριβής
accurate; exact; neat;
akribḗs
απαιτώ
demand; exact; require;
apaitṓ
exactly
ακριβώς akribṓs
exam
εξέταση
exam; examination;
exétasē
examination
διεργασία diergasía
εξέταση
exam; examination;
exétasē
examine
εξετάζω
examine; screen;
exetázō
example
παράδειγμα
example; instance;
parádeigma
υπόδειγμα ypódeigma
excellent
άριστος áristos
εξαίσιος exaísios
except
εκτός από ektós apó
exchange
ανταλλάσσω antallássō
διαφωνία
argument; exchange;
diaphōnía
λογομαχία
argument; exchange;
logomachía
συνάλλαγμα
currency; exchange;
synállagma
excitement
διέγερση diégersē
exciting
συναρπαστικός synarpastikós
excuse
συγχωρώ synchōrṓ
αφορμή aphormḗ
δικαιολογία dikaiología
exercise
άσκηση
exercise; practice;
áskēsē
exist
υπάρχω ypárchō
existing
υπαρκτός yparktós
exit
έξοδος éxodos
expand
διευρύνω dieurýnō
επεκτείνω
expand; extend;
epekteínō
διαστέλλω diastéllō
φουσκώνω phouskṓnō
expect
αναμένω anaménō
περιμένω
expect; wait;
periménō
προσδοκώ prosdokṓ
expensive
ακριβός
dear; expensive;
akribós
experience
εμπειρία empeiría
expert
ειδικός
expert; particular;
eidikós
εμπειρογνώμονας empeirognṓmonas
εμπειρογνώμων empeirognṓmōn
explanation
explanation
εξήγηση exḗgēsē
explore
εξερευνώ exereunṓ
expose
εκθέτω
display; expose;
ekthétō
ξεσκεπάζω xeskepázō
express
εκφράζω
express; voice;
ekphrázō
εκφέρω γνώμη ekphérō gnṓmē
διατυπώνω
express; phrase;
diatypṓnō
expression
έκφραση ékphrasē
extend
εκτείνομαι
extend; stretch;
ekteínomai
εκτείνω ekteínō
επεκτείνω
expand; extend;
epekteínō
extension
προέκταση proéktasē
έκταση
extension; extent;
éktasē
επέκταση
extension; spread;
epéktasē
extent
βαθμός
degree; extent; mark;
bathmós
έκταση
extension; extent;
éktasē
extreme
ακραίος akraíos
extremely
εξαιρετικά exairetiká
πάρα πολύ pára polý
eye
μάτι
eye; ring;
máti
οφθαλμός ophthalmós
Fface
αντιμετωπίζω
face; tackle;
antimetōpízō
πρόσωπο
face; figure; person;
prósōpo
κύρος
face; power;
kýros
αντικρίζω antikrízō
μούτρο moútro
fact
γεγονός
event; fact;
gegonós
factor
factor
παράγοντας parágontas
συντελεστής syntelestḗs
fail
αποτυγχάνω apotynchánō
failure
αποτυχία apotychía
fair
δίκαιος
fair; just;
díkaios
ξανθός
fair; light;
xanthós
πανηγύρι panēgýri
fairly
αρκετά
fairly; quite; rather;
arketá
δίκαια díkaia
fall
εκπίπτω ekpíptō
πέφτω
crash; fall;
péphtō
πτώση ptṓsē
false
αναληθής analēthḗs
ψεύτικός pseútikós
ψεύτικος pseútikos
λάθος
error; false; fault; mistake; wrong;
láthos
ψευδής pseudḗs
familiar
γνωστός
familiar; famous;
gnōstós
εξοικειωμένος exoikeiōménos
family
οικογένεια oikogéneia
οικογένια oikogénia
famous
γνωστός
familiar; famous;
gnōstós
διάσημος diásēmos
ξακουστός xakoustós
fan
ανεμιστήρας anemistḗras
βεντάλια bentália
κάνω αέρα kánō aéra
οπαδός opadós
far
μακριά
away; far; off;
makriá
farm
αγρόκτημα agróktēma
farmer
αγρότης agrótēs
fast
γρήγορος
fast; prompt; quick;
grḗgoros
fast
γρήγορα grḗgora
fat
λίπος lípos
χόνδρος chóndros
χοντρός
fat; gross;
chontrós
father
πατέρας patéras
fault
ατέλεια atéleia
φτιάξιμο phtiáximo
σφάλμα sphálma
ρήγμα rḗgma
ελάττωμα eláttōma
λάθος
error; false; fault; mistake; wrong;
láthos
fear
φοβάμαι phobámai
φόβος phóbos
feature
χαρακτηριστικό charaktēristikó
σουσούμι sousoúmi
αφιέρωμα aphiérōma
federal
ομοσπονδιακός omospondiakós
fee
αμοιβή
fee; reward;
amoibḗ
δίδακτρα dídaktra
τιμάριο timário
feed
τροφοδοτώ
feed; fuel;
trophodotṓ
σιτίζω sitízō
ταΐζω taḯzō
feedback
ανάδραση anádrasē
ανατροφοδότηση anatrophodótēsē
feel
αισθάνομαι
feel; sense;
aisthánomai
νιώθω niṓthō
υφή yphḗ
feeling
αίσθημα
feeling; sense;
aísthēma
female
θηλυκός thēlykós
few
λίγα líga
λιγοστός ligostós
λίγοι
few; some;
lígoi
λίγες líges
field
πεδίο pedío
τομέας toméas
χωράφι chōráphi
fight
καταπολεμώ katapolemṓ
μάχη
battle; fight;
máchē
μάχομαι máchomai
πολεμώ με polemṓ me
συμπλέκομαι symplékomai
figure
αριθμός
figure; number;
arithmós
πρόσωπο
face; figure; person;
prósōpo
σιλουέτα silouéta
file
πίφερο píphero
υποβάλλω
file; submit;
ypobállō
λίμα líma
λιμάρω limárō
fill
γεμίζω
fill; load;
gemízō
film
γυρίζω ταινία gyrízō tainía
έργο
film; play;
érgo
ταινία
band; film; movie;
tainía
φιλμ philm
final
τελικός telikós
finally
τελικά
eventually; finally; ultimately;
teliká
finance
χρηματοδοτώ chrēmatodotṓ
financial
οικονομικός oikonomikós
find
ανεύρεση aneúresē
βρίσκω brískō
εύρημα
find; finding;
eúrēma
finding
εύρημα
find; finding;
eúrēma
fine
αίθριος aíthrios
ωραίος
fine; nice;
ōraíos
ψιλή psilḗ
πρόστιμο
fine; penalty;
próstimo
fine
φίνος phínos
finger
δάκτυλο dáktylo
finish
περατώνω
complete; finish;
peratṓnō
τελειώνω
end; finish;
teleiṓnō
τέλος
conclusion; end; finish;
télos
τερματισμός termatismós
fire
απολύω apolýō
φωτιά phōtiá
πυρκαγιά pyrkagiá
πυροβολώ
fire; shoot; shot;
pyrobolṓ
firm
εδραίος edraíos
εταιρία
company; firm;
etairía
σταθερός
consistent; firm; stable;
statherós
first
πρώτος
first; primary;
prṓtos
fish
ψάρι psári
fishing
ψάρεμα psárema
αλιευτικός alieutikós
αλιεία alieía
fit
αρμόζων
fit; proper;
armózōn
εξοπλίζω exoplízō
μου κάνει mou kánei
fix
φτιάχνω
fix; make;
phtiáchnō
flat
επίπεδος epípedos
διαμέρισμα
apartment; flat;
diamérisma
flight
πτήση ptḗsē
φυγή phygḗ
floor
όροφος órophos
πάτωμα pátōma
flow
ρέω réō
ροή roḗ
flower
λουλούδι louloúdi
fly
μύγα mýga
πετώ
dump; fly; throw;
petṓ
focus
εστία estía
εστιάζω estiázō
συγκεντρώνω
concentrate; focus;
synkentrṓnō
fold
διπλώνω diplṓnō
πτυχή ptychḗ
follow
ακολουθώ akolouthṓ
following
ακολουθία akolouthía
οπαδοί opadoí
παρακολούθηση parakoloúthēsē
food
τροφή trophḗ
φαγητό phagētó
φαϊ phaï
foot
πόδι
foot; leg;
pódi
πρόποδες própodes
football
ποδόσφαιρο podósphairo
for
για
about; for;
gia
εφόσον
for; since;
ephóson
force
βία bía
δύναμη
force; might; power;
dýnamē
εξαναγκάζω
force; make;
exanankázō
foreign
εξωτερικός exōterikós
ξένος xénos
forget
ξεχνώ xechnṓ
form
δελτίο deltío
μορφή morphḗ
formal
επίσημος
formal; official;
epísēmos
former
πρώην prṓēn
fortune
ευτυχία eutychía
forward
μπροστινός mprostinós
forward
εμπρός
forward; hello;
emprós
μπρος mpros
foundation
ίδρυση
establishment; foundation;
ídrysē
ίδρυμα
establishment; foundation;
ídryma
θεμέλιο themélio
βάθρο
base; foundation;
báthro
frame
κορμί kormí
πλαίσιο
context; frame;
plaísio
πλαισιώνω
frame; surround;
plaisiṓnō
σκελετό skeletó
σκελετός skeletós
σώμα
body; frame;
sṓma
free
αυτεξούσιος
free; independent;
autexoúsios
δωρεάν dōreán
ελέυθερος eléytheros
τσάμπα tsámpa
freedom
ελευθερία eleuthería
frequent
συχνός sychnós
συχνάζω sychnázō
frequently
συχνά
frequently; often;
sychná
fresh
δροσερός
cool; fresh;
droserós
ζωντανός
alive; fresh; live; living;
zōntanós
νωπός nōpós
φρέσκος phréskos
friend
φίλος phílos
φίλη phílē
φίλοι phíloi
friendly
φιλικός philikós
friendship
φιλία philía
from
από
by; from; of; since; than;
apó
front
μέτωπο métōpo
μροστινός mrostinós
front
πρόσοψη prósopsē
πρώτη γραμμή prṓtē grammḗ
fruit
καρπός karpós
φρούτο phroúto
fuel
καύσιμο kaúsimo
τροφοδοτώ
feed; fuel;
trophodotṓ
καύσιμα kaúsima
full
πλήρης
comprehensive; full;
plḗrēs
γεμάτος gemátos
μεστός mestós
ολικός
full; total;
olikós
fully
πλήρως plḗrōs
fun
κέφι
fun; mood;
képhi
πλάκα
fun; plate;
pláka
διασκέδαση diaskédasē
function
δεξίωση dexíōsē
λειτουργία
function; operation;
leitourgía
λειτουργώ
function; operate;
leitourgṓ
funeral
κηδεία kēdeía
funny
περίεργος
curious; funny; strange;
períergos
αστείος asteíos
κωμικός kōmikós
future
μελλοντικός mellontikós
Ggain
απολαβή
gain; income; profit;
apolabḗ
κερδίζω
earn; gain; win;
kerdízō
game
παιχνίδι paichnídi
gap
κενό
blank; gap;
kenó
χάσμα chásma
garage
γκαράζ nkaráz
garbage
σκουπίδια
garbage; refuse;
skoupídia
garden
κήπος kḗpos
gas
αέριο aério
βενζίνη benzínē
gate
θύρα thýra
πύλη pýlē
αυλόπορτα aulóporta
gather
μαζεύω
gather; pick;
mazeúō
περισυλλέγω perisyllégō
συγκεντρώνομαι
concentrate; gather;
synkentrṓnomai
μαζεύομαι mazeúomai
gear
προσαρμόζω
adapt; adjust; gear;
prosarmózō
ταχύτητα
gear; speed;
tachýtēta
εργαλεία ergaleía
γρανάζια granázia
gene
γονίδιο gonídio
general
γενικός
general; overall;
genikós
στρατηγός stratēgós
generally
γενικά geniká
generate
παράγω
generate; produce;
parágō
γεννοβολώ gennobolṓ
γεννώ
bear; generate;
gennṓ
gently
με το μαλακό me to malakó
μαλακά malaká
get
αποκτώ
acquire; get; obtain;
apoktṓ
παίρνω
get; take;
paírnō
gift
χάρισμα chárisma
δωρεά dōreá
δώρο
gift; present;
dṓro
πεσκέσι peskési
girl
κορίτσι korítsi
give
παραδίνω
give; hand;
paradínō
δίνω
give; hand;
dínō
glad
χαρούμενος charoúmenos
glass
γυαλί gyalí
ποτήρι potḗri
τζάμι tzámi
glove
γάντι gánti
go
πηγαίνω pēgaínō
goal
γκολ nkol
god
θεός theós
gold
μάλαμα málama
χρυσός chrysós
golf
γκολφ nkolph
good
αγαθός agathós
καλός
good; kind;
kalós
government
κυβέρνηση
administration; government;
kybérnēsē
grab
αρπάζω
catch; grab;
arpázō
grade
βαθμολογώ bathmologṓ
grand
λαμπρός lamprós
μεγάλος
big; grand; great; large; long;
megálos
σπουδαίος
grand; important;
spoudaíos
grandfather
παππούς pappoús
grandmother
βάβα bába
γιαγιά giagiá
βαβά babá
grass
γρασίδι grasídi
καταδότης katadótēs
πόα póa
χλοή chloḗ
χορτάρι chortári
χόρτο chórto
great
απίθανος
great; unlikely;
apíthanos
μεγάλος
big; grand; great; large; long;
megálos
greatly
πολύ
greatly; much; very;
polý
green
πράσινος prásinos
grocery
μπακάλικο mpakáliko
gross
αισχρός aischrós
ακαθάριστος akatháristos
πρόστυχος próstychos
χοντρός
fat; gross;
chontrós
ground
γη
earth; ground;
gē
προσαράσσω prosarássō
έδαφος
ground; land;
édaphos
group
ομάδα
group; team;
omáda
όμιλος ómilos
συγκρότημα synkrótēma
σύμπλεγμα sýmplegma
grow
μεγαλώνω megalṓnō
αυξάνομαι
grow; rise;
auxánomai
μεγαλωνω megalōnō
growth
ανάπτυξη
development; growth;
anáptyxē
όγκος
growth; volume;
ónkos
guarantee
αντίκρισμα
guarantee; security;
antíkrisma
εγγύηση engýēsē
εγγυώμαι engyṓmai
εχέγγυο echéngyo
guard
καραούλι karaoúli
φυλάω phyláō
φύλακας phýlakas
φρουρώ phrourṓ
φρουρά
guard; watch;
phrourá
φρουρός phrourós
guess
εικασία eikasía
μαντεύω manteúō
guest
καλεσμένος kalesménos
φιλοξενούμενος philoxenoúmenos
guidance
καθοδήγηση kathodḗgēsē
χειραγωγία cheiragōgía
guide
καθοδηγώ
direct; guide;
kathodēgṓ
ξεναγός xenagós
ξεναγώ xenagṓ
οδηγός
driver; guide;
odēgós
guilty
ένοχος énochos
guitar
κιθάρα kithára
guy
τύπος
guy; sort; version;
týpos
παιδί
child; guy; kid;
paidí
Hhabit
έξη éxē
συνήθεια synḗtheia
hair
μαλλιά malliá
τρίχα trícha
half
ημίχρονος ēmíchronos
μισός misós
ήμισυ ḗmisy
hall
χωλ chōl
αίθουσα aíthousa
hand
δείκτης deíktēs
δίνω
give; hand;
dínō
παραδίνω
give; hand;
paradínō
χέρι
arm; hand;
chéri
handle
μεταχειρίζομαι
handle; treat;
metacheirízomai
χερούλι cheroúli
χειρίζομαι cheirízomai
hang
απαγχονίζω apanchonízō
κρεμώ kremṓ
happen
διαδραματίζω diadramatízō
happen
συμβαίνω
happen; occur;
symbaínō
happy
ευτυχισμένος eutychisménos
hard
βαρέως baréōs
δύσκολος
difficult; hard; tough;
dýskolos
σκληρός
hard; rough; tough;
sklērós
harm
βλάβη
damage; harm; injury;
blábē
βλάπτω
damage; harm; hurt;
bláptō
has
έχει échei
hat
καπέλλο kapéllo
καπέλο kapélo
πίλος pílos
hate
μίσος mísos
μισώ misṓ
have
έχω
have; possess;
échō
έχ éch
έχε éche
έχεις écheis
έχετ échet
έχετε échete
έχουμε échoume
he
αυτός
he; this;
autós
head
κεφάλι kepháli
ηγούμαι
head; lead;
ēgoúmai
health
υγεία ygeía
healthy
υγιής ygiḗs
hear
ακούω
hear; listen;
akoúō
hearing
ακοή akoḗ
heart
καρδιά kardiá
heat
θερμαίνω thermaínō
ζεσταίνω zestaínō
ζέστη zéstē
heavy
βαρύς barýs
height
ύψος ýpsos
hell
κόλαση kólasē
hello
εμπρός
forward; hello;
emprós
γεία σας geía sas
γεία σου
hello; hi;
geía sou
help
επικουρία epikouría
βοηθός
assistant; help;
boēthós
βοήθημα boḗthēma
αρωγή
help; relief;
arōgḗ
βοήθεια
help; support;
boḗtheia
helpful
εξυπηρετικός exypēretikós
her
της tēs
αυτήν autḗn
αυτή
her; she; this;
autḗ
here
εδώ edṓ
herself
αυτή η ίδια autḗ ē ídia
η εαυτή της ē eautḗ tēs
hi
γεία geía
γεία σου
hello; hi;
geía sou
hide
κρύβω krýbō
κρύβομαι krýbomai
high
ψηλός
high; tall;
psēlós
highlight
στιγμιότυπο stigmiótypo
τονίζω
highlight; stress;
tonízō
κλου klou
highly
ψηλά psēlá
highway
εθνική οδός ethnikḗ odós
him
τον ton
αυτόν autón
himself
himself
ο εαυτός του o eautós tou
αυτός ο ίδιος autós o ídios
hire
νοικιάζω noikiázō
his
δικός του dikós tou
του tou
historical
ιστορικός istorikós
hit
σουξέ souxé
χτυπώ
beat; hit; hurt; strike;
chtypṓ
βαρώ barṓ
hold
κρατώ
hold; keep; retain;
kratṓ
συγκρατώ synkratṓ
αμπάρι ampári
hole
τρύπα trýpa
holiday
διακοπές
holiday; vacation;
diakopés
σκόλη skólē
home
σπίτι
home; house; property;
spíti
homework
εργασία σπιτιού ergasía spitioú
honest
τίμιος tímios
έντιμος éntimos
honestly
στο λόγο μου sto lógo mou
honey
μέλι méli
hook
γάντζος gántzos
τσιγγέλι tsingéli
αγκύλη ankýlē
αγκιστρώνω ankistrṓnō
άγκιστρο ánkistro
hope
ελπίζω elpízō
ευελπιστώ euelpistṓ
ελπίδα elpída
hopefully
ελπιδοφόρα elpidophóra
horror
φρίκη phríkē
horse
άλογο álogo
hospital
hospital
νοσοκομείο nosokomeío
host
φιλοξενώ philoxenṓ
οικοδεσπότης oikodespótēs
hot
καυτός kautós
hotel
ξενοδοχείο xenodocheío
hour
ώρα
hour; session; time;
ṓra
house
στεγάζω stegázō
οίκος oíkos
σπίτι
home; house; property;
spíti
housing
στέγαση stégasē
στεγαστικός stegastikós
how
πως pōs
πώς pṓs
however
όμως
but; however;
ómōs
όσο κιαν óso kian
huge
πελώριος pelṓrios
τεράστιος
huge; massive; vast;
terástios
human
ανθρώπινος anthrṓpinos
άνθρωπος
human; man; people; person;
ánthrōpos
hungry
πεινασμένος peinasménos
πεινολέος peinoléos
hunt
κυνηγώ kynēgṓ
hurry
βιάζομαι
hurry; rush;
biázomai
βιασύνη
hurry; rush;
biasýnē
σπεύδω speúdō
hurt
βλάπτω
damage; harm; hurt;
bláptō
χτυπώ
beat; hit; hurt; strike;
chtypṓ
τραυματίζω traumatízō
πληγώνω plēgṓnō
πονώ ponṓ
husband
ο σύζυγος o sýzygos
husband
σύζυγος
husband; wife;
sýzygos
Ii
εγώ egṓ
ice
πάγος págos
idea
ιδέα
concept; idea;
idéa
ideal
ιδανικός idanikós
identify
αναγνωρίζω
appreciate; identify;
anagnōrízō
ταυτίζω tautízō
if
αν
if; whether;
an
εάν eán
ignore
αγνοώ agnoṓ
παραβλέπω parablépō
ill
άρρωστος
ill; sick;
árrōstos
illegal
παράνομος paránomos
illustrate
εικονογραφώ eikonographṓ
επεξηγώ epexēgṓ
διευκρινίζω dieukrinízō
image
είδωλο eídōlo
εικόνα
image; picture;
eikóna
imagination
φαντασία phantasía
imagine
φαντάζομαι phantázomai
immediately
πάραυτα párauta
αμέσως amésōs
επί τόπου epí tópou
impact
επίδραση
effect; impact;
epídrasē
κρούση
impact; shock;
kroúsē
ορμή
impact; rush;
ormḗ
σύγκρουση
crash; impact;
sýnkrousē
implement
implement
όργανο órgano
υλοποιώ ylopoiṓ
εργαλείο
implement; tool;
ergaleío
imply
υπονοώ yponoṓ
importance
σημασία
account; consequence; importance; meaning;
sēmasía
important
σημαντικός
important; major; significant;
sēmantikós
σπουδαίος
grand; important;
spoudaíos
impossible
αδύνατον adýnaton
impress
εντυπωσιάζω entypōsiázō
impression
εντύπωση entýpōsē
impressive
εντυπωσιακός entypōsiakós
εμπιβλητικός empiblētikós
improve
βελιτώνω belitṓnō
βελτιώνομαι beltiṓnomai
improvement
βελτίωση beltíōsē
in
μέσα σε
in; into;
mésa se
σε
at; in; on; to; upon;
se
incident
επεισόδιο epeisódio
περιστατικό
case; incident;
peristatikó
include
συμπεριλαμβάνω symperilambánō
περιλαμβάνω
contain; include; involve;
perilambánō
income
απολαβή
gain; income; profit;
apolabḗ
εισόδημα
income; revenue;
eisódēma
incorporate
ενσωματώνω ensōmatṓnō
increase
αυξάνω
increase; raise;
auxánō
αύξηση
increase; rise;
aúxēsē
independence
ανεξαρτησία anexartēsía
independent
αυτεξούσιος
free; independent;
autexoúsios
ανεξάρτητος anexártētos
indicate
βγάζω φλας bgázō phlas
δείχνω
display; indicate; point; show;
deíchnō
εμφαίνω
indicate; show;
emphaínō
ενδεικνύω endeiknýō
φανερώνω phanerṓnō
indication
ένδειξη éndeixē
individual
ατομικός atomikós
άτομο
individual; person;
átomo
industry
βιομηχανία biomēchanía
inevitable
αναπόφευκτος anapópheuktos
inflation
πληρωθισμός plērōthismós
influence
επιρροή epirroḗ
επενέργεια
action; influence;
epenérgeia
επενεργώ
act; influence;
epenergṓ
inform
πληροφορώ plērophorṓ
informal
ανεπίσημος anepísēmos
information
πληροφορίες plērophoríes
initial
αρχικά
initial; initially;
archiká
initially
αρχικά
initial; initially;
archiká
initiative
πρωτοβουλία prōtoboulía
injury
βλάβη
damage; harm; injury;
blábē
inner
εσωτερικός
inner; internal;
esōterikós
insect
έντομο éntomo
inside
μέσα
inside; within;
mésa
insist
insist
επιμένω epiménō
inspection
επιθεώρηση epitheṓrēsē
inspector
ελεγκτής elenktḗs
επιθεωρητής epitheōrētḗs
επόπτης epóptēs
install
τοποθετώ
install; place; position; put; set;
topothetṓ
εγκαθιστώ enkathistṓ
εγκαθιδρύω enkathidrýō
instance
περίπτωση
instance; occasion;
períptōsē
παράδειγμα
example; instance;
parádeigma
insurance
ασφάλεια
insurance; safety; security;
aspháleia
ασφάλιση asphálisē
intelligent
έξυπνος éxypnos
intend
σκοπεύω skopeúō
intention
προαίρεση
intention; will;
proaíresē
πρόθεση próthesē
σκοπός
cause; intention; purpose;
skopós
interaction
αλληλοεπίδραση allēloepídrasē
interest
ενδιαφέρον
concern; interest;
endiaphéron
επιτόκιο epitókio
τόκος tókos
interested
ενδιαφερόμενος endiapherómenos
interesting
ενδιαφέρων endiaphérōn
internal
εσωτερικώς esōterikṓs
εσωτερικός
inner; internal;
esōterikós
international
διεθνής diethnḗs
internet
διαδίκτυο diadíktyo
interview
συνέντευξη synénteuxē
into
μέσα σε
in; into;
mésa se
introduce
συστήνω
introduce; recommend;
systḗnō
εισάγω
admit; introduce;
eiságō
introduction
εισαγωγή eisagōgḗ
invest
εξουσιοδοτούμαι exousiodotoúmai
επενδύω
invest; line;
ependýō
διορίζομαι diorízomai
investment
επένδυση epéndysē
invite
προσκαλώ proskalṓ
involve
περιλαμβάνω
contain; include; involve;
perilambánō
μπλέκω mplékō
εμπλέκω emplékō
εμπλέκομαι emplékomai
iron
σίδερος síderos
σιδερώνω siderṓnō
σιδερένιος siderénios
island
νησί nēsí
issue
απορροία
issue; outcome;
aporroía
χορήγηση
administration; issue; supply;
chorḗgēsē
τεύχος teúchos
εκδίδω ekdídō
αντίτύπο
copy; issue;
antítýpo
θέμα
issue; matter; subject; theme; topic;
théma
it
αυτό
it; this;
autó
item
κομμάτι kommáti
πράγμα
item; thing;
prágma
its
το δικό του to dikó tou
itself
το εαυτό του to eautó tou
Jjacket
σακάκι sakáki
job
job
δουλειά
assignment; business; job; task; work;
douleiá
join
ενώνω enṓnō
κατατάσσομαι katatássomai
συνδέω
attach; connect; join; link;
syndéō
συνενώνω synenṓnō
joint
γόμφος
joint; pin;
gómphos
τσιγαριλίκι tsigarilíki
κοινός
common; joint; public;
koinós
άρθρωση árthrōsē
κοψίδι kopsídi
joke
αστείο asteío
αστιεύομαι astieúomai
κάνω πλάκα
joke; kid;
kánō pláka
σκέρτσο skértso
judge
δικάζω dikázō
κριτής kritḗs
κρίνω krínō
δικαστής dikastḗs
juice
ζουμί zoumí
χυμός chymós
jump
πηδώ pēdṓ
junior
υφιστάμενος yphistámenos
μικρότερος mikróteros
νεώτερος neṓteros
jury
οι ένορκοι oi énorkoi
just
μόλις mólis
δίκαιος
fair; just;
díkaios
justify
δικαιολογώ dikaiologṓ
δικαιώνω dikaiṓnō
Kkeep
κρατώ
hold; keep; retain;
kratṓ
εξακολουθώ exakolouthṓ
κατακρατώ katakratṓ
key
κλειδί
clue; key;
kleidí
kick
κλοτσώ klotsṓ
kid
κάνω πλάκα
joke; kid;
kánō pláka
κατσικάκι katsikáki
παιδί
child; guy; kid;
paidí
πιτσιρίκος pitsiríkos
kill
σκοτώνω skotṓnō
kind
είδος
kind; sort; strain; type;
eídos
ευγενικός eugenikós
καλός
good; kind;
kalós
king
βασιλιάς basiliás
ρήγας rḗgas
kiss
φίλημα phílēma
φιλί philí
φιλώ philṓ
kitchen
κουζίνα kouzína
knee
γόνατο gónato
know
γνωρίζω gnōrízō
ξέρω xérō
knowledge
γνώσεις gnṓseis
γνώση gnṓsē
known
γνωστό gnōstó
Llab
εργαστήριο ergastḗrio
lack
έλλειψη
lack; want;
élleipsē
υστέρημα ystérēma
ladder
σκάλα skála
lady
κυρία kyría
lake
λίμνη límnē
land
έδαφος
ground; land;
édaphos
προσγειώνομαι prosgeiṓnomai
προσγειώνω prosgeiṓnō
landscape
τοπίο
landscape; scene;
topío
language
γλώσσα
language; tongue;
glṓssa
large
μεγάλος
big; grand; great; large; long;
megálos
last
διαρκώ diarkṓ
τελευταίος
last; latter;
teleutaíos
φτουρώ phtourṓ
late
αργός argós
όψιμος ópsimos
αργά
late; slowly;
argá
αποθανών apothanṓn
later
αργότερος argóteros
αργότερα argótera
latter
τελευταίος
last; latter;
teleutaíos
laugh
γελώ gelṓ
law
νόμος nómos
lawyer
δικηγόρος dikēgóros
lay
ξαπλώνω xaplṓnō
στρώνω strṓnō
τοποθετώ χάμω topothetṓ chámō
κοσμικός kosmikós
layer
στρώμα strṓma
lead
ηγούμαι
head; lead;
ēgoúmai
λουρί
collar; lead;
lourí
μόλυβδος mólybdos
leader
ηγεμόνας ēgemónas
ηγέτης ēgétēs
αρχηγός archēgós
ηγήτορας ēgḗtoras
leadership
ηγεμονία ēgemonía
ηγεσία ēgesía
leading
ηγετικός ēgetikós
leading
κορυφαίος
leading; top;
koryphaíos
league
πρωτάθλημα prōtáthlēma
συνασπισμός synaspismós
κατηγορία
charge; league;
katēgoría
learn
μαθαίνω mathaínō
least
ελάχιστο eláchisto
ελάχιστος
least; minimum;
eláchistos
το ελάχιστον to eláchiston
leather
βύρσα býrsa
δερμάτινος dermátinos
leave
παραιτούμαι paraitoúmai
παρατάω paratáō
φεύγω pheúgō
lecture
διάλεξη diálexē
νουθετώ nouthetṓ
left
αριστερός aristerós
άφησα áphēsa
έφυγα éphyga
που μένει pou ménei
leg
πόδι
foot; leg;
pódi
στάδιο
leg; stage;
stádio
legal
νόμιμος nómimos
length
μήκος mḗkos
less
λιγότερος ligóteros
lesson
μάθημα máthēma
let
αφήνω
allow; let;
aphḗnō
ενοικιάζομαι enoikiázomai
letter
γράμμα grámma
level
επίπεδο
level; plane;
epípedo
library
βιβλιοθήκη bibliothḗkē
lie
lie
κείμαι keímai
ψεύδομαι pseúdomai
life
βίος bíos
ζωή zōḗ
ισόβιος isóbios
lift
ασανσέρ
elevator; lift;
asansér
σηκώνω
lift; raise;
sēkṓnō
υψώνω
lift; raise;
ypsṓnō
light
φωτίζω phōtízō
ανάβω anábō
ελαφρύς
light; slight;
elaphrýs
ξανθός
fair; light;
xanthós
φωτεινός phōteinós
φωτερός phōterós
like
συμπαθώ sympathṓ
σαν
as; like;
san
αρέσω arésō
όπως
as; like;
ópōs
likely
μάλλον mállon
πιανάν pianán
πιθανά
likely; probably;
pithaná
πιθανόν pithanón
limit
περιορίζω
limit; reduce;
periorízō
όριο ório
limited
περιορισμένος periorisménos
line
γραμμή grammḗ
επενδύω
invest; line;
ependýō
παρατάσσω paratássō
ρυτίδα rytída
link
συνδέω
attach; connect; join; link;
syndéō
κρίκος kríkos
lip
χείλι cheíli
list
λίστα lísta
listen
ακούω
hear; listen;
akoúō
αφουγκράζομαι aphounkrázomai
literally
κατά γράμμα katá grámma
κυριολεκτικά kyriolektiká
literature
λογοτεχνία logotechnía
little
λίγο
little; slightly;
lígo
μικρός
little; minor; slight; small; young;
mikrós
live
ζωντανός
alive; fresh; live; living;
zōntanós
μένω
live; stay;
ménō
ζώ zṓ
living
έμψυχος émpsychos
ζωντανός
alive; fresh; live; living;
zōntanós
που ζει pou zei
load
βάρ bár
φορτώνω phortṓnō
φορτίο phortío
φορτίζω phortízō
γεμίζω
fill; load;
gemízō
ζαλίκι zalíki
loan
δάνειο dáneio
δανεισμός daneismós
local
τοπικός topikós
location
τοποθεσία
location; position;
topothesía
lock
κλειδαριά kleidariá
log
κορμός δέντρου kormós déntrou
logical
λογικός
logical; reasonable;
logikós
lonely
μόνος
alone; lonely; single;
mónos
long
μακρύς makrýs
μεγάλος
big; grand; great; large; long;
megálos
look
look
κοιτάζω koitázō
φαίνομαι
appear; look; seem;
phaínomai
εμφάνιση
appearance; look;
emphánisē
βλέμμα blémma
loose
λυτός lytós
μπόσικος mpósikos
ξεκάρφωτος xekárphōtos
χαλαρός chalarós
λάσκος láskos
lose
χάνω
lose; miss;
chánō
loss
χάσιμο chásimo
χαμός chamós
απώλεια apṓleia
ήττα ḗtta
lost
έχασα échasa
lot
κλήρος
lot; share;
klḗros
μοίρα
lot; share; split;
moíra
loud
βροντερός bronterós
ηχηρός ēchērós
love
αγάπη agápē
αγαπώ agapṓ
έρωτας
love; sex;
érōtas
low
χαμηλός chamēlós
lower
ταπεινώνω tapeinṓnō
χαμηλώνω chamēlṓnō
luck
τύχη
chance; luck;
týchē
lucky
τυχερός tycherós
lunch
το μεσημεριανό to mesēmerianó
μεσημεριανό mesēmerianó
Mmachine
μηχάνημα
device; machine;
mēchánēma
mad
mad
θυμωμένος
angry; mad;
thymōménos
κουζουλός kouzoulós
λωλός lōlós
τρελός
crazy; mad;
trelós
magazine
περιοδικό periodikó
ταχυδρομείο tachydromeío
ταχυδρομώ
mail; post;
tachydromṓ
main
κυρίος kyríos
κύριος
main; master;
kýrios
κυριότερος kyrióteros
maintain
υποστηρίζω
back; maintain; submit;
ypostērízō
διατείνομαι diateínomai
διατηρώ
maintain; retain;
diatērṓ
maintenance
συντήρηση syntḗrēsē
major
σημαντικός
important; major; significant;
sēmantikós
ταγματάρχης tagmatárchēs
make
εξαναγκάζω
force; make;
exanankázō
κάνω
commit; do; make;
kánō
κατασκευάζω kataskeuázō
φτιάχνω
fix; make;
phtiáchnō
male
ανδρικός andrikós
αρσενικός arsenikós
mall
εμπορικό κέντρο emporikó kéntro
man
άνδρας ándras
άνθρωπος
human; man; people; person;
ánthrōpos
επανδρώνω epandrṓnō
manage
αντεπεξέρχομαι antepexérchomai
διευθύνω dieuthýnō
καταφέρνω kataphérnō
management
διοίκηση
administration; management;
dioíkēsē
manager
διευθυντής dieuthyntḗs
manner
τρόπος
manner; way;
trópos
manufacturer
κατασκευαστής kataskeuastḗs
many
πολλοί
many; plenty;
polloí
map
χάρτης
chart; map;
chártēs
χαρτογραφώ chartographṓ
march
μάρτιος mártios
βαδίζω badízō
mark
σημειώνω
mark; note;
sēmeiṓnō
βαθμός
degree; extent; mark;
bathmós
σημαίνω
mark; mean;
sēmaínō
market
αγορά
deal; market; purchase;
agorá
marketing
μάρκετινγκ márketinnk
marriage
γάμος
marriage; wedding;
gámos
married
παντρεμένος pantreménos
παντρεμένη pantreménē
massive
ογκώδης onkṓdēs
τεράστιος
huge; massive; vast;
terástios
master
αφέντης aphéntēs
δεξιοτέχνης dexiotéchnēs
διαφεντεύω diaphenteúō
κύριος
main; master;
kýrios
μετρ metr
match
αγώνας
match; struggle;
agṓnas
ταιριάζω tairiázō
σπίρτο spírto
συνταιριάζω syntairiázō
mate
ζευγαρώνω zeugarṓnō
ταίρι
mate; partner;
taíri
ύπαρχος ýparchos
φιλαράκος
buddy; mate;
philarákos
material
ύφασμα ýphasma
υλικός ylikós
ύλη
material; matter;
ýlē
matter
νοιάζομαι
care; matter; mind;
noiázomai
ουσία
matter; substance;
ousía
ύλη
material; matter;
ýlē
υπόθεση
affair; assumption; business; case; matter;
ypóthesē
θέμα
issue; matter; subject; theme; topic;
théma
may
μάης máēs
μπορώ
can; may;
mporṓ
είθε
may; would;
eíthe
me
με
me; with;
me
μου mou
εμένα eména
meal
γεύμα geúma
μπλιγούρι mpligoúri
mean
σημαίνω
mark; mean;
sēmaínō
τσιγκούνης tsinkoúnēs
παραδόπιστος paradópistos
εννοώ ennoṓ
meaning
σημασία
account; consequence; importance; meaning;
sēmasía
έννοια
concept; meaning; worry;
énnoia
measurement
καταμέτρηση katamétrēsē
μέτρηση métrēsē
meat
κρέας kréas
σάρκα sárka
media
μέσα ενημέρωσης mésa enēmérōsēs
medical
ιατρικός iatrikós
medicine
φάρμακο phármako
ιατρική iatrikḗ
medium
medium
μεσαίος
medium; middle;
mesaíos
μέσον méson
μέτριος métrios
meet
συναντώ synantṓ
meeting
αναμέτρηση anamétrēsē
member
μέλος mélos
στέλεχος
member; officer;
stélechos
memory
ανάμνηση anámnēsē
μνήμη mnḗmē
mental
πνευματικός
mental; spiritual;
pneumatikós
ψυχικός psychikós
mention
αναφέρω anaphérō
αναφορά
account; mention; reference;
anaphorá
menu
τιμοκατάλογος timokatálogos
merely
απλώς
merely; simply;
aplṓs
mess
ακαταστασία akatastasía
message
άγγελμα ángelma
μήνυμα mḗnyma
metal
μέταλλο métallo
method
μέθοδος
approach; method;
méthodos
middle
μεσαίος
medium; middle;
mesaíos
μέση mésē
midnight
μεσάνυχτα mesánychta
might
μπορούσα
could; might;
mporoúsa
δύναμη
force; might; power;
dýnamē
milk
αρμέγω armégō
γάλα gála
mind
πειράζω peirázō
φυλάξου phyláxou
mind
νούς noús
νοιάζομαι
care; matter; mind;
noiázomai
μυαλό myaló
mine
εξορύσσω exorýssō
μεταλλείο metalleío
νάρκη nárkē
ορυχείο orycheío
δικός μου
mine; own;
dikós mou
minimum
ελάχιστος
least; minimum;
eláchistos
minor
υπεξούσιος ypexoúsios
μικρός
little; minor; slight; small; young;
mikrós
ελάσσων elássōn
ασήμαντος asḗmantos
minute
λεπτό leptó
λεπτομερής
detailed; minute;
leptomerḗs
μικροσκοπικός
minute; tiny;
mikroskopikós
mirror
καθρέφτης kathréphtēs
αντικατοπτρίζω
mirror; reflect;
antikatoptrízō
καθρεφτάκι kathrephtáki
miss
χάνω
lose; miss;
chánō
αστοχώ astochṓ
δεσποινίς despoinís
mission
αποστολή
assignment; mission;
apostolḗ
mistake
λάθος
error; false; fault; mistake; wrong;
láthos
παρανοώ paranoṓ
mix
αναμιγνύω anamignýō
ανακατώνω anakatṓnō
ανακατεύω anakateúō
μίγμα
mix; mixture;
mígma
mixture
μίγμα
mix; mixture;
mígma
mobile
κινητός kinētós
model
μακέτα makéta
model
μανεκέν manekén
μοντέλο montélo
moment
στιγμή stigmḗ
money
λεφτά lephtá
monitor
παρακολουθώ
attend; monitor; watch;
parakolouthṓ
οθόνη
display; monitor;
othónē
month
μήνας mḗnas
mood
διάθεση diáthesē
έγκλιση énklisē
κέφι
fun; mood;
képhi
more
περισότερος perisóteros
πια pia
πλέον
more; most;
pléon
moreover
άλλωστε állōste
επιπλέον epipléon
morning
πρωί prōí
mortgage
υποθηκεύω ypothēkeúō
υποθήκη ypothḗkē
most
ο περισσότερος o perissóteros
ο πιο πολύς o pio polýs
πλέον
more; most;
pléon
mostly
πιο πολύ pio polý
mother
μητέρα mētéra
motor
μηχανή
engine; motor;
mēchanḗ
mountain
βουνό bounó
όρος
mountain; term;
óros
mouse
ποντίκι pontíki
mouth
στόμιο stómio
στόμα stóma
εκβολή ποταμιού ekbolḗ potamioú
move
move
κίνηση kínēsē
κινώ kinṓ
μετακομίζω
move; remove;
metakomízō
σαλεύω
move; shake;
saleúō
συγκινώ
affect; move; touch;
synkinṓ
movie
ταινία
band; film; movie;
tainía
much
πολύ
greatly; much; very;
polý
πολύς polýs
mud
βόρβορος bórboros
ιλύς ilýs
λάσπη láspē
muscle
μύς mýs
music
μουσική mousikḗ
must
πρέπει / έπρεπε prépei / éprepe
μούστος moústos
πρέπει prépei
myself
εγώ ο ίδιος egṓ o ídios
ο εαυτός μου o eautós mou
Nnail
καρφί karphí
νύχι nýchi
πρόκα próka
name
όνομα ónoma
ονομάζω onomázō
ονομασία onomasía
narrow
στενός
narrow; tight;
stenós
nasty
απαίσιος apaísios
nation
έθνος éthnos
national
εθνικός ethnikós
native
ντόπιος ntópios
ιθαγενής ithagenḗs
naturally
φυσικά physiká
nature
φύση phýsē
near
κοντά
close; near; nearby;
kontá
nearby
κοντά
close; near; nearby;
kontá
κοντινός kontinós
nearly
παραλίγο paralígo
σχεδόν
almost; nearly; virtually;
schedón
neat
ακριβής
accurate; exact; neat;
akribḗs
necessarily
απαραίτητα aparaítēta
necessary
αναγκαίος anankaíos
neck
αυχένας auchénas
λαιμός
neck; throat;
laimós
σβέρκος sbérkos
need
ανάγκη
need; want;
anánkē
χρειάζομαι
need; require;
chreiázomai
negative
αρνητικός arnētikós
negotiation
διαπραγμάτευση diapragmáteusē
nerve
νεύρο neúro
nervous
νευρικός neurikós
net
δίχτυ díchty
network
δίκτυο díktyo
never
ποτέ
ever; never;
poté
new
καινούριος kainoúrios
νέος
new; young;
néos
news
ειδήσεις eidḗseis
νέα néa
newspaper
εφημερίδα
newspaper; paper;
ephēmerída
next
next
επόμενος epómenos
μετά
after; next; then;
metá
nice
ωραίος
fine; nice;
ōraíos
night
νύχτα nýchta
no
όχι óchi
κανένας
anybody; no; none;
kanénas
nobody
κανείς
anyone; nobody;
kaneís
noise
θόρυβος thórybos
none
κανένας
anybody; no; none;
kanénas
nor
ούτε
either; nor;
oúte
normal
κανονικός kanonikós
φυσιολογικός physiologikós
normally
κανονικά kanoniká
north
βοράς borás
βοριάς boriás
nose
μύτη mýtē
not
δεν den
note
σημειώνω
mark; note;
sēmeiṓnō
σημείωση sēmeíōsē
nothing
τίποτα
anything; nothing;
típota
notice
παρατηρώ paratērṓ
πίνακας
notice; sign; table;
pínakas
novel
καινοφανής kainophanḗs
μυθιστόρημα mythistórēma
now
τώρα
currently; now;
tṓra
nowhere
πουθενά
anywhere; nowhere;
pouthená
number
αριθμίζω arithmízō
αριθμός
figure; number;
arithmós
numerous
πολυάριθμος polyárithmos
nurse
νοσοκόμα nosokóma
βάγια bágia
Oobject
αντικείμενο
object; subject;
antikeímeno
αντιτείνω antiteínō
objective
αντικειμενικός antikeimenikós
obligation
υποχρέωση ypochréōsē
obtain
αποκτώ
acquire; get; obtain;
apoktṓ
προμηθεύομαι promētheúomai
obvious
φανερός phanerós
obviously
εμφανώς emphanṓs
occasion
περίπτωση
instance; occasion;
períptōsē
occasionally
περιοδικά periodiká
πότε-πότε póte-póte
occur
συμβαίνω
happen; occur;
symbaínō
odd
μονός
odd; single;
monós
of
από
by; from; of; since; than;
apó
off
μακριά
away; far; off;
makriá
offer
προσφέρω prosphérō
προσφορά
bid; offer;
prosphorá
office
θώκος thṓkos
γραφείο
office; study;
grapheío
officer
αξιωματικός
officer; official;
axiōmatikós
officer
στέλεχος
member; officer;
stélechos
official
αξιοματικός axiomatikós
αξιωματικός
officer; official;
axiōmatikós
επίσημος
formal; official;
epísēmos
often
συχνά
frequently; often;
sychná
oil
λάδι ládi
πετρέλαιο petrélaio
ok
εντάξει entáxei
old
γέρικος gérikos
γέρος géros
παλαιός palaiós
on
πάνω σε
on; upon;
pánō se
σε
at; in; on; to; upon;
se
once
εφάπαξ ephápax
μία φορά mía phorá
κάποτε kápote
μια φορά mia phorá
one
ένα
a; an; one;
éna
ένας
a; an; one;
énas
μία
an; one;
mía
only
μόνο móno
open
ανοίγω anoígō
εγκαινιάζω enkainiázō
ανοιχτός anoichtós
ανοικτός anoiktós
operate
εγχειρίζω encheirízō
λειτουργώ
function; operate;
leitourgṓ
operation
εγχείρηση encheírēsē
επιχείρηση
business; operation;
epicheírēsē
λειτουργία
function; operation;
leitourgía
opinion
opinion
άποψη
aspect; opinion; perspective; view;
ápopsē
γνωμάτευση gnōmáteusē
γνώμη gnṓmē
option
επιλογή
choice; option; selection;
epilogḗ
or
ή
either; or;
ḗ
orange
πορτοκάλι portokáli
πορτοκαλί portokalí
order
προσταγή
command; order;
prostagḗ
παραγγέλλω
commission; order;
parangéllō
διατάζω
command; order;
diatázō
εντολή
command; order;
entolḗ
παραγγελία
commission; order;
parangelía
ordinary
συνηθισμένος
common; ordinary;
synēthisménos
original
γνήσιος gnḗsios
πρωτότυπος prōtótypos
other
άλλος
another; else; other;
állos
otherwise
αλλιώς
else; otherwise;
alliṓs
διαφορετικά diaphoretiká
ought
θα πρέπει tha prépei
our
ο δικός μας o dikós mas
ourselves
εμείς οι ίδιοι emeís oi ídioi
out
έξω éxō
έξω από
out; outside;
éxō apó
outcome
κατάληξη katálēxē
έκβαση
outcome; result;
ékbasē
απορροία
issue; outcome;
aporroía
outside
έξω από
out; outside;
éxō apó
over
πάνω
over; up;
pánō
πάνω από
above; over;
pánō apó
τελείωσε teleíōse
overall
συνολικός synolikós
γενικός
general; overall;
genikós
ποδιά podiá
overcome
νικημένος nikēménos
ξεπερνώ xepernṓ
owe
οφείλω opheílō
χρωστώ chrōstṓ
own
δικός μου
mine; own;
dikós mou
κατέχω
own; possess;
katéchō
της] tēs]
owner
ιδιοκτήτης idioktḗtēs
κτήτορας ktḗtoras
κάτοχος kátochos
Ppace
βήμα
pace; step;
bḗma
δρασκελιά draskeliá
ρυθμός
pace; style;
rythmós
φόρα
pace; speed;
phóra
pack
πακετάρω paketárō
τράπουλα trápoula
πακέτο pakéto
κατακλύζω kataklýzō
συσκευάζω syskeuázō
page
σελίδα selída
pain
πόνος pónos
paint
βάφω báphō
painting
ζωγραφιά
drawing; painting;
zōgraphiá
pair
ζευγάρι zeugári
panic
πανικοβάλλω panikobállō
panic
πανικός panikós
paper
εφημερίδα
newspaper; paper;
ephēmerída
χαρτένιος charténios
χαρτί chartí
parent
γονιός goniós
park
πάρκο párko
parking
πάρκινγκ párkinnk
part
χωρίζω
divide; part; separate;
chōrízō
μερίδιο merídio
μερος meros
particular
ειδικός
expert; particular;
eidikós
συγκεκριμένος
particular; specific;
synkekriménos
partner
σύντροφος sýntrophos
ταίρι
mate; partner;
taíri
party
πάρτι párti
συμβαλλόμενος symballómenos
παρέα
company; party;
paréa
pass
διαβατήριο diabatḗrio
κυκλοφορώ
pass; release;
kyklophorṓ
πέρασμα pérasma
περνώ pernṓ
στενά stená
passage
διάβαση diábasē
κείμενο
passage; text;
keímeno
απόσπασμα apóspasma
passenger
επιβάτης epibátēs
passion
εμπάθεια empátheia
past
παρελθόν parelthón
περασμένος perasménos
path
διαδρομή diadromḗ
μονοπάτι
path; track;
monopáti
patience
patience
καρτερία kartería
υπομονή ypomonḗ
patient
ασθενής asthenḗs
υπομονετικός ypomonetikós
pattern
σχέδιο
pattern; plan; project;
schédio
pause
σταματώ
check; pause;
stamatṓ
διακοπή diakopḗ
διακόπτω diakóptō
παύση paúsē
pay
πληρωμή plērōmḗ
πληρώνω plērṓnō
peace
ειρήνη eirḗnē
ησυχασμός
peace; quiet; rest;
ēsychasmós
peak
κορυφή
peak; top;
koryphḗ
κορυφώνω koryphṓnō
pen
σταλός
pen; shelter;
stalós
στυλό styló
στυλός stylós
μάντρα
pen; pound;
mántra
penalty
κύρωση kýrōsē
ποινή poinḗ
πρόστιμο
fine; penalty;
próstimo
pension
συνταγή
pension; recipe;
syntagḗ
σύνταξη sýntaxē
people
άνθρωποι ánthrōpoi
άνθρωπος
human; man; people; person;
ánthrōpos
κόσμος
people; world;
kósmos
percentage
ποσοστό posostó
perception
αντίληψη
awareness; concept; perception;
antílēpsē
perfect
τελειοποιώ teleiopoiṓ
τέλειος téleios
perfectly
τέλεια téleia
perform
αποδίδω apodídō
εκτελώ ektelṓ
δίνω παράσταση dínō parástasē
performance
απόδοση apódosē
παράσταση
performance; show;
parástasē
period
διάστημα
period; space; spell;
diástēma
περιόδος
age; period; season; session;
periódos
περίοδος
period; season;
períodos
permission
άδεια
permission; permit;
ádeia
permit
άδεια
permission; permit;
ádeia
επιτρέπω
allow; enable; permit;
epitrépō
person
άνθρωπος
human; man; people; person;
ánthrōpos
άτομο
individual; person;
átomo
πρόσωπο
face; figure; person;
prósōpo
personal
προσωπικός prosōpikós
personality
προσωπικότητα prosōpikótēta
personally
προσωπικά prosōpiká
perspective
άποψη
aspect; opinion; perspective; view;
ápopsē
προοπτική prooptikḗ
persuade
πείθω peíthō
phase
φάση
phase; stage;
phásē
philosophy
φιλοσοφία philosophía
photo
φωτογραφία phōtographía
phrase
διατυπώνω
express; phrase;
diatypṓnō
φράση phrásē
physical
σωματικός sōmatikós
physical
φυσικός physikós
physically
σωματικά sōmatiká
physics
φυσική physikḗ
piano
πιάνο piáno
pick
διαλέγω
choose; pick; select;
dialégō
κασμάς kasmás
μαζεύω
gather; pick;
mazeúō
συλλέγω
collect; pick;
syllégō
picture
εικόνα
image; picture;
eikóna
pie
πίτα píta
pin
γόμφος
joint; pin;
gómphos
καρφίτσα karphítsa
pipe
αυλός aulós
πίπα pípa
σωλήνας sōlḗnas
σωλήνμας sōlḗnmas
pitch
κατράμι katrámi
κλυδωνίζομαι klydōnízomai
γήπεδο
court; pitch;
gḗpedo
pizza
πίτσα pítsa
place
μέρος
place; spot;
méros
τοποθετώ
install; place; position; put; set;
topothetṓ
τόπος
place; site;
tópos
plan
σχέδιο
pattern; plan; project;
schédio
σχεδιάζω schediázō
plane
στάθμη státhmē
ροκάνι rokáni
αεροπλάνο aeropláno
επίπεδο
level; plane;
epípedo
πλάνη plánē
plant
plant
εργοστάσιο ergostásio
φυτεύω phyteúō
φυτό phytó
plastic
πλαστικός plastikós
plate
πιάτο
course; dish; plate;
piáto
πλάκα
fun; plate;
pláka
platform
εξέδρα
platform; stand;
exédra
πλατφόρμα platphórma
play
παριστά΄νω paristá΄nō
παριστάνω
affect; play;
paristánō
θεατρικό έργο theatrikó érgo
έργο
film; play;
érgo
παίζω paízō
player
παίκτης paíktēs
pleasant
ευάρεστος euárestos
ευχάριστος eucháristos
please
ευχαριστώ
please; thank; thanks;
eucharistṓ
παρακαλώ
please; request;
parakalṓ
pleased
ευχαριστημένος
content; pleased;
eucharistēménos
ικανοποιημένος
content; pleased;
ikanopoiēménos
pleasure
ευχαρίστηση eucharístēsē
ηδονή ēdonḗ
αρέσκεια
pleasure; satisfaction;
aréskeia
plenty
άφθονος áphthonos
πολλά pollá
πολλοί
many; plenty;
polloí
plus
συν syn
poem
ποίημα poíēma
poet
ποιητής poiētḗs
poetry
ποίηση poíēsē
point
αιχμή
point; tip;
aichmḗ
δείχνω
display; indicate; point; show;
deíchnō
επισημαίνω episēmaínō
σημείο sēmeío
στίγμα stígma
police
αστυνομεύω astynomeúō
αστυνομία astynomía
policy
πολιτική politikḗ
political
πολιτικός politikós
pollution
ρύπανση rýpansē
pool
λιμνούλα limnoúla
πισίνα pisína
poor
φτωχός phtōchós
πενιχρός penichrós
καημένος kaēménos
pop
ποπ μουσική pop mousikḗ
popular
δημοφιλής dēmophilḗs
λαϊκός laïkós
population
πληθυσμός plēthysmós
position
τοποθετώ
install; place; position; put; set;
topothetṓ
θέση
position; situation; status;
thésē
τοποθεσία
location; position;
topothesía
positive
θετικός thetikós
possess
κατέχω
own; possess;
katéchō
έχω
have; possess;
échō
possession
κατοχή katochḗ
possible
εφικτός ephiktós
πιθανός pithanós
possibly
ίσως ísōs
post
πόστο pósto
ταχυδρομώ
mail; post;
tachydromṓ
post
δοκάρι dokári
pot
τσικάλι tsikáli
potato
πατάτα patáta
potential
ενδεχόμενος endechómenos
πιθανότητα
chance; potential;
pithanótēta
τάση tásē
pound
λίβρα líbra
σφρυροκοπώ sphryrokopṓ
μάντρα
pen; pound;
mántra
λίμπρα límpra
κοπανίζω kopanízō
λίρα líra
pour
χιμώ chimṓ
βάζω
apply; pour; put; store;
bázō
ορμώ
pour; rush;
ormṓ
ρίχνω
drop; dump; pour; throw;
ríchnō
power
κύρος
face; power;
kýros
εξουσία exousía
δύναμη
force; might; power;
dýnamē
powerful
δυναμικός dynamikós
δυνατός
powerful; strong;
dynatós
ισχυρός ischyrós
practical
πρακτικός praktikós
practice
πρακτική praktikḗ
άσκηση
exercise; practice;
áskēsē
pray
προσεύχομαι proseúchomai
prefer
προτιμώ protimṓ
preference
προτίμηση protímēsē
pregnant
έγκυος énkyos
prepare
προετοιμάζω proetoimázō
presence
παρουσία parousía
present
παρών parṓn
παρουσιάζω
display; present;
parousiázō
δώρο
gift; present;
dṓro
presentation
παρουσίαση
appearance; presentation;
parousíasē
president
πρόεδρος próedros
press
ασκώ πίεση askṓ píesē
πιέζω piézō
πρεσάρω presárō
pressure
πίεση píesē
pretend
προσποιούμαι prospoioúmai
pretty
χαριτωμένος charitōménos
prevent
προλαβαίνω prolabaínō
αποτρέπω apotrépō
εμποδίζω
bar; prevent;
empodízō
previous
προηγούμενος proēgoúmenos
previously
προηγούμενα proēgoúmena
price
τιμή
price; rate; value;
timḗ
pride
υπεροψία yperopsía
έπαρση éparsē
φιλοτιμία philotimía
καμάρι
pride; son;
kamári
περιφάνια periphánia
priest
παπάς papás
primarily
κατ εξοχήν kat exochḗn
κυρίως kyríōs
προ πάντων pro pántōn
primary
πρωταρχικός prōtarchikós
πρώτος
first; primary;
prṓtos
principle
αρχή
beginning; principle; start;
archḗ
εμπριμέ emprimé
τυπώνω typṓnō
priority
προτεραιότητα proteraiótēta
προτεραίοτητα proteraíotēta
private
φαντάρος phantáros
ιδιωτικός idiōtikós
ιδιαίτερος
private; separate;
idiaíteros
prize
έπαθλο épathlo
βραβείο
award; prize;
brabeío
probably
πιθανά
likely; probably;
pithaná
problem
πρόβλημα próblēma
procedure
διαδικασία
procedure; process;
diadikasía
process
επεξεργάζομαι epexergázomai
κατεργάζομαι katergázomai
διαδικασία
procedure; process;
diadikasía
produce
προσκομίζω proskomízō
παράγω
generate; produce;
parágō
product
προϊόν proïón
profession
επάγγελμα
profession; trade;
epángelma
professional
επαγγελματίας epangelmatías
επαγγελματικός epangelmatikós
professor
καθηγητής
professor; teacher;
kathēgētḗs
profile
επισκόπηση episkópēsē
προφίλ prophíl
profit
απολαβή
gain; income; profit;
apolabḗ
κέρδος kérdos
ωφέλεια
benefit; profit;
ōphéleia
program
πρόγραμμα
program; project; schedule; scheme;
prógramma
progress
προοδεύω proodeúō
πρόοδος
advance; progress;
próodos
project
project
προβάλλω probállō
πρόγραμμα
program; project; schedule; scheme;
prógramma
σχέδιο
pattern; plan; project;
schédio
promise
υπόσχεση ypóschesē
υπόσχομαι ypóschomai
υπόσχωμαι ypóschōmai
promotion
προώθηση proṓthēsē
ανάδειξη anádeixē
προαγωγή proagōgḗ
prompt
ωθώ ōthṓ
υποκινώ ypokinṓ
γρήγορος
fast; prompt; quick;
grḗgoros
proof
απόδειξη
evidence; proof;
apódeixē
πειστήριο peistḗrio
proper
πρέπων
decent; due; proper;
prépōn
σωστός
correct; proper; right;
sōstós
καθωσπρέπει kathōsprépei
ευπρεπής
decent; proper;
euprepḗs
αρμόζων
fit; proper;
armózōn
properly
σωστά sōstá
ευπρεπέστατα euprepéstata
property
ακίνητο akínēto
κτήμα ktḗma
περιουσία
estate; property;
periousía
σπίτι
home; house; property;
spíti
proposal
πρόταση
proposal; sentence; suggestion;
prótasē
propose
προτείνω
propose; recommend; suggest;
proteínō
proposed
προτεινόμενος proteinómenos
protect
κατοχυρώνω katochyrṓnō
προστατεύω
protect; shelter;
prostateúō
protection
προστασία prostasía
proud
περίφανος períphanos
καμαρωτός kamarōtós
περήφανος perḗphanos
prove
αποδεικνύω apodeiknýō
provide
προνοώ pronoṓ
παρέχω
provide; supply;
paréchō
provided
αρκεί να arkeí na
psychological
ψυχολογικός psychologikós
psychology
ψυχολογία psychología
public
κοινός
common; joint; public;
koinós
pull
τράβηγμα trábēgma
τραβώ
appeal; attract; draw; pull;
trabṓ
punch
γρονθοκοπώ gronthokopṓ
purchase
αγορά
deal; market; purchase;
agorá
αγοράζω
buy; purchase;
agorázō
pure
ατόφιος atóphios
purple
μωβ mōb
purpose
σκοπός
cause; intention; purpose;
skopós
pursue
ασκώ askṓ
επιδιώκω epidiṓkō
παγανίζω paganízō
push
σπρώξιμο sprṓximo
σπρώχνω sprṓchnō
put
βάζω
apply; pour; put; store;
bázō
τοποθετώ
install; place; position; put; set;
topothetṓ
Qqualify
προκρίνομαι prokrínomai
καθιστώ ικανόν kathistṓ ikanón
quality
ποιότητα poiótēta
quantity
ποσότητα
quantity; volume;
posótēta
quarter
μαχαλάς
district; quarter;
machalás
τέταρτο tétarto
queen
βασίλισσα basílissa
question
ερώτηση erṓtēsē
ζήτημα zḗtēma
ερώτημα erṓtēma
ανακρίνω anakrínō
quick
γρήγορος
fast; prompt; quick;
grḗgoros
γοργός gorgós
quickly
μάνι-μάνι máni-máni
quiet
ησυχασμός
peace; quiet; rest;
ēsychasmós
ήσυχος ḗsychos
quite
αρκετά
fairly; quite; rather;
arketá
εντελώς
altogether; completely; quite;
entelṓs
quote
καθορίζω
determine; quote; specify;
kathorízō
παραθέτω parathétō
μνημονεύω mnēmoneúō
Rrace
ράτσα rátsa
radio
ράδιο rádio
rain
βροχή brochḗ
raise
αυξάνω
increase; raise;
auxánō
σηκώνω
lift; raise;
sēkṓnō
ανατρέφω anatréphō
αναστηλώνω anastēlṓnō
υψώνω
lift; raise;
ypsṓnō
range
διακυμαίνομαι diakymaínomai
εμβέλεια embéleia
φάσμα phásma
rare
rare
σπάνιος spánios
rarely
σπάνια spánia
rate
αναλογία analogía
τιμή
price; rate; value;
timḗ
rather
αρκετά
fairly; quite; rather;
arketá
κάπως
rather; somehow; somewhat;
kápōs
raw
ωμός ōmós
reach
απλώνω το χέρι aplṓnō to chéri
φτάνω
arrive; reach;
phtánō
react
αντιδρώ antidrṓ
reaction
αντίδραση antídrasē
read
διαβάζω diabázō
reading
διάβασμα diábasma
ready
έτοιμος étoimos
πανέτοιμος panétoimos
real
πραγματικός
actual; real;
pragmatikós
realistic
ρεαλιστικός realistikós
reality
πραγματικότητα pragmatikótēta
realize
υλοποιούμαι ylopoioúmai
really
αλήθεια
really; truth;
alḗtheia
πράγματικά prágmatiká
πράγματι
actually; really;
prágmati
reason
αιτία
cause; reason;
aitía
αιτιολογία aitiología
λόγος lógos
reasonable
λογικός
logical; reasonable;
logikós
receive
παραλαμβάνω paralambánō
λαμβάνω lambánō
recent
πρόσφατος prósphatos
recently
πρόσφατα prósphata
reception
αντίκρυσμα antíkrysma
γλέντι glénti
λήψη lḗpsē
ρεσεψιόν resepsión
υποδοχή
reception; welcome;
ypodochḗ
recipe
συνταγή
pension; recipe;
syntagḗ
recognition
αναγνώριση anagnṓrisē
recommend
προτείνω
propose; recommend; suggest;
proteínō
συνιστώ synistṓ
συστήνω
introduce; recommend;
systḗnō
record
ρεκόρ rekór
δίσκος
disk; record;
dískos
ηχογραφώ ēchographṓ
καταγράφω katagráphō
recording
ηχογράφηση ēchográphēsē
ηχοληψία ēcholēpsía
recover
ανακτώ anaktṓ
αναρρώνω anarrṓnō
επανακτώ epanaktṓ
red
κόκκινος kókkinos
reduce
περιορίζω
limit; reduce;
periorízō
ελαττώνω elattṓnō
μειώνω meiṓnō
refer
παραπέμπω parapémpō
αναφέρομαι anaphéromai
reference
αναγωγή anagōgḗ
αναφορά
account; mention; reference;
anaphorá
reflect
αντανακλώ antanaklṓ
αντικατοπτρίζω
mirror; reflect;
antikatoptrízō
refrigerator
ψυγείο psygeío
refuse
refuse
αρνούμαι arnoúmai
σκουπίδια
garbage; refuse;
skoupídia
register
καταχωρώ katachōrṓ
εγγράφομαι engráphomai
regret
μετανοίωνω metanoíōnō
λυπάμαι lypámai
λύπη lýpē
μεταμελούμαι metameloúmai
μετανιώνω metaniṓnō
regular
τακτικός taktikós
ομαλός omalós
regularly
τακτικά taktiká
relate
διηγούμαι
relate; tell;
diēgoúmai
related
συγγενικός syngenikós
συναφής synaphḗs
relationship
σχέση
association; connection; relationship;
schésē
relative
συγγενής syngenḗs
relatively
σχετικά schetiká
release
δημοσιεύω dēmosieúō
εκκρίνω ekkrínō
κυκλοφορώ
pass; release;
kyklophorṓ
λύτρωση lýtrōsē
βγάζω bgázō
relevant
σχετικός schetikós
relief
ανακούφιση anakoúphisē
αρωγή
help; relief;
arōgḗ
ανάγλυφος anáglyphos
εκτόνωση ektónōsē
relieve
ανακουφίζω anakouphízō
ξαλαφρώνω xalaphrṓnō
remain
παραμένω paraménō
remarkable
αξιοσημείωτος axiosēmeíōtos
remember
θυμάμαι thymámai
remind
υπενθυμίζω ypenthymízō
remote
ψυχρός
cool; remote;
psychrós
απομακρυσμένος apomakrysménos
απόκεντρος apókentros
απόμακρος apómakros
remove
απομακρύνω apomakrýnō
αφαιρώ aphairṓ
μετακομίζω
move; remove;
metakomízō
rent
ενοικιάζω enoikiázō
νοίκιασμα noíkiasma
νοίκι noíki
ενοίκιο enoíkio
repair
επισκευάζω episkeuázō
επισκευή episkeuḗ
repeat
επαναλαμβάνω epanalambánō
τα ξαναλέγω ta xanalégō
replace
αντικαθιστώ antikathistṓ
replacement
αντικατάσταση antikatástasē
αντικαταστάτης antikatastátēs
reply
αντίλογος
reply; response;
antílogos
απαντώ
answer; reply; respond;
apantṓ
ανταπαντώ antapantṓ
represent
αντιπροσωπεύω antiprosōpeúō
representative
αντιπρόσωπος antiprósōpos
παραστατικός parastatikós
republic
δημοκρατία dēmokratía
reputation
φήμη phḗmē
request
ζητώ
demand; request;
zētṓ
παρακαλώ
please; request;
parakalṓ
παράκληση paráklēsē
require
απαιτώ
demand; exact; require;
apaitṓ
χρειάζομαι
need; require;
chreiázomai
research
research
έρευνα
research; survey;
éreuna
reserve
εφεδρεία ephedreía
παρακρατώ
reserve; stock;
parakratṓ
εφεδρικός ephedrikós
παρακαταθήκη parakatathḗkē
resident
κάτοικος kátoikos
μόνιμος mónimos
resist
αντιστέκομαι antistékomai
resolve
διευθετώ dieuthetṓ
διασκέπτομαι diasképtomai
αποφασίζω
decide; determine; resolve; rule;
apophasízō
λύνω
resolve; solve;
lýnō
resort
θέρετρο théretro
καταφεύγω σε katapheúgō se
resource
πόροι póroi
respect
σέβομαι sébomai
σεβαμός sebamós
σεβασμός
consideration; respect;
sebasmós
respond
απαντώ
answer; reply; respond;
apantṓ
response
απάντηση
answer; response;
apántēsē
αντίλογος
reply; response;
antílogos
responsibility
ευθύνη euthýnē
responsible
αρμόδιος armódios
υπεύθυνος ypeúthynos
rest
ραχάτι racháti
υπόλοιπος ypóloipos
ξεκουράζομαι xekourázomai
ησυχασμός
peace; quiet; rest;
ēsychasmós
restaurant
εστιατόριο estiatório
result
αποτέλεσμα
effect; result;
apotélesma
result
έκβαση
outcome; result;
ékbasē
επίπτωση
consequence; result;
epíptōsē
retain
κρατώ
hold; keep; retain;
kratṓ
παρακρστώ parakrstṓ
διατηρώ
maintain; retain;
diatērṓ
συγκατακρατώ synkatakratṓ
retire
αποσύρομαι aposýromai
return
γυρίζω gyrízō
επιστρέφω epistréphō
επιστροφή epistrophḗ
μετεπιστροφής metepistrophḗs
reveal
αποκαλύπω apokalýpō
διαφαίνομαι
appear; reveal;
diaphaínomai
αποκαλύπτω apokalýptō
revenue
έσοδο ésodo
εισόδημα
income; revenue;
eisódēma
review
αναθεωρώ anatheōrṓ
ανασκόπηση
review; survey;
anaskópēsē
ανασκοπώ anaskopṓ
κριτική
criticism; review;
kritikḗ
reward
αμοιβή
fee; reward;
amoibḗ
ανταμοιβή antamoibḗ
rice
ρύζι rýzi
rich
πλούσιος ploúsios
rid
απαλλάσσω apallássō
ride
ατραξιόν atraxión
βόλτα bólta
ιππεύω ippeúō
ποδηλατώ
cycle; ride;
podēlatṓ
right
δεξιός dexiós
δικαίωμα dikaíōma
σωστός
correct; proper; right;
sōstós
ring
δακτυλίδι daktylídi
δαχτυλίδι dachtylídi
μάτι
eye; ring;
máti
παλαίστρα palaístra
τηλεφωνώ
call; ring; telephone;
tēlephōnṓ
rip
σκίζω
rip; tear;
skízō
rise
σηκώνομαι sēkṓnomai
ορθώνομαι orthṓnomai
αύξηση
increase; rise;
aúxēsē
ανατέλλω anatéllō
αυξάνομαι
grow; rise;
auxánomai
risk
αποτολμώ apotolmṓ
διακυβεύω diakybeúō
ριψοκινδυνεύω ripsokindyneúō
river
ποτάμι potámi
road
δρόμος
road; street;
drómos
rock
κουνώ
rock; shake; swing;
kounṓ
λικνίζω liknízō
πέτρα pétra
ροκ rok
role
ρόλος rólos
roll
κυλώ kylṓ
ψωμάκι psōmáki
κύλινδρος kýlindros
roof
σκεπή skepḗ
στεγή stegḗ
ταράτσα tarátsa
οροφή orophḗ
room
δωμάτιο dōmátio
χώρος
room; space;
chṓros
rope
σκοινί skoiní
rough
τραχύς trachýs
σκληρός
hard; rough; tough;
sklērós
πρόχειρος prócheiros
roughly
πρόχειρα prócheira
round
γύρος
round; tour;
gýros
περιοδεία periodeía
στρογγυλός strongylós
routine
ρουτίνα routína
row
καβγάς kabgás
σειρά
row; turn;
seirá
κοπηλατώ kopēlatṓ
κωπηλατώ kōpēlatṓ
royal
βασιλικός basilikós
ηγεμονικός ēgemonikós
rub
τρίβω tríbō
ruin
ρήμαγμα rḗmagma
χαλώ chalṓ
δηώνω dēṓnō
χαντακώνω chantakṓnō
rule
αποφασίζω
decide; determine; resolve; rule;
apophasízō
βασιλεύω basileúō
διέπω diépō
ιθύνω ithýnō
κανόνας kanónas
run
τρέχω
run; rush; speed;
tréchō
rush
τρέχω
run; rush; speed;
tréchō
ορμώ
pour; rush;
ormṓ
ορμή
impact; rush;
ormḗ
βιάζομαι
hurry; rush;
biázomai
βιασύνη
hurry; rush;
biasýnē
Ssad
λυπημένος lypēménos
safe
χρηματοκιβώτιο chrēmatokibṓtio
ασφαλής
safe; secure;
asphalḗs
safety
safety
ασφάλεια
insurance; safety; security;
aspháleia
sail
αποπλέω apopléō
πανί paní
πλέω pléō
salad
σαλάτα saláta
salary
μισθός misthós
sale
πώληση pṓlēsē
salt
αλάτι aláti
same
ίδιος ídios
sample
δοκιμάζω
sample; try;
dokimázō
γεύομαι
sample; taste;
geúomai
δείγμα deígma
sand
άμμος ámmos
sandwich
σάντουιτς sántouits
satisfaction
ικανοποίηση ikanopoíēsē
αρέσκεια
pleasure; satisfaction;
aréskeia
save
εκτός ektós
διασώζω diasṓzō
αποταμιεύω apotamieúō
απόκρουση apókrousē
αποκρούω apokroúō
savings
αποταμιεύσεις apotamieúseis
say
λέω
say; tell;
léō
scale
κλίμακα klímaka
κλίμακας klímakas
κλιμάκωση klimákōsē
λέπι lépi
scared
τρομαγμένος tromagménos
scene
σκηνή
scene; stage;
skēnḗ
τοπίο
landscape; scene;
topío
schedule
schedule
πρόγραμμα
program; project; schedule; scheme;
prógramma
προγραμματίζω programmatízō
scheme
πρόγραμμα
program; project; schedule; scheme;
prógramma
school
σχολείο scholeío
science
επιστήμη epistḗmē
score
εικοσαριά eikosariá
σκορ skor
σκοράρω skorárō
scratch
γρατσουνίζω gratsounízō
ξύνω xýnō
γρατσουνιά gratsouniá
αμυχή amychḗ
screen
οθώνη othṓnē
παραβάν parabán
εξετάζω
examine; screen;
exetázō
screw
γαμώ gamṓ
βίδα bída
βιδώνω bidṓnō
γαμήσι gamḗsi
script
σενάριο senário
sea
θάλασσα thálassa
πέλαγος pélagos
search
αναζήτηση anazḗtēsē
season
περιόδος
age; period; season; session;
periódos
περίοδος
period; season;
períodos
περίοδο período
νοστιμίζω nostimízō
εποχή
age; season;
epochḗ
seat
κάθισμα káthisma
καθίζω kathízō
second
δευτερόλεπτο deuterólepto
δεύτερον deúteron
δεύτερος deúteros
secret
μυστικός mystikós
secret
απόρρητος apórrētos
μυστικό mystikó
section
τομή tomḗ
τμήμα tmḗma
secure
ασφαλής
safe; secure;
asphalḗs
ασφαλίζω asphalízō
διασφαλίζω diasphalízō
εδραιώνω edraiṓnō
security
ασφάλεια
insurance; safety; security;
aspháleia
αντίκρισμα
guarantee; security;
antíkrisma
see
βλέπω
see; watch;
blépō
επισκοπική έδρα episkopikḗ édra
seek
αναζητώ anazētṓ
ψάχνω psáchnō
seem
φαίνομαι
appear; look; seem;
phaínomai
select
διαλέγω
choose; pick; select;
dialégō
selection
επιλογή
choice; option; selection;
epilogḗ
sell
εκποιώ ekpoiṓ
πουλώ poulṓ
send
στέλνω stélnō
senior
μεγαλύτερος megalýteros
πρεσβύτερος presbýteros
sense
νόημα nóēma
σωφροσύνη sōphrosýnē
αίσθηση aísthēsē
αίσθημα
feeling; sense;
aísthēma
αισθάνομαι
feel; sense;
aisthánomai
sensitive
ευαίσθητος euaísthētos
sentence
καταδικάζω katadikázō
καταδίκη katadíkē
πρόταση
proposal; sentence; suggestion;
prótasē
separate
χωριστός chōristós
ιδιαίτερος
private; separate;
idiaíteros
ξεχωριστός xechōristós
χωρίζω
divide; part; separate;
chōrízō
serious
σοβαρός
serious; severe;
sobarós
seriously
βαριά bariá
σοβαρά sobará
serve
υπηρετώ ypēretṓ
service
υπηρεσία
agency; service;
ypēresía
εξυπηρέτηση exypērétēsē
ρουσφέτι rousphéti
σέρβις sérbis
session
περιόδος
age; period; season; session;
periódos
ώρα
hour; session; time;
ṓra
set
καθορισμένος kathorisménos
σετ set
τοποθ topoth
τοποθετώ
install; place; position; put; set;
topothetṓ
setting
περιβάλλον
environment; setting;
peribállon
settle
εγκαθίσταμαι enkathístamai
κανονίζω kanonízō
several
αρκετές arketés
αρκετοί arketoí
severe
αυστηρός
severe; strict;
austērós
δριμύς
bitter; severe;
drimýs
σέρτικος sértikos
σοβαρός
serious; severe;
sobarós
sex
έρωτας
love; sex;
érōtas
σεξ sex
φύλο phýlo
sexual
σεξουαλικός sexoualikós
shake
shake
κουνώ
rock; shake; swing;
kounṓ
σαλεύω
move; shake;
saleúō
σείω seíō
ταράζω tarázō
shall
θα tha
shame
κρίμα kríma
ντροπή ntropḗ
shape
διαμορφώνω diamorphṓnō
μορφώνω morphṓnō
σχήμα schḗma
σχηματίζω schēmatízō
share
μοίρα
lot; share; split;
moíra
μοιράζομαι moirázomai
μοιρά
share; split;
moirá
κλήρος
lot; share;
klḗros
μοιράζω
deal; distribute; share; split;
moirázō
sharp
αιφνίδιος
sharp; sudden;
aiphnídios
κοφτερός kophterós
μυτερός myterós
οξυδερκής oxyderkḗs
she
αυτή
her; she; this;
autḗ
shelter
καταφεύγω katapheúgō
σταλός
pen; shelter;
stalós
προστατεύω
protect; shelter;
prostateúō
καταφύγιο kataphýgio
shift
αλλάζω
change; shift; switch;
allázō
μετακινώ metakinṓ
μετατοπίζω metatopízō
shine
λάμπω lámpō
ship
πλοίο ploío
πλοίo ploío
shirt
πουκάμισο poukámiso
φανέλα phanéla
shock
κραδασμός kradasmós
κρούση
impact; shock;
kroúsē
σοκ sok
shoe
πεταλώνω petalṓnō
παπούτσι papoútsi
shoot
πυροβολώ
fire; shoot; shot;
pyrobolṓ
βλαστός blastós
εκτινάσσω ektinássō
shop
μαγαζί
shop; store;
magazí
προδίδω prodídō
ψωνίζω psōnízō
shopping
ψώνια psṓnia
short
κοντός kontós
shot
πυροβόλησα pyrobólēsa
σκάγια skágia
πυροβολισμός pyrobolismós
πυροβολώ
fire; shoot; shot;
pyrobolṓ
should
θα έπρεπε tha éprepe
shoulder
σπάλα spála
ώμος ṓmos
show
δείχνω
display; indicate; point; show;
deíchnō
σόου sóou
εμφαίνω
indicate; show;
emphaínō
παράσταση
performance; show;
parástasē
shower
επιδαψιλεύω epidapsileúō
μπόρα mpóra
ντους ntous
sick
άρρωστος
ill; sick;
árrōstos
side
μεριά meriá
πλευρά
aspect; side;
pleurá
sign
πίνακας
notice; sign; table;
pínakas
sign
σήμα
sign; signal;
sḗma
σύνθημα
sign; signal;
sýnthēma
ταμπέλα tampéla
υπογράφω ypográphō
signal
σήμα
sign; signal;
sḗma
σινίαλο siníalo
γνέφω gnéphō
ανοίγω φλας anoígō phlas
σύνθημα
sign; signal;
sýnthēma
νεύω neúō
signature
υπογραφή ypographḗ
significant
σημαντικός
important; major; significant;
sēmantikós
significantly
σημαντικά sēmantiká
silly
ανόητος anóētos
χαζός
silly; stupid;
chazós
silver
ασημί asēmí
ασημένιος asēménios
similar
παρόμοιος parómoios
similarly
παρομοίως paromoíōs
simply
απλά aplá
απλώς
merely; simply;
aplṓs
since
εφόσον
for; since;
ephóson
αφού aphoú
από
by; from; of; since; than;
apó
sing
τραγουδώ tragoudṓ
singer
τραγουδιστής tragoudistḗs
τραγουδίστρια tragoudístria
single
μονός
odd; single;
monós
μόνος
alone; lonely; single;
mónos
μονόκλινος monóklinos
ένας μόνος énas mónos
single
ανύπαντρος anýpantros
sink
βυθίζω bythízō
ναυαγώ nauagṓ
νεροχύτης nerochýtēs
βυθίζομαι bythízomai
sir
κύριε kýrie
sister
αδελφή adelphḗ
αδερφή aderphḗ
sit
κάθομαι káthomai
site
τόπος
place; site;
tópos
situation
θέση
position; situation; status;
thésē
κατάσταση
condition; situation; state; statement; status;
katástasē
size
μέγεθος mégethos
skill
φιλοτεχνία philotechnía
επιδεξιότητα epidexiótēta
ικανότητα
ability; skill;
ikanótēta
τέχνη
art; skill;
téchnē
skin
προβιά probiá
γδέρνω gdérnō
δέρμα dérma
skirt
φούστα phoústa
sky
ουρανός ouranós
sleep
κοιμάμαι koimámai
τσίμπλα tsímpla
ύπνος ýpnos
slice
κόβω σε φέτες kóbō se phétes
φέτα phéta
slide
γλιστρώ
slide; slip;
glistrṓ
τσουλήθρα tsoulḗthra
slight
ελαφρύς
light; slight;
elaphrýs
θίγω thígō
μικρός
little; minor; slight; small; young;
mikrós
slight
προσβάλλω prosbállō
slightly
ελαφρώς elaphrṓs
λίγο
little; slightly;
lígo
slip
γλιστρώ
slide; slip;
glistrṓ
ολίσθημα olísthēma
παραδρομή paradromḗ
γλίστρημα glístrēma
slow
βραδύς bradýs
slowly
σιγά-σιγά sigá-sigá
αργά
late; slowly;
argá
σιγά sigá
small
μικρός
little; minor; slight; small; young;
mikrós
smart
κομψός kompsós
smell
μυρίζω myrízō
μυρωδιά myrōdiá
οσφαίνομαι osphaínomai
smile
χαμόγελο chamógelo
χαμογελώ chamogelṓ
smoke
καπνίζω kapnízō
καπνοί kapnoí
καπνός kapnós
smooth
λεiος leios
λείος leíos
snow
χιόνι chióni
χιονίζω chionízō
so
τόσο tóso
έτσι étsi
society
κοινωνία koinōnía
sock
κάλτσα káltsa
soft
μαλακός malakós
software
λογισμικό logismikó
soil
μαγαρίζω magarízō
solid
solid
συμπαγής sympagḗs
στερεά (τροφή) stereá (trophḗ)
στερεός
solid; substantial;
stereós
solution
διάλυμα diályma
λύση lýsē
solve
λύνω
resolve; solve;
lýnō
some
λίγοι
few; some;
lígoi
μερικοί merikoí
μερικός merikós
somebody
κάποιος
somebody; someone;
kápoios
somehow
κάπως
rather; somehow; somewhat;
kápōs
someone
κάποιος
somebody; someone;
kápoios
something
κάτι káti
sometimes
μερικές φορές merikés phorés
somewhat
κάπως
rather; somehow; somewhat;
kápōs
somewhere
κάπου kápou
son
γιός giós
καμάρι
pride; son;
kamári
υιός yiós
song
τραγούδι tragoúdi
soon
σύντομα
briefly; soon;
sýntoma
σύντομος
brief; soon;
sýntomos
sorry
συγγνώμη syngnṓmē
sort
είδος
kind; sort; strain; type;
eídos
ξεδιαλέγω xedialégō
τακτοποιώ taktopoiṓ
τύπος
guy; sort; version;
týpos
sound
ακούομαι akoúomai
sound
φωνή
sound; voice; volume;
phōnḗ
ήχος ḗchos
γερός gerós
soup
σούπα soúpa
source
πηγή pēgḗ
south
νότος nótos
southern
μεσημβρινός mesēmbrinós
νότιος nótios
space
διάστημα
period; space; spell;
diástēma
χώρος
room; space;
chṓros
spare
περισσεύω perisseúō
φείδωμαι pheídōmai
χαρίζω charízō
περισσευούμενος perisseuoúmenos
speak
κρένω krénō
μιλώ
speak; talk;
milṓ
speaker
ομιλητής omilētḗs
specific
συγκεκριμένος
particular; specific;
synkekriménos
specifically
συγκεκριμένα synkekriména
specify
καθορίζω
determine; quote; specify;
kathorízō
speed
επισπεύδω epispeúdō
ταχύτητα
gear; speed;
tachýtēta
τρέχω
run; rush; speed;
tréchō
φόρα
pace; speed;
phóra
spell
διάστημα
period; space; spell;
diástēma
συλλαβίζω syllabízō
ξόρκι xórki
ορθογραφώ orthographṓ
spend
ξοδεύω xodeúō
spirit
πνεύμα pneúma
spiritual
πνευματικός
mental; spiritual;
pneumatikós
split
μοιρά
share; split;
moirá
σχίσιμο schísimo
μοιράζω
deal; distribute; share; split;
moirázō
διχοτομία dichotomía
μοίρα
lot; share; split;
moíra
sport
σπορ spor
spot
σπυρί spyrí
βούλα boúla
εντοπίζω entopízō
μέρος
place; spot;
méros
spray
αφρός aphrós
ψεκάζω psekázō
spread
απλώνω aplṓnō
διαδίδω diadídō
επέκταση
extension; spread;
epéktasē
παίρνω έκταση paírnō éktasē
φουντώνω phountṓnō
spring
άνοιξη ánoixē
εκτινάσσομαι ektinássomai
αναπηδώ anapēdṓ
square
τετράγωνο tetrágōno
πλατεία plateía
stable
στάβλος stáblos
σταθερός
consistent; firm; stable;
statherós
staff
προσωπικό prosōpikó
stage
σκηνοθετώ
direct; stage;
skēnothetṓ
στάδιο
leg; stage;
stádio
σκηνή
scene; stage;
skēnḗ
ανεβάζω anebázō
φάση
phase; stage;
phásē
stand
εξέδρα
platform; stand;
exédra
στέκομαι stékomai
star
αστέρι astéri
πρωταγωνιστής prōtagōnistḗs
start
αρχή
beginning; principle; start;
archḗ
ξεκινώ xekinṓ
ξεκίνηση xekínēsē
ξεκίνημα xekínēma
αρχίζω
begin; start;
archízō
έναρξη
beginning; start;
énarxē
state
δηλώνω dēlṓnō
κατάσταση
condition; situation; state; statement; status;
katástasē
κρατίδιο kratídio
κράτος krátos
statement
δήλωση dḗlōsē
κατάσταση
condition; situation; state; statement; status;
katástasē
station
σταθμός stathmós
status
θέση
position; situation; status;
thésē
κατάσταση
condition; situation; state; statement; status;
katástasē
stay
μένω
live; stay;
ménō
steak
μπριζόλα mprizóla
steal
βουτώ boutṓ
κλέβω klébō
step
βήμα
pace; step;
bḗma
βηματίζω bēmatízō
διάβημα
action; step;
diábēma
stick
κολλώ kollṓ
παλούκι paloúki
χώνω chṓnō
still
ακίνητος akínētos
ήρεμος
calm; still;
ḗremos
γαλήνιος galḗnios
ακόμα
even; still; yet;
akóma
αποστακτήριο apostaktḗrio
stock
stock
απόθεμα apóthema
παρακρατώ
reserve; stock;
parakratṓ
stomach
στομάχι stomáchi
storage
αποθήκευση apothḗkeusē
store
μαγαζί
shop; store;
magazí
βάζω
apply; pour; put; store;
bázō
αποθηκεύω apothēkeúō
storm
θύελλα thýella
καταιγίδα kataigída
τρικυμία trikymía
story
ιστορία
story; tale;
istoría
παραμύθι paramýthi
straight
ευθύς euthýs
ίσιος
equal; straight;
ísios
strain
είδος
kind; sort; strain; type;
eídos
ένταση
strain; tension;
éntasē
ζόρι zóri
στραμπουλίζω
strain; twist;
strampoulízō
τεντώνω
strain; stretch;
tentṓnō
διηθώ diēthṓ
strange
παράξενος paráxenos
περίεργος
curious; funny; strange;
períergos
strategy
στρατηγική stratēgikḗ
street
δρόμος
road; street;
drómos
οδός odós
strength
ρώμη rṓmē
stress
τονίζω
highlight; stress;
tonízō
τόνος
stress; tone;
tónos
στρες stres
άγχος ánchos
stretch
stretch
τεζάρω
die; stretch;
tezárō
τεντώνομαι tentṓnomai
τεντώνω
strain; stretch;
tentṓnō
εκτείνομαι
extend; stretch;
ekteínomai
strict
αυστηρός
severe; strict;
austērós
strike
απεργώ apergṓ
χτυπώ
beat; hit; hurt; strike;
chtypṓ
απεργία apergía
χτυπήμα
blow; strike;
chtypḗma
κάνω εντύπωση kánō entýpōsē
string
σπάγγος spángos
χορδή chordḗ
strip
γυμνώνω gymnṓnō
εκδύω ekdýō
γδύνω gdýnō
γδύνομαι gdýnomai
λουρίδα lourída
stroke
εγκεφαλικό enkephalikó
θωπεύω thōpeúō
χαιδεύω chaideúō
χαϊδεύω chaïdeúō
χτύπημα
blow; stroke;
chtýpēma
strong
δυνατός
powerful; strong;
dynatós
strongly
δυνατά dynatá
structure
δομή domḗ
struggle
αγωνίζομαι agōnízomai
αγώνας
match; struggle;
agṓnas
student
φοιτητής phoitētḗs
φοιτήτρια phoitḗtria
study
γραφείο
office; study;
grapheío
μελέτη
study; survey;
melétē
μελετώ meletṓ
σπουδάζω spoudázō
study
σπουδές spoudés
stuff
πράμα práma
stupid
βλαμμένος blamménos
χαζός
silly; stupid;
chazós
style
στύλος stýlos
ύφος ýphos
στυλ styl
ρυθμός
pace; style;
rythmós
στύλ stýl
subject
αντικείμενο
object; subject;
antikeímeno
θέμα
issue; matter; subject; theme; topic;
théma
υπήκοος ypḗkoos
υποκείμενο ypokeímeno
submit
υποβάλλω
file; submit;
ypobállō
υποστηρίζω
back; maintain; submit;
ypostērízō
παραδίδομαι paradídomai
υποτάσσομαι ypotássomai
substance
ουσία
matter; substance;
ousía
substantial
αξιόλογος axiólogos
ουσιαστικός ousiastikós
στερεός
solid; substantial;
stereós
succeed
επιτυγχάνω epitynchánō
πετυχαίνω petychaínō
success
επιτυχία epitychía
successful
πετυχυμένος petychyménos
πετυχημένος petychēménos
επιτυχημένος epitychēménos
successfully
επιτυχημένα epitychēména
με επιτυχία me epitychía
such
τέτοιος tétoios
τόσος tósos
suck
θηλάζω thēlázō
ουφώ ouphṓ
γλείφω gleíphō
suck
ρουφώ rouphṓ
sudden
αιφνίδιος
sharp; sudden;
aiphnídios
ξαφνικός xaphnikós
suddenly
αιφνιδιαστικά aiphnidiastiká
ξαφνικά xaphniká
suffer
πάσχω páschō
υποφέρω
bear; suffer;
ypophérō
παθαίνω pathaínō
sufficient
επαρκής eparkḗs
sugar
ζάχαρη zácharē
suggest
προτείνω
propose; recommend; suggest;
proteínō
suggestion
πρόταση
proposal; sentence; suggestion;
prótasē
suit
εξυπηρετώ exypēretṓ
κοστούμι kostoúmi
βολεύω boleúō
αρμόζω
become; suit;
armózō
ταιριάζω με tairiázō me
suitable
βολικός
comfortable; suitable;
bolikós
κατάλληλος
appropriate; suitable;
katállēlos
πρόσφορος prósphoros
summer
θερινός therinós
καλοκαίρι kalokaíri
sun
ήλιος ḗlios
super
σούπερ soúper
supermarket
σούπερ μάρκετ soúper márket
supply
παρέχω
provide; supply;
paréchō
παροχή parochḗ
προμήθεια promḗtheia
χορήγηση
administration; issue; supply;
chorḗgēsē
support
στήριγμα stḗrigma
συμπαράσταση symparástasē
support
βοήθεια
help; support;
boḗtheia
υποστήριγμα ypostḗrigma
suppose
υποθέτω
assume; suppose;
ypothétō
υποτίθεται ypotíthetai
sure
σίγουρος
certain; confident; sure;
sígouros
surgery
ιατρείο iatreío
surprise
έκπληξη ékplēxē
surprised
έκπληκτος ékplēktos
surround
περικυκλώνω perikyklṓnō
πλαισίωση plaisíōsē
πλαισιώνω
frame; surround;
plaisiṓnō
survey
ανασκόπηση
review; survey;
anaskópēsē
έρευνα
research; survey;
éreuna
μελέτη
study; survey;
melétē
survive
επιζώ epizṓ
suspect
υποπτεύομαι ypopteúomai
suspicious
καχύποπτος kachýpoptos
ύποπτος ýpoptos
sweet
ηδύς ēdýs
καραμέλα
candy; sweet;
karaméla
γλυκός glykós
swim
κολυμπώ kolympṓ
swimming
κολύμπι kolýmpi
swing
κούνια koúnia
κουνώ
rock; shake; swing;
kounṓ
switch
αλλαγή allagḗ
διακόπτης diakóptēs
αλλάζω
change; shift; switch;
allázō
system
σύστημα sýstēma
Ttable
πίνακας
notice; sign; table;
pínakas
τραπέζι trapézi
tackle
αντιμετωπίζω
face; tackle;
antimetōpízō
κάνω τάκλινγκ kánō táklinnk
take
παίρνω
get; take;
paírnō
tale
ιστορία
story; tale;
istoría
μύθος mýthos
talk
μιλώ
speak; talk;
milṓ
ομιλία omilía
tall
ψηλός
high; tall;
psēlós
tank
άρμα μάχης árma máchēs
δεξαμενή dexamenḗ
τανκς tanks
tap
βρύση brýsē
χτυπώ ελαφρά chtypṓ elaphrá
παρακεντώ parakentṓ
target
στοχεύω stocheúō
στόχος stóchos
task
άθλος áthlos
δουλειά
assignment; business; job; task; work;
douleiá
καθήκον
duty; task;
kathḗkon
taste
γεύομαι
sample; taste;
geúomai
γεύση geúsē
γούστο goústo
tax
προβληματίζω problēmatízō
φορολογώ phorologṓ
φόρος phóros
tea
τσάι tsái
teach
διδάσκω didáskō
teacher
teacher
καθηγητής
professor; teacher;
kathēgētḗs
καθηγήτρια kathēgḗtria
δασκάλα daskála
δάσκαλος dáskalos
team
ομάδα
group; team;
omáda
tear
δάκρυ dákry
σκίζω
rip; tear;
skízō
σχίζω schízō
technology
τεχνολογία technología
telephone
τηλέφωνο tēléphōno
τηλεφωνώ
call; ring; telephone;
tēlephōnṓ
television
τηλεόραση tēleórasē
tell
αφηγούμαι aphēgoúmai
διηγούμαι
relate; tell;
diēgoúmai
λέω
say; tell;
léō
ξεχωρίζω xechōrízō
temperature
πυρετός pyretós
θερμοκρασία thermokrasía
temporary
προσωρινός prosōrinós
πρόσκαιρος próskairos
tend
επιμελούμαι epimeloúmai
περιποιούμαι peripoioúmai
tennis
τένις ténis
tension
ένταση
strain; tension;
éntasē
term
όρος
mountain; term;
óros
τρίμηνο trímēno
διορία dioría
terrible
φοβερός phoberós
τρομερός tromerós
terribly
απαίσια apaísia
test
ελέγχω
check; test;
elénchō
text
κείμενο
passage; text;
keímeno
than
από
by; from; of; since; than;
apó
thank
ευχαριστώ
please; thank; thanks;
eucharistṓ
thanks
ευχαριστώ
please; thank; thanks;
eucharistṓ
that
εκείνος ekeínos
που
that; where;
pou
the
το to
η ē
ο o
οι oi
τα ta
their
ο δικός τους o dikós tous
them
αυτές
them; these; they;
autés
αυτούς autoús
αυτά
them; these; they;
autá
theme
θέμα
issue; matter; subject; theme; topic;
théma
themselves
αυτοί οι ίδιο autoí oi ídio
then
έπειτα
after; then;
épeita
μετά
after; next; then;
metá
τότε tóte
εν συνέχεια en synécheia
theory
θεωρία theōría
there
εκεί ekeí
therefore
άραγε árage
γιαυτό giautó
these
αυτές
them; these; they;
autés
αυτοί
these; they;
autoí
αυτά
them; these; they;
autá
they
they
αυτές
them; these; they;
autés
αυτοί
these; they;
autoí
αυτά
them; these; they;
autá
thick
πυκνός pyknós
thin
λεπτός leptós
ψιλός psilós
ισχνός ischnós
αραιώνω araiṓnō
αραιός araiós
λιγνός lignós
thing
πράγμα
item; thing;
prágma
think
νομίζω nomízō
σκέπτομαι sképtomai
σκέφτομαι sképhtomai
this
αυτή
her; she; this;
autḗ
αυτό
it; this;
autó
αυτός
he; this;
autós
those
εκείνα ekeína
εκείνες ekeínes
εκείνοι ekeínoi
though
αν και
although; though;
an kai
μολονότι molonóti
thought
σκέψη
consideration; thought;
sképsē
σκεφτόμουν skephtómoun
νόμιζα nómiza
three
τρία tría
τρείς treís
throat
λαιμός
neck; throat;
laimós
through
δια μέσου dia mésou
διά μέσου diá mésou
διαμέσου diamésou
throughout
σε ολόκληρη se olóklērē
σε ολόκληρο se olóklēro
throw
πετώ
dump; fly; throw;
petṓ
ρίχνω
drop; dump; pour; throw;
ríchnō
πέταγμα pétagma
ticket
εισιτήριο eisitḗrio
tie
γραβάτα grabáta
δένω dénō
tight
σφιχτός sphichtós
στενός
narrow; tight;
stenós
till
ταμείο tameío
μέχρι
till; until;
méchri
time
καιρός
time; weather;
kairós
φορά phorá
χρόνος
time; year;
chrónos
ώρα
hour; session; time;
ṓra
tiny
τοσοδούλης tosodoúlēs
μικροσκοπικός
minute; tiny;
mikroskopikós
tip
ρεγάλο regálo
πουρμπουάρ pourmpouár
αιχμή
point; tip;
aichmḗ
ποδοκόπι podokópi
tired
κουρασμένος kourasménos
title
τίτλος títlos
to
προς
to; towards;
pros
σε
at; in; on; to; upon;
se
today
σήμερα
currently; today;
sḗmera
together
μαζί
together; with;
mazí
tomorrow
αύριο aúrio
tone
ατμόσφαιρα
air; atmosphere; tone;
atmósphaira
tone
τόνος
stress; tone;
tónos
tongue
γλώσσα
language; tongue;
glṓssa
tonight
απόψε apópse
too
επίσης
also; too;
epísēs
tool
εργαλείο
implement; tool;
ergaleío
ψωλή psōlḗ
tooth
δόντι dónti
top
κορυφαίος
leading; top;
koryphaíos
κορυφή
peak; top;
koryphḗ
topic
θέμα
issue; matter; subject; theme; topic;
théma
total
σύνολο sýnolo
ολικός
full; total;
olikós
touch
συγκινώ
affect; move; touch;
synkinṓ
πινελιά pineliá
εγγίζω engízō
αγγίζω angízō
tough
δύσκολος
difficult; hard; tough;
dýskolos
σκληρός
hard; rough; tough;
sklērós
σκληροτράχηλος sklērotráchēlos
tour
ταξίδι taxídi
γύρος
round; tour;
gýros
περιοδεύω periodeúō
tourist
τουρίστας tourístas
τουριστικός touristikós
towards
προς
to; towards;
pros
towel
πετσέτα petséta
tower
πύργος pýrgos
town
town
πόλη
city; town;
pólē
track
μονοπάτι
path; track;
monopáti
ίχνη íchnē
ανιχνεύω anichneúō
πίστα písta
trade
εμπόριο empório
επάγγελμα
profession; trade;
epángelma
επιτήδευμα epitḗdeuma
tradition
παράδοση
delivery; tradition;
parádosē
traditional
παραδοσιακός paradosiakós
traffic
δοσοληψία dosolēpsía
κυκλοφορία kyklophoría
train
εκπαιδεύω ekpaideúō
προγυμνάζομαι progymnázomai
τρένο tréno
αμαξοστοιχία amaxostoichía
trainer
εκπαιδευτής ekpaideutḗs
προπονητής
coach; trainer;
proponētḗs
training
εκπαίδευση ekpaídeusē
προπόνηση propónēsē
προπονούμενος proponoúmenos
transition
μετάβαση metábasē
translate
μεταφράζω metaphrázō
travel
ταξιδεύω taxideúō
treat
μεταχειρίζομαι
handle; treat;
metacheirízomai
θεραπεύω therapeúō
κέρασμα kérasma
κερνώ kernṓ
tree
δέντρο déntro
trick
κομπίνα kompína
ξεγελώ xegelṓ
τρικ trik
κόλπο kólpo
trip
trip
ταξιδάκι taxidáki
πεδικλώνω pediklṓnō
trouble
φασαρία phasaría
ταλαιπωρία talaipōría
ενοχλώ
bother; trouble;
enochlṓ
μπελάς mpelás
true
αληθής alēthḗs
trust
εμπιστεύομαι empisteúomai
εμπιστοσύνη
confidence; trust;
empistosýnē
truth
αλήθεια
really; truth;
alḗtheia
try
δοκιμάζω
sample; try;
dokimázō
εκδικάζω ekdikázō
προσπαθώ
attempt; try;
prospathṓ
tune
κουρδίζω
tune; wind;
kourdízō
μελωδία melōdía
turn
στροφή
bend; turn; twist;
strophḗ
σειρά
row; turn;
seirá
στρίβω stríbō
twice
δυο φορές dyo phorés
twist
καμπή kampḗ
πλοκή plokḗ
στραμπουλίζω
strain; twist;
strampoulízō
στροφή
bend; turn; twist;
strophḗ
διαστροφή diastrophḗ
two
δυο dyo
type
δακτυλογραφώ daktylographṓ
είδος
kind; sort; strain; type;
eídos
typical
τυπικός typikós
Uugly
άσχημος
bad; ugly;
áschēmos
ultimately
τελικά
eventually; finally; ultimately;
teliká
uncle
θείος theíos
under
κάτω από
below; under;
kátō apó
understand
κατανοώ
appreciate; understand;
katanoṓ
καταλαβαίνω katalabaínō
understanding
κατανόηση katanóēsē
unfortunately
δυστυχώς dystychṓs
unhappy
δυστυχισμένος dystychisménos
union
ένωση énōsē
σωματειακός sōmateiakós
unique
μοναδικός monadikós
unit
μονάδα monáda
united
ηνωμένος ēnōménos
university
πανεπιστήμιο panepistḗmio
unless
εκτός κιαν ektós kian
εξόν κι΄αν exón ki΄an
εκτός εάν ektós eán
unlikely
απίθανος
great; unlikely;
apíthanos
until
μέχρι
till; until;
méchri
ώσπου ṓspou
up
πάνω
over; up;
pánō
άνω
above; up; upper;
ánō
upon
πάνω σε
on; upon;
pánō se
σε
at; in; on; to; upon;
se
upper
άνω
above; up; upper;
ánō
upset
αναστατώνω anastatṓnō
στενοχωρώ πολύ stenochōrṓ polý
upset
ταραγμένος taragménos
upstairs
στο πάνω όροφο sto pánō óropho
us
εμάς emás
use
χρήση
application; use;
chrḗsē
χρησιμοποιώ
employ; use;
chrēsimopoiṓ
useful
χρήσιμος chrḗsimos
user
χρήστης chrḗstēs
usual
συνήθης synḗthēs
usually
συνήθως synḗthōs
Vvacation
διακοπές
holiday; vacation;
diakopés
valuable
τιμαλφής timalphḗs
πολύτιμος polýtimos
value
τιμή
price; rate; value;
timḗ
εκτιμώ
appreciate; value;
ektimṓ
αξία axía
variation
παραλλαγή
change; variation;
parallagḗ
variety
ποικιλία poikilía
various
διάφορα diáphora
διάφορος diáphoros
vary
ποικίλλω poikíllō
παραλλάζω
change; vary;
parallázō
vast
απέραντος apérantos
τεράστιος
huge; massive; vast;
terástios
vegetable
λαχανικό lachanikó
vehicle
όχημα óchēma
version
εκδοχή ekdochḗ
version
τύπος
guy; sort; version;
týpos
very
πολύ
greatly; much; very;
polý
view
άποψη
aspect; opinion; perspective; view;
ápopsē
θέα théa
village
χωριό chōrió
virtually
κατουσίαν katousían
ουσιαστικά
essentially; virtually;
ousiastiká
σχεδόν
almost; nearly; virtually;
schedón
virus
ιός iós
visible
ορατός oratós
visit
επίσκεψη epískepsē
επισκέπτομαι episképtomai
visual
οπτικός optikós
voice
φωνή
sound; voice; volume;
phōnḗ
εκφράζω
express; voice;
ekphrázō
volume
όγκος
growth; volume;
ónkos
ποσότητα
quantity; volume;
posótēta
φωνή
sound; voice; volume;
phōnḗ
Wwait
περιμένω
expect; wait;
periménō
περίμενε perímene
wake
ξυπνώ xypnṓ
απονέρια aponéria
αγρυπνία νεκρού agrypnía nekroú
walk
περίπατος perípatos
περπατώ perpatṓ
σεργιανίζω sergianízō
wall
τοίχος toíchos
want
want
έλλειψη
lack; want;
élleipsē
θέλω thélō
ανάγκη
need; want;
anánkē
war
πόλεμος pólemos
warm
ζεστός zestós
warn
προειδοποιώ proeidopoiṓ
warning
προειδοποίηση proeidopoíēsē
wash
πλύνω plýnō
πλένω plénō
waste
σπαταλώ spatalṓ
σπατάλη spatálē
λύμα lýma
απόβλητα apóblēta
watch
βλέπω
see; watch;
blépō
παρακολουθώ
attend; monitor; watch;
parakolouthṓ
ρολόι
clock; watch;
rolói
φρουρά
guard; watch;
phrourá
water
ποτίζω potízō
ύδωρ ýdōr
νερό neró
wave
κύμα kýma
way
τρόπος
manner; way;
trópos
we
εμείς emeís
weak
αδύναμος adýnamos
ανίσχυρος aníschyros
wealth
χλδή chldḗ
πλούτος ploútos
wear
φορώ phorṓ
weather
καιρός
time; weather;
kairós
wedding
γάμος
marriage; wedding;
gámos
week
εβδομάδα ebdomáda
weekend
σαββατοκύριακο sabbatokýriako
weekly
εβδομαδιαίος ebdomadiaíos
weigh
ζυγίζω zygízō
έχω βάρος échō báros
weight
βάρος báros
weird
απόκοσμος apókosmos
αλλόκοτος allókotos
welcome
υποδοχή
reception; welcome;
ypodochḗ
καλοδεχόμενος kalodechómenos
καλωσορίζω kalōsorízō
well
πηγάδι pēgádi
λοιπόν loipón
καλά kalá
αναβλύζω anablýzō
west
δύση dýsē
western
γουέστερν gouéstern
δυτικός dytikós
what
τι ti
τί tí
whatever
οτιδήποτε otidḗpote
wheel
ρόδα róda
τροχός trochós
when
όταν ótan
πότε póte
whenever
οποτεδήποτε opotedḗpote
where
πού poú
όπου ópou
που
that; where;
pou
whereas
ενώ
whereas; while;
enṓ
whether
αν
if; whether;
an
είτε
either; whether;
eíte
which
ποίο poío
το οποίο to opoío
while
ενώ
whereas; while;
enṓ
white
λευκό leukó
λευκός
blank; white;
leukós
άσπρος áspros
who
ποιός poiós
ο οποίος o opoíos
whoever
οποιοσδήποτε opoiosdḗpote
whole
ακέραιος akéraios
άρτιος ártios
ολόκληρος
complete; entire; whole;
olóklēros
whose
ποιανού poianoú
του οποίου tou opoíou
τίνος tínos
why
γιατί
because; why;
giatí
wide
πλατύς platýs
φαρδύς
broad; wide;
phardýs
widely
ευρέως euréōs
πλατέως platéōs
wife
γυναίκα
wife; woman;
gynaíka
σύζυγος
husband; wife;
sýzygos
η σύζηγος ē sýzēgos
η σύζυγος ē sýzygos
wild
άγριος ágrios
will
διαθήκη diathḗkē
θέληση thélēsē
προαίρεση
intention; will;
proaíresē
willing
πρόθυμος próthymos
win
νικώ
beat; best; win;
nikṓ
κερδίζω
earn; gain; win;
kerdízō
wind
αιολική aiolikḗ
άνεμος ánemos
κουρδίζω
tune; wind;
kourdízō
window
παράθυρο paráthyro
wine
οίνος oínos
κρασί krasí
wing
το φτερό to phteró
φτερό phteró
winner
νικητής nikētḗs
winter
διαχειμάζω diacheimázō
χειμώνας cheimṓnas
wise
σοφός sophós
συνετός synetós
φρόνιμος phrónimos
wish
ευχή euchḗ
μακάρι makári
εύχομαι eúchomai
with
μαζί
together; with;
mazí
με
me; with;
me
within
εντός entós
μέσα
inside; within;
mésa
without
άνευ áneu
χωρίς chōrís
witness
είμαι μάρτυρας eímai mártyras
μάρτυρας mártyras
μαρτυρώ martyrṓ
woman
γθναίκα gthnaíka
γυναίκα
wife; woman;
gynaíka
wonder
θαύμα thaúma
θαυμασμός thaumasmós
διερωτώμαι dierōtṓmai
αναρωτιέμαι anarōtiémai
wonderful
υπέροχος ypérochos
θαυμάσιος thaumásios
wood
wood
μικρό δάσος mikró dásos
ξύλο xýlo
wooden
ξύλινος xýlinos
word
λέξη léxē
work
εργασία
employment; work;
ergasía
εργάζομαι ergázomai
δουλειά
assignment; business; job; task; work;
douleiá
δουλεύω douleúō
working
εργαζόμενος ergazómenos
που δουλεύει pou douleúei
που λειτουργεί pou leitourgeí
world
υφήλιος yphḗlios
κόσμος
people; world;
kósmos
worry
έννοια
concept; meaning; worry;
énnoia
ανησυχώ anēsychṓ
would
είθε
may; would;
eíthe
wrap
τυλίγω tylígō
write
γράφω gráphō
συντάσσω syntássō
writer
συγγραφέας
author; writer;
syngraphéas
writing
γραφή graphḗ
wrong
λάθος
error; false; fault; mistake; wrong;
láthos
Yyard
προαύλιο proaúlio
αυλή
court; yard;
aulḗ
year
έτος étos
χρονιά chroniá
χρόνος
time; year;
chrónos
yellow
κίτρινος kítrinos
δειλός deilós
yes
ναι nai
yesterday
χθες chthes
yet
ακόμα
even; still; yet;
akóma
ωστόσο ōstóso
you
εσείς eseís
εσύ esý
σας
you; your;
sas
young
μικρός
little; minor; slight; small; young;
mikrós
νέος
new; young;
néos
your
δικός σου
your; yours;
dikós sou
σας
you; your;
sas
δικός σας
your; yours;
dikós sas
yours
δικός σας
your; yours;
dikós sas
δικός σου
your; yours;
dikós sou
yourself
ο εαυτός σου o eautós sou
youth
νεότητα neótēta
νεαρός nearós
Ααγαθός
agathós
αγαθός; καλός;
good
αγάπη
agápē
αγάπη; αγαπώ; έρωτας;
love
αγαπητός
agapētós
αγαπητός; ακριβός;
dear
αγαπώ
agapṓ
αγάπη; αγαπώ; έρωτας;
love
αγγίζω
angízō
αγγίζω; εγγίζω; πινελιά; συγκινώ;
touch
αγελάδα
ageláda cow
αγκιστρώνω
ankistrṓnō
άγκιστρο; αγκιστρώνω; αγκύλη; γάντζος; τσιγγέλι;
hook
αγκύλη
ankýlē
άγκιστρο; αγκιστρώνω; αγκύλη; γάντζος; τσιγγέλι;
hook
αγνοώ
agnoṓ
αγνοώ; παραβλέπω;
ignore
αγορά
agorá
αγορά; αγοράζω;
purchase
agorá market
agorá
αγορά; μοιράζω;
deal
αγοράζω
agorázō buy
agorázō
αγορά; αγοράζω;
purchase
αγοραστής
agorastḗs buyer
αγόρι
agóri boy
αγρόκτημα
agróktēma farm
αγρότης
agrótēs farmer
αγρυπνία νεκρού
agrypnía nekroú
αγρυπνία νεκρού; απονέρια; ξυπνώ;
wake
αγχώδης
anchṓdēs
αγχώδης; ανήσυχος;
anxious
αγωγή
agōgḗ
αγωγή; διάβημα; δράση; ενέργεια; επενέργεια;
action
αγώνας
αγώνας
agṓnas
αγώνας; αγωνίζομαι;
struggle
agṓnas
αγώνας; σπίρτο; συνταιριάζω; ταιριάζω;
match
αγωνίζομαι
agōnízomai
αγώνας; αγωνίζομαι;
struggle
αγωνιστικός
agōnistikós
αγωνιστικός; ανταγωνιστικός; συναγωνιστικός;
competitive
αδελφή
adelphḗ
αδελφή; αδερφή;
sister
αδελφός
adelphós
αδελφός; αδερφός;
brother
αδερφή
aderphḗ
αδελφή; αδερφή;
sister
αδερφός
aderphós
αδελφός; αδερφός;
brother
αδιάκοπος
adiákopos
αδιάκοπος; συνεχής;
constant
αδύναμος
adýnamos
αδύναμος; ανίσχυρος;
weak
αδύνατον
adýnaton impossible
αέρας
aéras
αέρας; ατμόσφαιρα;
air
αέριο
aério
αέριο; βενζίνη;
gas
αεροδρόμιο
aerodrómio airport
αεροπλάνο
aeropláno
αεροπλάνο; επίπεδο; πλάνη; ροκάνι; στάθμη;
plane
αίθουσα
aíthousa
αίθουσα; χωλ;
hall
αίθριος
aíthrios
αίθριος; πρόστιμο; φίνος; ψιλή; ωραίος;
fine
αίμα
aíma blood
αιολική
aiolikḗ
αιολική; άνεμος; κουρδίζω;
wind
αισθάνομαι
aisthánomai
αισθάνομαι; αίσθημα; αίσθηση; νόημα; σωφροσύνη;
sense
αισθάνομαι
aisthánomai
αισθάνομαι; νιώθω; υφή;
feel
αίσθημα
aísthēma
αισθάνομαι; αίσθημα; αίσθηση; νόημα; σωφροσύνη;
sense
aísthēma feeling
αίσθηση
aísthēsē
αισθάνομαι; αίσθημα; αίσθηση; νόημα; σωφροσύνη;
sense
αισχρός
aischrós
αισχρός; ακαθάριστος; πρόστυχος; χοντρός;
gross
αίτηση
aítēsē
αίτηση; άλειμμα; εφαρμογή; προσήλωση; χρήση;
application
αιτία
aitía
αιτία; προκαλώ; προξενώ; σκοπός;
cause
aitía
αιτία; αιτιολογία; λόγος;
reason
αιτιολογία
aitiología
αιτία; αιτιολογία; λόγος;
reason
αιτούμαι
aitoúmai
αιτούμαι; βάζω; εφαρμόζω; κάνω αίτηση;
apply
αιφνιδιαστικά
aiphnidiastiká
αιφνιδιαστικά; ξαφνικά;
suddenly
αιφνίδιος
aiphnídios
αιφνίδιος; κοφτερός; μυτερός; οξυδερκής;
sharp
aiphnídios
αιφνίδιος; ξαφνικός;
sudden
αιχμή
aichmḗ
αιχμή; ποδοκόπι; πουρμπουάρ; ρεγάλο;
tip
aichmḗ
αιχμή; δείχνω; επισημαίνω; σημείο; στίγμα;
point
ακαθάριστος
akatháristos
αισχρός; ακαθάριστος; πρόστυχος; χοντρός;
gross
ακαταστασία
akatastasía mess
ακέραιος
akéraios
ακέραιος; άρτιος; ολόκληρος;
whole
ακίνητο
akínēto
ακίνητο; κτήμα; περιουσία; σπίτι;
property
ακίνητος
akínētos
ακίνητος; ακόμα; αποστακτήριο; γαλήνιος; ήρεμος;
still
ακμαίος
ακμαίος
akmaíos
ακμαίος; δραστήριος; ενεργετικός; ενεργός;
active
ακοή
akoḗ hearing
ακολουθία
akolouthía
ακολουθία; οπαδοί; παρακολούθηση;
following
ακολουθώ
akolouthṓ follow
ακόμα
akóma
ακίνητος; ακόμα; αποστακτήριο; γαλήνιος; ήρεμος;
still
akóma
ακόμα; ωστόσο;
yet
akóma
ακόμα; ακόμα και; ίσος;
even
ακόμα και
akóma kai
ακόμα; ακόμα και; ίσος;
even
ακούομαι
akoúomai
ακούομαι; γερός; ήχος; φωνή;
sound
ακούω
akoúō hear
akoúō
ακούω; αφουγκράζομαι;
listen
ακραίος
akraíos extreme
ακριβής
akribḗs neat
akribḗs
ακριβής; απαιτώ;
exact
akribḗs accurate
ακριβός
akribós expensive
akribós
αγαπητός; ακριβός;
dear
ακριβώς
akribṓs exactly
ακροατήριο
akroatḗrio audience
ακτή
aktḗ coast
aktḗ
ακτή; αμμουδιά; γιαλός;
beach
ακυρώνω
akyrṓnō cancel
αλάτι
aláti salt
αλήθεια
alḗtheia
αλήθεια; πράγματι; πράγματικά;
really
alḗtheia truth
αληθής
alēthḗs true
αληθινός
alēthinós
αληθινός; πραγματικός;
actual
αλιεία
alieía
αλιεία; αλιευτικός; ψάρεμα;
fishing
αλιευτικός
alieutikós
αλιεία; αλιευτικός; ψάρεμα;
fishing
αλκοόλ
alkoól
αλκοόλ; οινόπνευμα;
alcohol
αλλά
allá
αλλά; όμως;
but
αλλαγή
allagḗ
αλλαγή; αλλάζω; διακόπτης;
switch
αλλάζω
allázō
αλλάζω; μετακινώ; μετατοπίζω;
shift
allázō
αλλάζω; μεταβολή; μετατροπή; παραλλαγή; παραλλάζω;
change
allázō
αλλαγή; αλλάζω; διακόπτης;
switch
αλληλοεπίδραση
allēloepídrasē interaction
αλλιώς
alliṓs
αλλιώς; διαφορετικά;
otherwise
alliṓs
αλλιώς; άλλος;
else
αλλόκοτος
allókotos
αλλόκοτος; απόκοσμος;
weird
αλλού
alloú elsewhere
αλυσίδα
alysída
αλυσίδα; καδένα;
chain
αμαξοστοιχία
amaxostoichía
αμαξοστοιχία; εκπαιδεύω; προγυμνάζομαι; τρένο;
train
αμέσως
amésōs
αμέσως; επί τόπου; πάραυτα;
immediately
αμμουδιά
ammoudiá
ακτή; αμμουδιά; γιαλός;
beach
αμοιβή
amoibḗ
αμοιβή; δίδακτρα; τιμάριο;
fee
amoibḗ
αμοιβή; ανταμοιβή;
reward
αμπάρι
ampári
αμπάρι; κρατώ; συγκρατώ;
hold
αμυχή
amychḗ
αμυχή; γρατσουνιά; γρατσουνίζω; ξύνω;
scratch
αμφιβάλλω
amphibállō
αμφιβάλλω; αμφιβολία; αμφισβητώ;
doubt
αμφιβολία
amphibolía
αμφιβάλλω; αμφιβολία; αμφισβητώ;
doubt
αμφισβητώ
amphisbētṓ
αμφιβάλλω; αμφιβολία; αμφισβητώ;
doubt
αν
an
αν; εάν;
if
an
αν; είτε;
whether
αν και
an kai
αν και; μολονότι;
though
an kai although
αναβλύζω
anablýzō
αναβλύζω; καλά; λοιπόν; πηγάδι;
well
ανάβω
anábō
ανάβω; ελαφρύς; ξανθός; φωτεινός; φωτερός; φωτίζω;
light
αναγκαίος
anankaíos necessary
ανάγκη
anánkē
ανάγκη; έλλειψη; θέλω;
want
anánkē
ανάγκη; χρειάζομαι;
need
ανάγλυφος
anáglyphos
ανάγλυφος; ανακούφιση; αρωγή; εκτόνωση;
relief
αναγνωρίζω
anagnōrízō
αναγνωρίζω; ταυτίζω;
identify
anagnōrízō
αναγνωρίζω; εκτιμώ; κατανοώ;
appreciate
αναγνώριση
anagnṓrisē recognition
αναγόρευση
anagóreusē
αναγόρευση; εκλογές;
election
αναγωγή
anagōgḗ
αναγωγή; αναφορά;
reference
ανάδειξη
anádeixē
ανάδειξη; προαγωγή; προώθηση;
promotion
ανάδραση
anádrasē
ανάδραση; ανατροφοδότηση;
feedback
αναζήτηση
anazḗtēsē search
αναζητώ
anazētṓ
αναζητώ; ψάχνω;
seek
ανάθεση
anáthesē
ανάθεση; αποστολή; δουλειά; ορισμός;
assignment
αναθέτω
anathétō
αναθέτω; έφοδος; κατηγορία; φροντίδα;
charge
αναθεωρώ
anatheōrṓ
αναθεωρώ; ανασκόπηση; ανασκοπώ; κριτική;
review
αναίδεια
anaídeia
αναίδεια; θράσος; θρασύτητα; μάγουλο;
cheek
ανακαλύπτω
anakalýptō discover
ανακατεύω
anakateúō
ανακατεύω; ανακατώνω; αναμιγνύω; μίγμα;
mix
ανακατώνω
anakatṓnō
ανακατεύω; ανακατώνω; αναμιγνύω; μίγμα;
mix
ανακοινώνω
anakoinṓnō announce
ανακόπτω
anakóptō
ανακόπτω; αναχαιτίζω; ελέγχω; καρέ; σταματώ;
check
ανακουφίζω
anakouphízō
ανακουφίζω; ξαλαφρώνω;
relieve
ανακούφιση
anakoúphisē
ανάγλυφος; ανακούφιση; αρωγή; εκτόνωση;
relief
ανακρίνω
anakrínō
ανακρίνω; ερώτημα; ερώτηση; ζήτημα;
question
ανακτώ
anaktṓ
ανακτώ; αναρρώνω; επανακτώ;
recover
αναληθής
analēthḗs
αναληθής; λάθος; ψευδής; ψεύτικος; ψεύτικός;
false
αναλογία
analogía
αναλογία; τιμή;
rate
ανάλυση
análysē analysis
αναλυτής
analytḗs analyst
αναμένω
anaménō
αναμένω; περιμένω; προσδοκώ;
expect
ανάμεσα
anámesa
ανάμεσα; ανάμεσα σε;
among
ανάμεσα σε
anámesa se
ανάμεσα; ανάμεσα σε;
among
αναμέτρηση
anamétrēsē meeting
αναμιγνύω
anamignýō
ανακατεύω; ανακατώνω; αναμιγνύω; μίγμα;
mix
ανάμνηση
anámnēsē
ανάμνηση; μνήμη;
memory
αναπηδώ
anapēdṓ
αναπηδώ; άνοιξη; εκτινάσσομαι;
spring
αναπνοή
anapnoḗ
αναπνοή; ανάσα;
breath
αναπόφευκτος
anapópheuktos inevitable
ανάπτυξη
anáptyxē
ανάπτυξη; εξέλιξη;
development
anáptyxē
ανάπτυξη; όγκος;
growth
αναπτύσσομαι
anaptýssomai
αναπτύσσομαι; αναπτύσσω;
develop
αναπτύσσω
anaptýssō
αναπτύσσομαι; αναπτύσσω;
develop
αναρρώνω
anarrṓnō
ανακτώ; αναρρώνω; επανακτώ;
recover
αναρωτιέμαι
anarōtiémai
αναρωτιέμαι; διερωτώμαι; θαύμα; θαυμασμός;
wonder
ανάσα
anása
αναπνοή; ανάσα;
breath
ανασκόπηση
anaskópēsē
ανασκόπηση; έρευνα; μελέτη;
survey
anaskópēsē
αναθεωρώ; ανασκόπηση; ανασκοπώ; κριτική;
review
ανασκοπώ
anaskopṓ
αναθεωρώ; ανασκόπηση; ανασκοπώ; κριτική;
review
αναστατώνω
anastatṓnō
αναστατώνω; στενοχωρώ πολύ; ταραγμένος;
upset
αναστηλώνω
anastēlṓnō
αναστηλώνω; ανατρέφω; αυξάνω; σηκώνω; υψώνω;
raise
ανάστημα
ανάστημα
anástēma
ανάστημα; κορμοστασιά; μπόι; χτίζω;
build
ανατέλλω
anatéllō
ανατέλλω; αυξάνομαι; αύξηση; ορθώνομαι; σηκώνομαι;
rise
ανατολή
anatolḗ east
ανατολικός
anatolikós eastern
ανατρέφω
anatréphō
αναστηλώνω; ανατρέφω; αυξάνω; σηκώνω; υψώνω;
raise
ανατρέχω
anatréchō
ανατρέχω; συμβουλεύομαι;
consult
ανατροφοδότηση
anatrophodótēsē
ανάδραση; ανατροφοδότηση;
feedback
αναφέρομαι
anaphéromai
αναφέρομαι; παραπέμπω;
refer
αναφέρω
anaphérō
αναφέρω; αναφορά;
mention
αναφορά
anaphorá
αναγωγή; αναφορά;
reference
anaphorá
αναφορά; λογαριασμός; σημασία;
account
anaphorá
αναφέρω; αναφορά;
mention
αναχαιτίζω
anachaitízō
ανακόπτω; αναχαιτίζω; ελέγχω; καρέ; σταματώ;
check
anachaitízō
αναχαιτίζω; περιέχω; περιλαμβάνω;
contain
ανάχωμα
anáchōma
ανάχωμα; όχθη; τράπεζα;
bank
αναχώρηση
anachṓrēsē
αναχώρηση; απόκλιση;
departure
ανδρικός
andrikós
ανδρικός; αρσενικός;
male
ανεβάζω
anebázō
ανεβάζω; σκηνή; σκηνοθετώ; στάδιο; φάση;
stage
ανέγερση
anégersē
ανέγερση; κατασκευή;
construction
ανέκφραστος
anékphrastos
άγραφος; άγραφτος; ανέκφραστος; κενό; λευκός;
blank
ανεμιστήρας
ανεμιστήρας
anemistḗras
ανεμιστήρας; βεντάλια; κάνω αέρα; οπαδός;
fan
ανεξαρτησία
anexartēsía independence
ανεξάρτητος
anexártētos
ανεξάρτητος; αυτεξούσιος;
independent
ανεπίσημος
anepísēmos informal
ανέρχομαι
anérchomai
ανέρχομαι; ποσό; ποσόν;
amount
ανεύρεση
aneúresē
ανεύρεση; βρίσκω; εύρημα;
find
ανήκω
anḗkō belong
ανησυχία
anēsychía
ανησυχία; ενδιαφέρον; προβληματισμός;
concern
anēsychía anxiety
ανήσυχος
anḗsychos concerned
anḗsychos
αγχώδης; ανήσυχος;
anxious
ανησυχώ
anēsychṓ
ανησυχώ; έννοια;
worry
ανθρώπινος
anthrṓpinos
ανθρώπινος; άνθρωπος;
human
ανίσχυρος
aníschyros
αδύναμος; ανίσχυρος;
weak
ανιχνεύω
anichneúō
ανιχνεύω; ίχνη; μονοπάτι; πίστα;
track
ανόητος
anóētos
ανόητος; χαζός;
silly
ανοίγω
anoígō
ανοίγω; ανοικτός; ανοιχτός; εγκαινιάζω;
open
ανοίγω φλας
anoígō phlas
ανοίγω φλας; γνέφω; νεύω; σήμα; σινίαλο; σύνθημα;
signal
ανοικτός
anoiktós
ανοίγω; ανοικτός; ανοιχτός; εγκαινιάζω;
open
ανοιχτός
anoichtós
ανοίγω; ανοικτός; ανοιχτός; εγκαινιάζω;
open
ανταγωνιστικός
antagōnistikós
αγωνιστικός; ανταγωνιστικός; συναγωνιστικός;
competitive
ανταλλάσσω
ανταλλάσσω
antallássō
ανταλλάσσω; διαφωνία; λογομαχία; συνάλλαγμα;
exchange
ανταμοιβή
antamoibḗ
αμοιβή; ανταμοιβή;
reward
αντανακλώ
antanaklṓ
αντανακλώ; αντικατοπτρίζω;
reflect
ανταπαντώ
antapantṓ
ανταπαντώ; αντίλογος; απαντώ;
reply
ανταπόκριση
antapókrisē
ανταπόκριση; σύνδεση; σχέση;
connection
αντεπεξέρχομαι
antepexérchomai
αντεπεξέρχομαι; διευθύνω; καταφέρνω;
manage
αντεπίθεση
antepíthesē
αντεπίθεση; διάλειμμα; διάλλειμα; σπάζω;
break
αντίγραφο
antígrapho
αντίγραφο; αντιγράφω; αντίτυπο; αντίτύπο;
copy
αντιγράφω
antigráphō
αντίγραφο; αντιγράφω; αντίτυπο; αντίτύπο;
copy
αντίδραση
antídrasē reaction
αντιδρώ
antidrṓ react
αντικαθιστώ
antikathistṓ replace
αντικατάσταση
antikatástasē
αντικατάσταση; αντικαταστάτης;
replacement
αντικαταστάτης
antikatastátēs
αντικατάσταση; αντικαταστάτης;
replacement
αντικατοπτρίζω
antikatoptrízō
αντανακλώ; αντικατοπτρίζω;
reflect
antikatoptrízō
αντικατοπτρίζω; καθρεφτάκι; καθρέφτης;
mirror
αντικειμενικός
antikeimenikós objective
αντικείμενο
antikeímeno
αντικείμενο; αντιτείνω;
object
antikeímeno
αντικείμενο; θέμα; υπήκοος; υποκείμενο;
subject
αντικρίζω
antikrízō
αντικρίζω; αντιμετωπίζω; κύρος; μούτρο; πρόσωπο;
face
αντίκρισμα
antíkrisma
αντίκρισμα; εγγύηση; εγγυώμαι; εχέγγυο;
guarantee
αντίκρισμα
antíkrisma
αντίκρισμα; ασφάλεια;
security
αντίκρυσμα
antíkrysma
αντίκρυσμα; γλέντι; λήψη; ρεσεψιόν; υποδοχή;
reception
αντίληψη
antílēpsē
αντίληψη; συνειδοτοποίηση;
awareness
antílēpsē
αντίληψη; έννοια; ιδέα;
concept
antílēpsē perception
αντίλογος
antílogos
ανταπαντώ; αντίλογος; απαντώ;
reply
antílogos
αντίλογος; απάντηση;
response
αντιμετωπίζω
antimetōpízō
αντικρίζω; αντιμετωπίζω; κύρος; μούτρο; πρόσωπο;
face
antimetōpízō
αντιμετωπίζω; κάνω τάκλινγκ;
tackle
αντιπαράθεση
antiparáthesē contest
αντιπροσωπεύω
antiprosōpeúō represent
αντιπρόσωπος
antiprósōpos
αντιπρόσωπος; παραστατικός;
representative
αντιστέκομαι
antistékomai resist
αντίστοιχος
antístoichos
αντίστοιχος; ισότιμος;
equivalent
αντιτείνω
antiteínō
αντικείμενο; αντιτείνω;
object
αντίτυπο
antítypo
αντίγραφο; αντιγράφω; αντίτυπο; αντίτύπο;
copy
αντίτύπο
antítýpo
αντίγραφο; αντιγράφω; αντίτυπο; αντίτύπο;
copy
antítýpo
αντίτύπο; απορροία; εκδίδω; θέμα; τεύχος; χορήγηση;
issue
ανύπαντρος
anýpantros
ανύπαντρος; ένας μόνος; μονόκλινος; μονός; μόνος;
single
αξία
axía
αξία; εκτιμώ; τιμή;
value
αξίζω
axízō deserve
αξιόλογος
axiólogos
αξιόλογος; ουσιαστικός; στερεός;
substantial
αξιοματικός
axiomatikós
αξιοματικός; αξιωματικός; επίσημος;
official
αξιοσημείωτος
axiosēmeíōtos remarkable
αξιωματικός
axiōmatikós
αξιοματικός; αξιωματικός; επίσημος;
official
axiōmatikós
αξιωματικός; στέλεχος;
officer
απαγχονίζω
apanchonízō
απαγχονίζω; κρεμώ;
hang
απαίσια
apaísia terribly
απαίσιος
apaísios nasty
απαίτηση
apaítēsē
απαίτηση; απαιτώ; ζήτηση; ζητώ;
demand
απαιτούμενος
apaitoúmenos
απαιτούμενος; πρέπων;
due
απαιτώ
apaitṓ
απαιτώ; χρειάζομαι;
require
apaitṓ
ακριβής; απαιτώ;
exact
apaitṓ
απαίτηση; απαιτώ; ζήτηση; ζητώ;
demand
απαλλάσσω
apallássō rid
απάντηση
apántēsē
απάντηση; απαντώ;
answer
apántēsē
αντίλογος; απάντηση;
response
απαντώ
apantṓ
απάντηση; απαντώ;
answer
apantṓ
ανταπαντώ; αντίλογος; απαντώ;
reply
apantṓ respond
απαραίτητα
aparaítēta necessarily
απαριθμώ
aparithmṓ
απαριθμώ; λεπτομέρεια;
detail
απασχολημένος
apascholēménos
απασχολημένος; με πολλή κίνηση;
busy
απεγνωσμένος
apegnōsménos
απεγνωσμένος; απελπισμένος;
desperate
απελπισμένος
apelpisménos
απεγνωσμένος; απελπισμένος;
desperate
απέναντι
απέναντι
apénanti
απέναντι; κατά πλάτος;
across
απέραντος
apérantos
απέραντος; τεράστιος;
vast
απεργία
apergía
απεργία; απεργώ; κάνω εντύπωση; χτυπήμα; χτυπώ;
strike
απεργώ
apergṓ
απεργία; απεργώ; κάνω εντύπωση; χτυπήμα; χτυπώ;
strike
απευθύνω
apeuthýnō
απευθύνω; διεύθυνση;
address
απίθανος
apíthanos unlikely
apíthanos
απίθανος; μεγάλος;
great
απλά
aplá
απλά; απλώς;
simply
απλώνω
aplṓnō
απλώνω; διαδίδω; επέκταση; παίρνω έκταση; φουντώνω;
spread
απλώνω το χέρι
aplṓnō to chéri
απλώνω το χέρι; φτάνω;
reach
απλώς
aplṓs merely
aplṓs
απλά; απλώς;
simply
από
apó than
apó from
apó by
apó
από; αφού; εφόσον;
since
apó of
από κάτω
apó kátō
από κάτω; κάτω από;
below
απόβλητα
apóblēta
απόβλητα; λύμα; σπατάλη; σπαταλώ;
waste
απόγεμα
apógema
απόγεμα; απόγευμα;
afternoon
απόγευμα
apógeuma
απόγεμα; απόγευμα;
afternoon
απογοητευμένος
apogoēteuménos disappointed
αποδεικνύω
apodeiknýō prove
αποδείξεις
αποδείξεις
apodeíxeis
αποδείξεις; απόδειξη; μαρτυρία; στοιχεία;
evidence
απόδειξη
apódeixē
αποδείξεις; απόδειξη; μαρτυρία; στοιχεία;
evidence
apódeixē
απόδειξη; πειστήριο;
proof
αποδεκτός
apodektós
αποδεκτός; δεκτός;
acceptable
αποδέχομαι
apodéchomai
αποδέχομαι; υιοθετώ;
adopt
apodéchomai
αποδέχομαι; δέχομαι; παραδέχομαι;
accept
αποδίδω
apodídō
αποδίδω; δίνω παράσταση; εκτελώ;
perform
απόδοση
apódosē
απόδοση; παράσταση;
performance
αποδοτικός
apodotikós
αποδοτικός; αποτελεσματικός;
efficient
αποθανών
apothanṓn
αποθανών; αργά; αργός; όψιμος;
late
απόθεμα
apóthema
απόθεμα; παρακρατώ;
stock
αποθήκευση
apothḗkeusē storage
αποθηκεύω
apothēkeúō
αποθηκεύω; βάζω; μαγαζί;
store
αποθνήσκω
apothnḗskō
αποθνήσκω; πεθάνω; τεζάρω;
die
αποκαλύπτω
apokalýptō
αποκαλύπτω; αποκαλύπω; διαφαίνομαι;
reveal
αποκαλύπω
apokalýpō
αποκαλύπτω; αποκαλύπω; διαφαίνομαι;
reveal
απόκεντρος
apókentros
απόκεντρος; απόμακρος; απομακρυσμένος; ψυχρός;
remote
απόκλιση
apóklisē
αναχώρηση; απόκλιση;
departure
απόκοσμος
apókosmos
αλλόκοτος; απόκοσμος;
weird
απόκρουση
apókrousē
απόκρουση; αποκρούω; αποταμιεύω; διασώζω; εκτός;
save
αποκρούω
apokroúō
απόκρουση; αποκρούω; αποταμιεύω; διασώζω; εκτός;
save
αποκτώ
apoktṓ
αποκτώ; αποκώ;
acquire
apoktṓ
αποκτώ; παίρνω;
get
apoktṓ
αποκτώ; προμηθεύομαι;
obtain
αποκώ
apokṓ
αποκτώ; αποκώ;
acquire
απολαβή
apolabḗ
απολαβή; κέρδος; ωφέλεια;
profit
apolabḗ
απολαβή; κερδίζω;
gain
apolabḗ
απολαβή; εισόδημα;
income
απολαμβάνω
apolambánō
απολαμβάνω; διασκεδάζω; καρπώνομαι; χαίρω;
enjoy
απολύτως
apolýtōs
απολύτως; τελείως;
absolutely
απολύω
apolýō
απολύω; πυρκαγιά; πυροβολώ; φωτιά;
fire
απόμακρος
apómakros
απόκεντρος; απόμακρος; απομακρυσμένος; ψυχρός;
remote
απομακρύνω
apomakrýnō
απομακρύνω; αφαιρώ; μετακομίζω;
remove
απομακρυσμένος
apomakrysménos
απόκεντρος; απόμακρος; απομακρυσμένος; ψυχρός;
remote
απονέμω
aponémō
απονέμω; διανέμω; μοιράζω;
distribute
aponémō
απονέμω; βραβείο; κατακυρώνω;
award
απονέρια
aponéria
αγρυπνία νεκρού; απονέρια; ξυπνώ;
wake
απόπειρα
apópeira
απόπειρα; αποπειρώμαι; προσπάθεια; προσφορά;
bid
apópeira
απόπειρα; αποπειρώμαι; προσπάθεια; προσπαθώ;
attempt
αποπειρώμαι
apopeirṓmai
απόπειρα; αποπειρώμαι; προσπάθεια; προσφορά;
bid
αποπειρώμαι
apopeirṓmai
απόπειρα; αποπειρώμαι; προσπάθεια; προσπαθώ;
attempt
αποπλέω
apopléō
αποπλέω; πανί; πλέω;
sail
αποπνιχτικός
apopnichtikós
αποπνιχτικός; κλείνω; κολλητός; κοντά; πνιγηρός;
close
απόρρητος
apórrētos
απόρρητος; μυστικό; μυστικός;
secret
απορροία
aporroía
αντίτύπο; απορροία; εκδίδω; θέμα; τεύχος; χορήγηση;
issue
aporroía
απορροία; έκβαση; κατάληξη;
outcome
απόσπασμα
apóspasma
απόσπασμα; διάβαση; κείμενο;
passage
αποστακτήριο
apostaktḗrio
ακίνητος; ακόμα; αποστακτήριο; γαλήνιος; ήρεμος;
still
απόσταση
apóstasē distance
αποστολή
apostolḗ mission
apostolḗ
ανάθεση; αποστολή; δουλειά; ορισμός;
assignment
αποσύρομαι
aposýromai retire
αποταμιεύσεις
apotamieúseis savings
αποταμιεύω
apotamieúō
απόκρουση; αποκρούω; αποταμιεύω; διασώζω; εκτός;
save
αποτέλεσμα
apotélesma
αποτέλεσμα; έκβαση; επίπτωση;
result
apotélesma
αποτέλεσμα; επίδραση;
effect
αποτελεσματικά
apotelesmatiká effectively
αποτελεσματικός
apotelesmatikós effective
apotelesmatikós
αποδοτικός; αποτελεσματικός;
efficient
αποτολμώ
apotolmṓ
αποτολμώ; διακυβεύω; ριψοκινδυνεύω;
risk
αποτρέπω
apotrépō
αποτρέπω; εμποδίζω; προλαβαίνω;
prevent
αποτυγχάνω
apotynchánō fail
αποτυχία
apotychía failure
απόφαση
apóphasē decision
αποφασίζω
apophasízō
αποφασίζω; καθορίζω; προσδιορίζω; υπολογίζω;
determine
apophasízō decide
apophasízō
αποφασίζω; διασκέπτομαι; διευθετώ; λύνω;
resolve
apophasízō
αποφασίζω; βασιλεύω; διέπω; ιθύνω; κανόνας;
rule
αποφεύγω
apopheúgō avoid
απόψε
apópse tonight
απώλεια
apṓleia
απώλεια; ήττα; χαμός; χάσιμο;
loss
αραιός
araiós
αραιός; αραιώνω; ισχνός; λεπτός; λιγνός; ψιλός;
thin
αραιώνω
araiṓnō
αραιός; αραιώνω; ισχνός; λεπτός; λιγνός; ψιλός;
thin
αργά
argá
αποθανών; αργά; αργός; όψιμος;
late
argá
αργά; σιγά; σιγά-σιγά;
slowly
αργός
argós
αποθανών; αργά; αργός; όψιμος;
late
αργότερα
argótera
αργότερα; αργότερος;
later
αργότερος
argóteros
αργότερα; αργότερος;
later
αρέσκεια
aréskeia
αρέσκεια; ευχαρίστηση; ηδονή;
pleasure
aréskeia
αρέσκεια; ικανοποίηση;
satisfaction
αρέσω
arésō
αρέσω; όπως; σαν; συμπαθώ;
like
αριθμίζω
arithmízō
αριθμίζω; αριθμός;
number
αριθμός
arithmós
αριθμός; πρόσωπο; σιλουέτα;
figure
arithmós
αριθμίζω; αριθμός;
number
αριστερός
αριστερός
aristerós
αριστερός; άφησα; έφυγα; που μένει;
left
αρκεί να
arkeí na provided
αρκετά
arketá
αρκετά; δίκαια;
fairly
arketá
αρκετά; κάπως;
rather
arketá
αρκετά; εντελώς;
quite
αρκετές
arketés
αρκετές; αρκετοί;
several
αρκετοί
arketoí
αρκετές; αρκετοί;
several
αρκούδα
arkoúda
αρκούδα; γεννώ; υποφέρω;
bear
αρμέγω
armégō
αρμέγω; γάλα;
milk
αρμόδιος
armódios
αρμόδιος; υπεύθυνος;
responsible
αρμόζω
armózō
αρμόζω; γίνομαι;
become
armózō
αρμόζω; βολεύω; εξυπηρετώ; κοστούμι; ταιριάζω με;
suit
αρμόζων
armózōn
αρμόζων; ευπρεπής; καθωσπρέπει; πρέπων; σωστός;
proper
armózōn
αρμόζων; εξοπλίζω; μου κάνει;
fit
αρνητικός
arnētikós negative
αρνούμαι
arnoúmai
αρνούμαι; σκουπίδια;
refuse
αρπάζω
arpázō
αρπάζω; πιάνω;
catch
arpázō grab
αρρώστια
arrṓstia
αρρώστια; ασθένεια; νόσος;
disease
αρσενικός
arsenikós
ανδρικός; αρσενικός;
male
αρχή
archḗ
αρχή; αρχίζω; έναρξη; ξεκίνημα; ξεκίνηση; ξεκινώ;
start
archḗ principle
αρχή
archḗ
αρχή; έναρξη;
beginning
αρχηγός
archēgós
αρχηγός; ηγεμόνας; ηγέτης; ηγήτορας;
leader
αρχίζω
archízō
αρχή; αρχίζω; έναρξη; ξεκίνημα; ξεκίνηση; ξεκινώ;
start
archízō begin
αρχικά
archiká initial
archiká initially
αρωγή
arōgḗ
αρωγή; βοήθεια; βοήθημα; βοηθός; επικουρία;
help
arōgḗ
ανάγλυφος; ανακούφιση; αρωγή; εκτόνωση;
relief
ασανσέρ
asansér elevator
asansér
ασανσέρ; σηκώνω; υψώνω;
lift
ασήμαντος
asḗmantos
ασήμαντος; ελάσσων; μικρός; υπεξούσιος;
minor
ασημένιος
asēménios
ασημένιος; ασημί;
silver
ασημί
asēmí
ασημένιος; ασημί;
silver
ασθένεια
asthéneia
αρρώστια; ασθένεια; νόσος;
disease
ασθενής
asthenḗs
ασθενής; υπομονετικός;
patient
ασκώ
askṓ
ασκώ; επιδιώκω; παγανίζω;
pursue
ασκώ πίεση
askṓ píesē
ασκώ πίεση; πιέζω; πρεσάρω;
press
αστείο
asteío
αστείο; αστιεύομαι; κάνω πλάκα; σκέρτσο;
joke
αστείος
asteíos
αστείος; κωμικός; περίεργος;
funny
αστέρι
astéri
αστέρι; πρωταγωνιστής;
star
αστιεύομαι
astieúomai
αστείο; αστιεύομαι; κάνω πλάκα; σκέρτσο;
joke
αστοχώ
αστοχώ
astochṓ
αστοχώ; δεσποινίς; χάνω;
miss
αστυνομεύω
astynomeúō
αστυνομεύω; αστυνομία;
police
αστυνομία
astynomía
αστυνομεύω; αστυνομία;
police
ασφάλεια
aspháleia safety
aspháleia
αντίκρισμα; ασφάλεια;
security
aspháleia
ασφάλεια; ασφάλιση;
insurance
ασφαλής
asphalḗs
ασφαλής; χρηματοκιβώτιο;
safe
asphalḗs
ασφαλής; ασφαλίζω; διασφαλίζω; εδραιώνω;
secure
ασφαλίζω
asphalízō
ασφαλής; ασφαλίζω; διασφαλίζω; εδραιώνω;
secure
ασφάλιση
asphálisē
ασφάλεια; ασφάλιση;
insurance
ασφαλώς
asphalṓs
ασφαλώς; βέβαια; βεβαίως;
certainly
ατέλεια
atéleia
ατέλεια; ελάττωμα; λάθος; ρήγμα; σφάλμα; φτιάξιμο;
fault
ατμόσφαιρα
atmósphaira
ατμόσφαιρα; τόνος;
tone
atmósphaira atmosphere
atmósphaira
αέρας; ατμόσφαιρα;
air
ατομικός
atomikós
ατομικός; άτομο;
individual
ατόφιος
atóphios pure
ατραξιόν
atraxión
ατραξιόν; βόλτα; ιππεύω; ποδηλατώ;
ride
ατύχημα
atýchēma
ατύχημα; τύχηc;
accident
αυγό
augó egg
αυλή
aulḗ
αυλή; προαύλιο;
yard
aulḗ
αυλή; γήπεδο; διακυνδινεύω; δικαστήριο; ερωτοτροπώ;
court
αυλόπορτα
aulóporta
αυλόπορτα; θύρα; πύλη;
gate
αυλός
aulós
αυλός; πίπα; σωλήνας; σωλήνμας;
pipe
αυξάνομαι
auxánomai
ανατέλλω; αυξάνομαι; αύξηση; ορθώνομαι; σηκώνομαι;
rise
auxánomai
αυξάνομαι; μεγαλωνω; μεγαλώνω;
grow
αυξάνω
auxánō
αναστηλώνω; ανατρέφω; αυξάνω; σηκώνω; υψώνω;
raise
auxánō
αυξάνω; αύξηση;
increase
αύξηση
aúxēsē
ανατέλλω; αυξάνομαι; αύξηση; ορθώνομαι; σηκώνομαι;
rise
aúxēsē
αυξάνω; αύξηση;
increase
αύριο
aúrio tomorrow
αυστηρός
austērós strict
austērós
αυστηρός; δριμύς; σέρτικος; σοβαρός;
severe
αυτά
autá
αυτά; αυτές; αυτοί;
these
autá
αυτά; αυτές; αυτούς;
them
autá
αυτά; αυτές; αυτοί;
they
αυτεξούσιος
autexoúsios
ανεξάρτητος; αυτεξούσιος;
independent
autexoúsios
αυτεξούσιος; δωρεάν; ελέυθερος; τσάμπα;
free
αυτές
autés
αυτά; αυτές; αυτούς;
them
autés
αυτά; αυτές; αυτοί;
these
autés
αυτά; αυτές; αυτοί;
they
αυτή
autḗ
αυτή; αυτό; αυτός;
this
autḗ
αυτή; αυτήν; της;
her
autḗ she
αυτή η ίδια
autḗ ē ídia
αυτή η ίδια; η εαυτή της;
herself
αυτήν
αυτήν
autḗn
αυτή; αυτήν; της;
her
αυτί
autí ear
αυτό
autó
αυτή; αυτό; αυτός;
this
autó it
αυτοί
autoí
αυτά; αυτές; αυτοί;
these
autoí
αυτά; αυτές; αυτοί;
they
αυτοί οι ίδιο
autoí oi ídio themselves
αυτοματικός
automatikós
αυτοματικός; αυτόματο;
automatic
αυτόματο
autómato
αυτοματικός; αυτόματο;
automatic
αυτόν
autón
αυτόν; τον;
him
αυτοπεποίθηση
autopepoíthēsē
αυτοπεποίθηση; εμπιστοσύνη; εχεμύθεια;
confidence
αυτός
autós he
autós
αυτή; αυτό; αυτός;
this
αυτός ο ίδιος
autós o ídios
αυτός ο ίδιος; ο εαυτός του;
himself
αυτούς
autoús
αυτά; αυτές; αυτούς;
them
αυχένας
auchénas
αυχένας; λαιμός; σβέρκος;
neck
αφαιρώ
aphairṓ
απομακρύνω; αφαιρώ; μετακομίζω;
remove
αφέντης
aphéntēs
αφέντης; δεξιοτέχνης; διαφεντεύω; κύριος; μετρ;
master
αφεντικό
aphentikó boss
αφηγούμαι
aphēgoúmai
αφηγούμαι; διηγούμαι; λέω; ξεχωρίζω;
tell
αφήνω
aphḗnō
αφήνω; ενοικιάζομαι;
let
aphḗnō
αφήνω; επιτρέπω;
allow
αφήνω να μπει
aphḗnō na mpei
αφήνω να μπει; αφήνω να μπεί; εισάγω; παραδέχομαι;
admit
αφήνω να μπεί
aphḗnō na mpeí
αφήνω να μπει; αφήνω να μπεί; εισάγω; παραδέχομαι;
admit
αφιέρωμα
aphiérōma
αφιέρωμα; σουσούμι; χαρακτηριστικό;
feature
αφορμή
aphormḗ
αφορμή; δικαιολογία; συγχωρώ;
excuse
αφού
aphoú
από; αφού; εφόσον;
since
αφουγκράζομαι
aphounkrázomai
ακούω; αφουγκράζομαι;
listen
αφρός
aphrós
αφρός; ψεκάζω;
spray
Άάγγελμα
ángelma
άγγελμα; μήνυμα;
message
άγκιστρο
ánkistro
άγκιστρο; αγκιστρώνω; αγκύλη; γάντζος; τσιγγέλι;
hook
άγραφος
ágraphos
άγραφος; άγραφτος; ανέκφραστος; κενό; λευκός;
blank
άγραφτος
ágraphtos
άγραφος; άγραφτος; ανέκφραστος; κενό; λευκός;
blank
άγριος
ágrios wild
άγχος
ánchos
άγχος; στρες; τονίζω; τόνος;
stress
άδεια
ádeia
άδεια; επιτρέπω;
permit
ádeia permission
άδειος
ádeios empty
άθλημα
áthlēma
άθλημα; γεγονός;
event
άθλος
áthlos
άθλος; δουλειά; καθήκον;
task
άκρη
ákrē
άκρη; κοχή; περιστόμιο; χείλος;
edge
άλειμμα
áleimma
αίτηση; άλειμμα; εφαρμογή; προσήλωση; χρήση;
application
άλλη μία φορά
állē mía phorá
άλλη μία φορά; ξανά; πάλι;
again
άλλος
állos other
állos
άλλος; άλλος ένας;
another
állos
αλλιώς; άλλος;
else
άλλος ένας
állos énas
άλλος; άλλος ένας;
another
άλλωστε
állōste
άλλωστε; επιπλέον;
moreover
άλογο
álogo horse
άμαξα
ámaxa
άμαξα; πούλμαν; προπονητής; προπονώ;
coach
άμμος
ámmos sand
άνδρας
ándras
άνδρας; άνθρωπος; επανδρώνω;
man
άνεμος
ánemos
αιολική; άνεμος; κουρδίζω;
wind
άνεση
ánesē
άνεση; καταπραΰνω;
ease
ánesē
άνεση; καθησυχάζω; παρηγορώ;
comfort
άνετος
ánetos
άνετος; εύκολος;
easy
ánetos
άνετος; βολικός; τρυφηλός;
comfortable
άνευ
áneu
άνευ; χωρίς;
without
άνθρωποι
ánthrōpoi
άνθρωποι; άνθρωπος; κόσμος;
people
άνθρωπος
ánthrōpos
άνδρας; άνθρωπος; επανδρώνω;
man
ánthrōpos
άνθρωπος; άτομο; πρόσωπο;
person
ánthrōpos
ανθρώπινος; άνθρωπος;
human
ánthrōpos
άνθρωποι; άνθρωπος; κόσμος;
people
άνοιξη
άνοιξη
ánoixē
αναπηδώ; άνοιξη; εκτινάσσομαι;
spring
άνω
ánō
άνω; πάνω από;
above
ánō
άνω; πάνω;
up
ánō upper
άποψη
ápopsē
άποψη; γνωμάτευση; γνώμη;
opinion
ápopsē
άποψη; προοπτική;
perspective
ápopsē
άποψη; θέα;
view
ápopsē
άποψη; θωριά; όψη; πλευρά;
aspect
άραγε
árage
άραγε; γιαυτό;
therefore
άρθρο
árthro article
άρθρωση
árthrōsē
άρθρωση; γόμφος; κοινός; κοψίδι; τσιγαριλίκι;
joint
άριστος
áristos
άριστος; εξαίσιος;
excellent
άρμα μάχης
árma máchēs
άρμα μάχης; δεξαμενή; τανκς;
tank
άρρωστος
árrōstos ill
árrōstos sick
άρτιος
ártios
ακέραιος; άρτιος; ολόκληρος;
whole
άσκηση
áskēsē exercise
áskēsē
άσκηση; πρακτική;
practice
άσπρος
áspros
άσπρος; λευκό; λευκός;
white
άσχημος
áschēmos ugly
áschēmos
άσχημος; κακός;
bad
άτομο
átomo
άνθρωπος; άτομο; πρόσωπο;
person
átomo
ατομικός; άτομο;
individual
άφησα
áphēsa
αριστερός; άφησα; έφυγα; που μένει;
left
άφθονος
άφθονος
áphthonos
άφθονος; πολλά; πολλοί;
plenty
άφιξη
áphixē arrival
Ββαβά
babá
βαβά; βάβα; γιαγιά;
grandmother
βάβα
bába
βαβά; βάβα; γιαγιά;
grandmother
βάγια
bágia
βάγια; νοσοκόμα;
nurse
βαδίζω
badízō
βαδίζω; μάρτιος;
march
βάζω
bázō
αποθηκεύω; βάζω; μαγαζί;
store
bázō
αιτούμαι; βάζω; εφαρμόζω; κάνω αίτηση;
apply
bázō
βάζω; ορμώ; ρίχνω; χιμώ;
pour
bázō
βάζω; τοποθετώ;
put
βάζω σημείο
bázō sēmeío
βάζω σημείο; κουκίδα;
dot
βαθιά
bathiá deeply
βαθμολογώ
bathmologṓ grade
βαθμός
bathmós
βαθμός; σημαίνω; σημειώνω;
mark
bathmós
βαθμός; έκταση;
extent
bathmós
βαθμός; πτυχίο;
degree
βάθος
báthos depth
βάθρο
báthro
βάθρο; ευτελής;
base
báthro
βάθρο; θεμέλιο; ίδρυμα; ίδρυση;
foundation
βαθύς
bathýs deep
βαλίτσα
balítsa
βαλίτσα; θήκη; περιστατικό; υπόθεση;
case
βάρ
bár
βάρ; γεμίζω; ζαλίκι; φορτίζω; φορτίο; φορτώνω;
load
βαρετός
βαρετός
baretós boring
βαρέως
baréōs
βαρέως; δύσκολος; σκληρός;
hard
βαριά
bariá
βαριά; σοβαρά;
seriously
βάρκα
bárka boat
βάρος
báros weight
βαρύς
barýs heavy
βαρώ
barṓ
βαρώ; σουξέ; χτυπώ;
hit
βάση
básē basis
βάση δεδομένων
básē dedoménōn database
βασιλεύω
basileúō
αποφασίζω; βασιλεύω; διέπω; ιθύνω; κανόνας;
rule
βασιλιάς
basiliás
βασιλιάς; ρήγας;
king
βασιλικός
basilikós
βασιλικός; ηγεμονικός;
royal
βασίλισσα
basílissa queen
βάφω
báphō paint
βγάζω
bgázō
βγάζω; δημοσιεύω; εκκρίνω; κυκλοφορώ; λύτρωση;
release
βγάζω φλας
bgázō phlas
βγάζω φλας; δείχνω; εμφαίνω; ενδεικνύω; φανερώνω;
indicate
βέβαια
bébaia
ασφαλώς; βέβαια; βεβαίως;
certainly
βέβαιος
bébaios
βέβαιος; σίγουρος;
certain
βεβαιώνομαι
bebaiṓnomai
βεβαιώνομαι; εξασφαλίζω;
ensure
βεβαιώνω
bebaiṓnō
βεβαιώνω; διαβεβαιώνω;
assure
βεβαίως
bebaíōs
ασφαλώς; βέβαια; βεβαίως;
certainly
βελιτώνω
belitṓnō
βελιτώνω; βελτιώνομαι;
improve
βελτιώνομαι
beltiṓnomai
βελιτώνω; βελτιώνομαι;
improve
βελτιώνω
beltiṓnō enhance
βελτίωση
beltíōsē improvement
βενζίνη
benzínē
αέριο; βενζίνη;
gas
βεντάλια
bentália
ανεμιστήρας; βεντάλια; κάνω αέρα; οπαδός;
fan
βήμα
bḗma
βήμα; δρασκελιά; ρυθμός; φόρα;
pace
bḗma
βήμα; βηματίζω; διάβημα;
step
βηματίζω
bēmatízō
βήμα; βηματίζω; διάβημα;
step
βία
bía
βία; δύναμη; εξαναγκάζω;
force
βιάζομαι
biázomai
βιάζομαι; βιασύνη; σπεύδω;
hurry
biázomai
βιάζομαι; βιασύνη; ορμή; ορμώ; τρέχω;
rush
βιασύνη
biasýnē
βιάζομαι; βιασύνη; σπεύδω;
hurry
biasýnē
βιάζομαι; βιασύνη; ορμή; ορμώ; τρέχω;
rush
βιβλιάριο
bibliário
βιβλιάριο; βιβλίο; καπαρώνω; κλείνω θέσω;
book
βιβλίο
biblío
βιβλιάριο; βιβλίο; καπαρώνω; κλείνω θέσω;
book
βιβλιοθήκη
bibliothḗkē library
βίδα
bída
βίδα; βιδώνω; γαμήσι; γαμώ;
screw
βιδώνω
bidṓnō
βίδα; βιδώνω; γαμήσι; γαμώ;
screw
βιομηχανία
biomēchanía industry
βίος
bíos
βίος; ζωή; ισόβιος;
life
βλάβη
βλάβη
blábē
βλάβη; βλάπτω;
harm
blábē injury
blábē
βλάβη; βλάπτω; ζημιά; ζημιές; κάνω ζημιά;
damage
βλαμμένος
blamménos
βλαμμένος; χαζός;
stupid
βλάπτω
bláptō
βλάπτω; πληγώνω; πονώ; τραυματίζω; χτυπώ;
hurt
bláptō
βλάβη; βλάπτω; ζημιά; ζημιές; κάνω ζημιά;
damage
bláptō
βλάβη; βλάπτω;
harm
βλαστός
blastós
βλαστός; εκτινάσσω; πυροβολώ;
shoot
βλέμμα
blémma
βλέμμα; εμφάνιση; κοιτάζω; φαίνομαι;
look
βλέπω
blépō
βλέπω; επισκοπική έδρα;
see
blépō
βλέπω; παρακολουθώ; ρολόι; φρουρά;
watch
βλέψη
blépsē
βλέψη; φιλοδοξία;
ambition
βοήθεια
boḗtheia
βοήθεια; στήριγμα; συμπαράσταση; υποστήριγμα;
support
boḗtheia
αρωγή; βοήθεια; βοήθημα; βοηθός; επικουρία;
help
βοήθημα
boḗthēma
αρωγή; βοήθεια; βοήθημα; βοηθός; επικουρία;
help
βοηθός
boēthós
αρωγή; βοήθεια; βοήθημα; βοηθός; επικουρία;
help
boēthós assistant
βοηθώ
boēthṓ assist
βολεύω
boleúō
αρμόζω; βολεύω; εξυπηρετώ; κοστούμι; ταιριάζω με;
suit
βολικός
bolikós
βολικός; κατάλληλος; πρόσφορος;
suitable
bolikós
άνετος; βολικός; τρυφηλός;
comfortable
βόλτα
bólta
ατραξιόν; βόλτα; ιππεύω; ποδηλατώ;
ride
βοράς
borás
βοράς; βοριάς;
north
βόρβορος
bórboros
βόρβορος; ιλύς; λάσπη;
mud
βοριάς
boriás
βοράς; βοριάς;
north
βούλα
boúla
βούλα; εντοπίζω; μέρος; σπυρί;
spot
βουνό
bounó
βουνό; όρος;
mountain
βούρτσα
boúrtsa
βούρτσα; βουρτσίζω; πινέλο; σκούπα;
brush
βουρτσίζω
bourtsízō
βούρτσα; βουρτσίζω; πινέλο; σκούπα;
brush
βουτώ
boutṓ
βουτώ; κλέβω;
steal
βραβείο
brabeío
βραβείο; έπαθλο;
prize
brabeío
απονέμω; βραβείο; κατακυρώνω;
award
βράδι
brádi
βράδι; βράδυ;
evening
βραδινό
bradinó
βραδινό; το βραδινό;
dinner
βράδυ
brády
βράδι; βράδυ;
evening
βραδύς
bradýs slow
βραχίων
brachíōn
βραχίων; μπράτσο; όπλο; χέρι;
arm
βρίζω
brízō
βρίζω; βρισιά; κατάχρηση; καταχρώμαι; λοιδορία;
abuse
βρισιά
brisiá
βρίζω; βρισιά; κατάχρηση; καταχρώμαι; λοιδορία;
abuse
βρίσκομαι
brískomai
βρίσκομαι; διανύω; είμαι;
be
βρίσκω
brískō
ανεύρεση; βρίσκω; εύρημα;
find
βροντερός
βροντερός
bronterós
βροντερός; ηχηρός;
loud
βροχή
brochḗ rain
βρύση
brýsē
βρύση; παρακεντώ; χτυπώ ελαφρά;
tap
βρώμικος
brṓmikos
βρώμικος; λερωμένος;
dirty
βυθίζομαι
bythízomai
βυθίζομαι; βυθίζω; ναυαγώ; νεροχύτης;
sink
βυθίζω
bythízō
βυθίζομαι; βυθίζω; ναυαγώ; νεροχύτης;
sink
βύρσα
býrsa
βύρσα; δερμάτινος;
leather
Γγάλα
gála
αρμέγω; γάλα;
milk
γαλήνιος
galḗnios
ακίνητος; ακόμα; αποστακτήριο; γαλήνιος; ήρεμος;
still
γαμήσι
gamḗsi
βίδα; βιδώνω; γαμήσι; γαμώ;
screw
γάμος
gámos marriage
gámos wedding
γαμώ
gamṓ
βίδα; βιδώνω; γαμήσι; γαμώ;
screw
γάντζος
gántzos
άγκιστρο; αγκιστρώνω; αγκύλη; γάντζος; τσιγγέλι;
hook
γάντι
gánti glove
γάτα
gáta cat
γδέρνω
gdérnō
γδέρνω; δέρμα; προβιά;
skin
γδύνομαι
gdýnomai
γδύνομαι; γδύνω; γυμνώνω; εκδύω; λουρίδα;
strip
γδύνω
gdýnō
γδύνομαι; γδύνω; γυμνώνω; εκδύω; λουρίδα;
strip
γεγονός
gegonós
άθλημα; γεγονός;
event
γεγονός
gegonós fact
γεία
geía
γεία; γεία σου;
hi
γεία σας
geía sas
γεία σας; γεία σου; εμπρός;
hello
γεία σου
geía sou
γεία; γεία σου;
hi
geía sou
γεία σας; γεία σου; εμπρός;
hello
γελώ
gelṓ laugh
γεμάτος
gemátos
γεμάτος; μεστός; ολικός; πλήρης;
full
γεμίζω
gemízō
βάρ; γεμίζω; ζαλίκι; φορτίζω; φορτίο; φορτώνω;
load
gemízō fill
γέμισμα
gémisma
γέμισμα; διασχίζω; πάω κόντρα; σταυρός;
cross
γενέθλια
genéthlia birthday
γενημένος
genēménos born
γενικά
geniká generally
γενικός
genikós
γενικός; στρατηγός;
general
genikós
γενικός; ποδιά; συνολικός;
overall
γέννα
génna
γέννα; γέννηση;
birth
γενναίος
gennaíos brave
γενναιότητα
gennaiótēta
γενναιότητα; θάρρος;
courage
γέννηση
génnēsē
γέννα; γέννηση;
birth
γεννοβολώ
gennobolṓ
γεννοβολώ; γεννώ; παράγω;
generate
γεννώ
gennṓ
γεννοβολώ; γεννώ; παράγω;
generate
gennṓ
αρκούδα; γεννώ; υποφέρω;
bear
γέρικος
γέρικος
gérikos
γέρικος; γέρος; παλαιός;
old
γέρνω
gérnō
γέρνω; καμπυλώνεται; σκύβω; στροφή;
bend
γερός
gerós
ακούομαι; γερός; ήχος; φωνή;
sound
γέρος
géros
γέρικος; γέρος; παλαιός;
old
γεύμα
geúma
γεύμα; μπλιγούρι;
meal
γεύομαι
geúomai
γεύομαι; γεύση; γούστο;
taste
geúomai
γεύομαι; δείγμα; δοκιμάζω;
sample
γεύση
geúsē
γεύομαι; γεύση; γούστο;
taste
γέφυρα
géphyra
γέφυρα; γεφυρώνω;
bridge
γεφυρώνω
gephyrṓnō
γέφυρα; γεφυρώνω;
bridge
γη
gē
γη; χώμα;
earth
gē
γη; έδαφος; προσαράσσω;
ground
γήπεδο
gḗpedo
αυλή; γήπεδο; διακυνδινεύω; δικαστήριο; ερωτοτροπώ;
court
gḗpedo
γήπεδο; κατράμι; κλυδωνίζομαι;
pitch
γήπεδο γκολφ
gḗpedo nkolph
γήπεδο γκολφ; πιάτο; πλεύση;
course
γθναίκα
gthnaíka
γθναίκα; γυναίκα;
woman
για
gia
για; περί; περίπου;
about
gia
για; εφόσον;
for
γιαγιά
giagiá
βαβά; βάβα; γιαγιά;
grandmother
γιακάς
giakás
γιακάς; κολάρο; λουρί;
collar
γιαλός
gialós
ακτή; αμμουδιά; γιαλός;
beach
γιατί
giatí
γιατί; διότι;
because
giatí why
γιαυτό
giautó
άραγε; γιαυτό;
therefore
γίνομαι
gínomai
αρμόζω; γίνομαι;
become
γιός
giós
γιός; καμάρι; υιός;
son
γκαράζ
nkaráz garage
γκολ
nkol goal
γκολφ
nkolph golf
γκόμενος
nkómenos boyfriend
γλείφω
gleíphō
γλείφω; θηλάζω; ουφώ; ρουφώ;
suck
γλέντι
glénti
αντίκρυσμα; γλέντι; λήψη; ρεσεψιόν; υποδοχή;
reception
γλίστρημα
glístrēma
γλίστρημα; γλιστρώ; ολίσθημα; παραδρομή;
slip
γλιστρώ
glistrṓ
γλιστρώ; τσουλήθρα;
slide
glistrṓ
γλίστρημα; γλιστρώ; ολίσθημα; παραδρομή;
slip
γλυκός
glykós
γλυκός; ηδύς; καραμέλα;
sweet
γλώσσα
glṓssa language
glṓssa tongue
γνέφω
gnéphō
ανοίγω φλας; γνέφω; νεύω; σήμα; σινίαλο; σύνθημα;
signal
γνήσιος
gnḗsios
γνήσιος; πρωτότυπος;
original
γνωμάτευση
gnōmáteusē
άποψη; γνωμάτευση; γνώμη;
opinion
γνώμη
gnṓmē
άποψη; γνωμάτευση; γνώμη;
opinion
γνωρίζω
gnōrízō
γνωρίζω; ξέρω;
know
γνωρίζων
gnōrízōn aware
γνώσεις
gnṓseis
γνώσεις; γνώση;
knowledge
γνώση
gnṓsē
γνώσεις; γνώση;
knowledge
γνωστό
gnōstó known
γνωστός
gnōstós
γνωστός; εξοικειωμένος;
familiar
gnōstós
γνωστός; διάσημος; ξακουστός;
famous
γόμφος
gómphos
γόμφος; καρφίτσα;
pin
gómphos
άρθρωση; γόμφος; κοινός; κοψίδι; τσιγαριλίκι;
joint
γόνατο
gónato knee
γονίδιο
gonídio gene
γονιός
goniós parent
γοργός
gorgós
γοργός; γρήγορος;
quick
γουέστερν
gouéstern
γουέστερν; δυτικός;
western
γούστο
goústo
γεύομαι; γεύση; γούστο;
taste
γραβάτα
grabáta
γραβάτα; δένω;
tie
γράμμα
grámma letter
γραμμή
grammḗ
γραμμή; επενδύω; παρατάσσω; ρυτίδα;
line
γρανάζια
granázia
γρανάζια; εργαλεία; προσαρμόζω; ταχύτητα;
gear
γρασίδι
grasídi
γρασίδι; καταδότης; πόα; χλοή; χορτάρι; χόρτο;
grass
γρατσουνιά
gratsouniá
αμυχή; γρατσουνιά; γρατσουνίζω; ξύνω;
scratch
γρατσουνίζω
gratsounízō
αμυχή; γρατσουνιά; γρατσουνίζω; ξύνω;
scratch
γραφείο
γραφείο
grapheío
γραφείο; θώκος;
office
grapheío
γραφείο; μελέτη; μελετώ; σπουδάζω; σπουδές;
study
γραφή
graphḗ writing
γράφω
gráphō
γράφω; συντάσσω;
write
γρήγορα
grḗgora
γρήγορα; γρήγορος;
fast
γρήγορος
grḗgoros
γοργός; γρήγορος;
quick
grḗgoros
γρήγορα; γρήγορος;
fast
grḗgoros
γρήγορος; υποκινώ; ωθώ;
prompt
γρονθοκοπώ
gronthokopṓ punch
γυαλί
gyalí
γυαλί; ποτήρι; τζάμι;
glass
γυμνώνω
gymnṓnō
γδύνομαι; γδύνω; γυμνώνω; εκδύω; λουρίδα;
strip
γυναίκα
gynaíka
γθναίκα; γυναίκα;
woman
gynaíka
γυναίκα; η σύζηγος; η σύζυγος; σύζυγος;
wife
γυρίζω
gyrízō
γυρίζω; επιστρέφω; επιστροφή; μετεπιστροφής;
return
γυρίζω ταινία
gyrízō tainía
γυρίζω ταινία; έργο; ταινία; φιλμ;
film
γύρος
gýros
γύρος; περιοδεύω; ταξίδι;
tour
gýros
γύρος; περιοδεία; στρογγυλός;
round
γύρω
gýrō
γύρω; γύρω από;
around
γύρω από
gýrō apó
γύρω; γύρω από;
around
γωνία
gōnía angle
gōnía
γωνία; δύσκολη θέση; στριμώχνω;
corner
Δδάγκωμα
dánkōma
δάγκωμα; δαγκώνω; τσίμπημα;
bite
δαγκώνω
dankṓnō
δάγκωμα; δαγκώνω; τσίμπημα;
bite
δάκρυ
dákry
δάκρυ; σκίζω; σχίζω;
tear
δακτυλίδι
daktylídi
δακτυλίδι; δαχτυλίδι; μάτι; παλαίστρα; τηλεφωνώ;
ring
δάκτυλο
dáktylo finger
δακτυλογραφώ
daktylographṓ
δακτυλογραφώ; είδος;
type
δανείζομαι
daneízomai borrow
δάνειο
dáneio
δάνειο; δανεισμός;
loan
δανεισμός
daneismós
δάνειο; δανεισμός;
loan
δαπάνη
dapánē
δαπάνη; κοστίζω; κόστος;
cost
δασκάλα
daskála
δασκάλα; δάσκαλος; καθηγητής; καθηγήτρια;
teacher
δάσκαλος
dáskalos
δασκάλα; δάσκαλος; καθηγητής; καθηγήτρια;
teacher
δασμοί
dasmoí
δασμοί; καθήκον;
duty
δαχτυλίδι
dachtylídi
δακτυλίδι; δαχτυλίδι; μάτι; παλαίστρα; τηλεφωνώ;
ring
δεδομένα
dedoména
δεδομένα; στοιχεία;
data
δείγμα
deígma
γεύομαι; δείγμα; δοκιμάζω;
sample
δείκτης
deíktēs
δείκτης; δίνω; παραδίνω; χέρι;
hand
δειλός
deilós
δειλός; κίτρινος;
yellow
δείχνω
δείχνω
deíchnō
βγάζω φλας; δείχνω; εμφαίνω; ενδεικνύω; φανερώνω;
indicate
deíchnō
δείχνω; εκδήλωση; εκθέτω; οθόνη; παρουσιάζω;
display
deíchnō
αιχμή; δείχνω; επισημαίνω; σημείο; στίγμα;
point
deíchnō
δείχνω; εμφαίνω; παράσταση; σόου;
show
δεκτός
dektós
αποδεκτός; δεκτός;
acceptable
δελτίο
deltío
δελτίο; μορφή;
form
δεν
den not
δέντρο
déntro tree
δένω
dénō
γραβάτα; δένω;
tie
δεξαμενή
dexamenḗ
άρμα μάχης; δεξαμενή; τανκς;
tank
δεξιός
dexiós
δεξιός; δικαίωμα; σωστός;
right
δεξιοτέχνης
dexiotéchnēs
αφέντης; δεξιοτέχνης; διαφεντεύω; κύριος; μετρ;
master
δεξίωση
dexíōsē
δεξίωση; λειτουργία; λειτουργώ;
function
δέρμα
dérma
γδέρνω; δέρμα; προβιά;
skin
δερμάτινος
dermátinos
βύρσα; δερμάτινος;
leather
δέρνω
dérnō
δέρνω; νικώ; χτυπώ;
beat
δεσμεύω
desmeúō
δεσμεύω; διαπράττω; κάνω;
commit
δέσμη
désmē
δέσμη; μάτσο; τσαμπί;
bunch
δεσμός
desmós
δεσμός; υπόθεση;
affair
δεσποινίς
despoinís
αστοχώ; δεσποινίς; χάνω;
miss
δευτερόλεπτο
δευτερόλεπτο
deuterólepto
δευτερόλεπτο; δεύτερον; δεύτερος;
second
δεύτερον
deúteron
δευτερόλεπτο; δεύτερον; δεύτερος;
second
δεύτερος
deúteros
δευτερόλεπτο; δεύτερον; δεύτερος;
second
δέχομαι
déchomai
αποδέχομαι; δέχομαι; παραδέχομαι;
accept
δηλώνω
dēlṓnō
δηλώνω; κατάσταση; κρατίδιο; κράτος;
state
δήλωση
dḗlōsē
δήλωση; κατάσταση;
statement
δημιουργικός
dēmiourgikós creative
δημιουργώ
dēmiourgṓ create
δημοκρατία
dēmokratía republic
δημοσιεύω
dēmosieúō
βγάζω; δημοσιεύω; εκκρίνω; κυκλοφορώ; λύτρωση;
release
δημοφιλής
dēmophilḗs
δημοφιλής; λαϊκός;
popular
δηώνω
dēṓnō
δηώνω; ρήμαγμα; χαλώ; χαντακώνω;
ruin
δια μέσου
dia mésou
δια μέσου; διά μέσου; διαμέσου;
through
διά μέσου
diá mésou
δια μέσου; διά μέσου; διαμέσου;
through
διαβάζω
diabázō read
διάβαση
diábasē
απόσπασμα; διάβαση; κείμενο;
passage
διάβασμα
diábasma reading
διαβατήριο
diabatḗrio
διαβατήριο; κυκλοφορώ; πέρασμα; περνώ; στενά;
pass
διαβεβαιώνω
diabebaiṓnō
βεβαιώνω; διαβεβαιώνω;
assure
diabebaiṓnō
διαβεβαιώνω; επιβεβαιώνω;
confirm
διάβημα
diábēma
βήμα; βηματίζω; διάβημα;
step
διάβημα
diábēma
αγωγή; διάβημα; δράση; ενέργεια; επενέργεια;
action
διάβολος
diábolos
διάβολος; ο εξαποδώ;
devil
διάγραμμα
diágramma
διάγραμμα; χάρτης;
chart
διαγωνίζομαι
diagōnízomai
διαγωνίζομαι; συναγωνίζομαι;
compete
διαγωνισμός
diagōnismós
διαγωνισμός; συναγωνισμός;
competition
διαδίδω
diadídō
απλώνω; διαδίδω; επέκταση; παίρνω έκταση; φουντώνω;
spread
διαδικασία
diadikasía
διαδικασία; επεξεργάζομαι; κατεργάζομαι;
process
diadikasía procedure
διαδίκτυο
diadíktyo internet
διαδραματίζω
diadramatízō
διαδραματίζω; συμβαίνω;
happen
διαδρομή
diadromḗ
διαδρομή; μονοπάτι;
path
διάθεση
diáthesē
διάθεση; έγκλιση; κέφι;
mood
διαθέσιμος
diathésimos available
διαθήκη
diathḗkē
διαθήκη; θέληση; προαίρεση;
will
διαιρώ
diairṓ
διαιρώ; διχάζω; χωρίζω;
divide
διαιτολόγιο
diaitológio
διαιτολόγιο; διατροφή;
diet
διακοπές
diakopés vacation
diakopés
διακοπές; σκόλη;
holiday
διακοπή
diakopḗ
διακοπή; διακόπτω; παύση; σταματώ;
pause
διακόπτης
diakóptēs
αλλαγή; αλλάζω; διακόπτης;
switch
διακόπτω
diakóptō
διακοπή; διακόπτω; παύση; σταματώ;
pause
διακυβεύω
diakybeúō
αποτολμώ; διακυβεύω; ριψοκινδυνεύω;
risk
διακυμαίνομαι
diakymaínomai
διακυμαίνομαι; εμβέλεια; φάσμα;
range
διακυνδινεύω
diakyndineúō
αυλή; γήπεδο; διακυνδινεύω; δικαστήριο; ερωτοτροπώ;
court
διαλέγω
dialégō
διαλέγω; επιλέγω;
choose
dialégō select
dialégō
διαλέγω; κασμάς; μαζεύω; συλλέγω;
pick
διάλειμμα
diáleimma
αντεπίθεση; διάλειμμα; διάλλειμα; σπάζω;
break
διάλεξη
diálexē
διάλεξη; νουθετώ;
lecture
διάλλειμα
diálleima
αντεπίθεση; διάλειμμα; διάλλειμα; σπάζω;
break
διάλυμα
diályma
διάλυμα; λύση;
solution
διαμάντι
diamánti diamond
διαμέρισμα
diamérisma apartment
diamérisma
διαμέρισμα; επίπεδος;
flat
διαμέσου
diamésou
δια μέσου; διά μέσου; διαμέσου;
through
διαμορφώνω
diamorphṓnō
διαμορφώνω; μορφώνω; σχήμα; σχηματίζω;
shape
διανέμω
dianémō
απονέμω; διανέμω; μοιράζω;
distribute
διανομή
dianomḗ
διανομή; κατανομή;
distribution
διανύω
dianýō
βρίσκομαι; διανύω; είμαι;
be
διαπιστώνω
diapistṓnō
διαπιστώνω; επιβάλλω; ιδρύω; καθιερώνω;
establish
διαπληκτίζομαι
diaplēktízomai
διαπληκτίζομαι; διαφωνώ;
argue
διαπραγμάτευση
diapragmáteusē negotiation
διαπράττω
διαπράττω
diapráttō
δεσμεύω; διαπράττω; κάνω;
commit
διαρκώ
diarkṓ
διαρκώ; τελευταίος; φτουρώ;
last
διάσημος
diásēmos
γνωστός; διάσημος; ξακουστός;
famous
διασκεδάζω
diaskedázō
απολαμβάνω; διασκεδάζω; καρπώνομαι; χαίρω;
enjoy
διασκέδαση
diaskédasē
διασκέδαση; κέφι; πλάκα;
fun
διασκέπτομαι
diasképtomai
αποφασίζω; διασκέπτομαι; διευθετώ; λύνω;
resolve
διασκευάζω
diaskeuázō
διασκευάζω; προσαρμόζω;
adapt
διάσταση
diástasē dimension
διαστέλλω
diastéllō
διαστέλλω; διευρύνω; επεκτείνω; φουσκώνω;
expand
διάστημα
diástēma
διάστημα; χώρος;
space
diástēma
διάστημα; ξόρκι; ορθογραφώ; συλλαβίζω;
spell
diástēma
διάστημα; περιόδος; περίοδος;
period
διαστροφή
diastrophḗ
διαστροφή; καμπή; πλοκή; στραμπουλίζω; στροφή;
twist
διασφαλίζω
diasphalízō
ασφαλής; ασφαλίζω; διασφαλίζω; εδραιώνω;
secure
διασχίζω
diaschízō
γέμισμα; διασχίζω; πάω κόντρα; σταυρός;
cross
διασώζω
diasṓzō
απόκρουση; αποκρούω; αποταμιεύω; διασώζω; εκτός;
save
διαταγή
diatagḗ
διαταγή; διατάζω; εντολή; προσταγή; προστάζω;
command
διατάζω
diatázō
διαταγή; διατάζω; εντολή; προσταγή; προστάζω;
command
diatázō
διατάζω; εντολή; παραγγελία; παραγγέλλω; προσταγή;
order
διατείνομαι
διατείνομαι
diateínomai
διατείνομαι; διατηρώ; υποστηρίζω;
maintain
διατηρώ
diatērṓ
διατηρώ; κρατώ; παρακρστώ; συγκατακρατώ;
retain
diatērṓ
διατείνομαι; διατηρώ; υποστηρίζω;
maintain
διατροφή
diatrophḗ
διαιτολόγιο; διατροφή;
diet
διατυπώνω
diatypṓnō
διατυπώνω; εκφέρω γνώμη; εκφράζω;
express
diatypṓnō
διατυπώνω; φράση;
phrase
διαυγής
diaugḗs
διαυγής; έκδηλος; ελευθερώνω; εναργής; καθαρός;
clear
διαφαίνομαι
diaphaínomai
αποκαλύπτω; αποκαλύπω; διαφαίνομαι;
reveal
diaphaínomai
διαφαίνομαι; εμφανίζομαι; φαίνομαι;
appear
διαφεντεύω
diaphenteúō
αφέντης; δεξιοτέχνης; διαφεντεύω; κύριος; μετρ;
master
διαφέρω
diaphérō differ
διαφήμηση
diaphḗmēsē
διαφήμηση; μετά χριστόν;
ad
διαφήμιση
diaphḗmisē
διαφήμιση; εμπορικός;
commercial
διαφημιστικός
diaphēmistikós advertising
διαφορά
diaphorá difference
διάφορα
diáphora
διάφορα; διάφορος;
various
διαφορετικά
diaphoretiká
αλλιώς; διαφορετικά;
otherwise
διαφορετικός
diaphoretikós different
διάφορος
diáphoros
διάφορα; διάφορος;
various
διαφωνία
diaphōnía
ανταλλάσσω; διαφωνία; λογομαχία; συνάλλαγμα;
exchange
diaphōnía
διαφωνία; επιχείρημα; λογομαχία;
argument
διαφωνώ
διαφωνώ
diaphōnṓ disagree
diaphōnṓ
διαπληκτίζομαι; διαφωνώ;
argue
διαχειμάζω
diacheimázō
διαχειμάζω; χειμώνας;
winter
διαχειριστικός
diacheiristikós administrative
δίδακτρα
dídaktra
αμοιβή; δίδακτρα; τιμάριο;
fee
διδάσκω
didáskō teach
διέγερση
diégersē excitement
διεθνής
diethnḗs international
διεκδίκηση
diekdíkēsē
διεκδίκηση; διεκδικώ; ισχυρίζομαι; ισχυρισμός;
claim
διεκδικώ
diekdikṓ
διεκδίκηση; διεκδικώ; ισχυρίζομαι; ισχυρισμός;
claim
διεξοδικός
diexodikós
διεξοδικός; λεπτομερής;
detailed
διέπω
diépō
αποφασίζω; βασιλεύω; διέπω; ιθύνω; κανόνας;
rule
διεργασία
diergasía
διεργασία; εξέταση;
examination
διερωτώμαι
dierōtṓmai
αναρωτιέμαι; διερωτώμαι; θαύμα; θαυμασμός;
wonder
διευθετώ
dieuthetṓ
αποφασίζω; διασκέπτομαι; διευθετώ; λύνω;
resolve
διευθηντής
dieuthēntḗs
διευθηντής; σκηνοθέτης;
director
διεύθυνση
dieúthynsē
απευθύνω; διεύθυνση;
address
διευθυντής
dieuthyntḗs manager
διευθύνω
dieuthýnō
αντεπεξέρχομαι; διευθύνω; καταφέρνω;
manage
διευκρινίζω
dieukrinízō
διευκρινίζω; εικονογραφώ; επεξηγώ;
illustrate
διευρύνω
διευρύνω
dieurýnō
διαστέλλω; διευρύνω; επεκτείνω; φουσκώνω;
expand
διηγούμαι
diēgoúmai
αφηγούμαι; διηγούμαι; λέω; ξεχωρίζω;
tell
diēgoúmai relate
διηθώ
diēthṓ
διηθώ; είδος; ένταση; ζόρι; στραμπουλίζω; τεντώνω;
strain
δικάζω
dikázō
δικάζω; δικαστής; κρίνω; κριτής;
judge
δίκαια
díkaia
αρκετά; δίκαια;
fairly
δικαιολογία
dikaiología
αφορμή; δικαιολογία; συγχωρώ;
excuse
δικαιολογώ
dikaiologṓ
δικαιολογώ; δικαιώνω;
justify
δίκαιος
díkaios
δίκαιος; μόλις;
just
díkaios
δίκαιος; ξανθός; πανηγύρι;
fair
δικαίωμα
dikaíōma
δεξιός; δικαίωμα; σωστός;
right
δικαιώνω
dikaiṓnō
δικαιολογώ; δικαιώνω;
justify
δικαστήριο
dikastḗrio
αυλή; γήπεδο; διακυνδινεύω; δικαστήριο; ερωτοτροπώ;
court
δικαστής
dikastḗs
δικάζω; δικαστής; κρίνω; κριτής;
judge
δικηγόρος
dikēgóros lawyer
δικός μου
dikós mou
δικός μου; κατέχω; της];
own
dikós mou
δικός μου; εξορύσσω; μεταλλείο; νάρκη; ορυχείο;
mine
δικός σας
dikós sas
δικός σας; δικός σου;
yours
dikós sas
δικός σας; δικός σου; σας;
your
δικός σου
dikós sou
δικός σας; δικός σου; σας;
your
dikós sou
δικός σας; δικός σου;
yours
δικός του
dikós tou
δικός του; του;
his
δίκτυο
díktyo network
δίνω
dínō
δίνω; παραδίνω;
give
dínō
δείκτης; δίνω; παραδίνω; χέρι;
hand
δίνω παράσταση
dínō parástasē
αποδίδω; δίνω παράσταση; εκτελώ;
perform
διοίκηση
dioíkēsē
διοίκηση; διοικητικός; κυβέρνηση; χορήγηση;
administration
dioíkēsē management
διοικητικός
dioikētikós
διοίκηση; διοικητικός; κυβέρνηση; χορήγηση;
administration
διορθώνω
diorthṓnō
διορθώνω; σωστός;
correct
διορία
dioría
διορία; όρος; τρίμηνο;
term
διορίζομαι
diorízomai
διορίζομαι; εξουσιοδοτούμαι; επενδύω;
invest
διορισμός
diorismós
διορισμός; ορισμός; ραντεβού; συνάντηση;
appointment
διότι
dióti
γιατί; διότι;
because
διοχετεύω
diocheteúō
διοχετεύω; κανάλι; ρείθρο;
channel
διπλασιάζω
diplasiázō
διπλασιάζω; διπλός; δίττος; σωσίας;
double
διπλός
diplós
διπλασιάζω; διπλός; δίττος; σωσίας;
double
διπλώνω
diplṓnō
διπλώνω; πτυχή;
fold
δίσκος
dískos disk
dískos
δίσκος; ηχογραφώ; καταγράφω; ρεκόρ;
record
δίττος
díttos
διπλασιάζω; διπλός; δίττος; σωσίας;
double
διχάζω
dicházō
διαιρώ; διχάζω; χωρίζω;
divide
διχοτομία
dichotomía
διχοτομία; μοιρά; μοίρα; μοιράζω; σχίσιμο;
split
δίχτυ
díchty net
δοκάρι
dokári
δοκάρι; πόστο; ταχυδρομώ;
post
δοκιμάζω
dokimázō
γεύομαι; δείγμα; δοκιμάζω;
sample
dokimázō
δοκιμάζω; εκδικάζω; προσπαθώ;
try
δοκίμια
dokímia
δοκίμια; δοκίμιο; έκθεση;
essay
δοκίμιο
dokímio
δοκίμια; δοκίμιο; έκθεση;
essay
δομή
domḗ structure
δόντι
dónti tooth
δοσοληψία
dosolēpsía
δοσοληψία; κυκλοφορία;
traffic
δουλειά
douleiá
άθλος; δουλειά; καθήκον;
task
douleiá
δουλειά; δουλεύω; εργάζομαι; εργασία;
work
douleiá
ανάθεση; αποστολή; δουλειά; ορισμός;
assignment
douleiá
δουλειά; δουλειές; επιχείρηση; υπόθεση;
business
douleiá job
δουλειές
douleiés
δουλειά; δουλειές; επιχείρηση; υπόθεση;
business
δουλεύω
douleúō
δουλειά; δουλεύω; εργάζομαι; εργασία;
work
δράμα
dráma drama
δραματικός
dramatikós dramatic
δραπετεύω
drapeteúō
δραπετεύω; ξεφεύγω;
escape
δράση
drásē
αγωγή; διάβημα; δράση; ενέργεια; επενέργεια;
action
δρασκελιά
draskeliá
βήμα; δρασκελιά; ρυθμός; φόρα;
pace
δραστήριος
δραστήριος
drastḗrios
ακμαίος; δραστήριος; ενεργετικός; ενεργός;
active
δραστηριότητα
drastēriótēta activity
δριμύς
drimýs
δριμύς; πικρός;
bitter
drimýs
αυστηρός; δριμύς; σέρτικος; σοβαρός;
severe
δρόμος
drómos
δρόμος; οδός;
street
drómos road
δροσερός
droserós
δροσερός; ζωντανός; νωπός; φρέσκος;
fresh
droserós
δροσερός; τη βρίσκω; ψυχρός;
cool
δυαδικό ψηφίο
dyadikó psēphío
δυαδικό ψηφίο; φίμωτρο;
bit
δύναμη
dýnamē
βία; δύναμη; εξαναγκάζω;
force
dýnamē
δύναμη; εξουσία; κύρος;
power
dýnamē
δύναμη; μπορούσα;
might
δυναμικός
dynamikós
δυναμικός; δυνατός; ισχυρός;
powerful
δυνατά
dynatá strongly
δυνατός
dynatós strong
dynatós
δυναμικός; δυνατός; ισχυρός;
powerful
δυο
dyo two
δυο φορές
dyo phorés twice
δύση
dýsē west
δύσκολη θέση
dýskolē thésē
γωνία; δύσκολη θέση; στριμώχνω;
corner
δυσκολία
dyskolía
δυσκολία; δυσχέρεια;
difficulty
δύσκολος
dýskolos
δύσκολος; σκληρός; σκληροτράχηλος;
tough
dýskolos
βαρέως; δύσκολος; σκληρός;
hard
dýskolos difficult
δυστυχισμένος
dystychisménos unhappy
δυστυχώς
dystychṓs unfortunately
δυσχέρεια
dyschéreia
δυσκολία; δυσχέρεια;
difficulty
δυτικός
dytikós
γουέστερν; δυτικός;
western
δωμάτιο
dōmátio
δωμάτιο; χώρος;
room
δωρεά
dōreá
δωρεά; δώρο; πεσκέσι; χάρισμα;
gift
δωρεάν
dōreán
αυτεξούσιος; δωρεάν; ελέυθερος; τσάμπα;
free
δώρο
dṓro
δωρεά; δώρο; πεσκέσι; χάρισμα;
gift
dṓro
δώρο; παρουσιάζω; παρών;
present
Εεάν
eán
αν; εάν;
if
εβδομάδα
ebdomáda week
εβδομαδιαίος
ebdomadiaíos weekly
εγγίζω
engízō
αγγίζω; εγγίζω; πινελιά; συγκινώ;
touch
εγγράφομαι
engráphomai
εγγράφομαι; καταχωρώ;
register
εγγύηση
engýēsē
αντίκρισμα; εγγύηση; εγγυώμαι; εχέγγυο;
guarantee
εγγυώμαι
engyṓmai
αντίκρισμα; εγγύηση; εγγυώμαι; εχέγγυο;
guarantee
εγείρομαι
egeíromai
εγείρομαι; προκύπτω;
arise
εγκαθιδρύω
enkathidrýō
εγκαθιδρύω; εγκαθιστώ; τοποθετώ;
install
εγκαθίσταμαι
enkathístamai
εγκαθίσταμαι; κανονίζω;
settle
εγκαθιστώ
enkathistṓ
εγκαθιδρύω; εγκαθιστώ; τοποθετώ;
install
εγκαινιάζω
enkainiázō
ανοίγω; ανοικτός; ανοιχτός; εγκαινιάζω;
open
εγκεφαλικό
enkephalikó
εγκεφαλικό; θωπεύω; χαιδεύω; χαϊδεύω; χτύπημα;
stroke
εγκέφαλος
enképhalos brain
εγκρίνω
enkrínō
εγκρίνω; επιδοκιμάζω;
approve
εγχείρηση
encheírēsē
εγχείρηση; επιχείρηση; λειτουργία;
operation
εγχειρίζω
encheirízō
εγχειρίζω; λειτουργώ;
operate
εγώ
egṓ i
εγώ ο ίδιος
egṓ o ídios
εγώ ο ίδιος; ο εαυτός μου;
myself
εδραίος
edraíos
εδραίος; εταιρία; σταθερός;
firm
εδραιώνω
edraiṓnō
ασφαλής; ασφαλίζω; διασφαλίζω; εδραιώνω;
secure
εδώ
edṓ here
εθνική οδός
ethnikḗ odós highway
εθνικός
ethnikós national
ειδήσεις
eidḗseis
ειδήσεις; νέα;
news
ειδικά
eidiká
ειδικά; ιδιώς;
especially
ειδικός
eidikós
ειδικός; συγκεκριμένος;
particular
eidikós
ειδικός; εμπειρογνώμονας; εμπειρογνώμων;
expert
είδος
eídos
είδος; ευγενικός; καλός;
kind
eídos
δακτυλογραφώ; είδος;
type
eídos
είδος; ξεδιαλέγω; τακτοποιώ; τύπος;
sort
eídos
διηθώ; είδος; ένταση; ζόρι; στραμπουλίζω; τεντώνω;
strain
είδωλο
eídōlo
είδωλο; εικόνα;
image
είθε
είθε
eíthe
είθε; μάης; μπορώ;
may
eíthe would
εικασία
eikasía
εικασία; μαντεύω;
guess
εικόνα
eikóna
είδωλο; εικόνα;
image
eikóna picture
εικονογραφώ
eikonographṓ
διευκρινίζω; εικονογραφώ; επεξηγώ;
illustrate
εικοσαριά
eikosariá
εικοσαριά; σκορ; σκοράρω;
score
είμαι
eímai
βρίσκομαι; διανύω; είμαι;
be
είμαι μάρτυρας
eímai mártyras
είμαι μάρτυρας; μάρτυρας; μαρτυρώ;
witness
είμαστε
eímaste
είμαστε; είναι;
are
είναι
eínai
είμαστε; είναι;
are
ειρήνη
eirḗnē
ειρήνη; ησυχασμός;
peace
εισάγω
eiságō
εισάγω; συστήνω;
introduce
eiságō
αφήνω να μπει; αφήνω να μπεί; εισάγω; παραδέχομαι;
admit
εισαγωγή
eisagōgḗ introduction
εισέρχομαι
eisérchomai
εισέρχομαι; μπαίνω;
enter
εισιτήριο
eisitḗrio ticket
εισόδημα
eisódēma
εισόδημα; έσοδο;
revenue
eisódēma
απολαβή; εισόδημα;
income
είσοδος
eísodos entrance
eísodos
είσοδος; καταχώρηση; λήμμα;
entry
είτε
eíte
είτε; ή; ούτε;
either
eíte
αν; είτε;
whether
εκβολή ποταμιού
ekbolḗ potamioú
εκβολή ποταμιού; στόμα; στόμιο;
mouth
εκδήλωση
ekdḗlōsē
δείχνω; εκδήλωση; εκθέτω; οθόνη; παρουσιάζω;
display
εκδίδω
ekdídō
αντίτύπο; απορροία; εκδίδω; θέμα; τεύχος; χορήγηση;
issue
εκδικάζω
ekdikázō
δοκιμάζω; εκδικάζω; προσπαθώ;
try
εκδοχή
ekdochḗ
εκδοχή; τύπος;
version
εκδύω
ekdýō
γδύνομαι; γδύνω; γυμνώνω; εκδύω; λουρίδα;
strip
εκεί
ekeí there
εκείνα
ekeína
εκείνα; εκείνες; εκείνοι;
those
εκείνες
ekeínes
εκείνα; εκείνες; εκείνοι;
those
εκείνοι
ekeínoi
εκείνα; εκείνες; εκείνοι;
those
εκείνος
ekeínos
εκείνος; που;
that
εκθέτω
ekthétō
εκθέτω; ξεσκεπάζω;
expose
ekthétō
δείχνω; εκδήλωση; εκθέτω; οθόνη; παρουσιάζω;
display
εκκαθαρίζω
ekkatharízō
εκκαθαρίζω; καθαρίζω; καθαρός;
clean
εκκλησία
ekklēsía church
εκκρίνω
ekkrínō
βγάζω; δημοσιεύω; εκκρίνω; κυκλοφορώ; λύτρωση;
release
εκλεκτός
eklektós
εκλεκτός; επιλογή;
choice
εκλογές
eklogés
αναγόρευση; εκλογές;
election
εκπαίδευση
ekpaídeusē
εκπαίδευση; προπόνηση; προπονούμενος;
training
εκπαιδευτής
εκπαιδευτής
ekpaideutḗs
εκπαιδευτής; προπονητής;
trainer
εκπαιδευτικός
ekpaideutikós educational
εκπαιδεύω
ekpaideúō
αμαξοστοιχία; εκπαιδεύω; προγυμνάζομαι; τρένο;
train
εκπίπτω
ekpíptō
εκπίπτω; πέφτω; πτώση;
fall
εκπληκτικός
ekplēktikós
εκπληκτικός; που θαυμάζει;
amazing
εκποιώ
ekpoiṓ
εκποιώ; πουλώ;
sell
εκστρατεία
ekstrateía
εκστρατεία; καμπάνια;
campaign
εκτείνομαι
ekteínomai
εκτείνομαι; τεζάρω; τεντώνομαι; τεντώνω;
stretch
ekteínomai
εκτείνομαι; εκτείνω; επεκτείνω;
extend
εκτείνω
ekteínō
εκτείνομαι; εκτείνω; επεκτείνω;
extend
εκτελώ
ektelṓ
αποδίδω; δίνω παράσταση; εκτελώ;
perform
εκτιμώ
ektimṓ
αξία; εκτιμώ; τιμή;
value
ektimṓ
αναγνωρίζω; εκτιμώ; κατανοώ;
appreciate
εκτινάσσομαι
ektinássomai
αναπηδώ; άνοιξη; εκτινάσσομαι;
spring
εκτινάσσω
ektinássō
βλαστός; εκτινάσσω; πυροβολώ;
shoot
εκτόνωση
ektónōsē
ανάγλυφος; ανακούφιση; αρωγή; εκτόνωση;
relief
εκτός
ektós
απόκρουση; αποκρούω; αποταμιεύω; διασώζω; εκτός;
save
εκτός από
ektós apó except
εκτός εάν
ektós eán
εκτός εάν; εκτός κιαν; εξόν κι΄αν;
unless
εκτός κιαν
ektós kian
εκτός εάν; εκτός κιαν; εξόν κι΄αν;
unless
εκφέρω γνώμη
εκφέρω γνώμη
ekphérō gnṓmē
διατυπώνω; εκφέρω γνώμη; εκφράζω;
express
εκφράζω
ekphrázō
εκφράζω; φωνή;
voice
ekphrázō
διατυπώνω; εκφέρω γνώμη; εκφράζω;
express
εκφωνώ
ekphōnṓ
εκφωνώ; παραδίδω;
deliver
ελάσσων
elássōn
ασήμαντος; ελάσσων; μικρός; υπεξούσιος;
minor
ελάττωμα
eláttōma
ατέλεια; ελάττωμα; λάθος; ρήγμα; σφάλμα; φτιάξιμο;
fault
ελαττώνω
elattṓnō
ελαττώνω; μειώνω; περιορίζω;
reduce
ελαφρύς
elaphrýs
ελαφρύς; θίγω; μικρός; προσβάλλω;
slight
elaphrýs
ανάβω; ελαφρύς; ξανθός; φωτεινός; φωτερός; φωτίζω;
light
ελαφρώς
elaphrṓs
ελαφρώς; λίγο;
slightly
ελάχιστο
eláchisto
ελάχιστο; ελάχιστος; το ελάχιστον;
least
ελάχιστος
eláchistos
ελάχιστο; ελάχιστος; το ελάχιστον;
least
eláchistos minimum
ελεγκτής
elenktḗs
ελεγκτής; επιθεωρητής; επόπτης;
inspector
ελέγχω
elénchō
ανακόπτω; αναχαιτίζω; ελέγχω; καρέ; σταματώ;
check
elénchō test
ελευθερία
eleuthería freedom
ελέυθερος
eléytheros
αυτεξούσιος; δωρεάν; ελέυθερος; τσάμπα;
free
ελευθερώνω
eleutherṓnō
διαυγής; έκδηλος; ελευθερώνω; εναργής; καθαρός;
clear
ελκύω
elkýō
ελκύω; έλκω; επισύρω; προσελκύω; τραβώ;
attract
ελπίδα
elpída
ελπίδα; ελπίζω; ευελπιστώ;
hope
ελπιδοφόρα
elpidophóra hopefully
ελπίζω
elpízō
ελπίδα; ελπίζω; ευελπιστώ;
hope
εμάς
emás us
εμβέλεια
embéleia
διακυμαίνομαι; εμβέλεια; φάσμα;
range
εμείς
emeís we
εμείς οι ίδιοι
emeís oi ídioi ourselves
εμένα
eména
εμένα; με; μου;
me
εμπάθεια
empátheia passion
εμπέδωση
empédōsē
εμπέδωση; ίδρυμα; ίδρυση;
establishment
εμπειρία
empeiría experience
εμπειρογνώμονας
empeirognṓmonas
ειδικός; εμπειρογνώμονας; εμπειρογνώμων;
expert
εμπειρογνώμων
empeirognṓmōn
ειδικός; εμπειρογνώμονας; εμπειρογνώμων;
expert
εμπιβλητικός
empiblētikós
εμπιβλητικός; εντυπωσιακός;
impressive
εμπιστεύομαι
empisteúomai
εμπιστεύομαι; εμπιστοσύνη;
trust
εμπιστοσύνη
empistosýnē
αυτοπεποίθηση; εμπιστοσύνη; εχεμύθεια;
confidence
empistosýnē
εμπιστεύομαι; εμπιστοσύνη;
trust
εμπλέκομαι
emplékomai
εμπλέκομαι; εμπλέκω; μπλέκω; περιλαμβάνω;
involve
εμπλέκω
emplékō
εμπλέκομαι; εμπλέκω; μπλέκω; περιλαμβάνω;
involve
εμποδίζω
empodízō
αποτρέπω; εμποδίζω; προλαβαίνω;
prevent
empodízō
εμποδίζω; κάγκελο; μπαρ; ράβδος; φράζω;
bar
εμπορικό κέντρο
emporikó kéntro mall
εμπορικός
εμπορικός
emporikós
διαφήμιση; εμπορικός;
commercial
εμπόριο
empório
εμπόριο; επάγγελμα; επιτήδευμα;
trade
εμπριμέ
emprimé
εμπριμέ; τυπώνω;
εμπρός
emprós
εμπρός; μπρος; μπροστινός;
forward
emprós
γεία σας; γεία σου; εμπρός;
hello
εμφαίνω
emphaínō
βγάζω φλας; δείχνω; εμφαίνω; ενδεικνύω; φανερώνω;
indicate
emphaínō
δείχνω; εμφαίνω; παράσταση; σόου;
show
εμφανίζομαι
emphanízomai
διαφαίνομαι; εμφανίζομαι; φαίνομαι;
appear
εμφάνιση
emphánisē
βλέμμα; εμφάνιση; κοιτάζω; φαίνομαι;
look
emphánisē
εμφάνιση; παρουσίαση;
appearance
εμφανώς
emphanṓs obviously
εμφιαλώνω
emphialṓnō
εμφιαλώνω; μπουκάλι;
bottle
εν ζωή
en zōḗ
εν ζωή; ζωντανός; ζωτανός;
alive
εν συνέχεια
en synécheia
εν συνέχεια; έπειτα; μετά; τότε;
then
εναντίον
enantíon
εναντίον; κατά; κόντρα σε;
against
εναργής
enargḗs
διαυγής; έκδηλος; ελευθερώνω; εναργής; καθαρός;
clear
ενδεικνύω
endeiknýō
βγάζω φλας; δείχνω; εμφαίνω; ενδεικνύω; φανερώνω;
indicate
ενδεχόμενος
endechómenos
ενδεχόμενος; πιθανότητα; τάση;
potential
ενδιαφερόμενος
endiapherómenos interested
ενδιαφέρον
endiaphéron
ενδιαφέρον; επιτόκιο; τόκος;
interest
endiaphéron
ανησυχία; ενδιαφέρον; προβληματισμός;
concern
ενδιαφέρων
endiaphérōn interesting
ενέργεια
enérgeia
αγωγή; διάβημα; δράση; ενέργεια; επενέργεια;
action
ενεργετικός
energetikós
ακμαίος; δραστήριος; ενεργετικός; ενεργός;
active
ενεργός
energós
ακμαίος; δραστήριος; ενεργετικός; ενεργός;
active
ενεργώ
energṓ
ενεργώ; επενεργώ; πράξη;
act
ενήλικας
enḗlikas
ενήλικας; ενήλικος;
adult
ενήλικος
enḗlikos
ενήλικας; ενήλικος;
adult
ενθάρρυνση
enthárrynsē
ενθάρρυνση; ενθαρρυντικός;
encouraging
ενθαρρυντικός
entharryntikós
ενθάρρυνση; ενθαρρυντικός;
encouraging
ενθαρρύνω
entharrýnō encourage
ενθουσιασμός
enthousiasmós enthusiasm
ενισχύω
enischýō
ενισχύω; πίσω; πλάτη; υποστηρίζω;
back
εννοώ
ennoṓ
εννοώ; παραδόπιστος; σημαίνω; τσιγκούνης;
mean
ενοικιάζομαι
enoikiázomai
αφήνω; ενοικιάζομαι;
let
ενοικιάζω
enoikiázō
ενοικιάζω; ενοίκιο; νοίκι; νοίκιασμα;
rent
ενοίκιο
enoíkio
ενοικιάζω; ενοίκιο; νοίκι; νοίκιασμα;
rent
ενοχλούμαι
enochloúmai
ενοχλούμαι; ενοχλώ; κόπος; σκοτίζομαι;
bother
ενοχλώ
enochlṓ
ενοχλώ; μπελάς; ταλαιπωρία; φασαρία;
trouble
enochlṓ
ενοχλούμαι; ενοχλώ; κόπος; σκοτίζομαι;
bother
ενσωματώνω
ensōmatṓnō incorporate
εντάξει
entáxei ok
εντελώς
entelṓs
αρκετά; εντελώς;
quite
entelṓs altogether
entelṓs
εντελώς; πέρα για πέρα;
completely
εντολή
entolḗ
διατάζω; εντολή; παραγγελία; παραγγέλλω; προσταγή;
order
entolḗ
διαταγή; διατάζω; εντολή; προσταγή; προστάζω;
command
εντοπίζω
entopízō
βούλα; εντοπίζω; μέρος; σπυρί;
spot
εντός
entós
εντός; μέσα;
within
εντύπωση
entýpōsē impression
εντυπωσιάζω
entypōsiázō impress
εντυπωσιακός
entypōsiakós
εμπιβλητικός; εντυπωσιακός;
impressive
ενώ
enṓ while
enṓ whereas
ενώνω
enṓnō
ενώνω; κατατάσσομαι; συνδέω; συνενώνω;
join
εξ ίσου
ex ísou
εξ ίσου; εξίσου;
equally
εξαδέλφη
exadélphē
εξαδέλφη; ξάδελφος;
cousin
εξαιρετικά
exairetiká
εξαιρετικά; πάρα πολύ;
extremely
εξαίσιος
exaísios
άριστος; εξαίσιος;
excellent
εξακολουθώ
exakolouthṓ
εξακολουθώ; κατακρατώ; κρατώ;
keep
εξαναγκάζω
exanankázō
εξαναγκάζω; κάνω; κατασκευάζω; φτιάχνω;
make
exanankázō
βία; δύναμη; εξαναγκάζω;
force
εξαργυρώνω
exargyrṓnō
εξαργυρώνω; μετρητά; χρήματα;
cash
εξαρτώμαι
exartṓmai depend
εξασφαλίζω
εξασφαλίζω
exasphalízō
βεβαιώνομαι; εξασφαλίζω;
ensure
εξέδρα
exédra
εξέδρα; στέκομαι;
stand
exédra
εξέδρα; πλατφόρμα;
platform
εξέλιξη
exélixē
ανάπτυξη; εξέλιξη;
development
εξερευνώ
exereunṓ explore
εξετάζω
exetázō examine
exetázō
εξετάζω; οθώνη; παραβάν;
screen
εξέταση
exétasē
διεργασία; εξέταση;
examination
exétasē exam
εξήγηση
exḗgēsē explanation
εξίσου
exísou
εξ ίσου; εξίσου;
equally
εξοικειωμένος
exoikeiōménos
γνωστός; εξοικειωμένος;
familiar
εξόν κι αν
exón ki΄an
εκτός εάν; εκτός κιαν; εξόν κι΄αν;
unless
εξοπλίζω
exoplízō
αρμόζων; εξοπλίζω; μου κάνει;
fit
εξοπλισμός
exoplismós equipment
εξορύσσω
exorýssō
δικός μου; εξορύσσω; μεταλλείο; νάρκη; ορυχείο;
mine
εξουσία
exousía
δύναμη; εξουσία; κύρος;
power
εξουσιάζω
exousiázō
έλεγχος; εξουσιάζω;
control
εξουσιοδότηση
exousiodótēsē
εξουσιοδότηση; επιτρο; παραγγελία; παραγγέλλω;
commission
εξουσιοδοτούμαι
exousiodotoúmai
διορίζομαι; εξουσιοδοτούμαι; επενδύω;
invest
εξοχή
exochḗ
εξοχή; πατρίδα; χώρα;
country
εξυπηρέτηση
εξυπηρέτηση
exypērétēsē
εξυπηρέτηση; ρουσφέτι; σέρβις; υπηρεσία;
service
εξυπηρετικός
exypēretikós helpful
εξυπηρετώ
exypēretṓ
αρμόζω; βολεύω; εξυπηρετώ; κοστούμι; ταιριάζω με;
suit
εξωτερικός
exōterikós
εξωτερικός; ξένος;
foreign
εορτάζω
eortázō celebrate
εορτασμός
eortasmós
εορτασμός; εορτή;
celebration
εορτή
eortḗ
εορτασμός; εορτή;
celebration
επάγγελμα
epángelma
εμπόριο; επάγγελμα; επιτήδευμα;
trade
epángelma profession
επαγγελματίας
epangelmatías
επαγγελματίας; επαγγελματικός;
professional
επαγγελματικός
epangelmatikós
επαγγελματίας; επαγγελματικός;
professional
επαναθέτω
epanathétō
επαναθέτω; επανοθέτω; ίζημα; προκαταβολή; προσχώνω;
deposit
επανακτώ
epanaktṓ
ανακτώ; αναρρώνω; επανακτώ;
recover
επαναλαμβάνω
epanalambánō
επαναλαμβάνω; τα ξαναλέγω;
repeat
επανδρώνω
epandrṓnō
άνδρας; άνθρωπος; επανδρώνω;
man
επανοθέτω
epanothétō
επαναθέτω; επανοθέτω; ίζημα; προκαταβολή; προσχώνω;
deposit
επαρκής
eparkḗs sufficient
επαφή
epaphḗ contact
επεισόδιο
epeisódio
επεισόδιο; περιστατικό;
incident
επέκταση
epéktasē
απλώνω; διαδίδω; επέκταση; παίρνω έκταση; φουντώνω;
spread
επέκταση
epéktasē
έκταση; επέκταση; προέκταση;
extension
επεκτείνω
epekteínō
διαστέλλω; διευρύνω; επεκτείνω; φουσκώνω;
expand
epekteínō
εκτείνομαι; εκτείνω; επεκτείνω;
extend
επένδυση
epéndysē investment
επενδύω
ependýō
διορίζομαι; εξουσιοδοτούμαι; επενδύω;
invest
ependýō
γραμμή; επενδύω; παρατάσσω; ρυτίδα;
line
επενέργεια
epenérgeia
επενέργεια; επενεργώ; επιρροή;
influence
epenérgeia
αγωγή; διάβημα; δράση; ενέργεια; επενέργεια;
action
επενεργώ
epenergṓ
επενέργεια; επενεργώ; επιρροή;
influence
epenergṓ
ενεργώ; επενεργώ; πράξη;
act
επεξεργάζομαι
epexergázomai
διαδικασία; επεξεργάζομαι; κατεργάζομαι;
process
επεξηγώ
epexēgṓ
διευκρινίζω; εικονογραφώ; επεξηγώ;
illustrate
επηρεάζω
epēreázō
επηρεάζω; παριστάνω; συγκινώ;
affect
επί τόπου
epí tópou
αμέσως; επί τόπου; πάραυτα;
immediately
επιβάλλω
epibállō
διαπιστώνω; επιβάλλω; ιδρύω; καθιερώνω;
establish
επιβάτης
epibátēs passenger
επιβεβαιώνω
epibebaiṓnō
διαβεβαιώνω; επιβεβαιώνω;
confirm
επιβιβάζομαι
epibibázomai
επιβιβάζομαι; σανίδα;
board
επιδαψιλεύω
epidapsileúō
επιδαψιλεύω; μπόρα; ντους;
shower
επιδεξιότητα
epidexiótēta
επιδεξιότητα; ικανότητα; τέχνη; φιλοτεχνία;
skill
επιδιώκω
epidiṓkō
ασκώ; επιδιώκω; παγανίζω;
pursue
επιδοκιμάζω
epidokimázō
εγκρίνω; επιδοκιμάζω;
approve
επίδομα
epídoma
επίδομα; επωφελούμαι; καρπώνομαι; όφελος; ωφέλεια;
benefit
επίδραση
epídrasē
επίδραση; κρούση; ορμή; σύγκρουση;
impact
epídrasē
αποτέλεσμα; επίδραση;
effect
επιδρομή
epidromḗ
επιδρομή; επίθεση; επιτίθεμαι; κάνω επιδρομή;
attack
επιζώ
epizṓ survive
επίθεση
epíthesē
επιδρομή; επίθεση; επιτίθεμαι; κάνω επιδρομή;
attack
επιθετικός
epithetikós aggressive
επιθεώρηση
epitheṓrēsē inspection
επιθεωρητής
epitheōrētḗs
ελεγκτής; επιθεωρητής; επόπτης;
inspector
επιθυμία
epithymía
επιθυμία; καημός;
desire
επικίνδυνος
epikíndynos
επικίνδυνος; ριψοκίνδυνος;
dangerous
επικοινωνία
epikoinōnía communication
επικοινωνώ
epikoinōnṓ communicate
επικουρία
epikouría
αρωγή; βοήθεια; βοήθημα; βοηθός; επικουρία;
help
επικρίνω
epikrínō criticize
επίκριση
epíkrisē
επίκριση; κριτική;
criticism
επιλέγω
epilégō
διαλέγω; επιλέγω;
choose
επιλογή
epilogḗ option
epilogḗ
εκλεκτός; επιλογή;
choice
epilogḗ selection
επιμελούμαι
epimeloúmai
επιμελούμαι; περιποιούμαι;
tend
επιμένω
epiménō insist
επίπεδο
epípedo
αεροπλάνο; επίπεδο; πλάνη; ροκάνι; στάθμη;
plane
epípedo level
επίπεδος
epípedos
διαμέρισμα; επίπεδος;
flat
επιπλέον
epipléon
άλλωστε; επιπλέον;
moreover
επιπρόσθετος
epiprósthetos
επιπρόσθετος; πρόσθετος;
additional
επίπτωση
epíptōsē
επίπτωση; σημασία; συνέπεια;
consequence
epíptōsē
αποτέλεσμα; έκβαση; επίπτωση;
result
επιρροή
epirroḗ
επενέργεια; επενεργώ; επιρροή;
influence
επισημαίνω
episēmaínō
αιχμή; δείχνω; επισημαίνω; σημείο; στίγμα;
point
επίσημος
epísēmos formal
epísēmos
αξιοματικός; αξιωματικός; επίσημος;
official
επίσης
epísēs too
epísēs
επίσης; και;
also
επισκέπτομαι
episképtomai
επισκέπτομαι; επίσκεψη;
visit
επισκευάζω
episkeuázō
επισκευάζω; επισκευή;
repair
επισκευή
episkeuḗ
επισκευάζω; επισκευή;
repair
επίσκεψη
epískepsē
επισκέπτομαι; επίσκεψη;
visit
επισκόπηση
episkópēsē
επισκόπηση; προφίλ;
profile
επισκοπική έδρα
episkopikḗ édra
βλέπω; επισκοπική έδρα;
see
επισπεύδω
epispeúdō
επισπεύδω; ταχύτητα; τρέχω; φόρα;
speed
επιστήμη
epistḗmē science
επιστρέφω
epistréphō
γυρίζω; επιστρέφω; επιστροφή; μετεπιστροφής;
return
επιστροφή
epistrophḗ
γυρίζω; επιστρέφω; επιστροφή; μετεπιστροφής;
return
επισυνάπτω
episynáptō
επισυνάπτω; συνδέω;
attach
επισύρω
episýrō
έλκω; επισύρω; ζωγραφίζω; ισοπαλία; σέρνω; τραβώ;
draw
episýrō
ελκύω; έλκω; επισύρω; προσελκύω; τραβώ;
attract
επίτηδες
epítēdes
επίτηδες; εσκεμμένα; σκόπιμα;
deliberately
επιτήδευμα
epitḗdeuma
εμπόριο; επάγγελμα; επιτήδευμα;
trade
επιτίθεμαι
epitíthemai
επιδρομή; επίθεση; επιτίθεμαι; κάνω επιδρομή;
attack
επιτόκιο
epitókio
ενδιαφέρον; επιτόκιο; τόκος;
interest
επιτρέπω
epitrépō
επιτρέπω; καθιστώ ικανό;
enable
epitrépō
άδεια; επιτρέπω;
permit
epitrépō
αφήνω; επιτρέπω;
allow
επιτρο
epitro
εξουσιοδότηση; επιτρο; παραγγελία; παραγγέλλω;
commission
επιτροπή
epitropḗ committee
επιτυγχάνω
epitynchánō
επιτυγχάνω; πετυχαίνω;
succeed
επιτυχημένα
epitychēména
επιτυχημένα; με επιτυχία;
successfully
επιτυχημένος
epitychēménos
επιτυχημένος; πετυχημένος; πετυχυμένος;
successful
επιτυχία
epitychía success
επιχείρημα
epicheírēma
διαφωνία; επιχείρημα; λογομαχία;
argument
επιχείρηση
epicheírēsē
εγχείρηση; επιχείρηση; λειτουργία;
operation
επιχείρηση
epicheírēsē
δουλειά; δουλειές; επιχείρηση; υπόθεση;
business
επόμενος
epómenos
επόμενος; μετά;
next
επόπτης
epóptēs
ελεγκτής; επιθεωρητής; επόπτης;
inspector
εποχή
epochḗ
εποχή; ηλικία; περιόδος;
age
epochḗ
εποχή; νοστιμίζω; περίοδο; περιόδος; περίοδος;
season
επωφελούμαι
epōpheloúmai
επίδομα; επωφελούμαι; καρπώνομαι; όφελος; ωφέλεια;
benefit
εργάζομαι
ergázomai
δουλειά; δουλεύω; εργάζομαι; εργασία;
work
εργαζόμενος
ergazómenos
εργαζόμενος; που δουλεύει; που λειτουργεί;
working
εργαλεία
ergaleía
γρανάζια; εργαλεία; προσαρμόζω; ταχύτητα;
gear
εργαλείο
ergaleío
εργαλείο; ψωλή;
tool
ergaleío
εργαλείο; όργανο; υλοποιώ;
implement
εργασία
ergasía
δουλειά; δουλεύω; εργάζομαι; εργασία;
work
ergasía employment
εργασία σπιτιού
ergasía spitioú homework
εργαστήριο
ergastḗrio lab
εργοδότης
ergodótēs employer
εργοδοτώ
ergodotṓ
εργοδοτώ; χρησιμοποιώ;
employ
εργοστάσιο
ergostásio
εργοστάσιο; φυτεύω; φυτό;
plant
ερώτημα
erṓtēma
ανακρίνω; ερώτημα; ερώτηση; ζήτημα;
question
ερώτηση
erṓtēsē
ανακρίνω; ερώτημα; ερώτηση; ζήτημα;
question
ερωτοτροπώ
erōtotropṓ
αυλή; γήπεδο; διακυνδινεύω; δικαστήριο; ερωτοτροπώ;
court
εσείς
eseís
εσείς; εσύ; σας;
you
εσκεμμένα
eskemména
επίτηδες; εσκεμμένα; σκόπιμα;
deliberately
εστία
estía
εστία; εστιάζω; συγκεντρώνω;
focus
εστιάζω
estiázō
εστία; εστιάζω; συγκεντρώνω;
focus
εστιατόριο
estiatório restaurant
εσύ
esý
εσείς; εσύ; σας;
you
εσωτερικός
esōterikós inner
esōterikós
εσωτερικός; εσωτερικώς;
internal
εσωτερικώς
esōterikṓs
εσωτερικός; εσωτερικώς;
internal
εταιρία
etairía
εδραίος; εταιρία; σταθερός;
firm
etairía
εταιρία; θίασος; ομήγυρη; παρέα;
company
ετήσιος
etḗsios annual
ευαίσθητος
euaísthētos sensitive
ευάρεστος
euárestos
ευάρεστος; ευχάριστος;
pleasant
ευγενικός
eugenikós
είδος; ευγενικός; καλός;
kind
ευελπιστώ
euelpistṓ
ελπίδα; ελπίζω; ευελπιστώ;
hope
ευθύνη
euthýnē responsibility
ευθύς
euthýs
ευθύς; ίσιος;
straight
ευκαιρία
eukairía
ευκαιρία; πιθανότητα; συγκυρία; τύχη;
chance
εύκολα
eúkola easily
εύκολος
eúkolos
άνετος; εύκολος;
easy
ευπρεπέστατα
euprepéstata
ευπρεπέστατα; σωστά;
properly
ευπρεπής
euprepḗs
αρμόζων; ευπρεπής; καθωσπρέπει; πρέπων; σωστός;
proper
euprepḗs
ευπρεπής; εύσχημος; καθωσπρεπής; πρέπων;
decent
ευπροσήγορος
euprosḗgoros civil
ευρέως
euréōs
ευρέως; πλατέως;
widely
εύρημα
eúrēma finding
eúrēma
ανεύρεση; βρίσκω; εύρημα;
find
ευρύς
eurýs
ευρύς; φαρδύς;
broad
εύσχημος
eúschēmos
ευπρεπής; εύσχημος; καθωσπρεπής; πρέπων;
decent
ευτελής
eutelḗs
βάθρο; ευτελής;
base
ευτυχία
eutychía fortune
ευτυχισμένος
eutychisménos happy
ευχαριστημένος
eucharistēménos
ευχαριστημένος; ικανοποιημένος;
pleased
eucharistēménos
ευχαριστημένος; ικανοποιημένο; ικανοποιημένος;
content
ευχαρίστηση
eucharístēsē
αρέσκεια; ευχαρίστηση; ηδονή;
pleasure
ευχάριστος
eucháristos
ευάρεστος; ευχάριστος;
pleasant
ευχαριστώ
eucharistṓ thanks
eucharistṓ thank
eucharistṓ
ευχαριστώ; παρακαλώ;
please
ευχή
euchḗ
ευχή; εύχομαι; μακάρι;
wish
εύχομαι
eúchomai
ευχή; εύχομαι; μακάρι;
wish
εφάπαξ
ephápax
εφάπαξ; κάποτε; μια φορά; μία φορά;
once
εφαρμογή
epharmogḗ
αίτηση; άλειμμα; εφαρμογή; προσήλωση; χρήση;
application
εφαρμόζω
epharmózō
αιτούμαι; βάζω; εφαρμόζω; κάνω αίτηση;
apply
εφεδρεία
ephedreía
εφεδρεία; εφεδρικός; παρακαταθήκη; παρακρατώ;
reserve
εφεδρικός
ephedrikós
εφεδρεία; εφεδρικός; παρακαταθήκη; παρακρατώ;
reserve
εφημερίδα
ephēmerída newspaper
ephēmerída
εφημερίδα; χαρτένιος; χαρτί;
paper
εφικτός
ephiktós
εφικτός; πιθανός;
possible
εφόσον
ephóson
από; αφού; εφόσον;
since
ephóson
για; εφόσον;
for
εχέγγυο
echéngyo
αντίκρισμα; εγγύηση; εγγυώμαι; εχέγγυο;
guarantee
εχεμύθεια
echemýtheia
αυτοπεποίθηση; εμπιστοσύνη; εχεμύθεια;
confidence
Έέγγραφο
éngrapho document
έγκλιση
énklisē
διάθεση; έγκλιση; κέφι;
mood
έγκυος
énkyos pregnant
έδαφος
édaphos
γη; έδαφος; προσαράσσω;
ground
édaphos
έδαφος; προσγειώνομαι; προσγειώνω;
land
έδρα
édra
έδρα; έδρανο; παγκάκι; πάγκος;
bench
édra
έδρα; καρέκλα;
chair
έδρανο
édrano
έδρα; έδρανο; παγκάκι; πάγκος;
bench
έθνος
éthnos nation
έκβαση
ékbasē
αποτέλεσμα; έκβαση; επίπτωση;
result
ékbasē
απορροία; έκβαση; κατάληξη;
outcome
έκδηλος
έκδηλος
ékdēlos
διαυγής; έκδηλος; ελευθερώνω; εναργής; καθαρός;
clear
έκθεση
ékthesē
δοκίμια; δοκίμιο; έκθεση;
essay
έκκληση
ékklēsē
έκκληση; έφεση; κάνω έκκληση; κάνω έφεση; τραβώ;
appeal
έκπληκτος
ékplēktos surprised
έκπληξη
ékplēxē surprise
έκπτωση
ékptōsē
έκπτωση; μείωση; σκόντο;
discount
έκτακτη ανάγκη
éktaktē anánkē emergency
έκταση
éktasē
έκταση; επέκταση; προέκταση;
extension
éktasē
βαθμός; έκταση;
extent
έκφραση
ékphrasē expression
έλεγχος
élenchos
έλεγχος; εξουσιάζω;
control
έλκω
élkō
ελκύω; έλκω; επισύρω; προσελκύω; τραβώ;
attract
élkō
έλκω; επισύρω; ζωγραφίζω; ισοπαλία; σέρνω; τραβώ;
draw
έλλειψη
élleipsē
ανάγκη; έλλειψη; θέλω;
want
élleipsē
έλλειψη; υστέρημα;
lack
έμπορος
émporos dealer
έμφαση
émphasē emphasis
έμψυχος
émpsychos
έμψυχος; ζωντανός; που ζει;
living
ένα
éna
ένα; ένας; μια;
a
éna
ένα; ένας; μία;
an
éna
ένα; ένας; μία;
one
έναρξη
énarxē
αρχή; έναρξη;
beginning
έναρξη
énarxē
αρχή; αρχίζω; έναρξη; ξεκίνημα; ξεκίνηση; ξεκινώ;
start
ένας
énas
ένα; ένας; μία;
one
énas
ένα; ένας; μια;
a
énas
ένα; ένας; μία;
an
ένας μόνος
énas mónos
ανύπαντρος; ένας μόνος; μονόκλινος; μονός; μόνος;
single
ένδειξη
éndeixē indication
έννοια
énnoia
αντίληψη; έννοια; ιδέα;
concept
énnoia
έννοια; σημασία;
meaning
énnoia
ανησυχώ; έννοια;
worry
ένοχος
énochos guilty
ένταση
éntasē tension
éntasē
διηθώ; είδος; ένταση; ζόρι; στραμπουλίζω; τεντώνω;
strain
έντιμος
éntimos
έντιμος; τίμιος;
honest
έντομο
éntomo insect
ένωση
énōsē
ένωση; σωματειακός;
union
έξη
éxē
έξη; συνήθεια;
habit
έξοδος
éxodos exit
έξοχος
éxochos
έξοχος; λαμπερός; φανταστικός;
brilliant
έξυπνος
éxypnos intelligent
έξω
éxō
έξω; έξω από;
out
έξω από
éxō apó
έξω; έξω από;
out
éxō apó outside
έπαθλο
épathlo
βραβείο; έπαθλο;
prize
έπαρση
éparsē
έπαρση; καμάρι; περιφάνια; υπεροψία; φιλοτιμία;
pride
έπειτα
épeita
έπειτα; μετά; μετά από;
after
épeita
εν συνέχεια; έπειτα; μετά; τότε;
then
έργο
érgo
γυρίζω ταινία; έργο; ταινία; φιλμ;
film
érgo
έργο; θεατρικό έργο; παίζω; παριστά΄νω; παριστάνω;
play
έρευνα
éreuna
ανασκόπηση; έρευνα; μελέτη;
survey
éreuna research
έρχομαι
érchomai come
έρωτας
érōtas
αγάπη; αγαπώ; έρωτας;
love
érōtas
έρωτας; σεξ; φύλο;
sex
έσοδο
ésodo
εισόδημα; έσοδο;
revenue
έτοιμος
étoimos
έτοιμος; πανέτοιμος;
ready
έτος
étos
έτος; χρονιά; χρόνος;
year
έτσι
étsi
έτσι; τόσο;
so
έφεση
éphesē
έκκληση; έφεση; κάνω έκκληση; κάνω έφεση; τραβώ;
appeal
έφοδος
éphodos
αναθέτω; έφοδος; κατηγορία; φροντίδα;
charge
έφυγα
éphyga
αριστερός; άφησα; έφυγα; που μένει;
left
έχ
éch
έχ; έχε; έχεις; έχετ; έχετε; έχουμε; έχω;
have
έχασα
échasa lost
έχε
éche
έχ; έχε; έχεις; έχετ; έχετε; έχουμε; έχω;
have
έχει
échei has
έχεις
έχεις
écheis
έχ; έχε; έχεις; έχετ; έχετε; έχουμε; έχω;
have
έχετ
échet
έχ; έχε; έχεις; έχετ; έχετε; έχουμε; έχω;
have
έχετε
échete
έχ; έχε; έχεις; έχετ; έχετε; έχουμε; έχω;
have
έχουμε
échoume
έχ; έχε; έχεις; έχετ; έχετε; έχουμε; έχω;
have
έχω
échō
έχ; έχε; έχεις; έχετ; έχετε; έχουμε; έχω;
have
échō
έχω; κατέχω;
possess
έχω βάρος
échō báros
έχω βάρος; ζυγίζω;
weigh
Ζζαλίκι
zalíki
βάρ; γεμίζω; ζαλίκι; φορτίζω; φορτίο; φορτώνω;
load
ζάχαρη
zácharē sugar
ζεσταίνω
zestaínō
ζεσταίνω; ζέστη; θερμαίνω;
heat
ζέστη
zéstē
ζεσταίνω; ζέστη; θερμαίνω;
heat
ζεστός
zestós warm
ζευγάρι
zeugári pair
ζευγαρώνω
zeugarṓnō
ζευγαρώνω; ταίρι; ύπαρχος; φιλαράκος;
mate
ζημιά
zēmiá
βλάβη; βλάπτω; ζημιά; ζημιές; κάνω ζημιά;
damage
ζημιές
zēmiés
βλάβη; βλάπτω; ζημιά; ζημιές; κάνω ζημιά;
damage
ζήτημα
zḗtēma
ανακρίνω; ερώτημα; ερώτηση; ζήτημα;
question
ζήτηση
zḗtēsē
απαίτηση; απαιτώ; ζήτηση; ζητώ;
demand
ζητώ
zētṓ
ζητώ; παρακαλώ; παράκληση;
request
zētṓ
απαίτηση; απαιτώ; ζήτηση; ζητώ;
demand
ζόρι
ζόρι
zóri
διηθώ; είδος; ένταση; ζόρι; στραμπουλίζω; τεντώνω;
strain
ζουζούνι
zouzoúni
ζουζούνι; μαμούδι;
bug
ζουμί
zoumí
ζουμί; χυμός;
juice
ζυγαριά
zygariá
ζυγαριά; ισοζύγιο; ισορροπία; πλάστιγγα;
balance
ζυγίζω
zygízō
έχω βάρος; ζυγίζω;
weigh
ζώ
zṓ
ζώ; ζωντανός; μένω;
live
ζωγραφιά
zōgraphiá painting
zōgraphiá drawing
ζωγραφίζω
zōgraphízō
έλκω; επισύρω; ζωγραφίζω; ισοπαλία; σέρνω; τραβώ;
draw
ζωή
zōḗ
βίος; ζωή; ισόβιος;
life
ζώνη
zṓnē
ζώνη; ιμάντας;
belt
ζωντανός
zōntanós
ζώ; ζωντανός; μένω;
live
zōntanós
δροσερός; ζωντανός; νωπός; φρέσκος;
fresh
zōntanós
εν ζωή; ζωντανός; ζωτανός;
alive
zōntanós
έμψυχος; ζωντανός; που ζει;
living
ζώο
zṓo
ζώο; κτήνος;
animal
ζωτανός
zōtanós
εν ζωή; ζωντανός; ζωτανός;
alive
Ηη
ē
η; ο; οι; τα; το;
the
η εαυτή της
ē eautḗ tēs
αυτή η ίδια; η εαυτή της;
herself
η σύζηγος
ē sýzēgos
γυναίκα; η σύζηγος; η σύζυγος; σύζυγος;
wife
η σύζυγος
η σύζυγος
ē sýzygos
γυναίκα; η σύζηγος; η σύζυγος; σύζυγος;
wife
ηγεμόνας
ēgemónas
αρχηγός; ηγεμόνας; ηγέτης; ηγήτορας;
leader
ηγεμονία
ēgemonía
ηγεμονία; ηγεσία;
leadership
ηγεμονικός
ēgemonikós
βασιλικός; ηγεμονικός;
royal
ηγεσία
ēgesía
ηγεμονία; ηγεσία;
leadership
ηγέτης
ēgétēs
αρχηγός; ηγεμόνας; ηγέτης; ηγήτορας;
leader
ηγετικός
ēgetikós
ηγετικός; κορυφαίος;
leading
ηγήτορας
ēgḗtoras
αρχηγός; ηγεμόνας; ηγέτης; ηγήτορας;
leader
ηγούμαι
ēgoúmai
ηγούμαι; λουρί; μόλυβδος;
lead
ēgoúmai
ηγούμαι; κεφάλι;
head
ηδονή
ēdonḗ
αρέσκεια; ευχαρίστηση; ηδονή;
pleasure
ηδύς
ēdýs
γλυκός; ηδύς; καραμέλα;
sweet
ηλεκτρικός
ēlektrikós electrical
ηλεκτρονικός
ēlektronikós electronic
ηλικία
ēlikía
εποχή; ηλικία; περιόδος;
age
ημερολόγιο
ēmerológio calendar
ημερομηνία
ēmeromēnía
ημερομηνία; χουρμάς;
date
ημίχρονος
ēmíchronos
ήμισυ; ημίχρονος; μισός;
half
ηνωμένος
ēnōménos united
ησυχασμός
ēsychasmós
ειρήνη; ησυχασμός;
peace
ēsychasmós
ησυχασμός; ήσυχος;
quiet
ησυχασμός
ēsychasmós
ησυχασμός; ξεκουράζομαι; ραχάτι; υπόλοιπος;
rest
ηχηρός
ēchērós
βροντερός; ηχηρός;
loud
ηχογράφηση
ēchográphēsē
ηχογράφηση; ηχοληψία;
recording
ηχογραφώ
ēchographṓ
δίσκος; ηχογραφώ; καταγράφω; ρεκόρ;
record
ηχοληψία
ēcholēpsía
ηχογράφηση; ηχοληψία;
recording
Ήή
ḗ
είτε; ή; ούτε;
either
ḗ or
ήδη
ḗdē
ήδη; κιόλας; κίολας;
already
ήλιος
ḗlios sun
ήμισυ
ḗmisy
ήμισυ; ημίχρονος; μισός;
half
ήρεμος
ḗremos
ακίνητος; ακόμα; αποστακτήριο; γαλήνιος; ήρεμος;
still
ḗremos
ήρεμος; νηνεμία;
calm
ήσυχος
ḗsychos
ησυχασμός; ήσυχος;
quiet
ήττα
ḗtta
απώλεια; ήττα; χαμός; χάσιμο;
loss
ήχος
ḗchos
ακούομαι; γερός; ήχος; φωνή;
sound
Θθα
tha shall
θα έπρεπε
tha éprepe should
θα πρέπει
tha prépei ought
θάλασσα
thálassa
θάλασσα; πέλαγος;
sea
θαμπώνω
thampṓnō
θαμπώνω; στοράκι; τυφλός;
blind
θάνατος
thánatos death
θάρρος
thárros
γενναιότητα; θάρρος;
courage
θαύμα
thaúma
αναρωτιέμαι; διερωτώμαι; θαύμα; θαυμασμός;
wonder
θαυμάζω
thaumázō admire
θαυμάσιος
thaumásios
θαυμάσιος; υπέροχος;
wonderful
θαυμασμός
thaumasmós
αναρωτιέμαι; διερωτώμαι; θαύμα; θαυμασμός;
wonder
θέα
théa
άποψη; θέα;
view
θεατρικό έργο
theatrikó érgo
έργο; θεατρικό έργο; παίζω; παριστά΄νω; παριστάνω;
play
θείος
theíos uncle
θέληση
thélēsē
διαθήκη; θέληση; προαίρεση;
will
θέλω
thélō
ανάγκη; έλλειψη; θέλω;
want
θέμα
théma
αντικείμενο; θέμα; υπήκοος; υποκείμενο;
subject
théma topic
théma
αντίτύπο; απορροία; εκδίδω; θέμα; τεύχος; χορήγηση;
issue
théma theme
théma
θέμα; νοιάζομαι; ουσία; ύλη; υπόθεση;
matter
θεμέλιο
themélio
βάθρο; θεμέλιο; ίδρυμα; ίδρυση;
foundation
θεός
theós god
θεραπεύω
therapeúō
θεραπεύω; κέρασμα; κερνώ; μεταχειρίζομαι;
treat
θέρετρο
théretro
θέρετρο; καταφεύγω σε;
resort
θερινός
therinós
θερινός; καλοκαίρι;
summer
θερμαίνω
θερμαίνω
thermaínō
ζεσταίνω; ζέστη; θερμαίνω;
heat
θερμοκρασία
thermokrasía
θερμοκρασία; πυρετός;
temperature
θέση
thésē
θέση; κατάσταση;
status
thésē
θέση; τοποθεσία; τοποθετώ;
position
thésē
θέση; κατάσταση;
situation
θετικός
thetikós positive
θεωρία
theōría theory
θεωρώ
theōrṓ
θεωρώ; λαμβάνω υπόψιν;
consider
θήκη
thḗkē
βαλίτσα; θήκη; περιστατικό; υπόθεση;
case
thḗkē
θήκη; σκούφος; τραγιάσκα;
cap
θηλάζω
thēlázō
γλείφω; θηλάζω; ουφώ; ρουφώ;
suck
θηλυκός
thēlykós female
θίασος
thíasos
εταιρία; θίασος; ομήγυρη; παρέα;
company
θίγω
thígō
ελαφρύς; θίγω; μικρός; προσβάλλω;
slight
θολώνω
tholṓnō
θολώνω; σύννεφο;
cloud
θόρυβος
thórybos noise
θρανίο
thranío desk
θράσος
thrásos
αναίδεια; θράσος; θρασύτητα; μάγουλο;
cheek
θρασύτητα
thrasýtēta
αναίδεια; θράσος; θρασύτητα; μάγουλο;
cheek
θύελλα
thýella
θύελλα; καταιγίδα; τρικυμία;
storm
θυμάμαι
thymámai remember
θυμός
thymós
θυμός; οργή; φούρκα;
anger
θυμωμένος
θυμωμένος
thymōménos
θυμωμένος; κουζουλός; λωλός; τρελός;
mad
thymōménos
θυμωμένος; οργισμένος;
angry
θύρα
thýra
αυλόπορτα; θύρα; πύλη;
gate
θυρίδα
thyrída counter
θώκος
thṓkos
γραφείο; θώκος;
office
θωπεύω
thōpeúō
εγκεφαλικό; θωπεύω; χαιδεύω; χαϊδεύω; χτύπημα;
stroke
θώρακας
thṓrakas
θώρακας; κάσα; στήθος;
chest
θωριά
thōriá
άποψη; θωριά; όψη; πλευρά;
aspect
Ιιατρείο
iatreío surgery
ιατρική
iatrikḗ
ιατρική; φάρμακο;
medicine
ιατρικός
iatrikós medical
ιατρός
iatrós doctor
ιδανικός
idanikós ideal
ιδέα
idéa idea
idéa
αντίληψη; έννοια; ιδέα;
concept
ιδιαίτερος
idiaíteros
ιδιαίτερος; ιδιωτικός; φαντάρος;
private
idiaíteros
ιδιαίτερος; ξεχωριστός; χωρίζω; χωριστός;
separate
ιδιοκτήτης
idioktḗtēs
ιδιοκτήτης; κάτοχος; κτήτορας;
owner
ιδιώς
idiṓs
ειδικά; ιδιώς;
especially
ιδιωτικός
idiōtikós
ιδιαίτερος; ιδιωτικός; φαντάρος;
private
ιδρύω
idrýō
διαπιστώνω; επιβάλλω; ιδρύω; καθιερώνω;
establish
ιθαγενής
ιθαγενής
ithagenḗs
ιθαγενής; ντόπιος;
native
ιθύνω
ithýnō
αποφασίζω; βασιλεύω; διέπω; ιθύνω; κανόνας;
rule
ικανοποιημένο
ikanopoiēméno
ευχαριστημένος; ικανοποιημένο; ικανοποιημένος;
content
ικανοποιημένος
ikanopoiēménos
ευχαριστημένος; ικανοποιημένο; ικανοποιημένος;
content
ikanopoiēménos
ευχαριστημένος; ικανοποιημένος;
pleased
ικανοποίηση
ikanopoíēsē
αρέσκεια; ικανοποίηση;
satisfaction
ικανός
ikanós capable
ikanós able
ικανότητα
ikanótēta ability
ikanótēta
επιδεξιότητα; ικανότητα; τέχνη; φιλοτεχνία;
skill
ιλύς
ilýs
βόρβορος; ιλύς; λάσπη;
mud
ιμάντας
imántas
ζώνη; ιμάντας;
belt
ιός
iós virus
ιππεύω
ippeúō
ατραξιόν; βόλτα; ιππεύω; ποδηλατώ;
ride
ισόβιος
isóbios
βίος; ζωή; ισόβιος;
life
ισοζύγιο
isozýgio
ζυγαριά; ισοζύγιο; ισορροπία; πλάστιγγα;
balance
ισοπαλία
isopalía
έλκω; επισύρω; ζωγραφίζω; ισοπαλία; σέρνω; τραβώ;
draw
ισορροπία
isorropía
ζυγαριά; ισοζύγιο; ισορροπία; πλάστιγγα;
balance
ισότιμος
isótimos
αντίστοιχος; ισότιμος;
equivalent
ιστορία
istoría
ιστορία; παραμύθι;
story
istoría
ιστορία; μύθος;
tale
ιστορικός
ιστορικός
istorikós historical
ισχνός
ischnós
αραιός; αραιώνω; ισχνός; λεπτός; λιγνός; ψιλός;
thin
ισχυρίζομαι
ischyrízomai
διεκδίκηση; διεκδικώ; ισχυρίζομαι; ισχυρισμός;
claim
ισχυρισμός
ischyrismós
διεκδίκηση; διεκδικώ; ισχυρίζομαι; ισχυρισμός;
claim
ισχυρός
ischyrós
δυναμικός; δυνατός; ισχυρός;
powerful
Ίίδιος
ídios same
ίδρυμα
ídryma
εμπέδωση; ίδρυμα; ίδρυση;
establishment
ídryma
βάθρο; θεμέλιο; ίδρυμα; ίδρυση;
foundation
ίδρυση
ídrysē
βάθρο; θεμέλιο; ίδρυμα; ίδρυση;
foundation
ídrysē
εμπέδωση; ίδρυμα; ίδρυση;
establishment
ίζημα
ízēma
επαναθέτω; επανοθέτω; ίζημα; προκαταβολή; προσχώνω;
deposit
ίουλος
íoulos
ίουλος; κάτω; πούπουλο;
down
ίσιος
ísios
ευθύς; ίσιος;
straight
ísios
ίσιος; ίσος;
equal
ίσος
ísos
ίσιος; ίσος;
equal
ísos
ακόμα; ακόμα και; ίσος;
even
ίσως
ísōs possibly
ίχνη
íchnē
ανιχνεύω; ίχνη; μονοπάτι; πίστα;
track
ίχνος
íchnos
ίχνος; κλειδί;
clue
Κκαβγάς
kabgás
καβγάς; κοπηλατώ; κωπηλατώ; σειρά;
row
κάγκελο
kánkelo
εμποδίζω; κάγκελο; μπαρ; ράβδος; φράζω;
bar
καδένα
kadéna
αλυσίδα; καδένα;
chain
καημένος
kaēménos
καημένος; πενιχρός; φτωχός;
poor
καημός
kaēmós
επιθυμία; καημός;
desire
καθαρά
kathará
καθαρά; ξεκάθαρα;
clearly
καθαρίζω
katharízō
εκκαθαρίζω; καθαρίζω; καθαρός;
clean
καθαρός
katharós
εκκαθαρίζω; καθαρίζω; καθαρός;
clean
katharós
διαυγής; έκδηλος; ελευθερώνω; εναργής; καθαρός;
clear
κάθε
káthe
κάθε; ο καθένας;
each
káthe every
καθηγητής
kathēgētḗs
δασκάλα; δάσκαλος; καθηγητής; καθηγήτρια;
teacher
kathēgētḗs professor
καθηγήτρια
kathēgḗtria
δασκάλα; δάσκαλος; καθηγητής; καθηγήτρια;
teacher
καθήκον
kathḗkon
δασμοί; καθήκον;
duty
kathḗkon
άθλος; δουλειά; καθήκον;
task
καθημερινός
kathēmerinós daily
καθησυχάζω
kathēsycházō
άνεση; καθησυχάζω; παρηγορώ;
comfort
καθιερώνω
kathierṓnō
διαπιστώνω; επιβάλλω; ιδρύω; καθιερώνω;
establish
καθίζω
kathízō
καθίζω; κάθισμα;
seat
κάθισμα
κάθισμα
káthisma
καθίζω; κάθισμα;
seat
καθιστώ ικανό
kathistṓ ikanó
επιτρέπω; καθιστώ ικανό;
enable
καθιστώ ικανόν
kathistṓ ikanón
καθιστώ ικανόν; προκρίνομαι;
qualify
καθοδήγηση
kathodḗgēsē
καθοδήγηση; χειραγωγία;
guidance
καθοδηγώ
kathodēgṓ
καθοδηγώ; σκηνοθετώ;
direct
kathodēgṓ
καθοδηγώ; ξεναγός; ξεναγώ; οδηγός;
guide
κάθομαι
káthomai sit
καθορίζω
kathorízō specify
kathorízō
αποφασίζω; καθορίζω; προσδιορίζω; υπολογίζω;
determine
kathorízō
καθορίζω; μνημονεύω; παραθέτω;
quote
καθορισμένος
kathorisménos
καθορισμένος; σετ; τοποθ; τοποθετώ;
set
καθρεφτάκι
kathrephtáki
αντικατοπτρίζω; καθρεφτάκι; καθρέφτης;
mirror
καθρέφτης
kathréphtēs
αντικατοπτρίζω; καθρεφτάκι; καθρέφτης;
mirror
καθυστέρηση
kathystérēsē
καθυστέρηση; παρέκλυση;
delay
καθωσπρέπει
kathōsprépei
αρμόζων; ευπρεπής; καθωσπρέπει; πρέπων; σωστός;
proper
καθωσπρεπής
kathōsprepḗs
ευπρεπής; εύσχημος; καθωσπρεπής; πρέπων;
decent
και
kai
επίσης; και;
also
kai and
και οι δυο
kai oi dyo both
καινούριος
kainoúrios
καινούριος; νέος;
new
καινοφανής
kainophanḗs
καινοφανής; μυθιστόρημα;
novel
καίριος
καίριος
kaírios critical
καιρός
kairós
καιρός; φορά; χρόνος; ώρα;
time
kairós weather
καίω
kaíō burn
κακός
kakós
άσχημος; κακός;
bad
καλά
kalá
αναβλύζω; καλά; λοιπόν; πηγάδι;
well
καλάθι
kaláthi
καλάθι; κοφίνι; πανέρι;
basket
καλεσμένος
kalesménos
καλεσμένος; φιλοξενούμενος;
guest
καλοδεχόμενος
kalodechómenos
καλοδεχόμενος; καλωσορίζω; υποδοχή;
welcome
καλοκαίρι
kalokaíri
θερινός; καλοκαίρι;
summer
καλός
kalós
αγαθός; καλός;
good
kalós
είδος; ευγενικός; καλός;
kind
κάλτσα
káltsa sock
καλύπτω
kalýptō
καλύπτω; σκαεπάζω;
cover
καλύτερος
kalýteros
καλύτερος; νικώ; ο καλύτερος;
best
kalýteros
καλύτερος; καλύτερος από;
better
καλύτερος από
kalýteros apó
καλύτερος; καλύτερος από;
better
καλώδιο
kalṓdio cable
καλωσορίζω
kalōsorízō
καλοδεχόμενος; καλωσορίζω; υποδοχή;
welcome
καμάρι
kamári
έπαρση; καμάρι; περιφάνια; υπεροψία; φιλοτιμία;
pride
kamári
γιός; καμάρι; υιός;
son
καμαρωτός
kamarōtós
καμαρωτός; περήφανος; περίφανος;
proud
κάμερα
kámera camera
καμπάνα
kampána
καμπάνα; κουδούνι;
bell
καμπάνια
kampánia
εκστρατεία; καμπάνια;
campaign
καμπή
kampḗ
διαστροφή; καμπή; πλοκή; στραμπουλίζω; στροφή;
twist
καμπύλη
kampýlē
καμπύλη; καμπυλώνω; κυρτώνω;
curve
καμπυλώνεται
kampylṓnetai
γέρνω; καμπυλώνεται; σκύβω; στροφή;
bend
καμπυλώνω
kampylṓnō
καμπύλη; καμπυλώνω; κυρτώνω;
curve
κανάλι
kanáli
διοχετεύω; κανάλι; ρείθρο;
channel
κανείς
kaneís anyone
kaneís nobody
κανένας
kanénas none
kanénas
κανένας; όχι;
no
kanénas anybody
κανόνας
kanónas
αποφασίζω; βασιλεύω; διέπω; ιθύνω; κανόνας;
rule
κανονίζω
kanonízō
εγκαθίσταμαι; κανονίζω;
settle
κανονικά
kanoniká normally
κανονικός
kanonikós
κανονικός; φυσιολογικός;
normal
κάνω
kánō
εξαναγκάζω; κάνω; κατασκευάζω; φτιάχνω;
make
kánō
δεσμεύω; διαπράττω; κάνω;
commit
kánō do
κάνω αέρα
kánō aéra
ανεμιστήρας; βεντάλια; κάνω αέρα; οπαδός;
fan
κάνω αίτηση
kánō aítēsē
αιτούμαι; βάζω; εφαρμόζω; κάνω αίτηση;
apply
κάνω έκκληση
κάνω έκκληση
kánō ékklēsē
έκκληση; έφεση; κάνω έκκληση; κάνω έφεση; τραβώ;
appeal
κάνω εντύπωση
kánō entýpōsē
απεργία; απεργώ; κάνω εντύπωση; χτυπήμα; χτυπώ;
strike
κάνω επιδρομή
kánō epidromḗ
επιδρομή; επίθεση; επιτίθεμαι; κάνω επιδρομή;
attack
κάνω έφεση
kánō éphesē
έκκληση; έφεση; κάνω έκκληση; κάνω έφεση; τραβώ;
appeal
κάνω ζημιά
kánō zēmiá
βλάβη; βλάπτω; ζημιά; ζημιές; κάνω ζημιά;
damage
κάνω κλικ
kánō klik
κάνω κλικ; κλικ;
click
κάνω πλάκα
kánō pláka
κάνω πλάκα; κατσικάκι; παιδί; πιτσιρίκος;
kid
kánō pláka
αστείο; αστιεύομαι; κάνω πλάκα; σκέρτσο;
joke
κάνω τάκλινγκ
kánō táklinnk
αντιμετωπίζω; κάνω τάκλινγκ;
tackle
καπαρώνω
kaparṓnō
βιβλιάριο; βιβλίο; καπαρώνω; κλείνω θέσω;
book
καπέλλο
kapéllo
καπέλλο; καπέλο; πίλος;
hat
καπέλο
kapélo
καπέλλο; καπέλο; πίλος;
hat
καπνίζω
kapnízō
καπνίζω; καπνοί; καπνός;
smoke
καπνοί
kapnoí
καπνίζω; καπνοί; καπνός;
smoke
καπνός
kapnós
καπνίζω; καπνοί; καπνός;
smoke
κάποιος
kápoios someone
kápoios somebody
κάποτε
kápote
εφάπαξ; κάποτε; μια φορά; μία φορά;
once
κάπου
kápou somewhere
κάπως
kápōs somewhat
kápōs somehow
κάπως
kápōs
αρκετά; κάπως;
rather
καραμέλα
karaméla
γλυκός; ηδύς; καραμέλα;
sweet
karaméla candy
καραούλι
karaoúli
καραούλι; φρουρά; φρουρός; φρουρώ; φύλακας; φυλάω;
guard
καρδιά
kardiá heart
καρέ
karé
ανακόπτω; αναχαιτίζω; ελέγχω; καρέ; σταματώ;
check
καρέκλα
karékla
έδρα; καρέκλα;
chair
καριέρα
kariéra career
καρκίνος
karkínos cancer
καρπός
karpós
καρπός; φρούτο;
fruit
καρπώνομαι
karpṓnomai
επίδομα; επωφελούμαι; καρπώνομαι; όφελος; ωφέλεια;
benefit
karpṓnomai
απολαμβάνω; διασκεδάζω; καρπώνομαι; χαίρω;
enjoy
κάρτα
kárta card
καρτερία
kartería
καρτερία; υπομονή;
patience
καρφί
karphí
καρφί; νύχι; πρόκα;
nail
καρφίτσα
karphítsa
γόμφος; καρφίτσα;
pin
κάσα
kása
κάσα; κουτί; πυγμαχώ;
box
kása
θώρακας; κάσα; στήθος;
chest
κασμάς
kasmás
διαλέγω; κασμάς; μαζεύω; συλλέγω;
pick
καστανός
kastanós
καστανός; καφέ;
brown
κατ εξοχήν
kat exochḗn
κατ εξοχήν; κυρίως; προ πάντων;
primarily
κατά
katá
εναντίον; κατά; κόντρα σε;
against
κατά γράμμα
katá grámma
κατά γράμμα; κυριολεκτικά;
literally
κατά μήκος
katá mḗkos along
κατά πλάτος
katá plátos
απέναντι; κατά πλάτος;
across
καταγράφω
katagráphō
δίσκος; ηχογραφώ; καταγράφω; ρεκόρ;
record
καταδικάζω
katadikázō
καταδικάζω; καταδίκη; πρόταση;
sentence
καταδίκη
katadíkē
καταδικάζω; καταδίκη; πρόταση;
sentence
καταδότης
katadótēs
γρασίδι; καταδότης; πόα; χλοή; χορτάρι; χόρτο;
grass
κατάθλιψη
katáthlipsē
κατάθλιψη; ύφεση;
depression
καταιγίδα
kataigída
θύελλα; καταιγίδα; τρικυμία;
storm
κατακλύζω
kataklýzō
κατακλύζω; πακετάρω; πακέτο; συσκευάζω; τράπουλα;
pack
κατακρατώ
katakratṓ
εξακολουθώ; κατακρατώ; κρατώ;
keep
κατακυρώνω
katakyrṓnō
απονέμω; βραβείο; κατακυρώνω;
award
καταλαβαίνω
katalabaínō
καταλαβαίνω; κατανοώ;
understand
κατάληξη
katálēxē
απορροία; έκβαση; κατάληξη;
outcome
κατάλληλος
katállēlos
βολικός; κατάλληλος; πρόσφορος;
suitable
katállēlos
κατάλληλος; οικειοποιούμαι; σφετερίζομαι;
appropriate
καταμέτρηση
katamétrēsē
καταμέτρηση; μέτρηση;
measurement
κατανόηση
katanóēsē understanding
κατανομή
katanomḗ
διανομή; κατανομή;
distribution
κατανοώ
katanoṓ
καταλαβαίνω; κατανοώ;
understand
katanoṓ
αναγνωρίζω; εκτιμώ; κατανοώ;
appreciate
καταπολεμώ
katapolemṓ
καταπολεμώ; μάχη; μάχομαι; πολεμώ με; συμπλέκομαι;
fight
καταπραΰνω
katapraǘnō
άνεση; καταπραΰνω;
ease
κατασκευάζω
kataskeuázō
εξαναγκάζω; κάνω; κατασκευάζω; φτιάχνω;
make
κατασκευαστής
kataskeuastḗs manufacturer
κατασκευή
kataskeuḗ
ανέγερση; κατασκευή;
construction
κατάσταση
katástasē
θέση; κατάσταση;
status
katástasē
δήλωση; κατάσταση;
statement
katástasē
δηλώνω; κατάσταση; κρατίδιο; κράτος;
state
katástasē
θέση; κατάσταση;
situation
katástasē
κατάσταση; πάθηση;
condition
καταστρέφω
katastréphō destroy
καταστροφή
katastrophḗ
καταστροφή; όλεθρος; συμφορά;
disaster
κατατάσσομαι
katatássomai
ενώνω; κατατάσσομαι; συνδέω; συνενώνω;
join
καταφέρνω
kataphérnō
αντεπεξέρχομαι; διευθύνω; καταφέρνω;
manage
καταφεύγω
katapheúgō
καταφεύγω; καταφύγιο; προστατεύω; σταλός;
shelter
καταφεύγω σε
katapheúgō se
θέρετρο; καταφεύγω σε;
resort
καταφύγιο
kataphýgio
καταφεύγω; καταφύγιο; προστατεύω; σταλός;
shelter
κατάχρηση
katáchrēsē
βρίζω; βρισιά; κατάχρηση; καταχρώμαι; λοιδορία;
abuse
καταχρώμαι
katachrṓmai
βρίζω; βρισιά; κατάχρηση; καταχρώμαι; λοιδορία;
abuse
καταχώρηση
katachṓrēsē
είσοδος; καταχώρηση; λήμμα;
entry
καταχωρώ
katachōrṓ
εγγράφομαι; καταχωρώ;
register
κατεργάζομαι
katergázomai
διαδικασία; επεξεργάζομαι; κατεργάζομαι;
process
κατεύθυνση
kateúthynsē direction
κατέχω
katéchō
δικός μου; κατέχω; της];
own
katéchō
έχω; κατέχω;
possess
κατηγορία
katēgoría
αναθέτω; έφοδος; κατηγορία; φροντίδα;
charge
katēgoría
κατηγορία; πρωτάθλημα; συνασπισμός;
league
κατηγορώ
katēgorṓ accuse
κάτι
káti something
κάτοικος
kátoikos
κάτοικος; μόνιμος;
resident
κατορθώνω
katorthṓnō achieve
κατουσίαν
katousían
κατουσίαν; ουσιαστικά; σχεδόν;
virtually
κατοχή
katochḗ possession
κάτοχος
kátochos
ιδιοκτήτης; κάτοχος; κτήτορας;
owner
κατοχυρώνω
katochyrṓnō
κατοχυρώνω; προστατεύω;
protect
κατράμι
katrámi
γήπεδο; κατράμι; κλυδωνίζομαι;
pitch
κατσικάκι
katsikáki
κάνω πλάκα; κατσικάκι; παιδί; πιτσιρίκος;
kid
κάτω
kátō
ίουλος; κάτω; πούπουλο;
down
κάτω από
kátō apó
από κάτω; κάτω από;
below
kátō apó under
καύσιμα
kaúsima
καύσιμα; καύσιμο; τροφοδοτώ;
fuel
καύσιμο
καύσιμο
kaúsimo
καύσιμα; καύσιμο; τροφοδοτώ;
fuel
καυτός
kautós hot
καφέ
kaphé
καστανός; καφέ;
brown
καφές
kaphés coffee
καχύποπτος
kachýpoptos
καχύποπτος; ύποπτος;
suspicious
κέικ
kéik cake
κείμαι
keímai
κείμαι; ψεύδομαι;
lie
κείμενο
keímeno
απόσπασμα; διάβαση; κείμενο;
passage
keímeno text
κελί
kelí
κελί; κύτταρο;
cell
κενό
kenó
άγραφος; άγραφτος; ανέκφραστος; κενό; λευκός;
blank
kenó
κενό; χάσμα;
gap
κέντρισμα
kéntrisma
κέντρισμα; νύξη; σαρκασμός; σκάβω;
dig
κέρασμα
kérasma
θεραπεύω; κέρασμα; κερνώ; μεταχειρίζομαι;
treat
κερδίζω
kerdízō
απολαβή; κερδίζω;
gain
kerdízō
κερδίζω; νικώ;
win
kerdízō earn
κέρδος
kérdos
απολαβή; κέρδος; ωφέλεια;
profit
κερνώ
kernṓ
θεραπεύω; κέρασμα; κερνώ; μεταχειρίζομαι;
treat
κεφάλι
kepháli
ηγούμαι; κεφάλι;
head
κέφι
képhi
διασκέδαση; κέφι; πλάκα;
fun
képhi
διάθεση; έγκλιση; κέφι;
mood
κηδεία
κηδεία
kēdeía funeral
κήπος
kḗpos garden
κθκλοφορία
kthklophoría
κθκλοφορία; νόμισμα; συνάλλαγμα;
currency
κιθάρα
kithára guitar
κίνηση
kínēsē
κίνηση; κινώ; μετακομίζω; σαλεύω; συγκινώ;
move
κινητός
kinētós mobile
κινώ
kinṓ
κίνηση; κινώ; μετακομίζω; σαλεύω; συγκινώ;
move
κιόλας
kiólas
ήδη; κιόλας; κίολας;
already
κίολας
kíolas
ήδη; κιόλας; κίολας;
already
κίτρινος
kítrinos
δειλός; κίτρινος;
yellow
κλαδί
kladí
κλαδί; κλάδος; υποκατάστημα;
branch
κλάδος
kládos
κλαδί; κλάδος; υποκατάστημα;
branch
κλαίω
klaíō
κλαίω; κραυγή; φωνάζω;
cry
κλάση
klásē
κλάση; τάξη; υπάγω;
class
κλέβω
klébō
βουτώ; κλέβω;
steal
κλειδαριά
kleidariá lock
κλειδί
kleidí key
kleidí
ίχνος; κλειδί;
clue
κλείνω
kleínō
αποπνιχτικός; κλείνω; κολλητός; κοντά; πνιγηρός;
close
κλείνω θέσω
kleínō thésō
βιβλιάριο; βιβλίο; καπαρώνω; κλείνω θέσω;
book
κλειστό
kleistó
κλειστό; κλειστός;
closed
κλειστός
κλειστός
kleistós
κλειστό; κλειστός;
closed
κλήρος
klḗros
κλήρος; μοίρα;
lot
klḗros
κλήρος; μοιρά; μοίρα; μοιράζομαι; μοιράζω;
share
κλήση
klḗsē
κλήση; τηλεφωνώ;
call
κλικ
klik
κάνω κλικ; κλικ;
click
κλίμα
klíma climate
κλίμακα
klímaka
κλίμακα; κλίμακας; κλιμάκωση; λέπι;
scale
κλίμακας
klímakas
κλίμακα; κλίμακας; κλιμάκωση; λέπι;
scale
κλιμάκωση
klimákōsē
κλίμακα; κλίμακας; κλιμάκωση; λέπι;
scale
κλοτσώ
klotsṓ kick
κλου
klou
κλου; στιγμιότυπο; τονίζω;
highlight
κλυδωνίζομαι
klydōnízomai
γήπεδο; κατράμι; κλυδωνίζομαι;
pitch
κόβω
kóbō
κόβω; κοπή; κόψιμο;
cut
κόβω σε φέτες
kóbō se phétes
κόβω σε φέτες; φέτα;
slice
κοιμάμαι
koimámai
κοιμάμαι; τσίμπλα; ύπνος;
sleep
κοιμώμενος
koimṓmenos asleep
κοινός
koinós
κοινός; συνηθισμένος;
common
koinós public
koinós
άρθρωση; γόμφος; κοινός; κοψίδι; τσιγαριλίκι;
joint
κοινότητα
koinótēta community
κοινωνία
koinōnía society
κοιτάζω
koitázō
βλέμμα; εμφάνιση; κοιτάζω; φαίνομαι;
look
κόκαλο
kókalo
κόκαλο; κόκκαλο; οστούν;
bone
κόκκαλο
kókkalo
κόκαλο; κόκκαλο; οστούν;
bone
κόκκινος
kókkinos red
κολάρο
koláro
γιακάς; κολάρο; λουρί;
collar
κόλαση
kólasē hell
κολέγιο
kolégio college
κολλάω
kolláō
κολλάω; προσβάλλομαι; συμβόλαιο; συστέλλομαι;
contract
κολλητός
kollētós
κολλητός; φιλαράκος;
buddy
kollētós
αποπνιχτικός; κλείνω; κολλητός; κοντά; πνιγηρός;
close
κολλώ
kollṓ
κολλώ; παλούκι; χώνω;
stick
κόλπο
kólpo
κόλπο; κομπίνα; ξεγελώ; τρικ;
trick
κολύμπι
kolýmpi swimming
κολυμπώ
kolympṓ swim
κόμης
kómēs
κόμης; μετρώ;
count
κομητεία
komēteía county
κομμάτι
kommáti
κομμάτι; πράγμα;
item
κόμματος
kómmatos
κόμματος; πουλί;
bird
κομπίνα
kompína
κόλπο; κομπίνα; ξεγελώ; τρικ;
trick
κομψός
kompsós smart
κοντά
kontá
αποπνιχτικός; κλείνω; κολλητός; κοντά; πνιγηρός;
close
kontá near
kontá
κοντά; κοντινός;
nearby
κοντινός
kontinós
κοντά; κοντινός;
nearby
κοντολογίς
kontologís
κοντολογίς; σύντομα;
briefly
κοντός
kontós short
κόντρα σε
kóntra se
εναντίον; κατά; κόντρα σε;
against
κοπανίζω
kopanízō
κοπανίζω; λίβρα; λίμπρα; λίρα; μάντρα; σφρυροκοπώ;
pound
κοπή
kopḗ
κόβω; κοπή; κόψιμο;
cut
κοπηλατώ
kopēlatṓ
καβγάς; κοπηλατώ; κωπηλατώ; σειρά;
row
κόπος
kópos
ενοχλούμαι; ενοχλώ; κόπος; σκοτίζομαι;
bother
κόρη
kórē daughter
κορίτσι
korítsi girl
κορμί
kormí
κορμί; πλαίσιο; πλαισιώνω; σκελετό; σκελετός; σώμα;
frame
κορμός δέντρου
kormós déntrou log
κορμοστασιά
kormostasiá
ανάστημα; κορμοστασιά; μπόι; χτίζω;
build
κορυφαίος
koryphaíos
κορυφαίος; κορυφή;
top
koryphaíos
ηγετικός; κορυφαίος;
leading
κορυφή
koryphḗ
κορυφαίος; κορυφή;
top
koryphḗ
κορυφή; κορυφώνω;
peak
κορυφώνω
koryphṓnō
κορυφή; κορυφώνω;
peak
κοσμικός
kosmikós
κοσμικός; ξαπλώνω; στρώνω; τοποθετώ χάμω;
lay
κόσμος
kósmos
κόσμος; υφήλιος;
world
kósmos
άνθρωποι; άνθρωπος; κόσμος;
people
κοστίζω
kostízō
δαπάνη; κοστίζω; κόστος;
cost
κόστος
kóstos
δαπάνη; κοστίζω; κόστος;
cost
κοστούμι
kostoúmi
αρμόζω; βολεύω; εξυπηρετώ; κοστούμι; ταιριάζω με;
suit
κοτόπουλο
kotópoulo chicken
κουβαλώ
koubalṓ
κουβαλώ; μεταφέρω;
carry
κουβάρι
koubári
κουβάρι; μπάλα;
ball
κουδούνι
koudoúni
καμπάνα; κουδούνι;
bell
κουζίνα
kouzína kitchen
κουζουλός
kouzoulós
θυμωμένος; κουζουλός; λωλός; τρελός;
mad
κουκίδα
koukída
βάζω σημείο; κουκίδα;
dot
κουμπί
koumpí button
κούνια
koúnia
κούνια; κουνώ;
swing
κουνώ
kounṓ
κουνώ; σαλεύω; σείω; ταράζω;
shake
kounṓ
κουνώ; λικνίζω; πέτρα; ροκ;
rock
kounṓ
κούνια; κουνώ;
swing
κουρασμένος
kourasménos tired
κουρδίζω
kourdízō
κουρδίζω; μελωδία;
tune
kourdízō
αιολική; άνεμος; κουρδίζω;
wind
κούρσα
koúrsa car
κουτί
koutí
κάσα; κουτί; πυγμαχώ;
box
koutí
κουτί; μπορώ;
can
κοφίνι
kophíni
καλάθι; κοφίνι; πανέρι;
basket
κοφτερός
kophterós
αιφνίδιος; κοφτερός; μυτερός; οξυδερκής;
sharp
κοχή
kochḗ
άκρη; κοχή; περιστόμιο; χείλος;
edge
κοψίδι
kopsídi
άρθρωση; γόμφος; κοινός; κοψίδι; τσιγαριλίκι;
joint
κόψιμο
kópsimo
κόβω; κοπή; κόψιμο;
cut
κραδασμός
kradasmós
κραδασμός; κρούση; σοκ;
shock
κρασί
krasí
κρασί; οίνος;
wine
κρατίδιο
kratídio
δηλώνω; κατάσταση; κρατίδιο; κράτος;
state
κράτος
krátos
δηλώνω; κατάσταση; κρατίδιο; κράτος;
state
κρατώ
kratṓ
διατηρώ; κρατώ; παρακρστώ; συγκατακρατώ;
retain
kratṓ
εξακολουθώ; κατακρατώ; κρατώ;
keep
kratṓ
αμπάρι; κρατώ; συγκρατώ;
hold
κραυγή
kraugḗ
κλαίω; κραυγή; φωνάζω;
cry
κραχ
krach
κραχ; πάταγος; πέφτω; προσκρούω; σύγκρουση;
crash
κρέας
kréas
κρέας; σάρκα;
meat
κρεβάτι
krebáti bed
κρεβατοκάμαρα
krebatokámara
κρεβατοκάμαρα; υπνοδωμάτιο;
bedroom
κρέμα
kréma cream
κρεμώ
kremṓ
απαγχονίζω; κρεμώ;
hang
κρένω
krénō
κρένω; μιλώ;
speak
κρίκος
kríkos
κρίκος; συνδέω;
link
κρίμα
κρίμα
kríma
κρίμα; ντροπή;
shame
κρίνω
krínō
δικάζω; δικαστής; κρίνω; κριτής;
judge
κριτής
kritḗs
δικάζω; δικαστής; κρίνω; κριτής;
judge
κριτική
kritikḗ
αναθεωρώ; ανασκόπηση; ανασκοπώ; κριτική;
review
kritikḗ
επίκριση; κριτική;
criticism
κρούση
kroúsē
επίδραση; κρούση; ορμή; σύγκρουση;
impact
kroúsē
κραδασμός; κρούση; σοκ;
shock
κρύβομαι
krýbomai
κρύβομαι; κρύβω;
hide
κρύβω
krýbō
κρύβομαι; κρύβω;
hide
κρυολόγημα
kryológēma
κρυολόγημα; κρύος; πούντα;
cold
κρύος
krýos
κρυολόγημα; κρύος; πούντα;
cold
κτήμα
ktḗma
ακίνητο; κτήμα; περιουσία; σπίτι;
property
κτήνος
ktḗnos
ζώο; κτήνος;
animal
κτήριο
ktḗrio
κτήριο; χτήριο;
building
κτήτορας
ktḗtoras
ιδιοκτήτης; κάτοχος; κτήτορας;
owner
κυβέρνηση
kybérnēsē
διοίκηση; διοικητικός; κυβέρνηση; χορήγηση;
administration
kybérnēsē government
κυκεώνας
kykeṓnas
κυκεώνας; παραζάλη; σύγχυση;
confusion
κύκλος
kýklos
κύκλος; ποδηλατώ;
cycle
κυκλοφορία
kyklophoría
δοσοληψία; κυκλοφορία;
traffic
κυκλοφορώ
κυκλοφορώ
kyklophorṓ
βγάζω; δημοσιεύω; εκκρίνω; κυκλοφορώ; λύτρωση;
release
kyklophorṓ
διαβατήριο; κυκλοφορώ; πέρασμα; περνώ; στενά;
pass
κύλινδρος
kýlindros
κύλινδρος; κυλώ; ψωμάκι;
roll
κυλώ
kylṓ
κύλινδρος; κυλώ; ψωμάκι;
roll
κύμα
kýma wave
κυνηγώ
kynēgṓ hunt
κυρία
kyría lady
κύριε
kýrie sir
κυριολεκτικά
kyriolektiká
κατά γράμμα; κυριολεκτικά;
literally
κυρίος
kyríos
κυρίος; κύριος; κυριότερος;
main
κύριος
kýrios
αφέντης; δεξιοτέχνης; διαφεντεύω; κύριος; μετρ;
master
kýrios
κυρίος; κύριος; κυριότερος;
main
κυριότερος
kyrióteros
κυρίος; κύριος; κυριότερος;
main
κυρίως
kyríōs
κατ εξοχήν; κυρίως; προ πάντων;
primarily
κύρος
kýros
αντικρίζω; αντιμετωπίζω; κύρος; μούτρο; πρόσωπο;
face
kýros
δύναμη; εξουσία; κύρος;
power
κυρτώνω
kyrtṓnō
καμπύλη; καμπυλώνω; κυρτώνω;
curve
κύρωση
kýrōsē
κύρωση; ποινή; πρόστιμο;
penalty
κύτταρο
kýttaro
κελί; κύτταρο;
cell
κώδικας
kṓdikas code
κωμικός
kōmikós
αστείος; κωμικός; περίεργος;
funny
κωπηλατώ
kōpēlatṓ
καβγάς; κοπηλατώ; κωπηλατώ; σειρά;
row
Λλάδι
ládi
λάδι; πετρέλαιο;
oil
λάθος
láthos wrong
láthos
λάθος; παρανοώ;
mistake
láthos
αναληθής; λάθος; ψευδής; ψεύτικος; ψεύτικός;
false
láthos
ατέλεια; ελάττωμα; λάθος; ρήγμα; σφάλμα; φτιάξιμο;
fault
láthos error
λαϊκός
laïkós
δημοφιλής; λαϊκός;
popular
λαιμός
laimós throat
laimós
αυχένας; λαιμός; σβέρκος;
neck
λαμβάνω
lambánō
λαμβάνω; παραλαμβάνω;
receive
λαμβάνω υπόψιν
lambánō ypópsin
θεωρώ; λαμβάνω υπόψιν;
consider
λαμπερός
lamperós
λαμπερός; υποσχόμενος;
bright
lamperós
έξοχος; λαμπερός; φανταστικός;
brilliant
λαμπρός
lamprós
λαμπρός; μεγάλος; σπουδαίος;
grand
λάμπω
lámpō shine
λάσκος
láskos
λάσκος; λυτός; μπόσικος; ξεκάρφωτος; χαλαρός;
loose
λάσπη
láspē
βόρβορος; ιλύς; λάσπη;
mud
λαχανικό
lachanikó vegetable
λεiος
leios
λεiος; λείος;
smooth
λείος
leíos
λεiος; λείος;
smooth
λειτουργία
λειτουργία
leitourgía
εγχείρηση; επιχείρηση; λειτουργία;
operation
leitourgía
δεξίωση; λειτουργία; λειτουργώ;
function
λειτουργώ
leitourgṓ
δεξίωση; λειτουργία; λειτουργώ;
function
leitourgṓ
εγχειρίζω; λειτουργώ;
operate
λέξη
léxē word
λέπι
lépi
κλίμακα; κλίμακας; κλιμάκωση; λέπι;
scale
λεπτό
leptó
λεπτό; λεπτομερής; μικροσκοπικός;
minute
λεπτομέρεια
leptoméreia
απαριθμώ; λεπτομέρεια;
detail
λεπτομερής
leptomerḗs
λεπτό; λεπτομερής; μικροσκοπικός;
minute
leptomerḗs
διεξοδικός; λεπτομερής;
detailed
λεπτός
leptós
αραιός; αραιώνω; ισχνός; λεπτός; λιγνός; ψιλός;
thin
λερωμένος
lerōménos
βρώμικος; λερωμένος;
dirty
λέσχη
léschē
λέσχη; ρόπαλο;
club
λευκό
leukó
άσπρος; λευκό; λευκός;
white
λευκός
leukós
άσπρος; λευκό; λευκός;
white
leukós
άγραφος; άγραφτος; ανέκφραστος; κενό; λευκός;
blank
λεφτά
lephtá money
λέω
léō
αφηγούμαι; διηγούμαι; λέω; ξεχωρίζω;
tell
léō say
λεωφορείο
leōphoreío bus
λήμμα
lḗmma
είσοδος; καταχώρηση; λήμμα;
entry
λήξη
lḗxē
λήξη; ποόρισμα; συμπέρασμα; τέλος;
conclusion
λήψη
lḗpsē
αντίκρυσμα; γλέντι; λήψη; ρεσεψιόν; υποδοχή;
reception
λίβρα
líbra
κοπανίζω; λίβρα; λίμπρα; λίρα; μάντρα; σφρυροκοπώ;
pound
λίγα
líga
λίγα; λίγες; λίγοι; λιγοστός;
few
λίγες
líges
λίγα; λίγες; λίγοι; λιγοστός;
few
λιγνός
lignós
αραιός; αραιώνω; ισχνός; λεπτός; λιγνός; ψιλός;
thin
λίγο
lígo
ελαφρώς; λίγο;
slightly
lígo
λίγο; μικρός;
little
λίγοι
lígoi
λίγα; λίγες; λίγοι; λιγοστός;
few
lígoi
λίγοι; μερικοί; μερικός;
some
λιγοστός
ligostós
λίγα; λίγες; λίγοι; λιγοστός;
few
λιγότερος
ligóteros less
λικνίζω
liknízō
κουνώ; λικνίζω; πέτρα; ροκ;
rock
λίμα
líma
λίμα; λιμάρω; πίφερο; υποβάλλω;
file
λιμάρω
limárō
λίμα; λιμάρω; πίφερο; υποβάλλω;
file
λίμνη
límnē lake
λιμνούλα
limnoúla
λιμνούλα; πισίνα;
pool
λίμπρα
límpra
κοπανίζω; λίβρα; λίμπρα; λίρα; μάντρα; σφρυροκοπώ;
pound
λίπος
lípos
λίπος; χόνδρος; χοντρός;
fat
λίρα
líra
κοπανίζω; λίβρα; λίμπρα; λίρα; μάντρα; σφρυροκοπώ;
pound
λίστα
lísta list
λογαριάζω
logariázō
λογαριάζω; υπολογίζω;
calculate
λογαριασμός
logariasmós
αναφορά; λογαριασμός; σημασία;
account
logariasmós
λογαριασμός; νομοσχέδιο; ράμφος;
bill
λογικός
logikós logical
logikós reasonable
λογισμικό
logismikó software
λογομαχία
logomachía
ανταλλάσσω; διαφωνία; λογομαχία; συνάλλαγμα;
exchange
logomachía
διαφωνία; επιχείρημα; λογομαχία;
argument
λόγος
lógos
αιτία; αιτιολογία; λόγος;
reason
λογοτεχνία
logotechnía literature
λοιδορία
loidoría
βρίζω; βρισιά; κατάχρηση; καταχρώμαι; λοιδορία;
abuse
λοιπόν
loipón
αναβλύζω; καλά; λοιπόν; πηγάδι;
well
λουλούδι
louloúdi flower
λουρί
lourí
γιακάς; κολάρο; λουρί;
collar
lourí
ηγούμαι; λουρί; μόλυβδος;
lead
λουρίδα
lourída
γδύνομαι; γδύνω; γυμνώνω; εκδύω; λουρίδα;
strip
λουτρό
loutró
λουτρό; μπανιέρα; μπάνιο;
bath
loutró bathroom
λύμα
lýma
απόβλητα; λύμα; σπατάλη; σπαταλώ;
waste
λύνω
lýnō
αποφασίζω; διασκέπτομαι; διευθετώ; λύνω;
resolve
lýnō solve
λυπάμαι
lypámai
λυπάμαι; λύπη; μεταμελούμαι; μετανιώνω; μετανοίωνω;
regret
λύπη
λύπη
lýpē
λυπάμαι; λύπη; μεταμελούμαι; μετανιώνω; μετανοίωνω;
regret
λυπημένος
lypēménos sad
λύση
lýsē
διάλυμα; λύση;
solution
λυτός
lytós
λάσκος; λυτός; μπόσικος; ξεκάρφωτος; χαλαρός;
loose
λύτρωση
lýtrōsē
βγάζω; δημοσιεύω; εκκρίνω; κυκλοφορώ; λύτρωση;
release
λωλός
lōlós
θυμωμένος; κουζουλός; λωλός; τρελός;
mad
Μμαγαζί
magazí
αποθηκεύω; βάζω; μαγαζί;
store
magazí
μαγαζί; προδίδω; ψωνίζω;
shop
μαγαρίζω
magarízō soil
μάγειρας
mágeiras
μάγειρας; μαγειρεύω;
cook
μαγειρεύω
mageireúō
μάγειρας; μαγειρεύω;
cook
μάγουλο
mágoulo
αναίδεια; θράσος; θρασύτητα; μάγουλο;
cheek
μαζεύομαι
mazeúomai
μαζεύομαι; μαζεύω; περισυλλέγω; συγκεντρώνομαι;
gather
μαζεύω
mazeúō
μαζεύομαι; μαζεύω; περισυλλέγω; συγκεντρώνομαι;
gather
mazeúō
διαλέγω; κασμάς; μαζεύω; συλλέγω;
pick
μαζί
mazí together
mazí
μαζί; με;
with
μάης
máēs
είθε; μάης; μπορώ;
may
μαθαίνω
mathaínō learn
μάθημα
máthēma lesson
μακάρι
μακάρι
makári
ευχή; εύχομαι; μακάρι;
wish
μακέτα
makéta
μακέτα; μανεκέν; μοντέλο;
model
μακριά
makriá far
makriá
μακριά; μακρυά;
away
makriá off
μακρυά
makryá
μακριά; μακρυά;
away
μακρύς
makrýs
μακρύς; μεγάλος;
long
μαλακά
malaká
μαλακά; με το μαλακό;
gently
μαλακός
malakós soft
μάλαμα
málama
μάλαμα; χρυσός;
gold
μαλλιά
malliá
μαλλιά; τρίχα;
hair
μάλλον
mállon
μάλλον; πιανάν; πιθανά; πιθανόν;
likely
μαμούδι
mamoúdi
ζουζούνι; μαμούδι;
bug
μανεκέν
manekén
μακέτα; μανεκέν; μοντέλο;
model
μάνι-μάνι
máni-máni quickly
μαντεύω
manteúō
εικασία; μαντεύω;
guess
μάντρα
mántra
κοπανίζω; λίβρα; λίμπρα; λίρα; μάντρα; σφρυροκοπώ;
pound
mántra
μάντρα; σταλός; στυλό; στυλός;
pen
μάρκετινγκ
márketinnk marketing
μάρτιος
mártios
βαδίζω; μάρτιος;
march
μάρτυρας
mártyras
είμαι μάρτυρας; μάρτυρας; μαρτυρώ;
witness
μαρτυρία
μαρτυρία
martyría
αποδείξεις; απόδειξη; μαρτυρία; στοιχεία;
evidence
μαρτυρώ
martyrṓ
είμαι μάρτυρας; μάρτυρας; μαρτυρώ;
witness
μάτι
máti
δακτυλίδι; δαχτυλίδι; μάτι; παλαίστρα; τηλεφωνώ;
ring
máti
μάτι; οφθαλμός;
eye
μάτσο
mátso
δέσμη; μάτσο; τσαμπί;
bunch
μαύρος
maúros black
μαχαλάς
machalás
μαχαλάς; περιοχή; περιφέρεια;
district
machalás
μαχαλάς; τέταρτο;
quarter
μάχη
máchē battle
máchē
καταπολεμώ; μάχη; μάχομαι; πολεμώ με; συμπλέκομαι;
fight
μάχομαι
máchomai
καταπολεμώ; μάχη; μάχομαι; πολεμώ με; συμπλέκομαι;
fight
με
me
εμένα; με; μου;
me
me
μαζί; με;
with
με επιτυχία
me epitychía
επιτυχημένα; με επιτυχία;
successfully
με πολλή κίνηση
me pollḗ kínēsē
απασχολημένος; με πολλή κίνηση;
busy
με το μαλακό
me to malakó
μαλακά; με το μαλακό;
gently
μεγάλος
megálos big
megálos large
megálos
μακρύς; μεγάλος;
long
megálos
λαμπρός; μεγάλος; σπουδαίος;
grand
megálos
απίθανος; μεγάλος;
great
μεγαλύτερος
megalýteros
μεγαλύτερος; πρεσβύτερος;
senior
μεγαλωνω
megalōnō
αυξάνομαι; μεγαλωνω; μεγαλώνω;
grow
μεγαλώνω
megalṓnō
αυξάνομαι; μεγαλωνω; μεγαλώνω;
grow
μέγεθος
mégethos size
μέθοδος
méthodos method
méthodos
μέθοδος; πλησιάζω; προσεγγίζω; προσέγγιση;
approach
μεθόριος
methórios
μεθόριος; ρέλι; σύνορο;
border
μεθυσμένος
methysménos
μεθυσμένος; φέσι;
drunk
μειώνομαι
meiṓnomai
μειώνομαι; μου πέφτει; ρανίδα; ρίχνω; σταγόνα;
drop
μειώνω
meiṓnō
ελαττώνω; μειώνω; περιορίζω;
reduce
μείωση
meíōsē
έκπτωση; μείωση; σκόντο;
discount
μελαχρινός
melachrinós
μελαχρινός; μουχρός; σκοτάδι; σκοτεινός; σκούρος;
dark
μελέτη
melétē
ανασκόπηση; έρευνα; μελέτη;
survey
melétē
γραφείο; μελέτη; μελετώ; σπουδάζω; σπουδές;
study
μελετώ
meletṓ
γραφείο; μελέτη; μελετώ; σπουδάζω; σπουδές;
study
μέλι
méli honey
μελλοντικός
mellontikós future
μέλος
mélos
μέλος; στέλεχος;
member
μελωδία
melōdía
κουρδίζω; μελωδία;
tune
μένω
ménō
ζώ; ζωντανός; μένω;
live
ménō stay
μέρα
méra day
μεριά
meriá
μεριά; πλευρά;
side
μερίδιο
μερίδιο
merídio
μερίδιο; μερος; χωρίζω;
part
μερικές φορές
merikés phorés sometimes
μερικοί
merikoí
λίγοι; μερικοί; μερικός;
some
μερικός
merikós
λίγοι; μερικοί; μερικός;
some
μερος
meros
μερίδιο; μερος; χωρίζω;
part
μέρος
méros
βούλα; εντοπίζω; μέρος; σπυρί;
spot
méros
μέρος; τοποθετώ; τόπος;
place
μέσα
mésa inside
mésa
εντός; μέσα;
within
μέσα ενημέρωσης
mésa enēmérōsēs media
μέσα σε
mésa se
μέσα σε; σε;
in
mésa se into
μεσαίος
mesaíos
μεσαίος; μέσον; μέτριος;
medium
mesaíos
μεσαίος; μέση;
middle
μεσάνυχτα
mesánychta midnight
μέση
mésē
μεσαίος; μέση;
middle
μεσημβρινός
mesēmbrinós
μεσημβρινός; νότιος;
southern
μεσημεριανό
mesēmerianó
μεσημεριανό; το μεσημεριανό;
lunch
μεσίτης
mesítēs
μεσίτης; παράγων; πράκτορας;
agent
μέσον
méson
μεσαίος; μέσον; μέτριος;
medium
μέσος
mésos
μέσος; μέσος όρος;
average
μέσος όρος
mésos óros
μέσος; μέσος όρος;
average
μεστός
μεστός
mestós
γεμάτος; μεστός; ολικός; πλήρης;
full
μετά
metá
επόμενος; μετά;
next
metá
εν συνέχεια; έπειτα; μετά; τότε;
then
metá
έπειτα; μετά; μετά από;
after
μετά από
metá apó
έπειτα; μετά; μετά από;
after
μετά χριστόν
metá christón
διαφήμηση; μετά χριστόν;
ad
μετάβαση
metábasē transition
μεταβολή
metabolḗ
αλλάζω; μεταβολή; μετατροπή; παραλλαγή; παραλλάζω;
change
μετακινώ
metakinṓ
αλλάζω; μετακινώ; μετατοπίζω;
shift
μετακομίζω
metakomízō
απομακρύνω; αφαιρώ; μετακομίζω;
remove
metakomízō
κίνηση; κινώ; μετακομίζω; σαλεύω; συγκινώ;
move
μεταλλείο
metalleío
δικός μου; εξορύσσω; μεταλλείο; νάρκη; ορυχείο;
mine
μέταλλο
métallo metal
μεταμελούμαι
metameloúmai
λυπάμαι; λύπη; μεταμελούμαι; μετανιώνω; μετανοίωνω;
regret
μετανιώνω
metaniṓnō
λυπάμαι; λύπη; μεταμελούμαι; μετανιώνω; μετανοίωνω;
regret
μετανοίωνω
metanoíōnō
λυπάμαι; λύπη; μεταμελούμαι; μετανιώνω; μετανοίωνω;
regret
μεταξύ
metaxý between
μετατοπίζω
metatopízō
αλλάζω; μετακινώ; μετατοπίζω;
shift
μετατρέπω
metatrépō convert
μετατροπή
metatropḗ
αλλάζω; μεταβολή; μετατροπή; παραλλαγή; παραλλάζω;
change
μεταφέρω
μεταφέρω
metaphérō
κουβαλώ; μεταφέρω;
carry
μεταφράζω
metaphrázō translate
μεταχειρίζομαι
metacheirízomai
θεραπεύω; κέρασμα; κερνώ; μεταχειρίζομαι;
treat
metacheirízomai
μεταχειρίζομαι; χειρίζομαι; χερούλι;
handle
μετεπιστροφής
metepistrophḗs
γυρίζω; επιστρέφω; επιστροφή; μετεπιστροφής;
return
μετρ
metr
αφέντης; δεξιοτέχνης; διαφεντεύω; κύριος; μετρ;
master
μέτρηση
métrēsē
καταμέτρηση; μέτρηση;
measurement
μετρητά
metrētá
εξαργυρώνω; μετρητά; χρήματα;
cash
μέτριος
métrios
μεσαίος; μέσον; μέτριος;
medium
μετρώ
metrṓ
κόμης; μετρώ;
count
μέτωπο
métōpo
μέτωπο; μροστινός; πρόσοψη; πρώτη γραμμή;
front
μέχρι
méchri
μέχρι; ταμείο;
till
méchri
μέχρι; ώσπου;
until
μήκος
mḗkos length
μήλο
mḗlo apple
μήνας
mḗnas month
μήνυμα
mḗnyma
άγγελμα; μήνυμα;
message
μητέρα
mētéra mother
μηχανεύομαι
mēchaneúomai
μηχανεύομαι; μηχανικός;
engineer
μηχανή
mēchanḗ motor
mēchanḗ engine
μηχάνημα
mēchánēma machine
μηχάνημα
mēchánēma
μηχάνημα; συσκευή; τέχνασμα;
device
μηχανικός
mēchanikós
μηχανεύομαι; μηχανικός;
engineer
μια
mia
ένα; ένας; μια;
a
μία
mía
ένα; ένας; μία;
one
mía
ένα; ένας; μία;
an
μια φορά
mia phorá
εφάπαξ; κάποτε; μια φορά; μία φορά;
once
μία φορά
mía phorá
εφάπαξ; κάποτε; μια φορά; μία φορά;
once
μίγμα
mígma mixture
mígma
ανακατεύω; ανακατώνω; αναμιγνύω; μίγμα;
mix
μικρό δάσος
mikró dásos
μικρό δάσος; ξύλο;
wood
μικρός
mikrós small
mikrós
ελαφρύς; θίγω; μικρός; προσβάλλω;
slight
mikrós
ασήμαντος; ελάσσων; μικρός; υπεξούσιος;
minor
mikrós
λίγο; μικρός;
little
mikrós
μικρός; νέος;
young
μικροσκοπικός
mikroskopikós
λεπτό; λεπτομερής; μικροσκοπικός;
minute
mikroskopikós
μικροσκοπικός; τοσοδούλης;
tiny
μικρότερος
mikróteros
μικρότερος; νεώτερος; υφιστάμενος;
junior
μιλώ
milṓ
μιλώ; ομιλία;
talk
milṓ
κρένω; μιλώ;
speak
μισθός
misthós salary
μισός
misós
ήμισυ; ημίχρονος; μισός;
half
μίσος
mísos
μίσος; μισώ;
hate
μισώ
μισώ
misṓ
μίσος; μισώ;
hate
μλοκ
mlok
μλοκ; στηρίγματα; φραγμός;
block
μνήμη
mnḗmē
ανάμνηση; μνήμη;
memory
μνημονεύω
mnēmoneúō
καθορίζω; μνημονεύω; παραθέτω;
quote
μοιρά
moirá
διχοτομία; μοιρά; μοίρα; μοιράζω; σχίσιμο;
split
moirá
κλήρος; μοιρά; μοίρα; μοιράζομαι; μοιράζω;
share
μοίρα
moíra
κλήρος; μοιρά; μοίρα; μοιράζομαι; μοιράζω;
share
moíra
κλήρος; μοίρα;
lot
moíra
διχοτομία; μοιρά; μοίρα; μοιράζω; σχίσιμο;
split
μοιράζομαι
moirázomai
κλήρος; μοιρά; μοίρα; μοιράζομαι; μοιράζω;
share
μοιράζω
moirázō
κλήρος; μοιρά; μοίρα; μοιράζομαι; μοιράζω;
share
moirázō
απονέμω; διανέμω; μοιράζω;
distribute
moirázō
διχοτομία; μοιρά; μοίρα; μοιράζω; σχίσιμο;
split
moirázō
αγορά; μοιράζω;
deal
μοκέτα
mokéta carpet
μόλις
mólis
δίκαιος; μόλις;
just
μολονότι
molonóti
αν και; μολονότι;
though
μόλυβδος
mólybdos
ηγούμαι; λουρί; μόλυβδος;
lead
μονάδα
monáda unit
μοναδικός
monadikós unique
μοναχός
monachós
μοναχός; μόνος;
alone
μόνιμος
mónimos
κάτοικος; μόνιμος;
resident
μόνο
móno only
μονόκλινος
monóklinos
ανύπαντρος; ένας μόνος; μονόκλινος; μονός; μόνος;
single
μονοπάτι
monopáti
διαδρομή; μονοπάτι;
path
monopáti
ανιχνεύω; ίχνη; μονοπάτι; πίστα;
track
μονός
monós
ανύπαντρος; ένας μόνος; μονόκλινος; μονός; μόνος;
single
monós odd
μόνος
mónos
μοναχός; μόνος;
alone
mónos lonely
mónos
ανύπαντρος; ένας μόνος; μονόκλινος; μονός; μόνος;
single
μοντέλο
montélo
μακέτα; μανεκέν; μοντέλο;
model
μορφή
morphḗ
δελτίο; μορφή;
form
μορφώνω
morphṓnō
διαμορφώνω; μορφώνω; σχήμα; σχηματίζω;
shape
μόρφωση
mórphōsē education
μου
mou
εμένα; με; μου;
me
μου κάνει
mou kánei
αρμόζων; εξοπλίζω; μου κάνει;
fit
μου πέφτει
mou péphtei
μειώνομαι; μου πέφτει; ρανίδα; ρίχνω; σταγόνα;
drop
μουσική
mousikḗ music
μουστερής
mousterḗs
μουστερής; πελάτης;
customer
μούστος
moústos
μούστος; πρέπει; πρέπει / έπρεπε;
must
μούτρο
moútro
αντικρίζω; αντιμετωπίζω; κύρος; μούτρο; πρόσωπο;
face
μουχρός
mouchrós
μελαχρινός; μουχρός; σκοτάδι; σκοτεινός; σκούρος;
dark
μπαίνω
μπαίνω
mpaínō
εισέρχομαι; μπαίνω;
enter
μπακάλικο
mpakáliko grocery
μπάλα
mpála
κουβάρι; μπάλα;
ball
μπαμπάς
mpampás dad
μπανιέρα
mpaniéra
λουτρό; μπανιέρα; μπάνιο;
bath
μπάνιο
mpánio
λουτρό; μπανιέρα; μπάνιο;
bath
μπαρ
mpar
εμποδίζω; κάγκελο; μπαρ; ράβδος; φράζω;
bar
μπέιζμπολ
mpéizmpol baseball
μπελάς
mpelás
ενοχλώ; μπελάς; ταλαιπωρία; φασαρία;
trouble
μπισκότο
mpiskóto cookie
μπλε
mple blue
μπλέκω
mplékō
εμπλέκομαι; εμπλέκω; μπλέκω; περιλαμβάνω;
involve
μπλιγούρι
mpligoúri
γεύμα; μπλιγούρι;
meal
μπόι
mpói
ανάστημα; κορμοστασιά; μπόι; χτίζω;
build
μπολάκι
mpoláki bowl
μπόρα
mpóra
επιδαψιλεύω; μπόρα; ντους;
shower
μπόρεσα
mpóresa
μπόρεσα; μπορούσα;
could
μπορούσα
mporoúsa
μπόρεσα; μπορούσα;
could
mporoúsa
δύναμη; μπορούσα;
might
μπορώ
mporṓ
κουτί; μπορώ;
can
mporṓ
είθε; μάης; μπορώ;
may
μπόσικος
μπόσικος
mpósikos
λάσκος; λυτός; μπόσικος; ξεκάρφωτος; χαλαρός;
loose
μπότα
mpóta
μπότα; πορτ-μπαγάζ;
boot
μπουκάλι
mpoukáli
εμφιαλώνω; μπουκάλι;
bottle
μπράτσο
mprátso
βραχίων; μπράτσο; όπλο; χέρι;
arm
μπριζόλα
mprizóla steak
μπρος
mpros
εμπρός; μπρος; μπροστινός;
forward
μπροστά από
mprostá apó
μπροστά από; πριν; πριν από; προτού;
before
μπροστινός
mprostinós
εμπρός; μπρος; μπροστινός;
forward
μπύρα
mpýra beer
μροστινός
mrostinós
μέτωπο; μροστινός; πρόσοψη; πρώτη γραμμή;
front
μυαλό
myaló
μυαλό; νοιάζομαι; νούς; πειράζω; φυλάξου;
mind
μύγα
mýga
μύγα; πετώ;
fly
μυθιστόρημα
mythistórēma
καινοφανής; μυθιστόρημα;
novel
μύθος
mýthos
ιστορία; μύθος;
tale
μυρίζω
myrízō
μυρίζω; μυρωδιά; οσφαίνομαι;
smell
μυρωδιά
myrōdiá
μυρίζω; μυρωδιά; οσφαίνομαι;
smell
μύς
mýs muscle
μυστικό
mystikó
απόρρητος; μυστικό; μυστικός;
secret
μυστικός
mystikós
απόρρητος; μυστικό; μυστικός;
secret
μυτερός
myterós
αιφνίδιος; κοφτερός; μυτερός; οξυδερκής;
sharp
μύτη
mýtē nose
μωβ
mōb purple
μωρό
mōró baby
Νναι
nai yes
νάρκη
nárkē
δικός μου; εξορύσσω; μεταλλείο; νάρκη; ορυχείο;
mine
ναυαγώ
nauagṓ
βυθίζομαι; βυθίζω; ναυαγώ; νεροχύτης;
sink
νέα
néa
ειδήσεις; νέα;
news
νεαρός
nearós
νεαρός; νεότητα;
youth
νεκρός
nekrós
νεκρός; πεθαμένος;
dead
νέος
néos
μικρός; νέος;
young
néos
καινούριος; νέος;
new
νεότητα
neótēta
νεαρός; νεότητα;
youth
νερό
neró
νερό; ποτίζω; ύδωρ;
water
νεροχύτης
nerochýtēs
βυθίζομαι; βυθίζω; ναυαγώ; νεροχύτης;
sink
νευρικός
neurikós nervous
νεύρο
neúro nerve
νεύω
neúō
ανοίγω φλας; γνέφω; νεύω; σήμα; σινίαλο; σύνθημα;
signal
νεώτερος
neṓteros
μικρότερος; νεώτερος; υφιστάμενος;
junior
νηνεμία
nēnemía
ήρεμος; νηνεμία;
calm
νησί
nēsí island
νικημένος
νικημένος
nikēménos
νικημένος; ξεπερνώ;
overcome
νικητής
nikētḗs winner
νικώ
nikṓ
καλύτερος; νικώ; ο καλύτερος;
best
nikṓ
δέρνω; νικώ; χτυπώ;
beat
nikṓ
κερδίζω; νικώ;
win
νισάφι
nisáphi enough
νιώθω
niṓthō
αισθάνομαι; νιώθω; υφή;
feel
νόημα
nóēma
αισθάνομαι; αίσθημα; αίσθηση; νόημα; σωφροσύνη;
sense
νοιάζομαι
noiázomai
νοιάζομαι; προσέχω; προσοχή; φροντίδα; φροντίζω;
care
noiázomai
θέμα; νοιάζομαι; ουσία; ύλη; υπόθεση;
matter
noiázomai
μυαλό; νοιάζομαι; νούς; πειράζω; φυλάξου;
mind
νοίκι
noíki
ενοικιάζω; ενοίκιο; νοίκι; νοίκιασμα;
rent
νοικιάζω
noikiázō hire
νοίκιασμα
noíkiasma
ενοικιάζω; ενοίκιο; νοίκι; νοίκιασμα;
rent
νόμιζα
nómiza
νόμιζα; σκεφτόμουν; σκέψη;
thought
νομίζω
nomízō
νομίζω; σκέπτομαι; σκέφτομαι;
think
νόμιμος
nómimos legal
νόμισμα
nómisma
κθκλοφορία; νόμισμα; συνάλλαγμα;
currency
νόμος
nómos law
νομοσχέδιο
nomoschédio
λογαριασμός; νομοσχέδιο; ράμφος;
bill
νοσοκόμα
nosokóma
βάγια; νοσοκόμα;
nurse
νοσοκομείο
nosokomeío hospital
νόσος
νόσος
nósos
αρρώστια; ασθένεια; νόσος;
disease
νοστιμίζω
nostimízō
εποχή; νοστιμίζω; περίοδο; περιόδος; περίοδος;
season
νότιος
nótios
μεσημβρινός; νότιος;
southern
νότος
nótos south
νουθετώ
nouthetṓ
διάλεξη; νουθετώ;
lecture
νούς
noús
μυαλό; νοιάζομαι; νούς; πειράζω; φυλάξου;
mind
ντόπιος
ntópios
ιθαγενής; ντόπιος;
native
ντους
ntous
επιδαψιλεύω; μπόρα; ντους;
shower
ντροπή
ntropḗ
κρίμα; ντροπή;
shame
ντύνομαι
ntýnomai
ντύνομαι; ντύνω; φόρεμα;
dress
ντύνω
ntýnō
ντύνομαι; ντύνω; φόρεμα;
dress
νύξη
nýxē
κέντρισμα; νύξη; σαρκασμός; σκάβω;
dig
νύχι
nýchi
καρφί; νύχι; πρόκα;
nail
νύχτα
nýchta night
νυχτερίδα
nychterída
νυχτερίδα; ρόπαλο;
bat
νωπός
nōpós
δροσερός; ζωντανός; νωπός; φρέσκος;
fresh
νωρίς
nōrís
νωρίς; πρώιμος;
early
Ξξάδελφος
xádelphos
εξαδέλφη; ξάδελφος;
cousin
ξακουστός
xakoustós
γνωστός; διάσημος; ξακουστός;
famous
ξαλαφρώνω
ξαλαφρώνω
xalaphrṓnō
ανακουφίζω; ξαλαφρώνω;
relieve
ξανά
xaná
άλλη μία φορά; ξανά; πάλι;
again
ξανθός
xanthós
ανάβω; ελαφρύς; ξανθός; φωτεινός; φωτερός; φωτίζω;
light
xanthós
δίκαιος; ξανθός; πανηγύρι;
fair
ξαπλώνω
xaplṓnō
κοσμικός; ξαπλώνω; στρώνω; τοποθετώ χάμω;
lay
ξαφνικά
xaphniká
αιφνιδιαστικά; ξαφνικά;
suddenly
ξαφνικός
xaphnikós
αιφνίδιος; ξαφνικός;
sudden
ξεγελώ
xegelṓ
κόλπο; κομπίνα; ξεγελώ; τρικ;
trick
ξεδιαλέγω
xedialégō
είδος; ξεδιαλέγω; τακτοποιώ; τύπος;
sort
ξεκάθαρα
xekáthara
καθαρά; ξεκάθαρα;
clearly
ξεκάρφωτος
xekárphōtos
λάσκος; λυτός; μπόσικος; ξεκάρφωτος; χαλαρός;
loose
ξεκίνημα
xekínēma
αρχή; αρχίζω; έναρξη; ξεκίνημα; ξεκίνηση; ξεκινώ;
start
ξεκίνηση
xekínēsē
αρχή; αρχίζω; έναρξη; ξεκίνημα; ξεκίνηση; ξεκινώ;
start
ξεκινώ
xekinṓ
αρχή; αρχίζω; έναρξη; ξεκίνημα; ξεκίνηση; ξεκινώ;
start
ξεκουράζομαι
xekourázomai
ησυχασμός; ξεκουράζομαι; ραχάτι; υπόλοιπος;
rest
ξεναγός
xenagós
καθοδηγώ; ξεναγός; ξεναγώ; οδηγός;
guide
ξεναγώ
xenagṓ
καθοδηγώ; ξεναγός; ξεναγώ; οδηγός;
guide
ξενοδοχείο
xenodocheío hotel
ξένος
ξένος
xénos
εξωτερικός; ξένος;
foreign
ξεπερνώ
xepernṓ
νικημένος; ξεπερνώ;
overcome
ξέρω
xérō
γνωρίζω; ξέρω;
know
ξεσκεπάζω
xeskepázō
εκθέτω; ξεσκεπάζω;
expose
ξεφεύγω
xepheúgō
δραπετεύω; ξεφεύγω;
escape
ξεφορτώνομαι
xephortṓnomai
ξεφορτώνομαι; πετώ; ρίχνω;
dump
ξεχνώ
xechnṓ forget
ξεχωρίζω
xechōrízō
αφηγούμαι; διηγούμαι; λέω; ξεχωρίζω;
tell
ξεχωριστός
xechōristós
ιδιαίτερος; ξεχωριστός; χωρίζω; χωριστός;
separate
ξηρός
xērós
ξηρός; στεγνός;
dry
ξοδεύω
xodeúō spend
ξόρκι
xórki
διάστημα; ξόρκι; ορθογραφώ; συλλαβίζω;
spell
ξύλινος
xýlinos wooden
ξύλο
xýlo
μικρό δάσος; ξύλο;
wood
ξύνω
xýnō
αμυχή; γρατσουνιά; γρατσουνίζω; ξύνω;
scratch
ξυπνώ
xypnṓ
αγρυπνία νεκρού; απονέρια; ξυπνώ;
wake
Οο
o
η; ο; οι; τα; το;
the
ο δικός μας
o dikós mas our
ο δικός τους
o dikós tous their
ο εαυτός μου
o eautós mou
εγώ ο ίδιος; ο εαυτός μου;
myself
ο εαυτός σου
ο εαυτός σου
o eautós sou yourself
ο εαυτός του
o eautós tou
αυτός ο ίδιος; ο εαυτός του;
himself
ο εξαποδώ
o exapodṓ
διάβολος; ο εξαποδώ;
devil
ο ηθοποιός
o ēthopoiós actor
ο καθένας
o kathénas
κάθε; ο καθένας;
each
ο καλύτερος
o kalýteros
καλύτερος; νικώ; ο καλύτερος;
best
ο οποίος
o opoíos
ο οποίος; ποιός;
who
ο περισσότερος
o perissóteros
ο περισσότερος; ο πιο πολύς; πλέον;
most
ο πιο πολύς
o pio polýs
ο περισσότερος; ο πιο πολύς; πλέον;
most
ο σύζυγος
o sýzygos
ο σύζυγος; σύζυγος;
husband
ογκώδης
onkṓdēs
ογκώδης; τεράστιος;
massive
οδηγός
odēgós
καθοδηγώ; ξεναγός; ξεναγώ; οδηγός;
guide
odēgós driver
οδηγώ
odēgṓ drive
οδός
odós
δρόμος; οδός;
street
οθόνη
othónē
οθόνη; παρακολουθώ;
monitor
othónē
δείχνω; εκδήλωση; εκθέτω; οθόνη; παρουσιάζω;
display
οθώνη
othṓnē
εξετάζω; οθώνη; παραβάν;
screen
οι
oi
η; ο; οι; τα; το;
the
οι ένορκοι
oi énorkoi jury
οικειοποιούμαι
oikeiopoioúmai
κατάλληλος; οικειοποιούμαι; σφετερίζομαι;
appropriate
οικογένεια
οικογένεια
oikogéneia
οικογένεια; οικογένια;
family
οικογένια
oikogénia
οικογένεια; οικογένια;
family
οικοδεσπότης
oikodespótēs
οικοδεσπότης; φιλοξενώ;
host
οικονομική
oikonomikḗ
οικονομική; οικονομολογία;
economics
οικονομικός
oikonomikós financial
οικονομολογία
oikonomología
οικονομική; οικονομολογία;
economics
οίκος
oíkos
οίκος; σπίτι; στεγάζω;
house
οινόπνευμα
oinópneuma
αλκοόλ; οινόπνευμα;
alcohol
οίνος
oínos
κρασί; οίνος;
wine
ολικός
olikós
ολικός; σύνολο;
total
olikós
γεμάτος; μεστός; ολικός; πλήρης;
full
ολίσθημα
olísthēma
γλίστρημα; γλιστρώ; ολίσθημα; παραδρομή;
slip
ολόκληρος
olóklēros entire
olóklēros
ολόκληρος; ολοκληρώνω; περατώνω;
complete
olóklēros
ακέραιος; άρτιος; ολόκληρος;
whole
ολοκληρώνω
oloklērṓnō
ολόκληρος; ολοκληρώνω; περατώνω;
complete
ομάδα
omáda
ομάδα; όμιλος; συγκρότημα; σύμπλεγμα;
group
omáda team
ομαλός
omalós
ομαλός; τακτικός;
regular
ομήγυρη
omḗgyrē
εταιρία; θίασος; ομήγυρη; παρέα;
company
ομιλητής
omilētḗs speaker
ομιλία
omilía
μιλώ; ομιλία;
talk
ομοσπονδιακός
omospondiakós federal
ομοσπωνδiα
omospōndia
ομοσπωνδiα; σχέση;
association
ονειρεύομαι
oneireúomai
ονειρεύομαι; όνειρο;
dream
ονομάζω
onomázō
όνομα; ονομάζω; ονομασία;
name
ονομασία
onomasía
όνομα; ονομάζω; ονομασία;
name
οξυδερκής
oxyderkḗs
αιφνίδιος; κοφτερός; μυτερός; οξυδερκής;
sharp
οπαδοί
opadoí
ακολουθία; οπαδοί; παρακολούθηση;
following
οπαδός
opadós
ανεμιστήρας; βεντάλια; κάνω αέρα; οπαδός;
fan
οποιοσδήποτε
opoiosdḗpote whoever
οποτεδήποτε
opotedḗpote whenever
οπουδήποτε
opoudḗpote
οπουδήποτε; πουθενά;
anywhere
οπτικός
optikós visual
ορατός
oratós visible
οργή
orgḗ
θυμός; οργή; φούρκα;
anger
οργισμένος
orgisménos
θυμωμένος; οργισμένος;
angry
ορθογραφώ
orthographṓ
διάστημα; ξόρκι; ορθογραφώ; συλλαβίζω;
spell
ορθώνομαι
orthṓnomai
ανατέλλω; αυξάνομαι; αύξηση; ορθώνομαι; σηκώνομαι;
rise
ορισμός
orismós definition
orismós
ανάθεση; αποστολή; δουλειά; ορισμός;
assignment
orismós
διορισμός; ορισμός; ραντεβού; συνάντηση;
appointment
οριστικά
oristiká definitely
ορμή
ormḗ
επίδραση; κρούση; ορμή; σύγκρουση;
impact
ορμή
ormḗ
βιάζομαι; βιασύνη; ορμή; ορμώ; τρέχω;
rush
ορμώ
ormṓ
βιάζομαι; βιασύνη; ορμή; ορμώ; τρέχω;
rush
ormṓ
βάζω; ορμώ; ρίχνω; χιμώ;
pour
οροφή
orophḗ
οροφή; σκεπή; στεγή; ταράτσα;
roof
ορυχείο
orycheío
δικός μου; εξορύσσω; μεταλλείο; νάρκη; ορυχείο;
mine
οστούν
ostoún
κόκαλο; κόκκαλο; οστούν;
bone
οσφαίνομαι
osphaínomai
μυρίζω; μυρωδιά; οσφαίνομαι;
smell
οτιδήποτε
otidḗpote whatever
ουρανός
ouranós sky
ουσία
ousía substance
ousía
θέμα; νοιάζομαι; ουσία; ύλη; υπόθεση;
matter
ουσιαστικά
ousiastiká
κατουσίαν; ουσιαστικά; σχεδόν;
virtually
ousiastiká essentially
ουσιαστικός
ousiastikós
αξιόλογος; ουσιαστικός; στερεός;
substantial
ούτε
oúte
είτε; ή; ούτε;
either
oúte nor
ουφώ
ouphṓ
γλείφω; θηλάζω; ουφώ; ρουφώ;
suck
οφείλω
opheílō
οφείλω; χρωστώ;
owe
οφθαλμός
ophthalmós
μάτι; οφθαλμός;
eye
Όόγκος
ónkos
όγκος; ποσότητα; φωνή;
volume
ónkos
ανάπτυξη; όγκος;
growth
όλα
óla
όλα; τα πάντα;
everything
όλα
óla
όλα; όλες; όλοι; όλος; το παν;
all
όλεθρος
ólethros
καταστροφή; όλεθρος; συμφορά;
disaster
όλες
óles
όλα; όλες; όλοι; όλος; το παν;
all
όλοι
óloi
όλα; όλες; όλοι; όλος; το παν;
all
óloi everyone
óloi everybody
όλος
ólos
όλα; όλες; όλοι; όλος; το παν;
all
όμιλος
ómilos
ομάδα; όμιλος; συγκρότημα; σύμπλεγμα;
group
όμορφος
ómorphos beautiful
όμως
ómōs
αλλά; όμως;
but
ómōs
όμως; όσο κιαν;
however
όν
ón being
όνειρο
óneiro
ονειρεύομαι; όνειρο;
dream
όνομα
ónoma
όνομα; ονομάζω; ονομασία;
name
όπλο
óplo
βραχίων; μπράτσο; όπλο; χέρι;
arm
όπου
ópou
όπου; που; πού;
where
όπως
ópōs
όπως; σαν;
as
ópōs
αρέσω; όπως; σαν; συμπαθώ;
like
όργανο
órgano
εργαλείο; όργανο; υλοποιώ;
implement
όριο
ório
όριο; περιορίζω;
limit
όρος
óros
βουνό; όρος;
mountain
óros
διορία; όρος; τρίμηνο;
term
όροφος
όροφος
órophos
όροφος; πάτωμα;
floor
όσο κιαν
óso kian
όμως; όσο κιαν;
however
όταν
ótan
όταν; πότε;
when
όφελος
óphelos
επίδομα; επωφελούμαι; καρπώνομαι; όφελος; ωφέλεια;
benefit
όχημα
óchēma vehicle
όχθη
óchthē
ανάχωμα; όχθη; τράπεζα;
bank
όχι
óchi
κανένας; όχι;
no
όψη
ópsē
άποψη; θωριά; όψη; πλευρά;
aspect
όψιμος
ópsimos
αποθανών; αργά; αργός; όψιμος;
late
Ππαγανίζω
paganízō
ασκώ; επιδιώκω; παγανίζω;
pursue
παγκάκι
pankáki
έδρα; έδρανο; παγκάκι; πάγκος;
bench
πάγκος
pánkos
έδρα; έδρανο; παγκάκι; πάγκος;
bench
πάγος
págos ice
παθαίνω
pathaínō
παθαίνω; πάσχω; υποφέρω;
suffer
πάθηση
páthēsē
κατάσταση; πάθηση;
condition
páthēsē
πάθηση; παράπονο;
complaint
παιδί
paidí
κάνω πλάκα; κατσικάκι; παιδί; πιτσιρίκος;
kid
paidí
παιδί; τύπος;
guy
paidí child
παιδικά χρόνια
paidiká chrónia childhood
παίζω
παίζω
paízō
έργο; θεατρικό έργο; παίζω; παριστά΄νω; παριστάνω;
play
παίκτης
paíktēs player
παίρνω
paírnō
αποκτώ; παίρνω;
get
paírnō take
παίρνω έκταση
paírnō éktasē
απλώνω; διαδίδω; επέκταση; παίρνω έκταση; φουντώνω;
spread
παιχνίδι
paichnídi game
πακετάρω
paketárō
κατακλύζω; πακετάρω; πακέτο; συσκευάζω; τράπουλα;
pack
πακέτο
pakéto
κατακλύζω; πακετάρω; πακέτο; συσκευάζω; τράπουλα;
pack
παλαιός
palaiós
γέρικος; γέρος; παλαιός;
old
παλαίστρα
palaístra
δακτυλίδι; δαχτυλίδι; μάτι; παλαίστρα; τηλεφωνώ;
ring
πάλι
páli
άλλη μία φορά; ξανά; πάλι;
again
παλούκι
paloúki
κολλώ; παλούκι; χώνω;
stick
παλτό
paltó coat
πανέξυπνος
panéxypnos
πανέξυπνος; τετραπέρατος;
cute
πανεπιστήμιο
panepistḗmio university
πανέρι
panéri
καλάθι; κοφίνι; πανέρι;
basket
πανέτοιμος
panétoimos
έτοιμος; πανέτοιμος;
ready
πανηγύρι
panēgýri
δίκαιος; ξανθός; πανηγύρι;
fair
πανί
paní
αποπλέω; πανί; πλέω;
sail
πανικοβάλλω
panikobállō
πανικοβάλλω; πανικός;
panic
πανικός
πανικός
panikós
πανικοβάλλω; πανικός;
panic
πάντα
pánta
πάντα; πάντοτε;
always
πανταχού
pantachoú
πανταχού; παντού;
everywhere
πάντοτε
pántote
πάντα; πάντοτε;
always
παντού
pantoú
πανταχού; παντού;
everywhere
παντρεμένη
pantreménē
παντρεμένη; παντρεμένος;
married
παντρεμένος
pantreménos
παντρεμένη; παντρεμένος;
married
πάντως
pántōs anyway
πάνω
pánō
άνω; πάνω;
up
pánō
πάνω; πάνω από; τελείωσε;
over
πάνω από
pánō apó
άνω; πάνω από;
above
pánō apó
πάνω; πάνω από; τελείωσε;
over
πάνω σε
pánō se
πάνω σε; σε;
on
pánō se
πάνω σε; σε;
upon
παπάς
papás priest
παπούτσι
papoútsi
παπούτσι; πεταλώνω;
shoe
παππούς
pappoús grandfather
πάρα πολύ
pára polý
εξαιρετικά; πάρα πολύ;
extremely
παραβάλλω
parabállō compare
παραβάν
parabán
εξετάζω; οθώνη; παραβάν;
screen
παραβλέπω
parablépō
αγνοώ; παραβλέπω;
ignore
παραβολή
παραβολή
parabolḗ
παραβολή; σύγκριση;
comparison
παραβρίσκομαι
parabrískomai
παραβρίσκομαι; παρακάθομαι; παρακολουθώ;
attend
παραγγελία
parangelía
διατάζω; εντολή; παραγγελία; παραγγέλλω; προσταγή;
order
parangelía
εξουσιοδότηση; επιτρο; παραγγελία; παραγγέλλω;
commission
παραγγέλλω
parangéllō
εξουσιοδότηση; επιτρο; παραγγελία; παραγγέλλω;
commission
parangéllō
διατάζω; εντολή; παραγγελία; παραγγέλλω; προσταγή;
order
παράγοντας
parágontas
παράγοντας; συντελεστής;
factor
παράγω
parágō
γεννοβολώ; γεννώ; παράγω;
generate
parágō
παράγω; προσκομίζω;
produce
παράγων
parágōn
μεσίτης; παράγων; πράκτορας;
agent
παράδειγμα
parádeigma
παράδειγμα; περίπτωση;
instance
parádeigma
παράδειγμα; υπόδειγμα;
example
παραδέχομαι
paradéchomai
αφήνω να μπει; αφήνω να μπεί; εισάγω; παραδέχομαι;
admit
paradéchomai
αποδέχομαι; δέχομαι; παραδέχομαι;
accept
παραδίδομαι
paradídomai
παραδίδομαι; υποβάλλω; υποστηρίζω; υποτάσσομαι;
submit
παραδίδω
paradídō
εκφωνώ; παραδίδω;
deliver
παραδίνω
paradínō
δίνω; παραδίνω;
give
paradínō
δείκτης; δίνω; παραδίνω; χέρι;
hand
παραδόπιστος
paradópistos
εννοώ; παραδόπιστος; σημαίνω; τσιγκούνης;
mean
παράδοση
parádosē
παράδοση; παραλαβή;
delivery
παράδοση
parádosē tradition
παραδοσιακός
paradosiakós traditional
παραδρομή
paradromḗ
γλίστρημα; γλιστρώ; ολίσθημα; παραδρομή;
slip
παραζάλη
parazálē
κυκεώνας; παραζάλη; σύγχυση;
confusion
παραθέτω
parathétō
καθορίζω; μνημονεύω; παραθέτω;
quote
παράθυρο
paráthyro window
παραιτούμαι
paraitoúmai
παραιτούμαι; παρατάω; φεύγω;
leave
παρακάθομαι
parakáthomai
παραβρίσκομαι; παρακάθομαι; παρακολουθώ;
attend
παρακαλώ
parakalṓ
ζητώ; παρακαλώ; παράκληση;
request
parakalṓ
ευχαριστώ; παρακαλώ;
please
παρακαταθήκη
parakatathḗkē
εφεδρεία; εφεδρικός; παρακαταθήκη; παρακρατώ;
reserve
παρακεντώ
parakentṓ
βρύση; παρακεντώ; χτυπώ ελαφρά;
tap
παράκληση
paráklēsē
ζητώ; παρακαλώ; παράκληση;
request
παρακολούθηση
parakoloúthēsē
ακολουθία; οπαδοί; παρακολούθηση;
following
παρακολουθώ
parakolouthṓ
βλέπω; παρακολουθώ; ρολόι; φρουρά;
watch
parakolouthṓ
οθόνη; παρακολουθώ;
monitor
parakolouthṓ
παραβρίσκομαι; παρακάθομαι; παρακολουθώ;
attend
παρακρατώ
parakratṓ
απόθεμα; παρακρατώ;
stock
parakratṓ
εφεδρεία; εφεδρικός; παρακαταθήκη; παρακρατώ;
reserve
παρακρστώ
parakrstṓ
διατηρώ; κρατώ; παρακρστώ; συγκατακρατώ;
retain
παραλαβή
παραλαβή
paralabḗ
παράδοση; παραλαβή;
delivery
παραλαμβάνω
paralambánō
λαμβάνω; παραλαμβάνω;
receive
παραλίγο
paralígo
παραλίγο; σχεδόν;
nearly
παραλλαγή
parallagḗ variation
parallagḗ
αλλάζω; μεταβολή; μετατροπή; παραλλαγή; παραλλάζω;
change
παραλλάζω
parallázō
παραλλάζω; ποικίλλω;
vary
parallázō
αλλάζω; μεταβολή; μετατροπή; παραλλαγή; παραλλάζω;
change
παραμένω
paraménō remain
παραμύθι
paramýthi
ιστορία; παραμύθι;
story
παράνομος
paránomos illegal
παρανοώ
paranoṓ
λάθος; παρανοώ;
mistake
παράξενος
paráxenos
παράξενος; περίεργος;
strange
παραπέμπω
parapémpō
αναφέρομαι; παραπέμπω;
refer
παραπονιέμαι
paraponiémai complain
παράπονο
parápono
πάθηση; παράπονο;
complaint
παράσταση
parástasē
απόδοση; παράσταση;
performance
parástasē
δείχνω; εμφαίνω; παράσταση; σόου;
show
παραστατικός
parastatikós
αντιπρόσωπος; παραστατικός;
representative
παρατάσσω
paratássō
γραμμή; επενδύω; παρατάσσω; ρυτίδα;
line
παρατάω
paratáō
παραιτούμαι; παρατάω; φεύγω;
leave
παρατηρώ
paratērṓ
παρατηρώ; πίνακας;
notice
πάραυτα
πάραυτα
párauta
αμέσως; επί τόπου; πάραυτα;
immediately
παρέα
paréa
παρέα; πάρτι; συμβαλλόμενος;
party
paréa
εταιρία; θίασος; ομήγυρη; παρέα;
company
παρέκλυση
paréklysē
καθυστέρηση; παρέκλυση;
delay
παρελθόν
parelthón
παρελθόν; περασμένος;
past
παρέχω
paréchō
παρέχω; παροχή; προμήθεια; χορήγηση;
supply
paréchō
παρέχω; προνοώ;
provide
παρηγορώ
parēgorṓ
άνεση; καθησυχάζω; παρηγορώ;
comfort
παριστά΄νω
paristá΄nō
έργο; θεατρικό έργο; παίζω; παριστά΄νω; παριστάνω;
play
παριστάνω
paristánō
επηρεάζω; παριστάνω; συγκινώ;
affect
paristánō
έργο; θεατρικό έργο; παίζω; παριστά΄νω; παριστάνω;
play
πάρκινγκ
párkinnk parking
πάρκο
párko park
παρόλο
parólo despite
παρόμοιος
parómoios similar
παρομοίως
paromoíōs similarly
παρουσία
parousía presence
παρουσιάζω
parousiázō
δείχνω; εκδήλωση; εκθέτω; οθόνη; παρουσιάζω;
display
parousiázō
δώρο; παρουσιάζω; παρών;
present
παρουσίαση
parousíasē
εμφάνιση; παρουσίαση;
appearance
parousíasē presentation
παροχή
parochḗ
παρέχω; παροχή; προμήθεια; χορήγηση;
supply
πάρτι
πάρτι
párti
παρέα; πάρτι; συμβαλλόμενος;
party
παρών
parṓn
δώρο; παρουσιάζω; παρών;
present
πάσχω
páschō
παθαίνω; πάσχω; υποφέρω;
suffer
πάταγος
pátagos
κραχ; πάταγος; πέφτω; προσκρούω; σύγκρουση;
crash
πατάτα
patáta potato
πατέρας
patéras father
πάτος
pátos bottom
πατρίδα
patrída
εξοχή; πατρίδα; χώρα;
country
πάτωμα
pátōma
όροφος; πάτωμα;
floor
παύση
paúsē
διακοπή; διακόπτω; παύση; σταματώ;
pause
πάω κόντρα
páō kóntra
γέμισμα; διασχίζω; πάω κόντρα; σταυρός;
cross
πεδικλώνω
pediklṓnō
πεδικλώνω; ταξιδάκι;
trip
πεδίο
pedío
πεδίο; τομέας; χωράφι;
field
πεθαμένος
pethaménos
νεκρός; πεθαμένος;
dead
πεθάνω
pethánō
αποθνήσκω; πεθάνω; τεζάρω;
die
πειθαρχία
peitharchía
πειθαρχία; πειθαρχώ;
discipline
πειθαρχώ
peitharchṓ
πειθαρχία; πειθαρχώ;
discipline
πείθω
peíthō persuade
πεινασμένος
peinasménos
πεινασμένος; πεινολέος;
hungry
πεινολέος
peinoléos
πεινασμένος; πεινολέος;
hungry
πειράζω
πειράζω
peirázō
μυαλό; νοιάζομαι; νούς; πειράζω; φυλάξου;
mind
πειστήριο
peistḗrio
απόδειξη; πειστήριο;
proof
πέλαγος
pélagos
θάλασσα; πέλαγος;
sea
πελάτης
pelátēs
μουστερής; πελάτης;
customer
pelátēs client
πελώριος
pelṓrios
πελώριος; τεράστιος;
huge
πενιχρός
penichrós
καημένος; πενιχρός; φτωχός;
poor
πέρα από
péra apó beyond
πέρα για πέρα
péra gia péra
εντελώς; πέρα για πέρα;
completely
πέρασμα
pérasma
διαβατήριο; κυκλοφορώ; πέρασμα; περνώ; στενά;
pass
περασμένος
perasménos
παρελθόν; περασμένος;
past
περατώνω
peratṓnō
ολόκληρος; ολοκληρώνω; περατώνω;
complete
peratṓnō
περατώνω; τελειώνω; τέλος; τερματισμός;
finish
περήφανος
perḗphanos
καμαρωτός; περήφανος; περίφανος;
proud
περί
perí
για; περί; περίπου;
about
περιβάλλον
peribállon setting
peribállon environment
περιγραφή
perigraphḗ description
περιγράφω
perigráphō describe
περιεκτικός
periektikós
περιεκτικός; πλήρης;
comprehensive
περίεργος
períergos curious
períergos
παράξενος; περίεργος;
strange
períergos
αστείος; κωμικός; περίεργος;
funny
περιέχω
periéchō
αναχαιτίζω; περιέχω; περιλαμβάνω;
contain
περικυκλώνω
perikyklṓnō
περικυκλώνω; πλαισιώνω; πλαισίωση;
surround
περιλαμβάνω
perilambánō
αναχαιτίζω; περιέχω; περιλαμβάνω;
contain
perilambánō
περιλαμβάνω; συμπεριλαμβάνω;
include
perilambánō
εμπλέκομαι; εμπλέκω; μπλέκω; περιλαμβάνω;
involve
περίμενε
perímene
περίμενε; περιμένω;
wait
περιμένω
periménō
αναμένω; περιμένω; προσδοκώ;
expect
periménō
περίμενε; περιμένω;
wait
περιοδεία
periodeía
γύρος; περιοδεία; στρογγυλός;
round
περιοδεύω
periodeúō
γύρος; περιοδεύω; ταξίδι;
tour
περιοδικά
periodiká
περιοδικά; πότε-πότε;
occasionally
περιοδικό
periodikó magazine
περίοδο
período
εποχή; νοστιμίζω; περίοδο; περιόδος; περίοδος;
season
περιόδος
periódos
διάστημα; περιόδος; περίοδος;
period
periódos
εποχή; νοστιμίζω; περίοδο; περιόδος; περίοδος;
season
periódos
εποχή; ηλικία; περιόδος;
age
periódos
περιόδος; ώρα;
session
περίοδος
períodos
εποχή; νοστιμίζω; περίοδο; περιόδος; περίοδος;
season
períodos
διάστημα; περιόδος; περίοδος;
period
περιορίζω
periorízō
όριο; περιορίζω;
limit
periorízō
ελαττώνω; μειώνω; περιορίζω;
reduce
περιορισμένος
periorisménos limited
περιουσία
periousía
ακίνητο; κτήμα; περιουσία; σπίτι;
property
periousía estate
περιοχή
periochḗ
μαχαλάς; περιοχή; περιφέρεια;
district
periochḗ area
περίπατος
perípatos
περίπατος; περπατώ; σεργιανίζω;
walk
περίπλοκος
períplokos
περίπλοκος; πολύπλοκος; πολυσύνθετος; σύνθετος;
complex
períplokos
περίπλοκος; πολύπλοκος;
complicated
περιποιούμαι
peripoioúmai
επιμελούμαι; περιποιούμαι;
tend
περίπου
perípou
για; περί; περίπου;
about
περίπτωση
períptōsē occasion
períptōsē
παράδειγμα; περίπτωση;
instance
περισότερος
perisóteros
περισότερος; πια; πλέον;
more
περισσευούμενος
perisseuoúmenos
περισσευούμενος; περισσεύω; φείδωμαι; χαρίζω;
spare
περισσεύω
perisseúō
περισσευούμενος; περισσεύω; φείδωμαι; χαρίζω;
spare
περιστατικό
peristatikó
επεισόδιο; περιστατικό;
incident
peristatikó
βαλίτσα; θήκη; περιστατικό; υπόθεση;
case
περιστόμιο
peristómio
άκρη; κοχή; περιστόμιο; χείλος;
edge
περισυλλέγω
perisyllégō
μαζεύομαι; μαζεύω; περισυλλέγω; συγκεντρώνομαι;
gather
περιφάνια
periphánia
έπαρση; καμάρι; περιφάνια; υπεροψία; φιλοτιμία;
pride
περίφανος
períphanos
καμαρωτός; περήφανος; περίφανος;
proud
περιφέρεια
periphéreia
μαχαλάς; περιοχή; περιφέρεια;
district
περνώ
pernṓ
διαβατήριο; κυκλοφορώ; πέρασμα; περνώ; στενά;
pass
περπατώ
perpatṓ
περίπατος; περπατώ; σεργιανίζω;
walk
πεσκέσι
peskési
δωρεά; δώρο; πεσκέσι; χάρισμα;
gift
πέταγμα
pétagma
πέταγμα; πετώ; ρίχνω;
throw
πεταλώνω
petalṓnō
παπούτσι; πεταλώνω;
shoe
πέτρα
pétra
κουνώ; λικνίζω; πέτρα; ροκ;
rock
πετρέλαιο
petrélaio
λάδι; πετρέλαιο;
oil
πετσέτα
petséta towel
πετυχαίνω
petychaínō
επιτυγχάνω; πετυχαίνω;
succeed
πετυχημένος
petychēménos
επιτυχημένος; πετυχημένος; πετυχυμένος;
successful
πετυχυμένος
petychyménos
επιτυχημένος; πετυχημένος; πετυχυμένος;
successful
πετώ
petṓ
μύγα; πετώ;
fly
petṓ
πέταγμα; πετώ; ρίχνω;
throw
petṓ
ξεφορτώνομαι; πετώ; ρίχνω;
dump
πέφτω
péphtō
εκπίπτω; πέφτω; πτώση;
fall
péphtō
κραχ; πάταγος; πέφτω; προσκρούω; σύγκρουση;
crash
πηγάδι
pēgádi
αναβλύζω; καλά; λοιπόν; πηγάδι;
well
πηγαίνω
pēgaínō go
πηγή
pēgḗ source
πηδώ
pēdṓ jump
πια
pia
περισότερος; πια; πλέον;
more
πιανάν
πιανάν
pianán
μάλλον; πιανάν; πιθανά; πιθανόν;
likely
πιάνο
piáno piano
πιάνω
piánō
αρπάζω; πιάνω;
catch
πιάτο
piáto
γήπεδο γκολφ; πιάτο; πλεύση;
course
piáto dish
piáto
πιάτο; πλάκα;
plate
πιέζω
piézō
ασκώ πίεση; πιέζω; πρεσάρω;
press
πίεση
píesē pressure
πιθανά
pithaná probably
pithaná
μάλλον; πιανάν; πιθανά; πιθανόν;
likely
πιθανόν
pithanón
μάλλον; πιανάν; πιθανά; πιθανόν;
likely
πιθανός
pithanós
εφικτός; πιθανός;
possible
πιθανότητα
pithanótēta
ευκαιρία; πιθανότητα; συγκυρία; τύχη;
chance
pithanótēta
ενδεχόμενος; πιθανότητα; τάση;
potential
πικρός
pikrós
δριμύς; πικρός;
bitter
πίλος
pílos
καπέλλο; καπέλο; πίλος;
hat
πίνακας
pínakas
πίνακας; σήμα; σύνθημα; ταμπέλα; υπογράφω;
sign
pínakas
πίνακας; τραπέζι;
table
pínakas
παρατηρώ; πίνακας;
notice
πινελιά
pineliá
αγγίζω; εγγίζω; πινελιά; συγκινώ;
touch
πινέλο
pinélo
βούρτσα; βουρτσίζω; πινέλο; σκούπα;
brush
πίνω
pínō
πίνω; ποτό; το κοπανάω;
drink
πιο πολύ
pio polý mostly
πίπα
pípa
αυλός; πίπα; σωλήνας; σωλήνμας;
pipe
πισίνα
pisína
λιμνούλα; πισίνα;
pool
πίστα
písta
ανιχνεύω; ίχνη; μονοπάτι; πίστα;
track
πιστεύω
pisteúō believe
πίστωση
pístōsē credit
πίσω
písō
ενισχύω; πίσω; πλάτη; υποστηρίζω;
back
πίσω από
písō apó behind
πίτα
píta pie
πίτσα
pítsa pizza
πιτσιρίκος
pitsiríkos
κάνω πλάκα; κατσικάκι; παιδί; πιτσιρίκος;
kid
πίφερο
píphero
λίμα; λιμάρω; πίφερο; υποβάλλω;
file
πλάι
plái
πλάι; στην άκρη;
aside
πλαίσιο
plaísio
πλαίσιο; συμφραζόμενα;
context
plaísio
κορμί; πλαίσιο; πλαισιώνω; σκελετό; σκελετός; σώμα;
frame
πλαισιώνω
plaisiṓnō
κορμί; πλαίσιο; πλαισιώνω; σκελετό; σκελετός; σώμα;
frame
plaisiṓnō
περικυκλώνω; πλαισιώνω; πλαισίωση;
surround
πλαισίωση
plaisíōsē
περικυκλώνω; πλαισιώνω; πλαισίωση;
surround
πλάκα
pláka
πιάτο; πλάκα;
plate
pláka
διασκέδαση; κέφι; πλάκα;
fun
πλάνη
plánē
αεροπλάνο; επίπεδο; πλάνη; ροκάνι; στάθμη;
plane
πλάστιγγα
plástinga
ζυγαριά; ισοζύγιο; ισορροπία; πλάστιγγα;
balance
πλαστικός
πλαστικός
plastikós plastic
πλατεία
plateía
πλατεία; τετράγωνο;
square
πλατέως
platéōs
ευρέως; πλατέως;
widely
πλάτη
plátē
ενισχύω; πίσω; πλάτη; υποστηρίζω;
back
πλατύς
platýs
πλατύς; φαρδύς;
wide
πλατφόρμα
platphórma
εξέδρα; πλατφόρμα;
platform
πλένω
plénō
πλένω; πλύνω;
wash
πλέον
pléon
περισότερος; πια; πλέον;
more
pléon
ο περισσότερος; ο πιο πολύς; πλέον;
most
πλεονέκτημα
pleonéktēma
πλεονέκτημα; προτέρημα;
advantage
πλευρά
pleurá
μεριά; πλευρά;
side
pleurá
άποψη; θωριά; όψη; πλευρά;
aspect
πλεύση
pleúsē
γήπεδο γκολφ; πιάτο; πλεύση;
course
πλέω
pléō
αποπλέω; πανί; πλέω;
sail
πληγώνω
plēgṓnō
βλάπτω; πληγώνω; πονώ; τραυματίζω; χτυπώ;
hurt
πληθυσμός
plēthysmós population
πλήρης
plḗrēs
περιεκτικός; πλήρης;
comprehensive
plḗrēs
γεμάτος; μεστός; ολικός; πλήρης;
full
πληροφορίες
plērophoríes information
πληροφορώ
plērophorṓ inform
πληρωθισμός
plērōthismós inflation
πληρωμή
πληρωμή
plērōmḗ
πληρωμή; πληρώνω;
pay
πληρώνω
plērṓnō
πληρωμή; πληρώνω;
pay
πλήρως
plḗrōs fully
πλησιάζω
plēsiázō
μέθοδος; πλησιάζω; προσεγγίζω; προσέγγιση;
approach
πλοίo
ploío
πλοίo; πλοίο;
ship
πλοίο
ploío
πλοίo; πλοίο;
ship
πλοκή
plokḗ
διαστροφή; καμπή; πλοκή; στραμπουλίζω; στροφή;
twist
πλούσιος
ploúsios rich
πλούτος
ploútos
πλούτος; χλδή;
wealth
πλύνω
plýnō
πλένω; πλύνω;
wash
πνεύμα
pneúma spirit
πνευματικός
pneumatikós
πνευματικός; ψυχικός;
mental
pneumatikós spiritual
πνιγηρός
pnigērós
αποπνιχτικός; κλείνω; κολλητός; κοντά; πνιγηρός;
close
πόα
póa
γρασίδι; καταδότης; πόα; χλοή; χορτάρι; χόρτο;
grass
ποδήλατο
podḗlato bike
podḗlato bicycle
ποδηλατώ
podēlatṓ
ατραξιόν; βόλτα; ιππεύω; ποδηλατώ;
ride
podēlatṓ
κύκλος; ποδηλατώ;
cycle
πόδι
pódi
πόδι; πρόποδες;
foot
pódi
πόδι; στάδιο;
leg
ποδιά
ποδιά
podiá
γενικός; ποδιά; συνολικός;
overall
ποδοκόπι
podokópi
αιχμή; ποδοκόπι; πουρμπουάρ; ρεγάλο;
tip
ποδόσφαιρο
podósphairo football
ποιανού
poianoú
ποιανού; τίνος; του οποίου;
whose
ποίημα
poíēma poem
ποίηση
poíēsē poetry
ποιητής
poiētḗs poet
ποικιλία
poikilía variety
ποικίλλω
poikíllō
παραλλάζω; ποικίλλω;
vary
ποινή
poinḗ
κύρωση; ποινή; πρόστιμο;
penalty
ποίο
poío
ποίο; το οποίο;
which
ποιός
poiós
ο οποίος; ποιός;
who
ποιότητα
poiótēta quality
πόλεμος
pólemos war
πολεμώ με
polemṓ me
καταπολεμώ; μάχη; μάχομαι; πολεμώ με; συμπλέκομαι;
fight
πόλη
pólē city
pólē town
πολιτική
politikḗ policy
πολιτικός
politikós political
πολιτισμός
politismós culture
πολιτιστικός
politistikós cultural
πολλά
pollá
άφθονος; πολλά; πολλοί;
plenty
πολλοί
polloí
άφθονος; πολλά; πολλοί;
plenty
polloí many
πολύ
polý very
polý greatly
polý
πολύ; πολύς;
much
πολυάριθμος
polyárithmos numerous
πολύπλοκος
polýplokos
περίπλοκος; πολύπλοκος; πολυσύνθετος; σύνθετος;
complex
polýplokos
περίπλοκος; πολύπλοκος;
complicated
πολύς
polýs
πολύ; πολύς;
much
πολυσύνθετος
polysýnthetos
περίπλοκος; πολύπλοκος; πολυσύνθετος; σύνθετος;
complex
πολύτιμος
polýtimos
πολύτιμος; τιμαλφής;
valuable
πόνος
pónos pain
ποντίκι
pontíki mouse
πονώ
ponṓ
βλάπτω; πληγώνω; πονώ; τραυματίζω; χτυπώ;
hurt
ποόρισμα
poórisma
λήξη; ποόρισμα; συμπέρασμα; τέλος;
conclusion
ποπ μουσική
pop mousikḗ pop
πόροι
póroi resource
πόρτα
pórta door
πορτ-μπαγάζ
port-mpagáz
μπότα; πορτ-μπαγάζ;
boot
πορτοκαλί
portokalí
πορτοκαλί; πορτοκάλι;
orange
πορτοκάλι
portokáli
πορτοκαλί; πορτοκάλι;
orange
ποσό
posó
ανέρχομαι; ποσό; ποσόν;
amount
ποσόν
posón
ανέρχομαι; ποσό; ποσόν;
amount
ποσοστό
posostó percentage
ποσότητα
ποσότητα
posótēta quantity
posótēta
όγκος; ποσότητα; φωνή;
volume
πόστο
pósto
δοκάρι; πόστο; ταχυδρομώ;
post
ποτάμι
potámi river
ποτέ
poté ever
poté never
πότε
póte
όταν; πότε;
when
πότε-πότε
póte-póte
περιοδικά; πότε-πότε;
occasionally
ποτήρι
potḗri
γυαλί; ποτήρι; τζάμι;
glass
ποτίζω
potízō
νερό; ποτίζω; ύδωρ;
water
ποτό
potó
πίνω; ποτό; το κοπανάω;
drink
που
pou
εκείνος; που;
that
pou
όπου; που; πού;
where
πού
poú
όπου; που; πού;
where
που δουλεύει
pou douleúei
εργαζόμενος; που δουλεύει; που λειτουργεί;
working
που ζει
pou zei
έμψυχος; ζωντανός; που ζει;
living
που θαυμάζει
pou thaumázei
εκπληκτικός; που θαυμάζει;
amazing
που λειτουργεί
pou leitourgeí
εργαζόμενος; που δουλεύει; που λειτουργεί;
working
που μένει
pou ménei
αριστερός; άφησα; έφυγα; που μένει;
left
που φοβάται
pou phobátai
που φοβάται; φοβισμένος;
afraid
πουθενά
pouthená
οπουδήποτε; πουθενά;
anywhere
pouthená nowhere
πουκάμισο
πουκάμισο
poukámiso
πουκάμισο; φανέλα;
shirt
πουλί
poulí
κόμματος; πουλί;
bird
πούλμαν
poúlman
άμαξα; πούλμαν; προπονητής; προπονώ;
coach
πουλώ
poulṓ
εκποιώ; πουλώ;
sell
πούντα
poúnta
κρυολόγημα; κρύος; πούντα;
cold
πούπουλο
poúpoulo
ίουλος; κάτω; πούπουλο;
down
πουρμπουάρ
pourmpouár
αιχμή; ποδοκόπι; πουρμπουάρ; ρεγάλο;
tip
πράγμα
prágma
κομμάτι; πράγμα;
item
prágma thing
πράγματι
prágmati
αλήθεια; πράγματι; πράγματικά;
really
prágmati
πράγματι; πραγματικά; στην αλήθεια;
actually
πραγματικά
pragmatiká
πράγματι; πραγματικά; στην αλήθεια;
actually
πράγματικά
prágmatiká
αλήθεια; πράγματι; πράγματικά;
really
πραγματικός
pragmatikós
αληθινός; πραγματικός;
actual
pragmatikós real
πραγματικότητα
pragmatikótēta reality
πρακτική
praktikḗ
άσκηση; πρακτική;
practice
πρακτικός
praktikós practical
πράκτορας
práktoras
μεσίτης; παράγων; πράκτορας;
agent
πρακτορείο
praktoreío
πρακτορείο; υπηρεσία;
agency
πράμα
práma stuff
πράξη
práxē
ενεργώ; επενεργώ; πράξη;
act
πράσινος
prásinos green
πρέπει
prépei
μούστος; πρέπει; πρέπει / έπρεπε;
must
πρέπει / έπρεπε
prépei / éprepe
μούστος; πρέπει; πρέπει / έπρεπε;
must
πρέπων
prépōn
απαιτούμενος; πρέπων;
due
prépōn
ευπρεπής; εύσχημος; καθωσπρεπής; πρέπων;
decent
prépōn
αρμόζων; ευπρεπής; καθωσπρέπει; πρέπων; σωστός;
proper
πρεσάρω
presárō
ασκώ πίεση; πιέζω; πρεσάρω;
press
πρεσβύτερος
presbýteros
μεγαλύτερος; πρεσβύτερος;
senior
πριμ
prim bonus
πριν
prin ago
prin
μπροστά από; πριν; πριν από; προτού;
before
πριν από
prin apó
μπροστά από; πριν; πριν από; προτού;
before
προ πάντων
pro pántōn
κατ εξοχήν; κυρίως; προ πάντων;
primarily
προαγωγή
proagōgḗ
ανάδειξη; προαγωγή; προώθηση;
promotion
προαίρεση
proaíresē
διαθήκη; θέληση; προαίρεση;
will
proaíresē
προαίρεση; πρόθεση; σκοπός;
intention
προαύλιο
proaúlio
αυλή; προαύλιο;
yard
προβαίνω
probaínō
προβαίνω; προκαταβάλλω; πρόοδος; προχωρώ;
advance
προβάλλω
probállō
προβάλλω; πρόγραμμα; σχέδιο;
project
προβιά
probiá
γδέρνω; δέρμα; προβιά;
skin
πρόβλημα
próblēma problem
προβληματίζω
προβληματίζω
problēmatízō
προβληματίζω; φορολογώ; φόρος;
tax
προβληματισμός
problēmatismós
ανησυχία; ενδιαφέρον; προβληματισμός;
concern
πρόγραμμα
prógramma
πρόγραμμα; προγραμματίζω;
schedule
prógramma program
prógramma scheme
prógramma
προβάλλω; πρόγραμμα; σχέδιο;
project
προγραμματίζω
programmatízō
πρόγραμμα; προγραμματίζω;
schedule
προγυμνάζομαι
progymnázomai
αμαξοστοιχία; εκπαιδεύω; προγυμνάζομαι; τρένο;
train
προδίδω
prodídō
μαγαζί; προδίδω; ψωνίζω;
shop
πρόεδρος
próedros president
προειδοποίηση
proeidopoíēsē warning
προειδοποιώ
proeidopoiṓ warn
προέκταση
proéktasē
έκταση; επέκταση; προέκταση;
extension
προετοιμάζω
proetoimázō prepare
προηγούμενα
proēgoúmena previously
προηγούμενος
proēgoúmenos previous
πρόθεση
próthesē
προαίρεση; πρόθεση; σκοπός;
intention
πρόθυμος
próthymos willing
προϊόν
proïón product
πρόκα
próka
καρφί; νύχι; πρόκα;
nail
προκαλώ
prokalṓ
προκαλώ; πρόκληση;
challenge
prokalṓ
αιτία; προκαλώ; προξενώ; σκοπός;
cause
προκαταβάλλω
prokatabállō
προβαίνω; προκαταβάλλω; πρόοδος; προχωρώ;
advance
προκαταβολή
προκαταβολή
prokatabolḗ
επαναθέτω; επανοθέτω; ίζημα; προκαταβολή; προσχώνω;
deposit
προκαταλαμβάνω
prokatalambánō
προκαταλαμβάνω; προλαμβάνω;
anticipate
πρόκληση
próklēsē
προκαλώ; πρόκληση;
challenge
προκρίνομαι
prokrínomai
καθιστώ ικανόν; προκρίνομαι;
qualify
προκύπτω
prokýptō
εγείρομαι; προκύπτω;
arise
προλαβαίνω
prolabaínō
αποτρέπω; εμποδίζω; προλαβαίνω;
prevent
προλαμβάνω
prolambánō
προκαταλαμβάνω; προλαμβάνω;
anticipate
προμήθεια
promḗtheia
παρέχω; παροχή; προμήθεια; χορήγηση;
supply
προμηθεύομαι
promētheúomai
αποκτώ; προμηθεύομαι;
obtain
προνοώ
pronoṓ
παρέχω; προνοώ;
provide
προξενώ
proxenṓ
αιτία; προκαλώ; προξενώ; σκοπός;
cause
προοδεύω
proodeúō
προοδεύω; πρόοδος;
progress
πρόοδος
próodos
προβαίνω; προκαταβάλλω; πρόοδος; προχωρώ;
advance
próodos
προοδεύω; πρόοδος;
progress
προοπτική
prooptikḗ
άποψη; προοπτική;
perspective
πρόποδες
própodes
πόδι; πρόποδες;
foot
προπόνηση
propónēsē
εκπαίδευση; προπόνηση; προπονούμενος;
training
προπονητής
proponētḗs
άμαξα; πούλμαν; προπονητής; προπονώ;
coach
proponētḗs
εκπαιδευτής; προπονητής;
trainer
προπονούμενος
proponoúmenos
εκπαίδευση; προπόνηση; προπονούμενος;
training
προπονώ
proponṓ
άμαξα; πούλμαν; προπονητής; προπονώ;
coach
προς
pros towards
pros
προς; σε;
to
προσαράσσω
prosarássō
γη; έδαφος; προσαράσσω;
ground
προσαρμόζω
prosarmózō
προσαρμόζω; ρυθμίζω;
adjust
prosarmózō
διασκευάζω; προσαρμόζω;
adapt
prosarmózō
γρανάζια; εργαλεία; προσαρμόζω; ταχύτητα;
gear
προσβάλλομαι
prosbállomai
κολλάω; προσβάλλομαι; συμβόλαιο; συστέλλομαι;
contract
προσβάλλω
prosbállō
ελαφρύς; θίγω; μικρός; προσβάλλω;
slight
πρόσβαση
prósbasē
πρόσβαση; προσπέλαση;
access
προσγειώνομαι
prosgeiṓnomai
έδαφος; προσγειώνομαι; προσγειώνω;
land
προσγειώνω
prosgeiṓnō
έδαφος; προσγειώνομαι; προσγειώνω;
land
προσδιορίζω
prosdiorízō
αποφασίζω; καθορίζω; προσδιορίζω; υπολογίζω;
determine
προσδοκώ
prosdokṓ
αναμένω; περιμένω; προσδοκώ;
expect
προσεγγίζω
prosengízō
μέθοδος; πλησιάζω; προσεγγίζω; προσέγγιση;
approach
προσέγγιση
proséngisē
μέθοδος; πλησιάζω; προσεγγίζω; προσέγγιση;
approach
προσεκτικός
prosektikós careful
προσελκύω
proselkýō
ελκύω; έλκω; επισύρω; προσελκύω; τραβώ;
attract
προσεύχομαι
proseúchomai pray
προσέχω
proséchō
νοιάζομαι; προσέχω; προσοχή; φροντίδα; φροντίζω;
care
προσήλωση
προσήλωση
prosḗlōsē
αίτηση; άλειμμα; εφαρμογή; προσήλωση; χρήση;
application
πρόσθετος
prósthetos
επιπρόσθετος; πρόσθετος;
additional
προσθέτω
prosthétō add
πρόσθηκη
prósthēkē addition
πρόσκαιρος
próskairos
πρόσκαιρος; προσωρινός;
temporary
προσκαλώ
proskalṓ invite
προσκομίζω
proskomízō
παράγω; προσκομίζω;
produce
προσκρούω
proskroúō
κραχ; πάταγος; πέφτω; προσκρούω; σύγκρουση;
crash
προσοχή
prosochḗ
νοιάζομαι; προσέχω; προσοχή; φροντίδα; φροντίζω;
care
prosochḗ
προσοχή; φροντίδα;
attention
πρόσοψη
prósopsē
μέτωπο; μροστινός; πρόσοψη; πρώτη γραμμή;
front
προσπάθεια
prospátheia
απόπειρα; αποπειρώμαι; προσπάθεια; προσφορά;
bid
prospátheia effort
prospátheia
απόπειρα; αποπειρώμαι; προσπάθεια; προσπαθώ;
attempt
προσπαθώ
prospathṓ
απόπειρα; αποπειρώμαι; προσπάθεια; προσπαθώ;
attempt
prospathṓ
δοκιμάζω; εκδικάζω; προσπαθώ;
try
προσπέλαση
prospélasē
πρόσβαση; προσπέλαση;
access
προσποιούμαι
prospoioúmai pretend
προσταγή
prostagḗ
διατάζω; εντολή; παραγγελία; παραγγέλλω; προσταγή;
order
prostagḗ
διαταγή; διατάζω; εντολή; προσταγή; προστάζω;
command
προστάζω
προστάζω
prostázō
διαταγή; διατάζω; εντολή; προσταγή; προστάζω;
command
προστασία
prostasía protection
προστατεύω
prostateúō
καταφεύγω; καταφύγιο; προστατεύω; σταλός;
shelter
prostateúō
κατοχυρώνω; προστατεύω;
protect
πρόστιμο
próstimo
κύρωση; ποινή; πρόστιμο;
penalty
próstimo
αίθριος; πρόστιμο; φίνος; ψιλή; ωραίος;
fine
πρόστυχος
próstychos
αισχρός; ακαθάριστος; πρόστυχος; χοντρός;
gross
πρόσφατα
prósphata recently
πρόσφατος
prósphatos recent
προσφέρω
prosphérō
προσφέρω; προσφορά;
offer
προσφορά
prosphorá
απόπειρα; αποπειρώμαι; προσπάθεια; προσφορά;
bid
prosphorá
προσφέρω; προσφορά;
offer
πρόσφορος
prósphoros
βολικός; κατάλληλος; πρόσφορος;
suitable
προσχώνω
proschṓnō
επαναθέτω; επανοθέτω; ίζημα; προκαταβολή; προσχώνω;
deposit
προσωπικά
prosōpiká personally
προσωπικό
prosōpikó staff
προσωπικός
prosōpikós personal
προσωπικότητα
prosōpikótēta personality
πρόσωπο
prósōpo
αντικρίζω; αντιμετωπίζω; κύρος; μούτρο; πρόσωπο;
face
prósōpo
αριθμός; πρόσωπο; σιλουέτα;
figure
prósōpo
άνθρωπος; άτομο; πρόσωπο;
person
πρόσωπο έργου
prósōpo érgou
πρόσωπο έργου; χαρακτήρας;
character
προσωρινός
προσωρινός
prosōrinós
πρόσκαιρος; προσωρινός;
temporary
πρόταση
prótasē suggestion
prótasē proposal
prótasē
καταδικάζω; καταδίκη; πρόταση;
sentence
προτεινόμενος
proteinómenos proposed
προτείνω
proteínō propose
proteínō suggest
proteínō
προτείνω; συνιστώ; συστήνω;
recommend
προτεραιότητα
proteraiótēta
προτεραιότητα; προτεραίοτητα;
priority
προτεραίοτητα
proteraíotēta
προτεραιότητα; προτεραίοτητα;
priority
προτέρημα
protérēma
πλεονέκτημα; προτέρημα;
advantage
προτίμηση
protímēsē preference
προτιμώ
protimṓ prefer
προτού
protoú
μπροστά από; πριν; πριν από; προτού;
before
προϋπολογισμός
proüpologismós budget
προφίλ
prophíl
επισκόπηση; προφίλ;
profile
πρόχειρα
prócheira roughly
πρόχειρος
prócheiros
πρόχειρος; σκληρός; τραχύς;
rough
προχωρημένος
prochōrēménos advanced
προχωρώ
prochōrṓ
προβαίνω; προκαταβάλλω; πρόοδος; προχωρώ;
advance
προώθηση
proṓthēsē
ανάδειξη; προαγωγή; προώθηση;
promotion
πρώην
prṓēn former
πρωί
prōí morning
πρώιμος
prṓimos
νωρίς; πρώιμος;
early
πρωινό
prōinó
πρωινό; το πρωινό;
breakfast
πρωταγωνιστής
prōtagōnistḗs
αστέρι; πρωταγωνιστής;
star
πρωτάθλημα
prōtáthlēma
κατηγορία; πρωτάθλημα; συνασπισμός;
league
πρωταθλητής
prōtathlētḗs
πρωταθλητής; υπερασπιστής;
champion
πρωταρχικός
prōtarchikós
πρωταρχικός; πρώτος;
primary
πρωτεύουσα
prōteúousa capital
πρώτη γραμμή
prṓtē grammḗ
μέτωπο; μροστινός; πρόσοψη; πρώτη γραμμή;
front
πρωτοβουλία
prōtoboulía initiative
πρώτος
prṓtos
πρωταρχικός; πρώτος;
primary
prṓtos first
πρωτότυπος
prōtótypos
γνήσιος; πρωτότυπος;
original
πτήση
ptḗsē
πτήση; φυγή;
flight
πτυχή
ptychḗ
διπλώνω; πτυχή;
fold
πτυχίο
ptychío
βαθμός; πτυχίο;
degree
πτώση
ptṓsē
εκπίπτω; πέφτω; πτώση;
fall
πυγμαχώ
pygmachṓ
κάσα; κουτί; πυγμαχώ;
box
πυκνός
pyknós thick
πύλη
pýlē
αυλόπορτα; θύρα; πύλη;
gate
πύργος
pýrgos tower
πυρετός
pyretós
θερμοκρασία; πυρετός;
temperature
πυρκαγιά
pyrkagiá
απολύω; πυρκαγιά; πυροβολώ; φωτιά;
fire
πυροβόλησα
pyrobólēsa
πυροβόλησα; πυροβολισμός; πυροβολώ; σκάγια;
shot
πυροβολισμός
pyrobolismós
πυροβόλησα; πυροβολισμός; πυροβολώ; σκάγια;
shot
πυροβολώ
pyrobolṓ
βλαστός; εκτινάσσω; πυροβολώ;
shoot
pyrobolṓ
απολύω; πυρκαγιά; πυροβολώ; φωτιά;
fire
pyrobolṓ
πυροβόλησα; πυροβολισμός; πυροβολώ; σκάγια;
shot
πώληση
pṓlēsē sale
πως
pōs
πως; πώς;
how
πώς
pṓs
πως; πώς;
how
Ρράβδος
rábdos
εμποδίζω; κάγκελο; μπαρ; ράβδος; φράζω;
bar
ραγίζω
ragízō
ραγίζω; ράγισμα; ρωγμή; σπάζω;
crack
ράγισμα
rágisma
ραγίζω; ράγισμα; ρωγμή; σπάζω;
crack
ράδιο
rádio radio
ράμφος
rámphos
λογαριασμός; νομοσχέδιο; ράμφος;
bill
ρανίδα
ranída
μειώνομαι; μου πέφτει; ρανίδα; ρίχνω; σταγόνα;
drop
ραντεβού
ranteboú
διορισμός; ορισμός; ραντεβού; συνάντηση;
appointment
ράτσα
rátsa race
ραχάτι
racháti
ησυχασμός; ξεκουράζομαι; ραχάτι; υπόλοιπος;
rest
ρεαλιστικός
realistikós realistic
ρεγάλο
regálo
αιχμή; ποδοκόπι; πουρμπουάρ; ρεγάλο;
tip
ρείθρο
ρείθρο
reíthro
διοχετεύω; κανάλι; ρείθρο;
channel
ρεκόρ
rekór
δίσκος; ηχογραφώ; καταγράφω; ρεκόρ;
record
ρέλι
réli
μεθόριος; ρέλι; σύνορο;
border
ρεσεψιόν
resepsión
αντίκρυσμα; γλέντι; λήψη; ρεσεψιόν; υποδοχή;
reception
ρεύμα
reúma
ρεύμα; τωρινός;
current
ρεύμα αέρος
reúma aéros draft
ρεφενές
rephenés
ρεφενές; συμβολή; συνεισφορά;
contribution
ρέω
réō
ρέω; ροή;
flow
ρήγας
rḗgas
βασιλιάς; ρήγας;
king
ρήγμα
rḗgma
ατέλεια; ελάττωμα; λάθος; ρήγμα; σφάλμα; φτιάξιμο;
fault
ρήμαγμα
rḗmagma
δηώνω; ρήμαγμα; χαλώ; χαντακώνω;
ruin
ρίχνω
ríchnō
μειώνομαι; μου πέφτει; ρανίδα; ρίχνω; σταγόνα;
drop
ríchnō
ξεφορτώνομαι; πετώ; ρίχνω;
dump
ríchnō
βάζω; ορμώ; ρίχνω; χιμώ;
pour
ríchnō
πέταγμα; πετώ; ρίχνω;
throw
ριψοκινδυνεύω
ripsokindyneúō
αποτολμώ; διακυβεύω; ριψοκινδυνεύω;
risk
ριψοκίνδυνος
ripsokíndynos
επικίνδυνος; ριψοκίνδυνος;
dangerous
ρόδα
róda
ρόδα; τροχός;
wheel
ροή
roḗ
ρέω; ροή;
flow
ροκ
rok
κουνώ; λικνίζω; πέτρα; ροκ;
rock
ροκάνι
ροκάνι
rokáni
αεροπλάνο; επίπεδο; πλάνη; ροκάνι; στάθμη;
plane
ρολόι
rolói clock
rolói
βλέπω; παρακολουθώ; ρολόι; φρουρά;
watch
ρόλος
rólos role
ρόπαλο
rópalo
λέσχη; ρόπαλο;
club
rópalo
νυχτερίδα; ρόπαλο;
bat
ρουσφέτι
rousphéti
εξυπηρέτηση; ρουσφέτι; σέρβις; υπηρεσία;
service
ρουτίνα
routína routine
ρουφώ
rouphṓ
γλείφω; θηλάζω; ουφώ; ρουφώ;
suck
ρούχα
roúcha clothes
ρύζι
rýzi rice
ρυθμίζω
rythmízō
προσαρμόζω; ρυθμίζω;
adjust
ρυθμός
rythmós
ρυθμός; στυλ; στύλ; στύλος; ύφος;
style
rythmós
βήμα; δρασκελιά; ρυθμός; φόρα;
pace
ρύπανση
rýpansē pollution
ρυτίδα
rytída
γραμμή; επενδύω; παρατάσσω; ρυτίδα;
line
ρωγμή
rōgmḗ
ραγίζω; ράγισμα; ρωγμή; σπάζω;
crack
ρώμη
rṓmē strength
ρωτώ
rōtṓ ask
Σσαββατοκύριακο
sabbatokýriako weekend
σακάκι
sakáki jacket
σαλάτα
saláta salad
σαλεύω
σαλεύω
saleúō
κίνηση; κινώ; μετακομίζω; σαλεύω; συγκινώ;
move
saleúō
κουνώ; σαλεύω; σείω; ταράζω;
shake
σαν
san
όπως; σαν;
as
san
αρέσω; όπως; σαν; συμπαθώ;
like
σανίδα
sanída
επιβιβάζομαι; σανίδα;
board
σάντουιτς
sántouits sandwich
σάρκα
sárka
κρέας; σάρκα;
meat
σαρκασμός
sarkasmós
κέντρισμα; νύξη; σαρκασμός; σκάβω;
dig
σας
sas
δικός σας; δικός σου; σας;
your
sas
εσείς; εσύ; σας;
you
σβέρκος
sbérkos
αυχένας; λαιμός; σβέρκος;
neck
σε
se
μέσα σε; σε;
in
se
πάνω σε; σε;
on
se
προς; σε;
to
se
πάνω σε; σε;
upon
se at
σε ολόκληρη
se olóklērē
σε ολόκληρη; σε ολόκληρο;
throughout
σε ολόκληρο
se olóklēro
σε ολόκληρη; σε ολόκληρο;
throughout
σεβαμός
sebamós
σεβαμός; σεβασμός; σέβομαι;
respect
σεβασμός
sebasmós
σεβασμός; σκέψη;
consideration
sebasmós
σεβαμός; σεβασμός; σέβομαι;
respect
σέβομαι
sébomai
σεβαμός; σεβασμός; σέβομαι;
respect
σειρά
seirá
καβγάς; κοπηλατώ; κωπηλατώ; σειρά;
row
σειρά
seirá
σειρά; στρίβω; στροφή;
turn
σείω
seíō
κουνώ; σαλεύω; σείω; ταράζω;
shake
σελίδα
selída page
σενάριο
senário script
σεξ
sex
έρωτας; σεξ; φύλο;
sex
σεξουαλικός
sexoualikós sexual
σέρβις
sérbis
εξυπηρέτηση; ρουσφέτι; σέρβις; υπηρεσία;
service
σεργιανίζω
sergianízō
περίπατος; περπατώ; σεργιανίζω;
walk
σέρνω
sérnō
έλκω; επισύρω; ζωγραφίζω; ισοπαλία; σέρνω; τραβώ;
draw
sérnō drag
σέρτικος
sértikos
αυστηρός; δριμύς; σέρτικος; σοβαρός;
severe
σετ
set
καθορισμένος; σετ; τοποθ; τοποθετώ;
set
σηκώνομαι
sēkṓnomai
ανατέλλω; αυξάνομαι; αύξηση; ορθώνομαι; σηκώνομαι;
rise
σηκώνω
sēkṓnō
ασανσέρ; σηκώνω; υψώνω;
lift
sēkṓnō
αναστηλώνω; ανατρέφω; αυξάνω; σηκώνω; υψώνω;
raise
σήμα
sḗma
ανοίγω φλας; γνέφω; νεύω; σήμα; σινίαλο; σύνθημα;
signal
sḗma
πίνακας; σήμα; σύνθημα; ταμπέλα; υπογράφω;
sign
σημαίνω
sēmaínō
εννοώ; παραδόπιστος; σημαίνω; τσιγκούνης;
mean
sēmaínō
βαθμός; σημαίνω; σημειώνω;
mark
σημαντικά
sēmantiká significantly
σημαντικός
sēmantikós
σημαντικός; ταγματάρχης;
major
σημαντικός
sēmantikós significant
sēmantikós
σημαντικός; σπουδαίος;
important
σημασία
sēmasía
έννοια; σημασία;
meaning
sēmasía
επίπτωση; σημασία; συνέπεια;
consequence
sēmasía importance
sēmasía
αναφορά; λογαριασμός; σημασία;
account
σημείο
sēmeío
αιχμή; δείχνω; επισημαίνω; σημείο; στίγμα;
point
σημειώνω
sēmeiṓnō
βαθμός; σημαίνω; σημειώνω;
mark
sēmeiṓnō
σημειώνω; σημείωση;
note
σημείωση
sēmeíōsē
σημειώνω; σημείωση;
note
σήμερα
sḗmera
σήμερα; τώρα; τωρινά;
currently
sḗmera today
σιγά
sigá
αργά; σιγά; σιγά-σιγά;
slowly
σιγά-σιγά
sigá-sigá
αργά; σιγά; σιγά-σιγά;
slowly
σίγουρος
sígouros
βέβαιος; σίγουρος;
certain
sígouros sure
sígouros confident
σιδερένιος
siderénios
σιδερένιος; σίδερος; σιδερώνω;
iron
σίδερος
síderos
σιδερένιος; σίδερος; σιδερώνω;
iron
σιδερώνω
siderṓnō
σιδερένιος; σίδερος; σιδερώνω;
iron
σιλουέτα
silouéta
αριθμός; πρόσωπο; σιλουέτα;
figure
σινίαλο
siníalo
ανοίγω φλας; γνέφω; νεύω; σήμα; σινίαλο; σύνθημα;
signal
σιτίζω
sitízō
σιτίζω; ταΐζω; τροφοδοτώ;
feed
σκάβω
σκάβω
skábō
κέντρισμα; νύξη; σαρκασμός; σκάβω;
dig
σκάγια
skágia
πυροβόλησα; πυροβολισμός; πυροβολώ; σκάγια;
shot
σκαεπάζω
skaepázō
καλύπτω; σκαεπάζω;
cover
σκάλα
skála ladder
σκάφος
skáphos craft
σκελετό
skeletó
κορμί; πλαίσιο; πλαισιώνω; σκελετό; σκελετός; σώμα;
frame
σκελετός
skeletós
κορμί; πλαίσιο; πλαισιώνω; σκελετό; σκελετός; σώμα;
frame
σκεπή
skepḗ
οροφή; σκεπή; στεγή; ταράτσα;
roof
σκέπτομαι
sképtomai
νομίζω; σκέπτομαι; σκέφτομαι;
think
σκέρτσο
skértso
αστείο; αστιεύομαι; κάνω πλάκα; σκέρτσο;
joke
σκέφτομαι
sképhtomai
νομίζω; σκέπτομαι; σκέφτομαι;
think
σκεφτόμουν
skephtómoun
νόμιζα; σκεφτόμουν; σκέψη;
thought
σκέψη
sképsē
σεβασμός; σκέψη;
consideration
sképsē
νόμιζα; σκεφτόμουν; σκέψη;
thought
σκηνή
skēnḗ
σκηνή; τοπίο;
scene
skēnḗ
ανεβάζω; σκηνή; σκηνοθετώ; στάδιο; φάση;
stage
σκηνοθέτης
skēnothétēs
διευθηντής; σκηνοθέτης;
director
σκηνοθετώ
skēnothetṓ
ανεβάζω; σκηνή; σκηνοθετώ; στάδιο; φάση;
stage
skēnothetṓ
καθοδηγώ; σκηνοθετώ;
direct
σκίζω
skízō
δάκρυ; σκίζω; σχίζω;
tear
skízō rip
σκληρός
σκληρός
sklērós
βαρέως; δύσκολος; σκληρός;
hard
sklērós
δύσκολος; σκληρός; σκληροτράχηλος;
tough
sklērós
πρόχειρος; σκληρός; τραχύς;
rough
σκληροτράχηλος
sklērotráchēlos
δύσκολος; σκληρός; σκληροτράχηλος;
tough
σκοινί
skoiní rope
σκόλη
skólē
διακοπές; σκόλη;
holiday
σκόνη
skónē dust
σκόντο
skónto
έκπτωση; μείωση; σκόντο;
discount
σκοπεύω
skopeúō intend
σκόπιμα
skópima
επίτηδες; εσκεμμένα; σκόπιμα;
deliberately
σκοπός
skopós
αιτία; προκαλώ; προξενώ; σκοπός;
cause
skopós
προαίρεση; πρόθεση; σκοπός;
intention
skopós purpose
σκορ
skor
εικοσαριά; σκορ; σκοράρω;
score
σκοράρω
skorárō
εικοσαριά; σκορ; σκοράρω;
score
σκοτάδι
skotádi
μελαχρινός; μουχρός; σκοτάδι; σκοτεινός; σκούρος;
dark
σκοτεινός
skoteinós
μελαχρινός; μουχρός; σκοτάδι; σκοτεινός; σκούρος;
dark
σκοτίζομαι
skotízomai
ενοχλούμαι; ενοχλώ; κόπος; σκοτίζομαι;
bother
σκοτώνω
skotṓnō kill
σκούπα
skoúpa
βούρτσα; βουρτσίζω; πινέλο; σκούπα;
brush
σκουπίδια
skoupídia
αρνούμαι; σκουπίδια;
refuse
skoupídia garbage
σκούρος
σκούρος
skoúros
μελαχρινός; μουχρός; σκοτάδι; σκοτεινός; σκούρος;
dark
σκούφος
skoúphos
θήκη; σκούφος; τραγιάσκα;
cap
σκύβω
skýbō
γέρνω; καμπυλώνεται; σκύβω; στροφή;
bend
σκύλος
skýlos dog
σοβαρά
sobará
βαριά; σοβαρά;
seriously
σοβαρός
sobarós serious
sobarós
αυστηρός; δριμύς; σέρτικος; σοβαρός;
severe
σοκ
sok
κραδασμός; κρούση; σοκ;
shock
σοκολάτα
sokoláta chocolate
σόου
sóou
δείχνω; εμφαίνω; παράσταση; σόου;
show
σουξέ
souxé
βαρώ; σουξέ; χτυπώ;
hit
σούπα
soúpa soup
σούπερ
soúper super
σούπερ μάρκετ
soúper márket supermarket
σουσούμι
sousoúmi
αφιέρωμα; σουσούμι; χαρακτηριστικό;
feature
σοφός
sophós
σοφός; συνετός; φρόνιμος;
wise
σπάγγος
spángos
σπάγγος; χορδή;
string
σπάζω
spázō
ραγίζω; ράγισμα; ρωγμή; σπάζω;
crack
spázō
αντεπίθεση; διάλειμμα; διάλλειμα; σπάζω;
break
σπάλα
spála
σπάλα; ώμος;
shoulder
σπάνια
spánia rarely
σπάνιος
spánios rare
σπατάλη
σπατάλη
spatálē
απόβλητα; λύμα; σπατάλη; σπαταλώ;
waste
σπαταλώ
spatalṓ
απόβλητα; λύμα; σπατάλη; σπαταλώ;
waste
σπεύδω
speúdō
βιάζομαι; βιασύνη; σπεύδω;
hurry
σπίρτο
spírto
αγώνας; σπίρτο; συνταιριάζω; ταιριάζω;
match
σπίτι
spíti
ακίνητο; κτήμα; περιουσία; σπίτι;
property
spíti home
spíti
οίκος; σπίτι; στεγάζω;
house
σπορ
spor sport
σπουδάζω
spoudázō
γραφείο; μελέτη; μελετώ; σπουδάζω; σπουδές;
study
σπουδαίος
spoudaíos
σημαντικός; σπουδαίος;
important
spoudaíos
λαμπρός; μεγάλος; σπουδαίος;
grand
σπουδές
spoudés
γραφείο; μελέτη; μελετώ; σπουδάζω; σπουδές;
study
σπρώξιμο
sprṓximo
σπρώξιμο; σπρώχνω;
push
σπρώχνω
sprṓchnō
σπρώξιμο; σπρώχνω;
push
σπυρί
spyrí
βούλα; εντοπίζω; μέρος; σπυρί;
spot
στάβλος
stáblos
στάβλος; σταθερός;
stable
σταγόνα
stagóna
μειώνομαι; μου πέφτει; ρανίδα; ρίχνω; σταγόνα;
drop
στάδιο
stádio
ανεβάζω; σκηνή; σκηνοθετώ; στάδιο; φάση;
stage
stádio
πόδι; στάδιο;
leg
σταθερός
statherós
εδραίος; εταιρία; σταθερός;
firm
statherós
σταθερός; συνεπής;
consistent
σταθερός
statherós
στάβλος; σταθερός;
stable
στάθμη
státhmē
αεροπλάνο; επίπεδο; πλάνη; ροκάνι; στάθμη;
plane
σταθμός
stathmós station
σταλός
stalós
μάντρα; σταλός; στυλό; στυλός;
pen
stalós
καταφεύγω; καταφύγιο; προστατεύω; σταλός;
shelter
σταματώ
stamatṓ
ανακόπτω; αναχαιτίζω; ελέγχω; καρέ; σταματώ;
check
stamatṓ
διακοπή; διακόπτω; παύση; σταματώ;
pause
στάση
stásē
στάση; συμπεριφορά;
attitude
σταυρός
staurós
γέμισμα; διασχίζω; πάω κόντρα; σταυρός;
cross
στεγάζω
stegázō
οίκος; σπίτι; στεγάζω;
house
στέγαση
stégasē
στέγαση; στεγαστικός;
housing
στεγαστικός
stegastikós
στέγαση; στεγαστικός;
housing
στεγή
stegḗ
οροφή; σκεπή; στεγή; ταράτσα;
roof
στεγνός
stegnós
ξηρός; στεγνός;
dry
στέκομαι
stékomai
εξέδρα; στέκομαι;
stand
στέλεχος
stélechos
αξιωματικός; στέλεχος;
officer
stélechos
μέλος; στέλεχος;
member
στέλνω
stélnō send
στενά
stená
διαβατήριο; κυκλοφορώ; πέρασμα; περνώ; στενά;
pass
στενός
stenós narrow
stenós
στενός; σφιχτός;
tight
στενοχωρώ πολύ
stenochōrṓ polý
αναστατώνω; στενοχωρώ πολύ; ταραγμένος;
upset
στερεά (τροφή)
stereá (trophḗ)
στερεά (τροφή); στερεός; συμπαγής;
solid
στερεός
stereós
αξιόλογος; ουσιαστικός; στερεός;
substantial
stereós
στερεά (τροφή); στερεός; συμπαγής;
solid
στήθος
stḗthos
θώρακας; κάσα; στήθος;
chest
stḗthos breast
στην άκρη
stēn ákrē
πλάι; στην άκρη;
aside
στην αλήθεια
stēn alḗtheia
πράγματι; πραγματικά; στην αλήθεια;
actually
στήριγμα
stḗrigma
βοήθεια; στήριγμα; συμπαράσταση; υποστήριγμα;
support
στηρίγματα
stērígmata
μλοκ; στηρίγματα; φραγμός;
block
στίγμα
stígma
αιχμή; δείχνω; επισημαίνω; σημείο; στίγμα;
point
στιγμή
stigmḗ moment
στιγμιότυπο
stigmiótypo
κλου; στιγμιότυπο; τονίζω;
highlight
στο εξωτερικό
sto exōterikó abroad
στο λόγο μου
sto lógo mou honestly
στο πάνω όροφο
sto pánō óropho upstairs
στοιχεία
stoicheía
αποδείξεις; απόδειξη; μαρτυρία; στοιχεία;
evidence
stoicheía
δεδομένα; στοιχεία;
data
στοίχημα
stoíchēma
στοίχημα; στοιχηματίζω;
bet
στοιχηματίζω
stoichēmatízō
στοίχημα; στοιχηματίζω;
bet
στόμα
stóma
εκβολή ποταμιού; στόμα; στόμιο;
mouth
στομάχι
stomáchi stomach
στόμιο
stómio
εκβολή ποταμιού; στόμα; στόμιο;
mouth
στοράκι
storáki
θαμπώνω; στοράκι; τυφλός;
blind
στοχεύω
stocheúō
στοχεύω; στόχος;
target
στόχος
stóchos
στοχεύω; στόχος;
target
στραμπουλίζω
strampoulízō
διαστροφή; καμπή; πλοκή; στραμπουλίζω; στροφή;
twist
strampoulízō
διηθώ; είδος; ένταση; ζόρι; στραμπουλίζω; τεντώνω;
strain
στρατηγική
stratēgikḗ strategy
στρατηγός
stratēgós
γενικός; στρατηγός;
general
στρατόπεδο
stratópedo camp
στρατός
stratós army
στρες
stres
άγχος; στρες; τονίζω; τόνος;
stress
στρίβω
stríbō
σειρά; στρίβω; στροφή;
turn
στριμώχνω
strimṓchnō
γωνία; δύσκολη θέση; στριμώχνω;
corner
στρογγυλός
strongylós
γύρος; περιοδεία; στρογγυλός;
round
στροφή
strophḗ
διαστροφή; καμπή; πλοκή; στραμπουλίζω; στροφή;
twist
strophḗ
σειρά; στρίβω; στροφή;
turn
strophḗ
γέρνω; καμπυλώνεται; σκύβω; στροφή;
bend
στρώμα
strṓma layer
στρώνω
strṓnō
κοσμικός; ξαπλώνω; στρώνω; τοποθετώ χάμω;
lay
στυλ
styl
ρυθμός; στυλ; στύλ; στύλος; ύφος;
style
στύλ
stýl
ρυθμός; στυλ; στύλ; στύλος; ύφος;
style
στυλό
styló
μάντρα; σταλός; στυλό; στυλός;
pen
στυλός
stylós
μάντρα; σταλός; στυλό; στυλός;
pen
στύλος
stýlos
ρυθμός; στυλ; στύλ; στύλος; ύφος;
style
συγγενής
syngenḗs relative
συγγενικός
syngenikós
συγγενικός; συναφής;
related
συγγνώμη
syngnṓmē sorry
συγγραφέας
syngraphéas writer
syngraphéas author
συγκατακρατώ
synkatakratṓ
διατηρώ; κρατώ; παρακρστώ; συγκατακρατώ;
retain
συγκεκριμένα
synkekriména specifically
συγκεκριμένος
synkekriménos specific
synkekriménos
ειδικός; συγκεκριμένος;
particular
συγκεντρώνομαι
synkentrṓnomai
συγκεντρώνομαι; συγκεντρώνω; συμπυκνώνω;
concentrate
synkentrṓnomai
μαζεύομαι; μαζεύω; περισυλλέγω; συγκεντρώνομαι;
gather
συγκεντρώνω
synkentrṓnō
εστία; εστιάζω; συγκεντρώνω;
focus
synkentrṓnō
συγκεντρώνομαι; συγκεντρώνω; συμπυκνώνω;
concentrate
συγκινώ
synkinṓ
επηρεάζω; παριστάνω; συγκινώ;
affect
synkinṓ
αγγίζω; εγγίζω; πινελιά; συγκινώ;
touch
synkinṓ
κίνηση; κινώ; μετακομίζω; σαλεύω; συγκινώ;
move
συγκρατώ
synkratṓ
αμπάρι; κρατώ; συγκρατώ;
hold
σύγκριση
sýnkrisē
παραβολή; σύγκριση;
comparison
συγκρότημα
synkrótēma
ομάδα; όμιλος; συγκρότημα; σύμπλεγμα;
group
σύγκρουση
σύγκρουση
sýnkrousē
επίδραση; κρούση; ορμή; σύγκρουση;
impact
sýnkrousē
κραχ; πάταγος; πέφτω; προσκρούω; σύγκρουση;
crash
συγκυρία
synkyría
ευκαιρία; πιθανότητα; συγκυρία; τύχη;
chance
σύγχυση
sýnchysē
κυκεώνας; παραζάλη; σύγχυση;
confusion
συγχωρώ
synchōrṓ
αφορμή; δικαιολογία; συγχωρώ;
excuse
συζήτηση
syzḗtēsē discussion
syzḗtēsē debate
συζητώ
syzētṓ discuss
σύζυγος
sýzygos
γυναίκα; η σύζηγος; η σύζυγος; σύζυγος;
wife
sýzygos
ο σύζυγος; σύζυγος;
husband
συλλαβίζω
syllabízō
διάστημα; ξόρκι; ορθογραφώ; συλλαβίζω;
spell
συλλέγω
syllégō collect
syllégō
διαλέγω; κασμάς; μαζεύω; συλλέγω;
pick
συμβαίνω
symbaínō occur
symbaínō
διαδραματίζω; συμβαίνω;
happen
συμβαλλόμενος
symballómenos
παρέα; πάρτι; συμβαλλόμενος;
party
συμβόλαιο
symbólaio
κολλάω; προσβάλλομαι; συμβόλαιο; συστέλλομαι;
contract
συμβολή
symbolḗ
ρεφενές; συμβολή; συνεισφορά;
contribution
συμβουλεύομαι
symbouleúomai
ανατρέχω; συμβουλεύομαι;
consult
συμβουλή
symboulḗ advice
συμπαγής
sympagḗs
στερεά (τροφή); στερεός; συμπαγής;
solid
συμπαθώ
sympathṓ
αρέσω; όπως; σαν; συμπαθώ;
like
συμπαράσταση
συμπαράσταση
symparástasē
βοήθεια; στήριγμα; συμπαράσταση; υποστήριγμα;
support
συμπέρασμα
sympérasma
λήξη; ποόρισμα; συμπέρασμα; τέλος;
conclusion
συμπεριλαμβάνω
symperilambánō
περιλαμβάνω; συμπεριλαμβάνω;
include
συμπεριφέρομαι
symperiphéromai behave
συμπεριφορά
symperiphorá
στάση; συμπεριφορά;
attitude
σύμπλεγμα
sýmplegma
ομάδα; όμιλος; συγκρότημα; σύμπλεγμα;
group
συμπλέκομαι
symplékomai
καταπολεμώ; μάχη; μάχομαι; πολεμώ με; συμπλέκομαι;
fight
συμπυκνώνω
sympyknṓnō
συγκεντρώνομαι; συγκεντρώνω; συμπυκνώνω;
concentrate
συμφορά
symphorá
καταστροφή; όλεθρος; συμφορά;
disaster
συμφραζόμενα
symphrazómena
πλαίσιο; συμφραζόμενα;
context
συμφωνία
symphōnía agreement
συμφωνώ
symphōnṓ agree
συν
syn plus
συναγερμός
synagermós
συναγερμός; συναργερμός; τρομάζω;
alarm
συναγωνίζομαι
synagōnízomai
διαγωνίζομαι; συναγωνίζομαι;
compete
συναγωνισμός
synagōnismós
διαγωνισμός; συναγωνισμός;
competition
συναγωνιστικός
synagōnistikós
αγωνιστικός; ανταγωνιστικός; συναγωνιστικός;
competitive
συναίσθημα
synaísthēma emotion
συνάλλαγμα
synállagma
ανταλλάσσω; διαφωνία; λογομαχία; συνάλλαγμα;
exchange
synállagma
κθκλοφορία; νόμισμα; συνάλλαγμα;
currency
συνάντηση
συνάντηση
synántēsē
διορισμός; ορισμός; ραντεβού; συνάντηση;
appointment
συναντώ
synantṓ meet
συναργερμός
synargermós
συναγερμός; συναργερμός; τρομάζω;
alarm
συναρπαστικός
synarpastikós exciting
συνασπισμός
synaspismós
κατηγορία; πρωτάθλημα; συνασπισμός;
league
συναυλία
synaulía concert
συναφής
synaphḗs
συγγενικός; συναφής;
related
σύνδεση
sýndesē
ανταπόκριση; σύνδεση; σχέση;
connection
συνδέω
syndéō
ενώνω; κατατάσσομαι; συνδέω; συνενώνω;
join
syndéō
κρίκος; συνδέω;
link
syndéō connect
syndéō
επισυνάπτω; συνδέω;
attach
συνδυάζω
syndyázō combine
συνδυασμός
syndyasmós combination
συνέδριο
synédrio
συνέδριο; σύσκεψη;
conference
συνειδοτοποίηση
syneidotopoíēsē
αντίληψη; συνειδοτοποίηση;
awareness
συνεισφέρω
syneisphérō contribute
συνεισφορά
syneisphorá
ρεφενές; συμβολή; συνεισφορά;
contribution
συνέντευξη
synénteuxē interview
συνενώνω
synenṓnō
ενώνω; κατατάσσομαι; συνδέω; συνενώνω;
join
συνέπεια
synépeia
επίπτωση; σημασία; συνέπεια;
consequence
συνεπής
synepḗs
σταθερός; συνεπής;
consistent
συνέταιρος
synétairos
συνέταιρος; συσχετίζω;
associate
συνετός
synetós
σοφός; συνετός; φρόνιμος;
wise
συνεχής
synechḗs
αδιάκοπος; συνεχής;
constant
συνεχίζομαι
synechízomai
συνεχίζομαι; συνεχίζω;
continue
συνεχίζω
synechízō
συνεχίζομαι; συνεχίζω;
continue
συνεχώς
synechṓs constantly
συνήθεια
synḗtheia
έξη; συνήθεια;
habit
συνήθης
synḗthēs usual
συνηθισμένος
synēthisménos ordinary
synēthisménos
κοινός; συνηθισμένος;
common
συνήθως
synḗthōs usually
σύνθετος
sýnthetos
περίπλοκος; πολύπλοκος; πολυσύνθετος; σύνθετος;
complex
σύνθημα
sýnthēma
ανοίγω φλας; γνέφω; νεύω; σήμα; σινίαλο; σύνθημα;
signal
sýnthēma
πίνακας; σήμα; σύνθημα; ταμπέλα; υπογράφω;
sign
συνιστώ
synistṓ
προτείνω; συνιστώ; συστήνω;
recommend
σύννεφο
sýnnepho
θολώνω; σύννεφο;
cloud
συνολικός
synolikós
γενικός; ποδιά; συνολικός;
overall
σύνολο
sýnolo
ολικός; σύνολο;
total
συνομιλία
synomilía conversation
σύνορο
sýnoro
μεθόριος; ρέλι; σύνορο;
border
συνταγή
syntagḗ recipe
syntagḗ
συνταγή; σύνταξη;
pension
συνταιριάζω
συνταιριάζω
syntairiázō
αγώνας; σπίρτο; συνταιριάζω; ταιριάζω;
match
συντάκτης
syntáktēs editor
σύνταξη
sýntaxē
συνταγή; σύνταξη;
pension
συντάσσω
syntássō
γράφω; συντάσσω;
write
συντελεστής
syntelestḗs
παράγοντας; συντελεστής;
factor
συντήρηση
syntḗrēsē maintenance
σύντομα
sýntoma
σύντομα; σύντομος;
soon
sýntoma
κοντολογίς; σύντομα;
briefly
σύντομος
sýntomos
σύντομα; σύντομος;
soon
sýntomos brief
σύντροφος
sýntrophos
σύντροφος; ταίρι;
partner
συρτάρι
syrtári drawer
συσκευάζω
syskeuázō
κατακλύζω; πακετάρω; πακέτο; συσκευάζω; τράπουλα;
pack
συσκευή
syskeuḗ
μηχάνημα; συσκευή; τέχνασμα;
device
σύσκεψη
sýskepsē
συνέδριο; σύσκεψη;
conference
συστέλλομαι
systéllomai
κολλάω; προσβάλλομαι; συμβόλαιο; συστέλλομαι;
contract
σύστημα
sýstēma system
συστήνω
systḗnō
προτείνω; συνιστώ; συστήνω;
recommend
systḗnō
εισάγω; συστήνω;
introduce
συσχετίζω
syschetízō
συνέταιρος; συσχετίζω;
associate
συχνά
sychná often
sychná frequently
συχνάζω
συχνάζω
sychnázō
συχνάζω; συχνός;
frequent
συχνός
sychnós
συχνάζω; συχνός;
frequent
σφάλμα
sphálma
ατέλεια; ελάττωμα; λάθος; ρήγμα; σφάλμα; φτιάξιμο;
fault
σφετερίζομαι
spheterízomai
κατάλληλος; οικειοποιούμαι; σφετερίζομαι;
appropriate
σφιχτός
sphichtós
στενός; σφιχτός;
tight
σφρυροκοπώ
sphryrokopṓ
κοπανίζω; λίβρα; λίμπρα; λίρα; μάντρα; σφρυροκοπώ;
pound
σχαολιάζω
schaoliázō
σχαολιάζω; σχολιάζω; σχόλιο;
comment
σχεδιάζω
schediázō
σχεδιάζω; σχέδιο;
plan
σχεδιασμός
schediasmós design
σχεδιαστής
schediastḗs designer
σχέδιο
schédio pattern
schédio
σχεδιάζω; σχέδιο;
plan
schédio
προβάλλω; πρόγραμμα; σχέδιο;
project
σχεδόν
schedón
κατουσίαν; ουσιαστικά; σχεδόν;
virtually
schedón
παραλίγο; σχεδόν;
nearly
schedón almost
σχέση
schésē relationship
schésē
ομοσπωνδiα; σχέση;
association
schésē
ανταπόκριση; σύνδεση; σχέση;
connection
σχετικά
schetiká relatively
σχετικός
schetikós relevant
σχήμα
schḗma
διαμορφώνω; μορφώνω; σχήμα; σχηματίζω;
shape
σχηματίζω
schēmatízō
διαμορφώνω; μορφώνω; σχήμα; σχηματίζω;
shape
σχίζω
σχίζω
schízō
δάκρυ; σκίζω; σχίζω;
tear
σχίσιμο
schísimo
διχοτομία; μοιρά; μοίρα; μοιράζω; σχίσιμο;
split
σχολείο
scholeío school
σχολιάζω
scholiázō
σχαολιάζω; σχολιάζω; σχόλιο;
comment
σχόλιο
schólio
σχαολιάζω; σχολιάζω; σχόλιο;
comment
σωλήνας
sōlḗnas
αυλός; πίπα; σωλήνας; σωλήνμας;
pipe
σωλήνμας
sōlḗnmas
αυλός; πίπα; σωλήνας; σωλήνμας;
pipe
σώμα
sṓma body
sṓma
κορμί; πλαίσιο; πλαισιώνω; σκελετό; σκελετός; σώμα;
frame
σωματειακός
sōmateiakós
ένωση; σωματειακός;
union
σωματικά
sōmatiká physically
σωματικός
sōmatikós
σωματικός; φυσικός;
physical
σωσίας
sōsías
διπλασιάζω; διπλός; δίττος; σωσίας;
double
σωστά
sōstá
ευπρεπέστατα; σωστά;
properly
σωστός
sōstós
δεξιός; δικαίωμα; σωστός;
right
sōstós
αρμόζων; ευπρεπής; καθωσπρέπει; πρέπων; σωστός;
proper
sōstós
διορθώνω; σωστός;
correct
σωφροσύνη
sōphrosýnē
αισθάνομαι; αίσθημα; αίσθηση; νόημα; σωφροσύνη;
sense
Ττα
ta
η; ο; οι; τα; το;
the
τα ξαναλέγω
ta xanalégō
επαναλαμβάνω; τα ξαναλέγω;
repeat
τα πάντα
ta pánta
όλα; τα πάντα;
everything
ταγματάρχης
tagmatárchēs
σημαντικός; ταγματάρχης;
major
ταΐζω
taḯzō
σιτίζω; ταΐζω; τροφοδοτώ;
feed
ταινία
tainía band
tainía movie
tainía
γυρίζω ταινία; έργο; ταινία; φιλμ;
film
ταίρι
taíri
σύντροφος; ταίρι;
partner
taíri
ζευγαρώνω; ταίρι; ύπαρχος; φιλαράκος;
mate
ταιριάζω
tairiázō
αγώνας; σπίρτο; συνταιριάζω; ταιριάζω;
match
ταιριάζω με
tairiázō me
αρμόζω; βολεύω; εξυπηρετώ; κοστούμι; ταιριάζω με;
suit
τακτικά
taktiká regularly
τακτικός
taktikós
ομαλός; τακτικός;
regular
τακτοποιώ
taktopoiṓ
είδος; ξεδιαλέγω; τακτοποιώ; τύπος;
sort
ταλαιπωρία
talaipōría
ενοχλώ; μπελάς; ταλαιπωρία; φασαρία;
trouble
ταμείο
tameío
μέχρι; ταμείο;
till
ταμπέλα
tampéla
πίνακας; σήμα; σύνθημα; ταμπέλα; υπογράφω;
sign
τανκς
tanks
άρμα μάχης; δεξαμενή; τανκς;
tank
τάξη
táxē
κλάση; τάξη; υπάγω;
class
ταξιδάκι
taxidáki
πεδικλώνω; ταξιδάκι;
trip
ταξιδεύω
taxideúō travel
ταξίδι
taxídi
γύρος; περιοδεύω; ταξίδι;
tour
ταπεινώνω
ταπεινώνω
tapeinṓnō
ταπεινώνω; χαμηλώνω;
lower
ταραγμένος
taragménos
αναστατώνω; στενοχωρώ πολύ; ταραγμένος;
upset
ταράζω
tarázō
κουνώ; σαλεύω; σείω; ταράζω;
shake
ταράτσα
tarátsa
οροφή; σκεπή; στεγή; ταράτσα;
roof
τάση
tásē
ενδεχόμενος; πιθανότητα; τάση;
potential
ταυτίζω
tautízō
αναγνωρίζω; ταυτίζω;
identify
ταχυδρομείο
tachydromeío
ταχυδρομείο; ταχυδρομώ;
ταχυδρομώ
tachydromṓ
δοκάρι; πόστο; ταχυδρομώ;
post
tachydromṓ
ταχυδρομείο; ταχυδρομώ;
ταχύτητα
tachýtēta
επισπεύδω; ταχύτητα; τρέχω; φόρα;
speed
tachýtēta
γρανάζια; εργαλεία; προσαρμόζω; ταχύτητα;
gear
τεζάρω
tezárō
αποθνήσκω; πεθάνω; τεζάρω;
die
tezárō
εκτείνομαι; τεζάρω; τεντώνομαι; τεντώνω;
stretch
τέλεια
téleia perfectly
τελειοποιώ
teleiopoiṓ
τελειοποιώ; τέλειος;
perfect
τέλειος
téleios
τελειοποιώ; τέλειος;
perfect
τελειώνω
teleiṓnō
τελειώνω; τέλος;
end
teleiṓnō
περατώνω; τελειώνω; τέλος; τερματισμός;
finish
τελείως
teleíōs
απολύτως; τελείως;
absolutely
τελείωσε
teleíōse
πάνω; πάνω από; τελείωσε;
over
τελευταίος
teleutaíos
διαρκώ; τελευταίος; φτουρώ;
last
τελευταίος
teleutaíos latter
τελικά
teliká eventually
teliká finally
teliká ultimately
τελικός
telikós final
τέλος
télos
περατώνω; τελειώνω; τέλος; τερματισμός;
finish
télos
τελειώνω; τέλος;
end
télos
λήξη; ποόρισμα; συμπέρασμα; τέλος;
conclusion
τένις
ténis tennis
τεντώνομαι
tentṓnomai
εκτείνομαι; τεζάρω; τεντώνομαι; τεντώνω;
stretch
τεντώνω
tentṓnō
διηθώ; είδος; ένταση; ζόρι; στραμπουλίζω; τεντώνω;
strain
tentṓnō
εκτείνομαι; τεζάρω; τεντώνομαι; τεντώνω;
stretch
τεράστιος
terástios
πελώριος; τεράστιος;
huge
terástios
απέραντος; τεράστιος;
vast
terástios
ογκώδης; τεράστιος;
massive
τερματισμός
termatismós
περατώνω; τελειώνω; τέλος; τερματισμός;
finish
τέταρτο
tétarto
μαχαλάς; τέταρτο;
quarter
τέτοιος
tétoios
τέτοιος; τόσος;
such
τετράγωνο
tetrágōno
πλατεία; τετράγωνο;
square
τετραπέρατος
tetrapératos
πανέξυπνος; τετραπέρατος;
cute
τεύχος
teúchos
αντίτύπο; απορροία; εκδίδω; θέμα; τεύχος; χορήγηση;
issue
τέχνασμα
téchnasma
μηχάνημα; συσκευή; τέχνασμα;
device
τέχνη
téchnē art
téchnē
επιδεξιότητα; ικανότητα; τέχνη; φιλοτεχνία;
skill
τεχνολογία
technología technology
τζάμι
tzámi
γυαλί; ποτήρι; τζάμι;
glass
τη βρίσκω
tē brískō
δροσερός; τη βρίσκω; ψυχρός;
cool
τηλεόραση
tēleórasē television
τηλέφωνο
tēléphōno
τηλέφωνο; τηλεφωνώ;
telephone
τηλεφωνώ
tēlephōnṓ
δακτυλίδι; δαχτυλίδι; μάτι; παλαίστρα; τηλεφωνώ;
ring
tēlephōnṓ
κλήση; τηλεφωνώ;
call
tēlephōnṓ
τηλέφωνο; τηλεφωνώ;
telephone
της
tēs
αυτή; αυτήν; της;
her
της]
tēs]
δικός μου; κατέχω; της];
own
τι
ti
τι; τί;
what
τί
tí
τι; τί;
what
τιμαλφής
timalphḗs
πολύτιμος; τιμαλφής;
valuable
τιμάριο
timário
αμοιβή; δίδακτρα; τιμάριο;
fee
τιμή
timḗ
αναλογία; τιμή;
rate
timḗ
αξία; εκτιμώ; τιμή;
value
timḗ price
τίμιος
tímios
έντιμος; τίμιος;
honest
τιμοκατάλογος
timokatálogos menu
τίνος
tínos
ποιανού; τίνος; του οποίου;
whose
τίποτα
típota nothing
típota anything
τίτλος
títlos title
τμήμα
tmḗma
τμήμα; τομή;
section
το
to
η; ο; οι; τα; το;
the
το βραδινό
to bradinó
βραδινό; το βραδινό;
dinner
το δικό του
to dikó tou its
το εαυτό του
to eautó tou itself
το ελάχιστον
to eláchiston
ελάχιστο; ελάχιστος; το ελάχιστον;
least
το κοπανάω
to kopanáō
πίνω; ποτό; το κοπανάω;
drink
το μεσημεριανό
to mesēmerianó
μεσημεριανό; το μεσημεριανό;
lunch
το οποίο
to opoío
ποίο; το οποίο;
which
το παν
to pan
όλα; όλες; όλοι; όλος; το παν;
all
το πρωινό
to prōinó
πρωινό; το πρωινό;
breakfast
το φόντο
to phónto background
το φτερό
to phteró
το φτερό; φτερό;
wing
τοίχος
toíchos wall
τόκος
tókos
ενδιαφέρον; επιτόκιο; τόκος;
interest
τομέας
toméas
πεδίο; τομέας; χωράφι;
field
τομή
tomḗ
τμήμα; τομή;
section
τον
ton
αυτόν; τον;
him
τονίζω
tonízō
κλου; στιγμιότυπο; τονίζω;
highlight
tonízō
άγχος; στρες; τονίζω; τόνος;
stress
τόνος
tónos
άγχος; στρες; τονίζω; τόνος;
stress
τόνος
tónos
ατμόσφαιρα; τόνος;
tone
τοπικός
topikós local
τοπίο
topío
σκηνή; τοπίο;
scene
topío landscape
τοποθ
topoth
καθορισμένος; σετ; τοποθ; τοποθετώ;
set
τοποθεσία
topothesía location
topothesía
θέση; τοποθεσία; τοποθετώ;
position
τοποθετώ
topothetṓ
μέρος; τοποθετώ; τόπος;
place
topothetṓ
βάζω; τοποθετώ;
put
topothetṓ
καθορισμένος; σετ; τοποθ; τοποθετώ;
set
topothetṓ
εγκαθιδρύω; εγκαθιστώ; τοποθετώ;
install
topothetṓ
θέση; τοποθεσία; τοποθετώ;
position
τοποθετώ χάμω
topothetṓ chámō
κοσμικός; ξαπλώνω; στρώνω; τοποθετώ χάμω;
lay
τόπος
tópos
μέρος; τοποθετώ; τόπος;
place
tópos site
τόσο
tóso
έτσι; τόσο;
so
τοσοδούλης
tosodoúlēs
μικροσκοπικός; τοσοδούλης;
tiny
τόσος
tósos
τέτοιος; τόσος;
such
τότε
tóte
εν συνέχεια; έπειτα; μετά; τότε;
then
του
tou
δικός του; του;
his
του οποίου
tou opoíou
ποιανού; τίνος; του οποίου;
whose
τούβλο
toúblo brick
τουρίστας
tourístas
τουρίστας; τουριστικός;
tourist
τουριστικός
τουριστικός
touristikós
τουρίστας; τουριστικός;
tourist
τράβηγμα
trábēgma
τράβηγμα; τραβώ;
pull
τραβώ
trabṓ
έκκληση; έφεση; κάνω έκκληση; κάνω έφεση; τραβώ;
appeal
trabṓ
έλκω; επισύρω; ζωγραφίζω; ισοπαλία; σέρνω; τραβώ;
draw
trabṓ
ελκύω; έλκω; επισύρω; προσελκύω; τραβώ;
attract
trabṓ
τράβηγμα; τραβώ;
pull
τραγιάσκα
tragiáska
θήκη; σκούφος; τραγιάσκα;
cap
τραγούδι
tragoúdi song
τραγουδιστής
tragoudistḗs
τραγουδιστής; τραγουδίστρια;
singer
τραγουδίστρια
tragoudístria
τραγουδιστής; τραγουδίστρια;
singer
τραγουδώ
tragoudṓ sing
τράπεζα
trápeza
ανάχωμα; όχθη; τράπεζα;
bank
τραπέζι
trapézi
πίνακας; τραπέζι;
table
τράπουλα
trápoula
κατακλύζω; πακετάρω; πακέτο; συσκευάζω; τράπουλα;
pack
τραυματίζω
traumatízō
βλάπτω; πληγώνω; πονώ; τραυματίζω; χτυπώ;
hurt
τραχύς
trachýs
πρόχειρος; σκληρός; τραχύς;
rough
τρείς
treís
τρείς; τρία;
three
τρελός
trelós
θυμωμένος; κουζουλός; λωλός; τρελός;
mad
trelós
τρελός; τρελούτσικος;
crazy
τρελούτσικος
treloútsikos
τρελός; τρελούτσικος;
crazy
τρένο
τρένο
tréno
αμαξοστοιχία; εκπαιδεύω; προγυμνάζομαι; τρένο;
train
τρέχω
tréchō
βιάζομαι; βιασύνη; ορμή; ορμώ; τρέχω;
rush
tréchō
επισπεύδω; ταχύτητα; τρέχω; φόρα;
speed
tréchō run
τρία
tría
τρείς; τρία;
three
τρίβω
tríbō rub
τρικ
trik
κόλπο; κομπίνα; ξεγελώ; τρικ;
trick
τρικυμία
trikymía
θύελλα; καταιγίδα; τρικυμία;
storm
τρίμηνο
trímēno
διορία; όρος; τρίμηνο;
term
τρίχα
trícha
μαλλιά; τρίχα;
hair
τρομαγμένος
tromagménos scared
τρομάζω
tromázō
συναγερμός; συναργερμός; τρομάζω;
alarm
τρομερός
tromerós
τρομερός; φοβερός;
terrible
τρόπος
trópos manner
trópos way
τροφή
trophḗ
τροφή; φαγητό; φαϊ;
food
τροφοδοτώ
trophodotṓ
σιτίζω; ταΐζω; τροφοδοτώ;
feed
trophodotṓ
καύσιμα; καύσιμο; τροφοδοτώ;
fuel
τροχός
trochós
ρόδα; τροχός;
wheel
τρύπα
trýpa hole
τρυφηλός
tryphēlós
άνετος; βολικός; τρυφηλός;
comfortable
τρώω
trṓō eat
τσάι
tsái tea
τσάμπα
tsámpa
αυτεξούσιος; δωρεάν; ελέυθερος; τσάμπα;
free
τσαμπί
tsampí
δέσμη; μάτσο; τσαμπί;
bunch
τσάντα
tsánta bag
τσιγαριλίκι
tsigarilíki
άρθρωση; γόμφος; κοινός; κοψίδι; τσιγαριλίκι;
joint
τσιγάρο
tsigáro cigarette
τσιγγέλι
tsingéli
άγκιστρο; αγκιστρώνω; αγκύλη; γάντζος; τσιγγέλι;
hook
τσιγκούνης
tsinkoúnēs
εννοώ; παραδόπιστος; σημαίνω; τσιγκούνης;
mean
τσικάλι
tsikáli pot
τσίμπημα
tsímpēma
δάγκωμα; δαγκώνω; τσίμπημα;
bite
τσίμπλα
tsímpla
κοιμάμαι; τσίμπλα; ύπνος;
sleep
τσιπ
tsip chip
τσουλήθρα
tsoulḗthra
γλιστρώ; τσουλήθρα;
slide
τυλίγω
tylígō wrap
τυπικός
typikós typical
τύπος
týpos
παιδί; τύπος;
guy
týpos
είδος; ξεδιαλέγω; τακτοποιώ; τύπος;
sort
týpos
εκδοχή; τύπος;
version
τυπώνω
typṓnō
εμπριμέ; τυπώνω;
τυφλός
typhlós
θαμπώνω; στοράκι; τυφλός;
blind
τυχερός
tycherós lucky
τύχη
týchē
ευκαιρία; πιθανότητα; συγκυρία; τύχη;
chance
týchē luck
τύχηc
týchēc
ατύχημα; τύχηc;
accident
τώρα
tṓra
σήμερα; τώρα; τωρινά;
currently
tṓra now
τωρινά
tōriná
σήμερα; τώρα; τωρινά;
currently
τωρινός
tōrinós
ρεύμα; τωρινός;
current
Υυγεία
ygeía health
υγιής
ygiḗs healthy
υιοθετώ
yiothetṓ
αποδέχομαι; υιοθετώ;
adopt
υιός
yiós
γιός; καμάρι; υιός;
son
υλικός
ylikós
ύλη; υλικός; ύφασμα;
material
υλοποιούμαι
ylopoioúmai realize
υλοποιώ
ylopoiṓ
εργαλείο; όργανο; υλοποιώ;
implement
υπάγω
ypágō
κλάση; τάξη; υπάγω;
class
υπάλληλος
ypállēlos clerk
υπαρκτός
yparktós existing
υπάρχω
ypárchō exist
υπενθυμίζω
ypenthymízō remind
υπεξούσιος
ypexoúsios
ασήμαντος; ελάσσων; μικρός; υπεξούσιος;
minor
υπερασπιστής
yperaspistḗs
πρωταθλητής; υπερασπιστής;
champion
υπέροχος
ypérochos
θαυμάσιος; υπέροχος;
wonderful
υπεροψία
yperopsía
έπαρση; καμάρι; περιφάνια; υπεροψία; φιλοτιμία;
pride
υπεύθυνος
υπεύθυνος
ypeúthynos
αρμόδιος; υπεύθυνος;
responsible
υπήκοος
ypḗkoos
αντικείμενο; θέμα; υπήκοος; υποκείμενο;
subject
υπηρεσία
ypēresía
πρακτορείο; υπηρεσία;
agency
ypēresía
εξυπηρέτηση; ρουσφέτι; σέρβις; υπηρεσία;
service
υπηρετώ
ypēretṓ serve
υπνοδωμάτιο
ypnodōmátio
κρεβατοκάμαρα; υπνοδωμάτιο;
bedroom
υποβάλλω
ypobállō
λίμα; λιμάρω; πίφερο; υποβάλλω;
file
ypobállō
παραδίδομαι; υποβάλλω; υποστηρίζω; υποτάσσομαι;
submit
υπογραφή
ypographḗ signature
υπογράφω
ypográphō
πίνακας; σήμα; σύνθημα; ταμπέλα; υπογράφω;
sign
υπόδειγμα
ypódeigma
παράδειγμα; υπόδειγμα;
example
υποδοχή
ypodochḗ
αντίκρυσμα; γλέντι; λήψη; ρεσεψιόν; υποδοχή;
reception
ypodochḗ
καλοδεχόμενος; καλωσορίζω; υποδοχή;
welcome
υπόθεση
ypóthesē assumption
ypóthesē
βαλίτσα; θήκη; περιστατικό; υπόθεση;
case
ypóthesē
δεσμός; υπόθεση;
affair
ypóthesē
θέμα; νοιάζομαι; ουσία; ύλη; υπόθεση;
matter
ypóthesē
δουλειά; δουλειές; επιχείρηση; υπόθεση;
business
υποθέτω
ypothétō
υποθέτω; υποτίθεται;
suppose
ypothétō assume
υποθηκεύω
ypothēkeúō
υποθηκεύω; υποθήκη;
mortgage
υποθήκη
ypothḗkē
υποθηκεύω; υποθήκη;
mortgage
υποκατάστημα
ypokatástēma
κλαδί; κλάδος; υποκατάστημα;
branch
υποκείμενο
ypokeímeno
αντικείμενο; θέμα; υπήκοος; υποκείμενο;
subject
υποκινώ
ypokinṓ
γρήγορος; υποκινώ; ωθώ;
prompt
υπολογίζω
ypologízō estimate
ypologízō
αποφασίζω; καθορίζω; προσδιορίζω; υπολογίζω;
determine
ypologízō
λογαριάζω; υπολογίζω;
calculate
υπολογιστής
ypologistḗs computer
υπόλοιπος
ypóloipos
ησυχασμός; ξεκουράζομαι; ραχάτι; υπόλοιπος;
rest
υπομονετικός
ypomonetikós
ασθενής; υπομονετικός;
patient
υπομονή
ypomonḗ
καρτερία; υπομονή;
patience
υπονοώ
yponoṓ imply
υποπτεύομαι
ypopteúomai suspect
υποστήριγμα
ypostḗrigma
βοήθεια; στήριγμα; συμπαράσταση; υποστήριγμα;
support
υποστηρίζω
ypostērízō
διατείνομαι; διατηρώ; υποστηρίζω;
maintain
ypostērízō
παραδίδομαι; υποβάλλω; υποστηρίζω; υποτάσσομαι;
submit
ypostērízō
ενισχύω; πίσω; πλάτη; υποστηρίζω;
back
υπόσχεση
ypóschesē
υπόσχεση; υπόσχομαι; υπόσχωμαι;
promise
υπόσχομαι
ypóschomai
υπόσχεση; υπόσχομαι; υπόσχωμαι;
promise
υποσχόμενος
yposchómenos
λαμπερός; υποσχόμενος;
bright
υπόσχωμαι
ypóschōmai
υπόσχεση; υπόσχομαι; υπόσχωμαι;
promise
υποτάσσομαι
ypotássomai
παραδίδομαι; υποβάλλω; υποστηρίζω; υποτάσσομαι;
submit
υποτίθεται
ypotíthetai
υποθέτω; υποτίθεται;
suppose
υποφέρω
ypophérō
αρκούδα; γεννώ; υποφέρω;
bear
ypophérō
παθαίνω; πάσχω; υποφέρω;
suffer
υποχρέωση
ypochréōsē obligation
υποψήφιος
ypopsḗphios candidate
υστέρημα
ystérēma
έλλειψη; υστέρημα;
lack
υφή
yphḗ
αισθάνομαι; νιώθω; υφή;
feel
υφήλιος
yphḗlios
κόσμος; υφήλιος;
world
υφιστάμενος
yphistámenos
μικρότερος; νεώτερος; υφιστάμενος;
junior
υψώνω
ypsṓnō
αναστηλώνω; ανατρέφω; αυξάνω; σηκώνω; υψώνω;
raise
ypsṓnō
ασανσέρ; σηκώνω; υψώνω;
lift
Ύύδωρ
ýdōr
νερό; ποτίζω; ύδωρ;
water
ύλη
ýlē
ύλη; υλικός; ύφασμα;
material
ýlē
θέμα; νοιάζομαι; ουσία; ύλη; υπόθεση;
matter
ύπαρχος
ýparchos
ζευγαρώνω; ταίρι; ύπαρχος; φιλαράκος;
mate
ύπνος
ýpnos
κοιμάμαι; τσίμπλα; ύπνος;
sleep
ύποπτος
ýpoptos
καχύποπτος; ύποπτος;
suspicious
ύφασμα
ýphasma
ύλη; υλικός; ύφασμα;
material
ύφεση
ýphesē
κατάθλιψη; ύφεση;
depression
ύφος
ýphos
ρυθμός; στυλ; στύλ; στύλος; ύφος;
style
ύψος
ýpsos height
Φφαγητό
phagētó
τροφή; φαγητό; φαϊ;
food
φαϊ
phaï
τροφή; φαγητό; φαϊ;
food
φαίνομαι
phaínomai
διαφαίνομαι; εμφανίζομαι; φαίνομαι;
appear
phaínomai
βλέμμα; εμφάνιση; κοιτάζω; φαίνομαι;
look
phaínomai seem
φανέλα
phanéla
πουκάμισο; φανέλα;
shirt
φανερός
phanerós obvious
φανερώνω
phanerṓnō
βγάζω φλας; δείχνω; εμφαίνω; ενδεικνύω; φανερώνω;
indicate
φαντάζομαι
phantázomai imagine
φαντάρος
phantáros
ιδιαίτερος; ιδιωτικός; φαντάρος;
private
φαντασία
phantasía imagination
φανταστικός
phantastikós
έξοχος; λαμπερός; φανταστικός;
brilliant
φαρδύς
phardýs
ευρύς; φαρδύς;
broad
phardýs
πλατύς; φαρδύς;
wide
φάρμακο
phármako
ιατρική; φάρμακο;
medicine
φασαρία
phasaría
ενοχλώ; μπελάς; ταλαιπωρία; φασαρία;
trouble
φάση
phásē
ανεβάζω; σκηνή; σκηνοθετώ; στάδιο; φάση;
stage
phásē phase
φάσμα
phásma
διακυμαίνομαι; εμβέλεια; φάσμα;
range
φείδωμαι
pheídōmai
περισσευούμενος; περισσεύω; φείδωμαι; χαρίζω;
spare
φέρνω
phérnō bring
φέσι
φέσι
phési
μεθυσμένος; φέσι;
drunk
φέτα
phéta
κόβω σε φέτες; φέτα;
slice
φεύγω
pheúgō
παραιτούμαι; παρατάω; φεύγω;
leave
φήμη
phḗmē reputation
φθάνω
phthánō
φθάνω; φτάνω;
arrive
φιλανθρωπιά
philanthrōpiá
φιλανθρωπιά; ψυχικό;
charity
φιλαράκος
philarákos
κολλητός; φιλαράκος;
buddy
philarákos
ζευγαρώνω; ταίρι; ύπαρχος; φιλαράκος;
mate
φίλη
phílē
φίλη; φίλοι; φίλος;
friend
φίλημα
phílēma
φίλημα; φιλί; φιλώ;
kiss
φιλί
philí
φίλημα; φιλί; φιλώ;
kiss
φιλία
philía friendship
φιλικός
philikós friendly
φιλμ
philm
γυρίζω ταινία; έργο; ταινία; φιλμ;
film
φιλοδοξία
philodoxía
βλέψη; φιλοδοξία;
ambition
φίλοι
phíloi
φίλη; φίλοι; φίλος;
friend
φιλοξενούμενος
philoxenoúmenos
καλεσμένος; φιλοξενούμενος;
guest
φιλοξενώ
philoxenṓ
οικοδεσπότης; φιλοξενώ;
host
φίλος
phílos
φίλη; φίλοι; φίλος;
friend
φιλοσοφία
philosophía philosophy
φιλοτεχνία
philotechnía
επιδεξιότητα; ικανότητα; τέχνη; φιλοτεχνία;
skill
φιλοτιμία
philotimía
έπαρση; καμάρι; περιφάνια; υπεροψία; φιλοτιμία;
pride
φιλώ
philṓ
φίλημα; φιλί; φιλώ;
kiss
φίμωτρο
phímōtro
δυαδικό ψηφίο; φίμωτρο;
bit
φίνος
phínos
αίθριος; πρόστιμο; φίνος; ψιλή; ωραίος;
fine
φλιτζάνι
phlitzáni cup
φοβάμαι
phobámai
φοβάμαι; φόβος;
fear
φοβερός
phoberós
τρομερός; φοβερός;
terrible
φοβισμένος
phobisménos
που φοβάται; φοβισμένος;
afraid
φόβος
phóbos
φοβάμαι; φόβος;
fear
φοιτητής
phoitētḗs
φοιτητής; φοιτήτρια;
student
φοιτήτρια
phoitḗtria
φοιτητής; φοιτήτρια;
student
φορά
phorá
καιρός; φορά; χρόνος; ώρα;
time
φόρα
phóra
επισπεύδω; ταχύτητα; τρέχω; φόρα;
speed
phóra
βήμα; δρασκελιά; ρυθμός; φόρα;
pace
φόρεμα
phórema
ντύνομαι; ντύνω; φόρεμα;
dress
φορολογώ
phorologṓ
προβληματίζω; φορολογώ; φόρος;
tax
φόρος
phóros
προβληματίζω; φορολογώ; φόρος;
tax
φορτίζω
phortízō
βάρ; γεμίζω; ζαλίκι; φορτίζω; φορτίο; φορτώνω;
load
φορτίο
phortío
βάρ; γεμίζω; ζαλίκι; φορτίζω; φορτίο; φορτώνω;
load
φορτώνω
φορτώνω
phortṓnō
βάρ; γεμίζω; ζαλίκι; φορτίζω; φορτίο; φορτώνω;
load
φορώ
phorṓ wear
φουντώνω
phountṓnō
απλώνω; διαδίδω; επέκταση; παίρνω έκταση; φουντώνω;
spread
φούρκα
phoúrka
θυμός; οργή; φούρκα;
anger
φουσκώνω
phouskṓnō
διαστέλλω; διευρύνω; επεκτείνω; φουσκώνω;
expand
φούστα
phoústa skirt
φραγμός
phragmós
μλοκ; στηρίγματα; φραγμός;
block
φράζω
phrázō
εμποδίζω; κάγκελο; μπαρ; ράβδος; φράζω;
bar
φράση
phrásē
διατυπώνω; φράση;
phrase
φρέσκος
phréskos
δροσερός; ζωντανός; νωπός; φρέσκος;
fresh
φρίκη
phríkē horror
φρόνιμος
phrónimos
σοφός; συνετός; φρόνιμος;
wise
φροντίδα
phrontída
προσοχή; φροντίδα;
attention
phrontída
αναθέτω; έφοδος; κατηγορία; φροντίδα;
charge
phrontída
νοιάζομαι; προσέχω; προσοχή; φροντίδα; φροντίζω;
care
φροντίζω
phrontízō
νοιάζομαι; προσέχω; προσοχή; φροντίδα; φροντίζω;
care
φρουρά
phrourá
βλέπω; παρακολουθώ; ρολόι; φρουρά;
watch
phrourá
καραούλι; φρουρά; φρουρός; φρουρώ; φύλακας; φυλάω;
guard
φρουρός
phrourós
καραούλι; φρουρά; φρουρός; φρουρώ; φύλακας; φυλάω;
guard
φρουρώ
φρουρώ
phrourṓ
καραούλι; φρουρά; φρουρός; φρουρώ; φύλακας; φυλάω;
guard
φρούτο
phroúto
καρπός; φρούτο;
fruit
φτάνω
phtánō
φθάνω; φτάνω;
arrive
phtánō
απλώνω το χέρι; φτάνω;
reach
φτερό
phteró
το φτερό; φτερό;
wing
φτηνός
phtēnós cheap
φτιάξιμο
phtiáximo
ατέλεια; ελάττωμα; λάθος; ρήγμα; σφάλμα; φτιάξιμο;
fault
φτιάχνω
phtiáchnō
εξαναγκάζω; κάνω; κατασκευάζω; φτιάχνω;
make
phtiáchnō fix
φτουρώ
phtourṓ
διαρκώ; τελευταίος; φτουρώ;
last
φτωχός
phtōchós
καημένος; πενιχρός; φτωχός;
poor
φυγή
phygḗ
πτήση; φυγή;
flight
φύλακας
phýlakas
καραούλι; φρουρά; φρουρός; φρουρώ; φύλακας; φυλάω;
guard
φυλάξου
phyláxou
μυαλό; νοιάζομαι; νούς; πειράζω; φυλάξου;
mind
φυλάω
phyláō
καραούλι; φρουρά; φρουρός; φρουρώ; φύλακας; φυλάω;
guard
φύλο
phýlo
έρωτας; σεξ; φύλο;
sex
φύση
phýsē nature
φυσικά
physiká naturally
φυσική
physikḗ physics
φυσικός
physikós
σωματικός; φυσικός;
physical
φυσιολογικός
φυσιολογικός
physiologikós
κανονικός; φυσιολογικός;
normal
φυσώ
physṓ
φυσώ; χτυπήμα; χτύπημα;
blow
φυτεύω
phyteúō
εργοστάσιο; φυτεύω; φυτό;
plant
φυτό
phytó
εργοστάσιο; φυτεύω; φυτό;
plant
φωνάζω
phōnázō
κλαίω; κραυγή; φωνάζω;
cry
φωνή
phōnḗ
όγκος; ποσότητα; φωνή;
volume
phōnḗ
ακούομαι; γερός; ήχος; φωνή;
sound
phōnḗ
εκφράζω; φωνή;
voice
φωτεινός
phōteinós
ανάβω; ελαφρύς; ξανθός; φωτεινός; φωτερός; φωτίζω;
light
φωτερός
phōterós
ανάβω; ελαφρύς; ξανθός; φωτεινός; φωτερός; φωτίζω;
light
φωτιά
phōtiá
απολύω; πυρκαγιά; πυροβολώ; φωτιά;
fire
φωτίζω
phōtízō
ανάβω; ελαφρύς; ξανθός; φωτεινός; φωτερός; φωτίζω;
light
φωτογραφία
phōtographía photo
Χχαζός
chazós
βλαμμένος; χαζός;
stupid
chazós
ανόητος; χαζός;
silly
χαιδεύω
chaideúō
εγκεφαλικό; θωπεύω; χαιδεύω; χαϊδεύω; χτύπημα;
stroke
χαϊδεύω
chaïdeúō
εγκεφαλικό; θωπεύω; χαιδεύω; χαϊδεύω; χτύπημα;
stroke
χαίρω
chaírō
απολαμβάνω; διασκεδάζω; καρπώνομαι; χαίρω;
enjoy
χαλαρός
χαλαρός
chalarós
λάσκος; λυτός; μπόσικος; ξεκάρφωτος; χαλαρός;
loose
χαλώ
chalṓ
δηώνω; ρήμαγμα; χαλώ; χαντακώνω;
ruin
χαμηλός
chamēlós low
χαμηλώνω
chamēlṓnō
ταπεινώνω; χαμηλώνω;
lower
χαμόγελο
chamógelo
χαμόγελο; χαμογελώ;
smile
χαμογελώ
chamogelṓ
χαμόγελο; χαμογελώ;
smile
χαμός
chamós
απώλεια; ήττα; χαμός; χάσιμο;
loss
χαντακώνω
chantakṓnō
δηώνω; ρήμαγμα; χαλώ; χαντακώνω;
ruin
χάνω
chánō
αστοχώ; δεσποινίς; χάνω;
miss
chánō lose
χαρακτήρας
charaktḗras
πρόσωπο έργου; χαρακτήρας;
character
χαρακτηριστικό
charaktēristikó
αφιέρωμα; σουσούμι; χαρακτηριστικό;
feature
χαρίζω
charízō
περισσευούμενος; περισσεύω; φείδωμαι; χαρίζω;
spare
χάρισμα
chárisma
δωρεά; δώρο; πεσκέσι; χάρισμα;
gift
χαριτωμένος
charitōménos pretty
χαρούμενος
charoúmenos glad
χαρτένιος
charténios
εφημερίδα; χαρτένιος; χαρτί;
paper
χάρτης
chártēs
διάγραμμα; χάρτης;
chart
chártēs
χάρτης; χαρτογραφώ;
map
χαρτί
chartí
εφημερίδα; χαρτένιος; χαρτί;
paper
χαρτογραφώ
chartographṓ
χάρτης; χαρτογραφώ;
map
χάσιμο
chásimo
απώλεια; ήττα; χαμός; χάσιμο;
loss
χάσμα
chásma
κενό; χάσμα;
gap
χείλι
cheíli lip
χείλος
cheílos
άκρη; κοχή; περιστόμιο; χείλος;
edge
χειμώνας
cheimṓnas
διαχειμάζω; χειμώνας;
winter
χειραγωγία
cheiragōgía
καθοδήγηση; χειραγωγία;
guidance
χειρίζομαι
cheirízomai
μεταχειρίζομαι; χειρίζομαι; χερούλι;
handle
χέρι
chéri
βραχίων; μπράτσο; όπλο; χέρι;
arm
chéri
δείκτης; δίνω; παραδίνω; χέρι;
hand
χερούλι
cheroúli
μεταχειρίζομαι; χειρίζομαι; χερούλι;
handle
χημεία
chēmeía chemistry
χθες
chthes yesterday
χιμώ
chimṓ
βάζω; ορμώ; ρίχνω; χιμώ;
pour
χιόνι
chióni
χιόνι; χιονίζω;
snow
χιονίζω
chionízō
χιόνι; χιονίζω;
snow
χλδή
chldḗ
πλούτος; χλδή;
wealth
χλοή
chloḗ
γρασίδι; καταδότης; πόα; χλοή; χορτάρι; χόρτο;
grass
χόνδρος
chóndros
λίπος; χόνδρος; χοντρός;
fat
χοντρός
chontrós
αισχρός; ακαθάριστος; πρόστυχος; χοντρός;
gross
chontrós
λίπος; χόνδρος; χοντρός;
fat
χορδή
chordḗ
σπάγγος; χορδή;
string
χορεύω
choreúō dance
χορήγηση
chorḗgēsē
διοίκηση; διοικητικός; κυβέρνηση; χορήγηση;
administration
chorḗgēsē
αντίτύπο; απορροία; εκδίδω; θέμα; τεύχος; χορήγηση;
issue
chorḗgēsē
παρέχω; παροχή; προμήθεια; χορήγηση;
supply
χορτάρι
chortári
γρασίδι; καταδότης; πόα; χλοή; χορτάρι; χόρτο;
grass
χόρτο
chórto
γρασίδι; καταδότης; πόα; χλοή; χορτάρι; χόρτο;
grass
χουρμάς
chourmás
ημερομηνία; χουρμάς;
date
χρειάζομαι
chreiázomai
απαιτώ; χρειάζομαι;
require
chreiázomai
ανάγκη; χρειάζομαι;
need
χρέος
chréos debt
χρήματα
chrḗmata
εξαργυρώνω; μετρητά; χρήματα;
cash
χρηματοδοτώ
chrēmatodotṓ finance
χρηματοκιβώτιο
chrēmatokibṓtio
ασφαλής; χρηματοκιβώτιο;
safe
χρήση
chrḗsē
αίτηση; άλειμμα; εφαρμογή; προσήλωση; χρήση;
application
chrḗsē
χρήση; χρησιμοποιώ;
use
χρησιμοποιώ
chrēsimopoiṓ
χρήση; χρησιμοποιώ;
use
chrēsimopoiṓ
εργοδοτώ; χρησιμοποιώ;
employ
χρήσιμος
chrḗsimos useful
χρήστης
chrḗstēs user
χρονιά
chroniá
έτος; χρονιά; χρόνος;
year
χρόνος
chrónos
έτος; χρονιά; χρόνος;
year
chrónos
καιρός; φορά; χρόνος; ώρα;
time
χρυσός
chrysós
μάλαμα; χρυσός;
gold
χρωστώ
chrōstṓ
οφείλω; χρωστώ;
owe
χτήριο
chtḗrio
κτήριο; χτήριο;
building
χτίζω
chtízō
ανάστημα; κορμοστασιά; μπόι; χτίζω;
build
χτυπήμα
chtypḗma
απεργία; απεργώ; κάνω εντύπωση; χτυπήμα; χτυπώ;
strike
chtypḗma
φυσώ; χτυπήμα; χτύπημα;
blow
χτύπημα
chtýpēma
φυσώ; χτυπήμα; χτύπημα;
blow
chtýpēma
εγκεφαλικό; θωπεύω; χαιδεύω; χαϊδεύω; χτύπημα;
stroke
χτυπώ
chtypṓ
βλάπτω; πληγώνω; πονώ; τραυματίζω; χτυπώ;
hurt
chtypṓ
απεργία; απεργώ; κάνω εντύπωση; χτυπήμα; χτυπώ;
strike
chtypṓ
βαρώ; σουξέ; χτυπώ;
hit
chtypṓ
δέρνω; νικώ; χτυπώ;
beat
χτυπώ ελαφρά
chtypṓ elaphrá
βρύση; παρακεντώ; χτυπώ ελαφρά;
tap
χυμός
chymós
ζουμί; χυμός;
juice
χωλ
chōl
αίθουσα; χωλ;
hall
χώμα
chṓma
γη; χώμα;
earth
χώνω
chṓnō
κολλώ; παλούκι; χώνω;
stick
χώρα
chṓra
εξοχή; πατρίδα; χώρα;
country
χωράφι
chōráphi
πεδίο; τομέας; χωράφι;
field
χωρίζω
chōrízō
ιδιαίτερος; ξεχωριστός; χωρίζω; χωριστός;
separate
chōrízō
διαιρώ; διχάζω; χωρίζω;
divide
χωρίζω
chōrízō
μερίδιο; μερος; χωρίζω;
part
χωριό
chōrió village
χωρίς
chōrís
άνευ; χωρίς;
without
χωριστά
chōristá apart
χωριστός
chōristós
ιδιαίτερος; ξεχωριστός; χωρίζω; χωριστός;
separate
χώρος
chṓros
δωμάτιο; χώρος;
room
chṓros
διάστημα; χώρος;
space
Ψψάρεμα
psárema
αλιεία; αλιευτικός; ψάρεμα;
fishing
ψάρι
psári fish
ψάχνω
psáchnō
αναζητώ; ψάχνω;
seek
ψεκάζω
psekázō
αφρός; ψεκάζω;
spray
ψευδής
pseudḗs
αναληθής; λάθος; ψευδής; ψεύτικος; ψεύτικός;
false
ψεύδομαι
pseúdomai
κείμαι; ψεύδομαι;
lie
ψεύτικος
pseútikos
αναληθής; λάθος; ψευδής; ψεύτικος; ψεύτικός;
false
ψεύτικός
pseútikós
αναληθής; λάθος; ψευδής; ψεύτικος; ψεύτικός;
false
ψηλά
psēlá highly
ψηλός
psēlós high
psēlós tall
ψιλή
psilḗ
αίθριος; πρόστιμο; φίνος; ψιλή; ωραίος;
fine
ψιλός
psilós
αραιός; αραιώνω; ισχνός; λεπτός; λιγνός; ψιλός;
thin
ψυγαγωγία
ψυγαγωγία
psygagōgía
ψυγαγωγία; ψυχαγωγία;
entertainment
ψυγείο
psygeío refrigerator
ψυχαγωγία
psychagōgía
ψυγαγωγία; ψυχαγωγία;
entertainment
ψυχικό
psychikó
φιλανθρωπιά; ψυχικό;
charity
ψυχικός
psychikós
πνευματικός; ψυχικός;
mental
ψυχολογία
psychología psychology
ψυχολογικός
psychologikós psychological
ψυχρός
psychrós
δροσερός; τη βρίσκω; ψυχρός;
cool
psychrós
απόκεντρος; απόμακρος; απομακρυσμένος; ψυχρός;
remote
ψωλή
psōlḗ
εργαλείο; ψωλή;
tool
ψωμάκι
psōmáki
κύλινδρος; κυλώ; ψωμάκι;
roll
ψωμί
psōmí bread
ψώνια
psṓnia shopping
ψωνίζω
psōnízō
μαγαζί; προδίδω; ψωνίζω;
shop
Ωωθώ
ōthṓ
γρήγορος; υποκινώ; ωθώ;
prompt
ωμός
ōmós raw
ωραίος
ōraíos
αίθριος; πρόστιμο; φίνος; ψιλή; ωραίος;
fine
ōraíos nice
ωστόσο
ōstóso
ακόμα; ωστόσο;
yet
ωφέλεια
ōphéleia
απολαβή; κέρδος; ωφέλεια;
profit
ōphéleia
επίδομα; επωφελούμαι; καρπώνομαι; όφελος; ωφέλεια;
benefit
Ώώμος
ṓmos
σπάλα; ώμος;
shoulder
ώρα
ṓra hour
ṓra
περιόδος; ώρα;
session
ṓra
καιρός; φορά; χρόνος; ώρα;
time
ώσπου
ṓspou
μέχρι; ώσπου;
until